Το διπλό αφεντικό 11

Πέμπτη 14 Μάη. Το πιο χτυπητό στοιχείο του πιο πάνω προπαγανδιστικού video είναι ότι υπονοεί ένα κράτος που όχι μόνο δεν είναι καπιταλιστικό, αλλά είναι κάτι σαν φιλανθρωπικό ίδρυμα. Όμως αν προσέξει κανείς μπορεί να εντοπίσει τους υπαινιγμούς: το να γίνει το κράτος «δεύτερο αφεντικό» (όπως το εννοούμε εμείς) θα είναι πολύ οικονομικότερο σε σχέση με τα “έξοδα” του χάους των επιδομάτων που είναι κληρονομιά του φορντικού παρελθόντος και της 2ης βιομηχανικής επανάστασης και απαιτούν μια εκτεταμένη (κρατική) γραφειοκρατία για να ελέγχει τις προϋποθέσεις και τις κατηγοριοποιήσεις επιδότησης του καθενός / της καθεμιάς χωριστά. Συνεπώς το «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα» είναι ο αποπληθωρισμός των παλιότερων επιδομάτων…

Είναι αυτή η «απλοποίηση» που έκανε τον σκληρά νεοφιλελεύθερο Friedman οπαδό της ιδέας:

Για την δική μας εργατική κριτική, αυτό το (δεύτερο) video ξεκαθαρίζει την βασική αιτία που κάνει αναγκαία την εμφάνιση της μορφής – κράτους σαν διαχειριστή της «αγοράς εργασίας» στο σύνολό της: η τεχνολογική ανεργία στη φάση επιτάχυνσης της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης και, ακόμα περισσότερο, οι πολιτικές συνέπειες (για την σταθερότητα του συστήματος) που (θα) έχει αυτή.

Κι όλα αυτά κουβεντιάζονταν και προωθούνταν προ covid-19Έχει αλλάξει κάτι εξαιτίας του φονιά ιού; Ή παράγωγο της τρομοεκστρατείας είναι η επιτάχυνση της-εμφάνισης-του-προβλήματος (εργασία, αγορά εργασίας, διαχείρισή της) μαζί με την-εμφάνιση-της-λύσης του;

Η εγκαθίδρυση κάποιου είδους «ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος» έχει δουλευτεί τα προηγούμενα χρόνια· αλλά δεν είναι η μόνη εκδοχή νομιμοποίησης του «δεύτερου αφεντικού» στην τωρινή φάση. Υπάρχει άλλη μία, περισσότερο α λα καρτ, που στοχεύει σ’ εκείνο το μέρος της σύγχρονης εργατικής τάξης που ούτε μπορεί να δουλέψει-απ’-το-σπίτι ούτε όμως θα ξαναβρεί την δουλειά που έκανε πριν την τρομοεκστρατεία· σίγουρα όχι σύντομα. Στον πυρήνα του ζητήματος οι διαφορές ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο εκδοχές είναι συγκυριακές. Ο «φόβος της μόλυνσης» καλλιεργήθηκε για να τεθεί το κοινωνικό εργοστάσιο σε επιτήρηση σε πολλά επίπεδα· κι όχι μόνο σε ότι αφορά την οργάνωση της εργασίας / εκμετάλλευσης. Μπορεί να διατηρηθεί αυτός ο φόβος για αρκετό καιρό, ακόμα και μετά τον covid-19.

Αλλά το πιο ουσιαστικό από καπιταλιστική άποψη είναι οι ριζικοί μετασχηματισμοί – και η σταθεροποίησή τους, με ή χωρίς υγιεινιστικούς φόβους τέτοιου είδους. Κάποιοι θα γίνουν γρηγορότερα από άλλους· κάποιοι είναι προϋποθέσεις άλλων.

Υπάρχει, όμως, εργατική απάντηση στην καθιέρωση του «διπλού αφεντικού»; Και πως αντιπαρατίθεται;

(συνέχεια στα επόμενα)

Το διπλό αφεντικό 8

Τετάρτη 13 Μάη. Διάλυση της έννοιας του (άμεσου) μισθού σαν της υλικής εκδήλωσης της ανταγωνιστικής σχέσης ανάμεσα στους εργάτες και τα αφεντικά… Έλεγχος του συνόλου της αγοράς εργασίας προς όφελος των αφεντικών συνολικά… Κατάργηση (ή περιορισμός) της εργατικής ανταγωνιστικής δράσης… Θόλωμα των βασικών χαρακτηριστικών της μισθωτής εργασίας… Ακόμα κι αν αυτά και μόνο αυτά ήταν τα οφέλη απ’ την εγκατάσταση και διεύρυνση της “υβριδικής” διεύθυνσης (επί) της εργασίας μέσω του μοντέλου “διπλό αφεντικό”, δεν θα ήταν καθόλου ασήμαντα! Όμως υπάρχει και κάτι ακόμα.

Το ιδιωτικό αφεντικό μιας επιχείρησης έχει έσοδο (και κέρδος) απ’ την πώληση των εμπορευμάτων που παράγονται σ’ αυτήν, είτε είναι πράγματα είτε υπηρεσίες. Μέσω της πώλησης των εμπορευμάτων είναι που πραγματοποιείται η υπεραξία, παίρνει δηλαδή την μορφή “χρήμα”. Το κράτος από που έχει έσοδο και αναλαμβάνει να πληρώνει το ένα μέρος του μισθού (κρύβοντας, όπως έχουμε πει ήδη, την ταξική πόλωση “μισθός”); Από δύο πηγές: την φορολόγηση και τα δάνεια.

Εάν η μορφή – κράτος αύξανε την φορολογία πάνω στα κέρδη των αφεντικών ώστε να πληρώνει από κει αυτό το ένα μέρος του μισθού, θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι δρα σαν “ενδιάμεσος”, που αφαιρεί απ’ τις τσέπες του συνόλου των αφεντικών κάποια ποσά, για να τα επιστρέψει στους εργάτες / μισθωτούς· άρα ότι τα λεφτά που πληρώνει είναι κάτι σαν “αόρατος μισθός”. Εάν, όμως, όχι μόνο δεν αυξάνεται η φορολογία των αφεντικών αλλά, αντίθετα, μειώνεται; Τί είδους, τί χαρακτηριστικών “λεφτά” είναι αυτά που δίνει η μορφή – κράτος σα δεύτερο αφεντικό; Και σε ποιά σχέση σέρνεται ο κάθε μισθωτός μέσω αυτών των πληρωμών;

Η τωρινή “έκτακτη ανάγκη”, κατάλληλα δημιουργημένη, όπου μεθοδεύεται η εξάπλωση του χειρισμού “διπλό αφεντικό” μέσα και πάνω στη σύγχρονη εργατική τάξη, είναι χαρακτηριστική σε σχέση με τα πιο πάνω ερωτήματα. Τα ποσά του κρατικού πατερναλισμού είναι δάνεια. Ας κάνουμε μια αντιπαραβολή του τί σημαίνει αυτό, για να βοηθήσουμε στην κατανόηση.

1) Αν ένας μισθωτός παίρνει ελάχιστα λεφτά σαν μισθό και αναγκάζεται να δανείζεται κάθε μήνα μερικές εκατοντάδες ευρώ για να τα φέρει βόλτα, σύντομα θα γονατίσει ο ίδιος απ’ το χρέος. Θα έχει υποθηκεύσει τον εαυτό του στους δανειστές του…

2) Αν ένα αφεντικό “που δεν πάει καλά” δανείζεται κάθε μήνα για να συμπληρώνει στην μισθοδοσία τα χρήματα που προέρχονται απ’ τα έσοδα πώλησης των εμπορευμάτων, θα συσσωρεύσει μεν ένα κάποιο χρέος (απέναντι π.χ. στις τράπεζες) αλλά οι εργάτες του έχουν κάθε λόγο να αδιαφορήσουν γι’ αυτό. Κανένας, ούτε το αφεντικό ούτε οι δανειστές του μπορούν να ζητήσουν πίσω τους μισθούς που έχουν καταβληθεί. Οι εργάτες δεν είναι χρεωμένοι, δεν έχουν υποθηκεύσει τους εαυτούς τους, δεν χρωστάνε…

3) Αν η μορφή – κράτος δανείζεται για να εκληρώσει την λειτουργία του σαν δεύτερο αφεντικό, τί ισχύει; Η μορφή – κράτος είναι απρόσωπη· το χρέος του δεν είναι απαιτητό από κάποιο φυσικό πρόσωπο συγκεκριμένα· δεν είναι “συγκεκριμένος” εκείνος που χρωστάει. Είναι τα “δημόσια οικονομικά” χρεωμένα, δηλαδή το σύνολο της κοινωνίας.

Η διεθνής εμπειρία της προηγούμενης δεκαετίας δείχνει γλαφυρά ότι το “δημόσιο χρέος” είναι μια πολύ καλή φόρμουλα για να λειτουργήσουν τα κράτη σαν κόμματα των αφεντικών μ’ ένα είδος “καραμπόλας”: Με άμεσους ή έμμεσους τρόπους μπορούν να “τραβήξουν λεφτά” απ’ τους μισθούς (κάνοντας την εργασία συγκυριακά ή μόνιμα φτηνότερη…) για να “ξεχρεώσουν τα δημόσια οικονομικά”… Ως εάν ο εργατικός άμεσος μισθός και ο κρατικός δανεισμός να είναι συγκοινωνούντα δοχεία με “φυσικό” τρόπο…

Τα 360 ευρώ λοιπόν (του παραδείγματος στο “το διπλό αφεντικό 7” πριν δυο μέρες) σαν μηνιαία καταβολή εκ μέρους του κράτους ΔΕΝ είναι του “τύπου 2” όπως τον δείξαμε στην πιο πάνω ταξινόμηση. Είναι μεν δανεικά, αλλά δεν αποτελούν χρέος που βαρύνει το κάθε φορά συγκεκριμένο αφεντικό (ή τους μετόχους) μιας επιχείρησης. Τείνει, μάλλον, να είναι του “τύπου 1”: εάν, για οποιονδήποτε λόγο και με οποιαδήποτε δικαιολογία, η μορφή – κράτος επιδιώξει να τα πάρει πίσω, μπορεί να το κάνει (και θα το κάνει!) με μια γκάμα μεθόδων. Αυξάνοντας την έμμεση φορολογία – για παράδειγμα… Ή χαμηλώνοντας το αφορολόγητο όριο… Ή… ή… ή…

Ο μισθωτός λοιπόν πάνω στον οποίο στρογγυλοκάθεται το μοντέλο του “διπλού αφεντικού”, ας πούμε η φιγούρα του προχθεσινού παραδείγματος, εκεί που δούλευε 40 ώρες και έπαιρνε 1200 ευρώ μπορεί τώρα να δουλεύει 20 και να παίρνει 960… Μπορεί, άρα, να νοιώθει “μια χαρά” (με δεδομένη, άλλωστε, όχι απλά την “έκτακτη ανάγκη” αλλά την ερμηνεία του καθεστώτος γι’ αυτήν…)

Όμως: ΔΕΝ είναι τα 960 ευρώ “δικά” του! Υποθηκεύεται ως ένα βαθμό, μ’ έναν τρόπο “αόρατο”! Όχι μόνο είναι υποχρεωμένος να υπακούει στον γενικό σχεδιασμό της οργάνωσης της εργασίας, που τον έχει αναλάβει το κράτος… Όχι μόνο είναι υποχρεωμένος να πειθαρχεί είτε στον κάθε φορά συγκεκριμένο ιδιώτη εργοδότη είτε στις γενικές καπιταλιστικές προσταγές (ουσιαστικά και στα δύο)… Αλλά, επιπλέον, μπορεί να κληθεί να “επιστρέψει” ένα μέρος απ’ αυτά τα 960 ευρώ κάθε μήνα, οποιαδήποτε στιγμή και με οποιονδήποτε τρόπο επιλέξει η μορφή – κράτος!

Καθόλου “μια χαρά” από εργατική άποψη!

Το διπλό αφεντικό 9

Τετάρτη 13 Μάη. Η συζήτηση (για την διευρυμένη καθιέρωση του “διπλού αφεντικού” στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας) έχει “ανάψει” – και οι δημαγωγοί φροντίζουν να κινείται στο δρόμο της (καπιταλιστικής) αρετής… Αυτή η καθιέρωση παρουσιάζεται και σαν αναπόφευκτη και σαν “φιλεργατική”… (Πώς αλλιώς πετυχαίνει η δημαγωγία αν όχι υπονομεύοντας, διαστρέφοντας και αντιστρέφοντας τα νοήματα των λέξεων;) Ο τρόπος που αναπαρίστανται οι συνέπειες των υγιεινιστικών πραξικοπημάτων και της τρομοεκστρατείας με σημαία τον covid-19 είναι κομμένος και ραμμένος στις προδιαγραφές της διαταξικής (εθνικής) ενότητας… Θεωρείται «λογικό» μετά απ’ αυτά το ότι η μορφή – κράτος νοιάζεται τόσο πολύ για την εργασία / ανεργία και είναι διατεθειμένη να «προστατέψει τους εργαζόμενους»…

Γράψαμε ήδη (το διπλό αφεντικό 7) για το ευρωπαϊκό πρόγραμμα SURE. Υπάρχει μια ακόμα παραλλαγή του ίδιου κόλπου (της καθιέρωσης του διπλού αφεντικού) που έχει την δική της ιστορία, και έχει ενισχυθεί στην τωρινή συγκυρία, παρουσιαζόμενη σαν «πολύ αριστερή»: το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα…

Ένας απ’ τους πολλούς διάσημους, δεξιούς κι αριστερούς (θα τα πούμε προσεχώς αναλυτικότερα) υποστηρικτές του «ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος» είναι ο γνωστός Πάμπλο Ιγκλέσιας, των γνωστών ισπανών Podemos. Σαν αντιπρόεδρος της ισπανικής κυβέρνησης (μιας κυβέρνησης που έκανε το πιο σκληρό και σκληρά αντικοινωνικό υγιεινιστικό πραξικόπημα στην ευρώπη – το οποίο ο αρχιPodemos θα το ήθελε ακόμα πιο άγριο!) ο Ιγκλέσιας νοιώθει σαν ιεραπόστολος. Θέλει ένα πανευρωπαϊκό (και σίγουρα ένα ισπανικό…) ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, που – όπως λέει – θα προσφέρει συμπληρωματικά έσοδα στα νοικοκυριά, «διασφαλίζοντας ότι οι φτωχότεροι στην κοινωνία θα μπορούν να καλύπτουν τις ανάγκες τους». Καλπάζει κυριολεκτικά: προσπαθεί να συντονιστεί με την πορτογαλική και την ιταλική κυβέρνηση, και πανηγυρίζει:

… Είναι κατανοητό πια ότι θέλουνε έναν ενεργό δημόσιο τομέα. Και η οικονομία της αγοράς προστατεύεται πολύ καλύτερα και υπάρχει εγγύηση για ορισμένα ελάχιστα επίπεδα ζήτησης και ευημερίας…

Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι οι καταστροφές μετατρέπουν τους άθεους σε πιστούς. Στην πραγματικότητα μετατρέπουν τους νεοφιλελεύθερους σε νεο-κεϋνσιανούς. . . Οι ιδεολογίες της Θάτσερ, του πρώην Γερμανού καγκελάριου Σρέντερ και του Τόνι Μπλερ έχουν πεθάνει. Κανείς δεν μπορεί να τους υπερασπιστεί τώρα…

It sounds good… Αυτός ο συνδυασμός ψεμμάτων και επαγγελματικής, τυχοδιωκτικής μυωπίας για καθεστωτική χρήση λέγεται πρωτοκοσμική «αριστερά»… Είτε το ξέρει και το κρύβει είτε το αγνοεί ο Ιγκλέσιας (και κάθε παρόμοιος, συμπεριλαμβανόμενων των εγχώριων…), η «προστασία των φτωχών» βρισκόταν εξ αρχής στα νεοφιλελεύθερα πολεμικά manual του Φρήντμαν! Απλά ο γκουρού της «σχολής του Σικάγο» την είχε φανταστεί (αυτήν την «προστασία») με μορφές «λιγότερου κράτους»: μέσω αντεστραμμένης φορολογίας όπως έγραφε.

Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα δεν είναι βέβαια η μεταμέλεια των νεοφιλελεύθερων!!! Και δεν είναι ούτε πρόκειται να γίνει «νεο-κεϋνσιανισμός»! Είναι όμως η προσθήκη ενός ακόμα ορόφου στην ιστορική κατασκευή της καπιταλιστικής κρίσης / αναδιάρθρωσης, το ευάερο και ευήλιο ρετιρέ της σ’ αυτήν την φάση του 21ου αιώνα· ο νεο-κρατισμός της!

Σε κάθε περίπτωση, σαν ορεκτικό, δείτε κάτω το τρέιλερ μιας ταινίας …. του 2017… (Δείχτηκε δημόσια στην Αθήνα το 2018, μαζί με άλλα…) Προβλήθηκαν όταν η ρητορική του «ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος» δεν είχε covid-19, οπότε της έλειπε η τωρινή της μάσκα… Όταν το ενδιαφέρον για τους «φτωχούς» προερχόταν κατευθείαν απ’ αυτό που έχουμε θυμίσει ήδη (το διπλό αφεντικό 5): οι μαζικές αναστατώσεις στην αγορά εργασίας λόγω καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης / 4ης βιομηχανικής επανάστασης, η λεγόμενη «τεχνολογική ανεργία» είναι ένας βασικός λόγος που είναι πια στρατηγικά απαραίτητος ο ρόλος του κράτους σαν παράγοντα αυτής της «αγοράς εργασίας»…

Αν το 2017 πουλιόταν τόσο χαρούμενα και τώρα κάπως πιο ζοφερά, είναι επειδή τώρα πάει πακέτο με τον ηλεκτρομηχανικό καθολικό έλεγχο…

(συνέχεια στα επόμενα)

Το διπλό αφεντικό 6

Κυριακή 10 Μάη. Υποστηρίξαμε (το διπλό αφεντικό 5) ότι η εμπλοκή της μορφής – κράτος ως παράγοντα ελέγχου και ρύθμισης της “αγοράς εργασίας” έχει ήδη μια ιστορία σε κάποια ευρωπαϊκά κράτη. Ποιό είναι το πολιτικό νόημα εκείνου που έχει (προ covid-19) ονομαστεί ενεργητική διαχείριση της εργασίας;

Το πρώτο και ίσως το λιγότερο φανερό είναι η εισαγωγή ενός συστήματος «διαφορικής πληρωμής» της εργασίας. Ένας κάποιος μισθός απ’ τον φυσικό ιδιώτη εργοδότη και ένα κάποιο «συμπλήρωμα» (που μοιάζει με επίδομα) απ’ το κράτος. Έτσι διαλύεται η έννοια του (άμεσου) μισθού σαν της υλικής εκδήλωσης της ανταγωνιστικής σχέσης ανάμεσα στους εργάτες και τα αφεντικά. Ο ιδιώτης εργοδότης πληρώνει τον «συγκεκριμένο χρόνο εργασίας» εκ μέρους του εργάτη. Το κράτος όμως τι πληρώνει; Πληρώνει την «γενική διαθεσιμότητα» του εργάτη να δουλέψει στην μία ή στην άλλη δουλειά που θα του υποδειχθεί· κάτι που είναι ιστορικά πρωτότυπο και είναι αμφίβολο αν έχει γίνει κατανοητό απ’ την σύγχρονη εργατική τάξη.

Για να το κάνουμε πιο παραστατικό, μπορούμε να το περιγράψουμε ως εξής: είναι ως εάν το κράτος να είναι το αφεντικό του συνόλου της εργατικής δύναμης / εργασίας μέσα σε μια επικράτεια. Συνεπώς «πληρώνει» κάτι τις για να μπορεί είτε να μετακινεί εργατική δύναμη από εδώ εκεί σύμφωνα με τους σχεδιασμούς του (τις “ανάγκες της οικονομίας”…), είτε να την κρατάει «δεμένη» εδώ ή εκεί, σε συγκεκριμένους ιδιώτες εργοδότες.

Απ’ αυτή τη σκοπιά η μορφή – κράτος εμφανίζεται σαν ελεγκτής του κοινωνικού εργοστάσιου συνολικά – κάτι που δεν μπορεί να το κάνει ούτε ο μεμονωμένος ιδιώτης εργοδότης ούτε οι κλαδικές ενώσεις εργοδοτών. Η περίπτωση του 58χρονου άνεργου μηχανικού στη γερμανία (το διπλό αφεντικό 2) είναι χαρακτηριστική. Κανένας ιδιώτης εργοδότης και καμμία κλαδική ένωση ιδιωτών εργοδοτών δεν θα μπορούσε να τον αναγκάσει α) να δουλέψει σαν βοηθός κηπουρού, και β) να δουλέψει με 1,5 ευρώ την ώρα (το 2005). Ο μόνος που θα μπορούσε να επιβάλλει κάτι τέτοιο ήταν / είναι η μορφή – κράτος, μέσω της πληρωμής (ή της μη πληρωμής) εκείνου που μοιάζει με επίδομα ανεργίας αλλά ουσιαστικά είναι υποτυπώδης αμοιβή για την πλήρη και χωρίς όρους διαθεσιμότητα της εργασίας. Ή, για να γίνει ακόμα πιο καθαρό: υποτυπώδης αμοιβή / χαλκάς για την παραίτηση της εργατικής δύναμης απ’ το δικαίωμά της (αναγνωρισμένο ακόμα και απ’ τους νεοφιλελεύθερους!) να διαπραγματεύεται την τιμή της χωριστά με κάθε εργοδότη. Δεν είναι “στρατόπεδο εργασίας”. Είναι το μεταμοντέρνο και ψευδοελευθεριακό ανάλογό του.

Σα συνέπεια αυτού του αρχικού, βασικού πολιτικού στοιχείου, έρχεται το επόμενο και εξίσου σημαντικό: η δυνατότητα της μορφής –κράτος να συν-ορίζει (μαζί με τα ιδιωτικά αφεντικά) αυτήν την τιμή του εμπορεύματος εργασία μονομερώς. Ή, για να το πούμε διαφορετικά: να συγκρατεί ένα μέρος της «θάλασσας» της εργατικής δύναμης που διαχειρίζεται, λίγο πιο πάνω ή λίγο πιο κάτω απ’ το «όριο επιβίωσης». Εδώ είναι η μορφή – κράτος και όχι μόνο του το «αόρατο χέρι της αγοράς» που εγγυάται την υποτίμηση της εργασίας. Απ’ την ιστορική φάση όπου ο «εφεδρικός στρατός των ανέργων» λειτουργούσε, υποτίθεται, πιέζοντας προς τα κάτω μισθούς και μεροκάματα με όρους «αγοράς εμπορευμάτων» (μεγάλη προσφορά εργασίας – μικρότερη ζήτηση), η εισβολή της μορφής – κράτος σ’ αυτήν την αγορά φτιάχνει (σιγά σιγά και μεθοδικά απ’ τις αρχές του 21ου αιώνα) μια καινούργια ιστορική φάση μετατρέποντας αυτόν τον «εφεδρικό στρατό των ανέργων» σε «εφεδρικό στρατό υποχρεωτικά εργατών» με τρόπο που να εγγυάται την υποτίμηση και την διατίμηση της εργασίας.

Η διάλυση του μισθού σε δύο μέρη, ένα που αφορά την «ενοικίαση χρόνου και γνώσεων εργασίας» στον κάθε φορά συγκεκριμένο εργοδότη, κι άλλο ένα που αφορά την «παροχή στο κράτος της ελευθερίας μονομερούς διαχείρισης του συνόλου της κοινωνικής εργασίας» διασπά τον ταξικό αντίπαλο και δημιουργεί μια κάποια σύγχιση στην εργατική υποκειμενικότητα. Δεν πρόκειται για δύο ιδιώτες εργοδότες! Αυτό το διπλό αφεντικό είναι «ανορθόδοξο» και σαν μέθοδος ελέγχου της εργασίας ιστορικά πρωτοφανής. Για παράδειγμα απέναντι στον ιδιώτη εργοδότη μπορεί κανείς να απεργήσει· αλλά το κράτος «εργοδότης» μπορεί να τιμωρήσει «κόβοντας» το δικό του μερίδιο! Ή, ακόμα κι αν δεν το κάνει, είναι ένας αντίπαλος που δεν γίνεται στόχος της απεργίας· κι ωστόσο είναι εκεί, μπροστά, δίπλα…

Κατ’ αυτόν τον τρόπο θολώνει και η εννόηση (απ’ την εργατική σκοπιά) της εργασίας αυτής καθ’ αυτής. Παραμένει άραγε η εργασία η μόνη πηγή πλούτου και άρα, σαν τέτοια, η βάση του εργατικού ανταγωνισμού απέναντι στον σφετερισμό της απ’ τα αφεντικά; Ή μήπως γίνεται και η πειθαρχία (στο κόμμα των αφεντικών, στο κράτος) πηγή «εισοδήματος» που «συμπληρώνει» τον υποτυπώδη μισθό, την σημαία δηλαδή της εκμετάλλευσης, βάζοντας στην άκρη την αντίθεση κεφάλαιου – εργασίας; Πώς μπορεί να συρθεί από πολιτική / ανταγωνιστική άποψη η μορφή-κράτος στο κέντρο της αντίθεσης ΜΑΖΙ με το/τα αφεντικό/ά όταν το κράτος εμφανίζεται σαν «πατέρας» που φροντίζει να μην πεθάνουν οι εργάτες από πείνα δουλεύοντας; Ο «εργαζόμενος φτωχός» τί είναι; Εργάτης που του αποσπούν υπεραξία ή φουκαράς που ελπίζει στην (κρατική) φροντίδα / ελεημοσύνη;

Ευτυχώς έχει υπάρξει 110% εργατική απάντηση απέναντι σ’ αυτόν τον δυισμό / εκβιασμό! Αλλά γι’ αυτήν αργότερα.

 

Το διπλό αφεντικό 7

Κυριακή 10 Μάη. Η μαζική τεχνητή ανεργία που δημιουργήθηκε πρόσφατα απ’ τα υγιεινιστικά πραξικοπήματα εμφανίζεται σαν “παράπλευρη απώλεια”, σαν η ανεπιθύμητη μεν αλλά αναγκαστική συνέπεια μιας εκστρατείας για την προστασία της δημόσιας υγείας… Ήταν πράγματι τέτοια η εκστρατεία; Η απάντηση είναι στρατηγικής σημασίας. Όπως συμβαίνει με τις υπόλοιπες πλευρές της αναδιάρθρωσης έτσι κι εδώ η “ένωση φίλων της καραντίνας” είναι υποχρεωμένη να δεχτεί ότι η μαζική κατασκευή ανεργίας ήταν ανεπιθήμητη απ’ τα κράτη και τα αφεντικά· να τα “συγχωρήσει” γι’ αυτήν την “παράπλευρη απώλεια”· και, έστω κάπως δύσθυμα, να αποδεχθεί την “κρατική φροντίδα” έτσι όπως εμφανίζεται μαζικά πια σαν δεύτερο αφεντικό. Κάποιοι μάλιστα μπορεί να διαμαρτυρηθούν, ζητώντας περισσότερη (σε φράγκα…) τέτοια “κρατική φροντίδα”. (Το κόμμα της Κουμουνδουρου σίγουρα!) Αν όμως, όπως έχουμε υποστηρίξει, τα υγιεινιστικά πραξικοπήματα ΔΕΝ είχαν (ή είχαν ελάχιστη) σχέση με την “προστασία της δημόσιας υγείας”, τότε τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά…

Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα SURE, που εγκρίθηκε πρόσφατα μ’ ένα συνολικό κατ’ αρχήν προϋπολογισμό 100 δισεκατομυρίων ευρώ, είναι η πιο πρόσφατη τέτοια έφοδος του “δεύτερου αφεντικού” στην “αγορά εργασίας” σε κλίμακα ε.ε. Τα αρχικά του ονόματος προέρχονται απ’ το support to mitigate unemployment risks in an emergency (υποστήριξη στον μετριασμό των κινδύνων ανεργίας σε περίπτωση ανάγκης). Είναι γενίκευση της βασικής ιδέας (αν και όχι αναγκαστικά των επιμέρους χαρακτηριστικών) του γερμανικού kurzarbeit, ενός προγράμματος που εφάρμοσε το Βερολίνο στη διάρκεια της κρίσης 2008 – 2009. (Αυτήν την ιστορικότητα την κρατάμε).

Στο πρωτότυπο kurzarbeit το γερμανικό κράτος επιδοτούσε τους γερμανούς εργοδότες για να πληρώνουν ένα ποσοστό του μισθού που έκοβαν μαζί με τον αντίστοιχο χρόνο εργασίας. Αυτό για ένα διάστημα 12 μηνών το μέγιστο, με την δυνατότητα να επεκταθεί για άλλους 12.

Για παράδειγμα, αν ένας μισθωτός είχε μισθό 1200 ευρώ για 40 ώρες εβδομαδιαίας εργασίας και, λόγω δυσκολιών του αφεντικού (λόγω «κρίσης» δηλαδή…) έπεφτε στις 20 ώρες (είτε με εκ περιτροπής εργασία, είτε με μείωση στο μισό του καθημερινού ωραρίου) παίρνοντας πια 600 ευρώ, απ’ τα υπόλοιπα 600 που θα «έχανε» απ’ τον μισθό του το γερμανικό κράτος επιδοτούσε το αφεντικό για να πληρώνει το 60%. Δηλαδή 360 ευρώ (67% για όσους / όσες είχαν προστατευόμενα μέλη). Συνεπώς ο μισθωτός δούλευε 20 ώρες και έπαιρνε 600 ευρώ απ’ το αφεντικό του + 360 απ’ το κράτος = 960. «Μια χαρά» θα πει όποιος (απερίσκεπτα…) αντιλαμβάνεται τον μισθό σαν ένα μάτσο χαρτονομίσματα, αδιάφορο από που προέρχονται και σε τι αναφέρονται.

Δεν ήταν αυτή όλη η ιστορία. Εφόσον ο μισθωτός δούλευε λιγότερο (το μισό) είχε περισσότερο ελεύθερο χρόνο… Και θα έπρεπε να είναι διαθέσιμος για κρατικά προγράμματα μετεκπαίδευσης… (Ας πούμε μια μορφή της «δια βίου εκπαίδευσης»). Δεν υπάρχει κάτι κτυπητά εχθρικό σε ένα τέτοιο deal απ’ την μεριά του κράτους: σου δίνω μεν κάποια λεφτά αλλά αν σε φωνάξω να αποκτήσεις επιπλέον γνώσεις / δεξιότητες να τσακιστείς να έρθεις. Υπάρχουν όμως δύο τουλάχιστον δεδομένα. Πρώτον, ότι το κράτος δεν μοιράζει λεφτά με ανεύθυνο τρόπο· μέσω αυτής της γενναιοδωρίας έχει στο τραπέζι του την οργάνωση του συνόλου της εργασίας… Και, δεύτερον, ακριβώς επειδή αυτό έχει στο τραπέζι του, επιβάλλει την μετεκπαίδευση, εν όψει (για παράδειγμα…)μιας πιθανής μελλοντικής «αλλαγής αντικειμένου εργασίας»…

Στην ευρωπαϊκή εκδοχή, του SURE, δημιουργήθηκε αυτό το ταμείο των 100 δις απ’ όπου τα εθνικά κράτη θα παίρνουν δάνεια για να κάνουν αυτό που έκανε το γερμανικό με το kurzarbeit. Όχι, υποχρεωτικά, πληρώνοντας το 60% (για το ελλαδιστάν ακούγεται και η εκδοχή 40% – ίσως επειδή δεν υπάρχει ούτε αξιόπιστη υποδομή μετεκπαιδεύσεων ούτε και γενικό σχέδιο για τις μελλοντικές κατευθύνσεις των «ροών εργασίας»…)

Αφού, λοιπόν, το μοντέλο του διπλού αφεντικού προϋπήρχε δοκιμασμένο με επιτυχία (σίγουρα στη γερμανία), επιτρέπεται να αναρωτηθούμε αν πράγματι η ξαφνική τεχνητή διόγκωση του «εφεδρικού στρατού των ανέργων» μέσω των υγιεινιστικών πραξικοπημάτων ήταν τόσο αθέλητη, τόσο ανεπιθύμητη «παράπλευρη» συνέπεια όσο παρουσιάζεται, δικαιολογημένη απ’ τις ανάγκες του «πολέμου». Όχι, μην πάει το μυαλό σας σε συνωμοσίες και καταχθόνια κρυφά σχέδια «εξολόθρευσης»!!! Τα πράγματα είναι πολύ απλούστερα και γνωστά – σε όσους θέλουν να ξέρουν και να καταλαβαίνουν…

Α) Το μοντέλο του διπλού αφεντικού εμφανίστηκε σε «ανυποψίαστη» ιστορική στιγμή, σαν μέθοδος ενεργητικής διαχείρισης της ανεργίας / εργασίας ή, σύμφωνα με την δική μας αυτόνομη εργατική άποψη σαν μέθοδος «κεντρικού ελέγχου της αγοράς εργασίας» απ’ το κράτος, για λογαριασμό της πολιτικής αδρανοποίησης και της ελεγχόμενης υποτίμησης μεγάλου μέρους των εργατών / εργατριών.

Β) Στην γερμανική του εκδοχή (kurzarbeit) το μοντέλο αποδείχθηκε πετυχημένο στη διάρκεια της πιο πρόσφατης όξυνσης της διαρκούς καπιταλιστικής κρίσης / αναδιάρθρωσης (2008 …). Ποιά ήταν η επιτυχία του; Αν ρωτήσετε τους ειδικούς του γερμανικού κράτους θα απαντήσουν «δεν αυξήθηκε αφόρητα η ανεργία ή/και η φτώχια της εργατικής τάξης». Αν ρωτήσετε εμάς (και κάποιους ελάχιστους μέσα στη γερμανία…) η επιτυχία του ήταν πολιτικότατη! Ήταν πως η γερμανική εργατική τάξη αρνήθηκε να αρπάξει την ευκαιρία της «κρίσης» και να απαιτήσει / επιβάλλει αυτό που έπρεπε και ήταν προς το συμφέρον της – παρότι της προτάθηκε (το ποιο ήταν αυτό προσεχώς…)

Γ) Ένα καινούργιο ξέσπασμα της συνεχιζόμενης καπιταλιστικής «κρίσης» ή/και η επερχόμενη τεχνολογική αναδιάρθρωση (4η βιομηχανική επανάσταση) έχουν αναγγελθεί πολύ πριν τον covid-19! Και, μαζί τους, η ραγδαία αύξηση της (τεχνολογικής) ανεργίας στους δυτικούς καπιταλισμούς. Κυρίως η μεγαλύτερη πόλωση ανάμεσα σε πολλές εκατοντάδες χιλιάδες γνωσιολογικά skilled αλλά και άνεργους «Εαυτούς – Κεφάλαια» απ’ την μια (το κοινωνικό υλικό της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας by the way…) και τις όχι-και-πολύ-καλοπληρωμένες ή με-προοπτικές «θέσεις εργασίας» απ’ την άλλη. (Σε ικανό βαθμό ακόμα κι εκείνες τις δουλειές που τώρα κάνουν μετανάστες / μετανάστριες αλλά που μελλοντικά θα πρέπει να κάνουν εντόπιοι, χωρίς αύξηση του «εργατικού κόστους» για τα αφεντικά…)

Μ’ αυτά τα δεδομένα θα ήταν αφελές να πιστεύει κανείς ότι τα πιο οξυδερκή ανάμεσα στα αφεντικά (και τις πολιτικές τους βιτρίνες) αγνοούσαν (πριν τον covid-19…) ότι σύντομα θα κληθούν να διαχειριστούν σε μεγάλη κλίμακα και για πολύ χρόνο την αγορά εργασίας σχεδόν στο σύνολό της, απονευρώνοντας προληπτικά τις όποιες εργατικές ριζοσπαστικοποιήσεις θα μπορούσαν να γεννηθούν! Όχι!! Επικίνδυνοι είναι, όχι βλάκες!

Και επειδή δεν είναι βλάκες θα τολμούσαμε αυτήν την ιδιαίτερα αιρετική άποψη (αλλά τι περιμένετε απ’ την ασταμάτητη μηχανή;): το ότι προέκυψε μαζικό πρόβλημα / ανάγκη μεγάλης έκτασης «κεντρικής» διαχείρισης της αγοράς εργασίας εξαιτίας «υγιεινιστικών απειλών» είναι κάτι σαν θείο δώρο! Είναι θείο δώρο για δύο τουλάχιστον λόγους. Πρώτον επειδή ξεκίνησε ήδη χάρη στον covid-19 αυτό που θα ξεκινούσε αργά ή γρήγορα με άλλες αφορμές (μάλλον γρήγορα παρά αργά…)· και δεύτερον επειδή έχει ξεκινήσει καλυμένο με τα πιο αποτελεσματικά από πειθαρχική άποψη επιχειρήματα! Για την υγεία ρε γαμώτο!

Ε;

(συνέχεια στα επόμενα)

(φωτογραφία: Ζήτω η διαταξική υγιεινιστική ενότητα! Τελικά κάτι τέτοιοι κορονοϊοί, ακόμα κι αν δεν υπήρχαν, θα έπρεπε να εφευρεθούν…)

 

Το διπλό αφεντικό 4

Παρασκευή 8 Μάη. Τα λίγα αλλά χαρακτηριστικά παραδείγματα απ’ το γερμανικό κράτος / κεφάλαιο (δες το διπλό αφεντικό 1 έως 3, χτες) δείχνουν πως η μετάβαση απ’ την “παθητική” πολιτική επιδότησης των ανέργων στην “ενεργητική” πολιτική διαχείρισης του εφεδρικού στρατού (των ανέργων), μια μετάβαση που ήδη εξελίσσεται (με διαφορετικούς ρυθμούς αλλά εξελίσσεται) σε διάφορα δυτικά κράτη, δεν είναι η ηθικοπλαστική εκστρατεία κατά των “τεμπέληδων” που κάνουν “κατάχρηση του κράτους πρόνοιας”. Είναι Αλλαγή Παραδείγματος.

Ακόμα και υπό κεϋνσιανές προδιαγραφές (και όμοια υπό νεο-φιλελεύθερες), τα λεγόμενα “δημοκρατικά” καθεστώτα της δύσης αναγνώριζαν ότι το υποκείμενο εργάτης / εργάτρια, μισθωτός / μισθωτή, είναι ελεύθερος (έστω σε εισαγωγικά αν συνυπολογίσουμε τους ενδημικούς καταναγκασμούς του καπιταλισμού…) να επιλέγει το είδος της δουλειάς που μπορεί (ή θέλει) να κάνει· και τον εργοδότη. Το σχήμα ότι δύο ελεύθεροι παράγοντες, δηλαδή αυτός που θέλει να αγοράσει εργατική δύναμη κι αυτός που θέλει να πουλήσει την εργατική του δύναμη, συναντιώνται και διαπραγματεύονται την τιμή του “εμπορεύματος εργατική δύναμη” είναι το βασικό συστατικό εκείνου που ονομάζεται “αγορά εργασίας”.

Υπό νεοφιλελεύθερες προδιαγραφές μάλιστα (τις τελευταίες δεκαετίες) η ύπαρξη συνδικάτων που διαπραγματεύονται αυτήν την τιμή (και τα υπόλοιπα: συνθήκες εργασίας, κλπ) θεωρήθηκε ανάθεμα για την ομαλή λειτουργία μιας πλήρως ελεύθερης “αγοράς εργασίας”. Οι νεοφιλελεύθεροι θεωρητικοί και πολιτικοί υποστήριζαν ότι η ύπαρξη των συνδικάτων εμποδίζει την “ένας προς έναν” διαπραγμάτευση για την τιμή και τους όρους αξιοποίησης του εμπορεύματος εργατική δύναμη, που είναι η μόνη εντελώς ελεύθερη διαδικασία, δημιουργώντας καρτέλ (εργατικό)…. Πάνω στην ίδια σύλληψη της “ελευθερίας πώλησης της εργατικής δύναμης” στήθηκε και όλη η ρητορική περί Ανθρώπινου Κεφαλαίου, που έχει υπάρξει το διαμάντι στο στέμμα του νεοφιλελευθερισμού… Και, ως γνωστόν, έγινε με ενθουσιασμό δεκτή απ’ τους πάντες. “Δεξιούς” κι “αριστερούς”…

Το να εμφανίζεται, λοιπόν, στη σκηνή η μορφή – κράτος σαν ο αποφασιστικός μηχανισμός διαχείρισης των ανέργων σημαίνει, επίσης, ότι η μορφή – κράτος αναλαμβάνει να γίνει εσωτερικό δομικό στοιχείο της “αγοράς εργασίας”. Όχι σαν κανονικός εργοδότης· όχι με “προσλήψεις στο δημόσιο”. Αλλά σαν “στρατηγός” που έχει βρει τρόπο να κατευθύνει τμήματα του “εφεδρικού στρατού” προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση, συμπεριλαμβανόμενης οπωσδήποτε της καθαρά ιδιωτικής σφαίρας του καπιταλισμού.

Ποιός είναι ο τρόπος; Και ποιό είναι το βαθύτερο πολιτικό νόημα αυτής της κρατικής “ενεργητικής διαχείρισης”;

Το διπλό αφεντικό 5

Παρασκευή 8 Μάη. Η υπαρκτή ευρωπαϊκή εμπειρία δείχνει ότι ο τρόπος με τον οποίο η μορφή – κράτος έχει υλοποιήσει ήδη σε κάποιο βαθμό αυτήν την Αλλαγή Παραδείγματος (και ετοιμάζεται για πολύ περισσότερα) είναι κάτι που μοιάζει σε επιδόματα. Ενώ όμως η λέξη “επίδομα” θυμίζει το παλιό μοντέλο, την οικονομική στήριξη δηλαδή εκείνων που έχουν βρεθεί εκτός “αγοράς εργασίας”, η λειτουργία είναι ανάποδη. Τώρα (εδώ και καιρό σε διάφορα ευρωπαϊκά κράτη) το κρατικό επίδομα δίνεται υπό τον όρο της εργασίας· της εργασίας, μάλιστα, που πιθανότατα υποδεικνύει η ίδια η μορφή – κράτος.

Ήταν, άραγε, αναγκαστική αυτή η λειτουργική αντιστροφή επειδή οι άνεργοι / ες στις ευρωπαϊκές κοινωνίες των πρώτων δεκαετιών του 21ου αιώνα είχαν γίνει τεμπελχανάδες που την κουτσοέβγαζαν με τα “επιδόματα ανεργίας” αράζοντας στα πάρκα; Τέτοια ήταν η ρητορική απ’ την μεριά των κράτων στη διάρκεια της μετάβασης απ’ το ένα Παράδειγμα (την “επιδότηση της ανεργίας”) στο άλλο (την “επιδότηση της εργασίας”). Και έμοιαζε πειστική, ταΐζοντας τον κοινωνικό δαρβινισμό: γιατί εμείς που δουλεύουμε να πληρώνουμε, μέσω των κρατήσεων που γίνονται στους μισθούς μας, αυτά τα κοπρόσκυλα που βαριούνται να δουλέψουν;

Παρότι η ηθική της εργασίας (σε καπιταλιστικές, εμπορευματικές συνθήκες) χρησιμοποιείται πράγματι και απ’ τα αφεντικά και απ’ το κόμμα τους (το κράτος), δεν ήταν “ανήθικα” τα κράτη όταν επιδοτούσαν-τους- ανέργους! Εκείνο που άλλαξε ήδη απ’ τα τέλη του 20ου αιώνα, κι εκείνο που διείδε το γερμανικό κράτος έγκαιρα, δεν ήταν η αύξηση της “ανηθικότητας” μεταξύ των (πιθανών, μελλοντικών) μισθωτών… Ήταν η αλλαγή της σύνθεσης της (νέας) εργατικής τάξης. Ήταν η επιτυχία της μαζικής μικροαστικοποίησής της! Όλο και πιο “φορτωμένοι” με πτυχία, σπουδές και πιστοποιητικά γνώσεων νεαροί και νεαρές, όλο και περισσότεροι τέτοιοι, που αρνούνταν να δουλέψουν σε τομείς που θεωρούσαν υποτιμητικούς για τα προσόντα τους.

Για να το πούμε διαφορετικά. Αυτή η μυθικά ελεύθερη “αγορά εργασίας”, όπου δήθεν ελεύθερα συναντιούνται αυτοί που πουλάνε κι αυτοί που αγοράζουν εργατική δύναμη (συμπεριλαμβανομένων των γνώσεων, των ταλέντων, των διαθέσεων…) για να διαπραγματευτούν ένας προς έναν την τιμή της, άρχισε να γίνεται “προβληματική” για την πραγματική ταξική διαστρωμάτωση του post-industrial, τριτογενοποιημένου καπιταλισμού, απ’ την στιγμή που μεγάλωνε η απόσταση ανάμεσα στις «προσδοκίες» των εκατομμυρίων Εαυτών Κεφάλαιο και την παραγωγική δομή και πραγματικότητα. Μέσα στον εφεδρικό στρατό, μέσα στους επιδοτούμενους ανέργους, δεν ήταν πια μόνο ανειδίκευτοι ή μισο-ειδικευμένοι βιομηχανικοί εργάτες των οποίων τα αφεντικά είχαν βαρέσει κανόνι. Ήταν, όλο και περισσότερο, skilled ή και high skilled εν δυνάμει καλοπληρωμένοι μισθωτοί του τριτογενούς, που προτιμούσαν τα όποια επιδόματα ανεργίας απ’ την εμπλοκή σε «βρώμικες», «κουραστικές», «σωματικές» δουλειές, που υποτιμούσαν τα προσόντα και την ιδέα που είχαν διαμορφώσει για τους Εαυτούς τους. Η μηχανή της εκπαίδευσης, έχοντας γίνει η ίδια ένας εμπορευματικός κύκλος ανεξάρτητος απ’ τις “ανάγκες της αγοράς εργασίας”, ξέρναγε και ξερνάει πολλοί περισσότερους Εαυτούς-Κεφάλαια απ’ όσους μπορούν να αξιοποιηθούν σαν τέτοιοι…

Αυτή η ανισορροπία έμελλε να γίνει εντονότερη απ’ τις αρχές της δεκαετίας του ’00 εξαιτίας εκείνου που ονομάστηκε τεχνολογική ανεργία. Πρακτικά, εκείνος ή εκείνη που αποφασίζει να σπουδάσει το Α ή το Β, κάνει τις επιλογές του με βάση τα κριτήρια που έχει (ή νομίζει πως έχει) απ’ την γνώση που έχει (ή νομίζει πως έχει) για την αγορά εργασίας την στιγμή που αποφασίζει. Μετά από 8 ή 10 χρόνια, όταν πια θεωρεί εαυτόν/ήν «έτοιμο για την επαγγελματική εκτόξευση» τα δεδομένα της αγοράς εργασίας μπορεί να έχουν αλλάξει. Αλλάζουν, μάλιστα, όλο και πιο γρήγορα…

Ο όρος «τεχνολογική ανεργία» λοιπόν δεν θα έπρεπε να εννοηθεί με την στενή έννοια του οι μηχανές πετούν τους ανθρώπους έξω απ’ τις δουλειές. Αλλά υπό την ευρεία έννοια του η διαρκής τεχνολογική αναδιάρθρωση δημιουργεί μόνιμη ρευστότητα στις ανάγκες και τις απαιτήσεις της (καπιταλιστικής) αγοράς εργασίας· και αυτή η ρευστότητα είναι πάντα μεταγενέστερη, ετεροχρονισμένη σε σχέση με την στιγμή που το Εγώ Κεφάλαιο επιλέγει τις γνωσιολογικές επενδύσεις που θα κάνει.

Ακριβώς γι’ αυτό η ενεργητική διαχείριση της ανεργίας / εργασίας απ’ την μορφή – κράτος εμφανίστηκε μαζί με επιπλέον εξαρτήματα. Όπως η δια βίου εκπαίδευση… Τίποτα δεν κρύφτηκε απ’ την μεριά των κρατών / αφεντικών. Το γεγονός ότι τα περισσότερα παρανοήθηκαν απ’ την συντριπτική πλειοψηφία των ενδιαφερόμενων, αφορά δυστυχώς αυτούς κι αυτές. Εμάς δηλαδή…

(συνέχεια στα επόμενα…)

Το διπλό αφεντικό 1

Πέμπτη 7 Μάη. Στα κλασσικά στρατιωτικά πραξικοπήματα του 20ου αιώνα την αρχική καθολική απαγόρευση της κυκλοφορίας καθ’ άπασαν την επικράτειαν την ακολουθούσαν περιορισμοί και έλεγχοι της κυκλοφορίας: το καινούργιο καθεστώς θα έπρεπε να φροντίσει όχι μόνο για την «λειτουργία της οικονομίας» αλλά και την διαμόρφωση κάποιας «ομαλότητας», ταιριαστής με τις προδιαγραφές του πραξικόπηματος…

Το τωρινό διαφέρει μεν ως προς τον «στόχο» του, αλλά σαν τυπική μορφή «έκτακτης ανάγκης» (ή «κατάστασης πολιορκίας») ακολουθεί τον παλιό, γνωστό δρόμο. Η «νέα κανονονικότητα» έχει αναγγελθεί αλλά δεν έχει ξεδιπλωθεί ακόμα σ’ όλο της το μεγαλείο. Είναι υπό διαμόρφωση, είναι στην αρχή. Σε κάθε περίπτωση η μορφή-κράτος πρέπει να αναλάβει (και αναλαμβάνει) την «ανασυγκρότηση της οικονομίας», την «υποστήριξη της επιχειρηματικότητας», την «προστασία της εργασίας»· όλα αυτά πάντα μέσα απ’ το πρίσμα της «εθνικής σωτηρίας»… της «δημόσιας υγείας», κλπ.

Τα περισσότερα και οπωσδήποτε τα πιο αμφιλεγόμενα συστατικά της αναδιαρθρωτικής διαδικασίας (περί αυτού πρόκειται) που θα είναι μακρόχρονη, με διακυμάνσεις, ακόμα και ασυνέχειες, θα στηριχτούν για καιρό πάνω στα πραξικοπήματα, στην υγιεινιστική τρομοεκστρατεία και στην πλατιά (και πάντως «πειθαρχημένη») αποδοχή τους απ’ τους πρωτοκοσμικούς υπηκόους. Παρότι σε κάποιες πλευρές τους τα «μέτρα κατά του covid-19» ήταν σπασμωδικά, άλλες – που ήταν / είναι οι κυριότερες – εκδήλωσαν την συμπυκνωμένη ωριμότητα διαδικασιών καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης που βρίσκονται σε εξέλιξη εδώ και 10, ακόμα και 20 χρόνια.

Εν τέλει, όσοι στήριξαν την α λα σοκ και δέος «προστασία της δημόσιας υγείας» απ’ τα δυτικά καπιταλιστικά κράτη ενώ θα όφειλαν να κάνουν το αντίθετο, είναι – και θα είναι – πολιτικά και ηθικά συνυπεύθυνοι για την «διαχείριση των συνεπειών». Λυπούμαστε, αλλά τα λάθη (ή τις επιλογές) της σοσιαλδημοκρατίας (γιατί περί αυτού πρόκειται, ξεπλυμένο – ό,τι όνομα κι αν χρησιμοποιείται…), ειδικά η βασική, δομική συμφωνία της στην «κήρυξη του πολέμου» (;;;;) δεν τα συγχωρεί ούτε ο θεός ούτε ο διάολος… Παρότι, το ξέρουμε, τόσο στα μέρη μας όσο και αλλού θα ανθίσουν οι συνδικαλιστικές τρίπλες, ακόμα και οι «αγωνιστικές γυμναστικές επιδείξεις», για να θολώσουν τα νερά…

Για να περιγράψουμε τις αλλαγές που μεθοδεύουν τα αφεντικά σε σχέση με την «οργάνωση της εργασίας» (: απόσπαση της υπεραξίας) αλλά και την «λογική» αυτών των αλλαγών, θα ξεκινήσουμε γυρνώντας για λίγο πίσω. Σε αναφορές που έγιναν στο χάρτινο Sarajevo όταν έπρεπε. Μην ανησυχείτε, δεν είναι αρχαιολογία…

Τελευταίο: αυτή η σειρά σχολίων, με γενικό τίτλο «το διπλό αφεντικό», θα κρατήσει κάπως. Μπορεί να διακόπτεται αν χρειάζεται, αλλά θα συνεχιστεί για κάποιες ημέρες. Αυτό σημαίνει πως αν κάποιος διαβάσει (για πρώτη φορά) την 10η συνέχεια (π.χ.) ας μην μας απευθυνθεί πριν κάνει τον κόπο να διαβάσει και τις 9 προηγούμενες, με την σειρά τους.

Το διπλό αφεντικό 2

Πέμπτη 7 Μάη. Γενάρης 2012 (λίγο πριν διάφορα «θαύματα»…), Sarajevo νο 58, τίτλος άρθρου one euro jobs. Αποσπάσματα:

… Γερμανία, 2005, κυβέρνηση συμμαχίας σοσιαλδημοκρατών – πράσινων. Ανάμεσα σε άλλα, και για να δοθεί η δυνατότητα “καλύτερης προσαρμογής των ανέργων στην αγορά εργασίας”, με “φιλεργατικά” κίνητρα σα να λέμε, ο νόμος Hartz (IV) προβλέπει περικοπές στο ποσό του ταμείου ανεργίας, και μια “ενεργητική ενίσχυση της εργασίας”. Σύμφωνα μ’ αυτή τη λογική – που στα μέρη μας, τότε, ακούστηκε σαν μακρινή και εξωτική – οι άνεργοι δεν πρέπει να βολεύονται με τα επιδόματα, κι ούτε πρέπει να χάνουν την επαφή τους με την δουλειά και την “αγορά” της. Γι’ αυτό τον σκοπό η “κοκκινοπράσινη” κυβέρνηση θα νομοθετήσει (πάντα το 2005) ότι οι άνεργοι είναι υποχρεωμένοι να αποδέχονται προτάσεις εργασίας που τους έρχονται απ’ τις αρμόδιες υπηρεσίες· διαφορετικά χάνουν σταδιακά το επίδομα ανεργίας.

Από πρώτη ματιά, κι ως εδώ, θα έμοιαζε σαν μια τυπική προτεσταντική επιστράτευση στη δουλειά, κόντρα στην τεμπελιά και στο κουτσοβόλεμα των άλλοτε (πριν από εκείνες τις ρυθμίσεις) υπολογίσιμων παροχών του γερμανικού κοινωνικού κράτους. Αλλά οι δουλειές που θα ήταν υποχρεωμένοι να αποδεχτούν οι γερμανοί άνεργοι χωρίς να χάνουν το επίδομα ανεργίας είχαν αυτό το χαρακτηριστικό: ήταν εξαιρετικά φτηνές. Για την ακρίβεια: σχεδόν τσάμπα. Ο Hartz IV προέβλεπε ότι αυτοί οι καλοπερασάκηδες άνεργοι θα έπρεπε να δέχονται δουλειές αμοιβόμενες με 1 ευρώ την ώρα (καθαρά), και ως 30 ώρες την εβδομάδα…. Για να μην κατηγορηθούν δε οι νομοθέτες ότι “σπάνε τους μισθούς” (λες και θα μπορούσε να είναι διαφορετικός ο στόχος τους…) προσδιόρισαν τους τομείς που θα προσφέρονταν τέτοιου είδους δουλειές στον, ας τον πούμε έτσι γενικά, “τομέα παροχής κοινωνικών υπηρεσιών”.

Αύγουστος 2005: ένας 58χρονος μηχανικός, που είναι άνεργος απ’ το 2001, καλείται απ’ τις υπηρεσίες ανέργων να δουλέψει για πέντε μήνες, ως το τέλος της χρονιάς, για 30 ώρες την εβδομάδα, με αμοιβή 1,5 ευρώ την ώρα, σαν βοηθός κηπουρού. Η δουλειά που θα κάνει θα είναι να σκεπάζει δέντρα με πλαστικό, για προστασία στο χιόνι. Ο 58χρονος απορρίπτει την προσφορά υποστηρίζοντας ότι α) δεν μπορεί για σωματικούς λόγους να δουλεύει τόσες ώρες (6) κάθε μέρα σε τέτοια δουλειά· β) αν το κάνει δεν θα έχει χρόνο να ψάξει για κανονική δουλειά· και γ) έχει βρει ήδη μια άλλη δουλειά μερικής απασχόλησης με λιγότερες ώρες (και καλύτερα λεφτά). Οι υπηρεσίες ανέργων απορρίπτουν τις “δικαιολογίες” του, και τον καταδικάζουν με περικοπή του επιδόματος ανεργίας κατά 30%. Πριν ήταν 345 ευρώ τον μήνα· το ρίχνουν στα 241,5…. Ο 58χρονος καταφεύγει στα δικαστήρια, ζητώντας να αναιρεθούν τα σε βάρος του μέτρα των υπηρεσιών ανεργίας.

Δεκέμβρης 2008: η υπόθεση τελεσιδικεί στον ανώτατο δυνατό βαθμό, απορρίπτοντας την προσφυγή του 61χρονου πια μηχανικού, όπως άλλωστε είχε γίνει και σε χαμηλότερο βαθμό. Η ετυμηγορία είναι επιτομή της υποτίμησης της εργασίας – όχι στην περιφερειακή (όπως λένε διάφοροι) ελλάδα, αλλά στην καπιταλιστικά κεντρική γερμανία. Το δικαστήριο θα αποφανθεί λοιπόν ότι οι δουλειές με ωρομίσθιο 1 ευρώ είναι μια ειδική κατάσταση, ένα ιδιαίτερο μέτρο, που έχει στόχο την “επανένταξη των ανέργων στην αγορά εργασίας”, και δεν έχει να κάνει σε τίποτα με τις κανονικές σχέσεις εργαζόμενων – εργοδοτών. Σύμφωνα με την ίδια απόφαση, αυτό το ωρομίσθιο του 1 ευρώ (ή λίγο παραπάνω) δεν είναι αμοιβή για την δουλειά που εκτελείται, αλλά μόνο ένα “κίνητρο”. Χαρτζιλίκι – σαν να λέμε. Απ’ την άλλη όμως ο άνεργος απαγορεύεται να απορρίψει ένα τέτοιο “κίνητρο”, μια τέτοια “προσφορά”. Δεν θα το πει το δικαστήριο, αλλά το πράγμα ανήκει στην ιδιοσυγκρασία των μαφιόζικων λογαριασμών: θα σου κάνω μια προσφορά που δεν μπορείς να αρνηθείς. Εν τέλει, ενώ η πρώτη απόρριψη είναι χωρίς συνέπειες και η δεύτερη με ποινή μείωσης κατά 30% του επιδόματος ανεργίας, στην τρίτη απόρριψη τόσο το επίδομα όσο και άλλα “βοηθήματα” κόβονται εντελώς.

Οπωσδήποτε η δικαστική απόφαση επιβεβαίωνε την ίδια τη νομοθεσία “ενεργητικής υποστήριξης της ένταξης των ανέργων”: γιατί στις δουλειές του ενός ευρώ την ώρα οι εργάτες δεν δικαιούνταν το μεροκάματο αν απουσίαζαν λόγω ασθένειας. Και παρά το 30ωρο την εβδομάδα, δεν δικαιούνταν μεροκάματο στις επίσημες αργίες· ούτε, φυσικά, πληρωμένες άδειες και τα λοιπά. Η ενδιάμεση απόφαση του ομοσπονδιακού εργατοδικείου της γερμανίας, είχε διευκρινίσει κι άλλες λεπτομέρειες. Όπως, για παράδειγμα, ότι οι “απασχολούμενοι” του ενός ευρώ την ώρα θα πρέπει να πληρώνουν οι ίδιοι τα έξοδα μετακίνησής τους προς και από την δουλειά· και ότι η πρόβλεψη του νόμου για επιπρόσθετη προσαρμογή του ωρομίσθιου για τέτοιους λόγους αφορά εξαιρετικές περιπτώσεις.

Με 30 ώρες την εβδομάδα επί 1 ευρώ την ώρα, το “κίνητρο” συμποσούται σε 120 ευρώ στις 4 βδομάδες. Μαζί με τα 345 ευρώ του επιδόματος ανεργίας προκύπτει το εξαιρετικό ποσό των 465 ευρώ τον μήνα – για ανθρώπους που δουλεύουν, σχεδόν πλήρες ωράριο. Είναι αυτός (πιο σωστά: και αυτός) ο λόγος που κάθε φορά που το Βερολίνο κατηγορείται για την “εσωτερική υποτίμηση” (της εργασίας, όχι του κεφαλαίου) που προκαλούν τα μέτρα λιτότητας (“για την έξοδο απ’ την κρίση”) σε διάφορα άλλα ευρωπαϊκά κράτη, απαντάει: εμείς προνοήσαμε…
Τι έκταση είχε (και έχει) η εφαρμογή αυτού του κόλπου; Πολύ μεγάλη. Ειδικά σε επιμέρους κοινωνικές κατηγορίες ανέργων: νέους εργάτες, γυναίκες, ανατολικογερμανοί / ίδες, και από μια ηλικία και πάνω. Υπολογίζονται σε εκατοντάδες χιλιάδες (ακριβή νούμερα δεν γνωρίζουμε) οι μακρόχρονοι άνεργοι και άνεργες που δουλεύουν στον γερμανικό παράδεισο για 1 ευρώ την ώρα, προκειμένου να τσοντάρουν το κλαδεμένο επίδομα ανεργίας. Μιλάμε για ντόπιους· γιατί αν η κουβέντα έρθει σε μετανάστες και μετανάστριες, εκεί η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη.

Και παρά τους όρκους ότι αυτά τα σκοτωμένα ωρομίσθια δεν πρόκειται να απειλήσουν “κανονικούς” εργαζόμενους, το αντίθετο ακριβώς συνέβη – και πως αλλιώς θα γινόταν; Ειδικά σε δήμους και κοινότητες των οποίων οι προϋπολογισμοί περικόπτονται άγρια (λόγω κρίσης – και στη γερμανία έχει απ’ αυτό…) οι κανονικές θέσεις πλήρους απασόχλησης και μισθού περιορίζονται· για να αντικατασταθούν από “απασχολούμενους ανέργους που επανεντάσονται”. Κάποτε πρόκειται για τους ίδιους ακριβώς ανθρώπους: απολύονται, μένουν ένα χρόνο στην κανονική ανεργία, και ύστερα υποχρεώνονται να δουλέψουν στις ίδιες δουλειές που δούλευαν πριν, αλλά πολύ πολύ φτηνότερα.

Το γερμανικό κράτος – αυτό πρέπει να του αναγνωριστεί – έχει αναλάβει το ίδιο την διαχείριση του “εφεδρικού στρατού ανέργων”, για λογαριασμό της γενικής καπιταλιστικής κερδοφορίας. Το γεγονός ότι ανέλαβε να οργανώσει (και μάλιστα εξαιρετικά έγκαιρα) την βίαιη υποτίμηση της εργασίας στους μη εμπορικούς τομείς των υπηρεσιών που είναι άμεσα ή έμμεσα υπό την εποπτεία του, σήμαινε ταυτόχρονα δύο πράγματα. Πρώτον, μεγάλης κλίμακας φτήνεια σ’ εκείνους τους τομείς της κοινωνικής αναπαραγωγής (συγκεκριμένες δημόσιες υπηρεσίες δηλαδή) που όντας μη εμπορευματικές δεν θα μπορούσαν να εισαχθούν απ’ την κίνα ή την ινδία… Και δεύτερον, κατέβασμα των μισθών και στους εμπορευματικούς τομείς του συνόλου της καπιταλιστικής παραγωγής στη γερμανία, αφού 465 ευρώ για σχεδόν πλήρη απασχόληση είναι ένας καλός δείκτης – προς – τα – κάτω. Εννοείται (αυτό είναι η τρίτη συνέπεια) πως χάρη σ’ εκείνες τις κοκκινο-πράσινες νομοθεσίες έχει σπρωχτεί ένα μέρος εργατών στη μαύρη δουλειά – όσο αυτή μπορεί να αναπτυχθεί σε γερμανικές συνθήκες.

Δεν θα πρέπει τώρα να παραξενευτεί κανείς για τις σπουδαίες ιδέες που γέννησαν οι κρατικά επιβεβλημένες one euro per hour δουλειές σε ευφάνταστους επιχειρηματίες. Ο Martin Lettenmeier για παράδειγμα έβαλε το 2010 μπροστά κάτι που μπορεί να μοιάζει ακραίο αλλά είναι χαρακτηριστικό: μια δουλειά  no euro per hour για την τσέπη του! Ίδρυσε στη Βαυαρία μια εταιρεία με το αξιαγάπητο όνομα friendly service, προσλαμβάνοντας νεαρούς και νεαρές 16 με 24 χρόνων για να δουλεύουν σα συσκευαστές σε σούπερ μάρκετ που θα δέχονταν να συνεργαστούν μαζί του. Συγκεκριμένα, να βάζουν τα ψώνια των πελατών σε σακούλες, στα ταμεία. Αυτοί οι νεαροί και νεαρές δεν πληρώνονται ούτε απ’ τον επιχειρηματία Lettenmeier ούτε απ’ τα σούπερ μάρκετ…. Κρατάνε τα φιλοδωρήματα που τους αφήνουν οι πελάτες – που, κατά τον ευφάνταστο επιχειρηματία (αλλά και τους ίδιους τους baggers) μπορεί να ξεπερνούν τα 10 ευρώ την ώρα… Ο επιχειρηματίας, φυσικά, πληρώνεται απ’ τα σούπερ μάρκετ με 3 ευρώ ανά ώρα το κεφάλι: για τα διοικητικά έξοδα και τα έξοδα εκπαίδευσης των baggers – λέει.

Η δουλειά που πληρώνεται αποκλειστικά απ’ τους πελάτες μέσω φιλοδωρημάτων μοιάζει πολύ με ζητανιά· ιστορίες με ζητιάνους που έγιναν πάμπλουτοι είναι γνωστές, και μπορεί να έχουν βάση. Συνεπώς η ιδέα του γερμανού επιχειρηματία και η νομοθεσία του γερμανικού κράτους συμφωνούν στο ίδιο βασικό: η δουλειά δεν πρέπει να πληρώνεται υποχρεωτικά μ’ έναν μισθό τέτοιο ώστε να επιτρέπει την αξιοπρεπή ζωή εκείνου που δουλεύει και όσων έχει στη φροντίδα του· ούτε η δουλειά συνεπάγεται αυστηρές δεσμεύσεις και υποχρεώσεις για οποιονδήποτε άλλον πέρα απ’ αυτόν που δουλεύει. Η δουλειά αξίζει “ελεημοσύνη” (ένα γλισχρό επίδομα ανεργίας για όσους έχουν ήδη δουλέψει) + κάποιο “κίνητρο”· ή “φιλοδώρημα”· ή….

Το διπλό αφεντικό 3

Πέμπτη 7 Μάη. Οκτώβρης 2012, Sarajevo νο 66, τίτλος άρθρου τηλεφωνικοί πλασιέ και γραμμές συναρμολόγησης (α μέρος). Απόσπασμα:

… Το γραφείο ευρέσεως εργασίας βρήκε τη δουλειά ως τηλεφωνικό πωλητή όχι μόνο στη συνάδελφό μου από την CallOn, την κομμώτρια, αλλά και σε έναν από τους συναδέλφους μου στη ZIU-International. Μπορεί το γραφείο ευρέσεως εργασίας να μην ήξερε τι έκανε. Όταν όμως ο συνάδελφός μου στην ZIU-International παρατάει τη δουλειά, επειδή δεν συμβιβάζεται με τη συνείδησή του και καταγγέλει την όλη ιστορία στο γραφείο ευρέσεως εργασίας, δεν τον επαινούν στο ελάχιστο· το γραφείο ευρέσεως εργασίας δεν ενημερώνει ούτε την επιθεώρηση εργασίας ούτε την εισαγγελία. Τιμωρεί άμεσα όμως τον συνάδλεφό μου μια μια περίοδο αποκλεισμού ως επίπληξη. Πολύ γερμανικό: ούτε βοήθημα ανέργου, ούτε Hartz IV, ούτε φράγκο. Η ευθύνη για τον τερματισμό της εργασιακής του σχέσης ανήκει σ’ εκείνον και μάλιστα μ’ αυτή την αιτιολογία!

Αυτό δυστυχώς δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό. Σε πολλές περιπτώσεις τα τοπικά γραφεία ευρέσεως εργασίας δίνουν στους ανέργους δουλειές σε εταιρείες διαχείρισης τηλεφωνικών κλήσεων και οι δήμοι πληρώνουν από πάνω κονδύλια οικονομικής υποστήριξης. Ο κλάδος ακμάζει· πού αλλού να βρεθούν θέσεις εργασίας, πόσο μάλλον για ανειδίκευτους;

Το γραφείο εργασίας στο Χάλε κάλεσε νεαρούς ανέργους σε μια “ημερίδα ενημέρωσης”. Είχε τον εξής τίτλο: “Επιχειρήσεις ενημερώνουν τη νεολαία για ευκαιρίες εργασίας σε εταιρείες διαχείρισης κλήσεων”. Επειδή η δουλειά εκεί έχει αποκτήσει κακή φήμη, θέλουν να ανατρέψουν αυτήν την εντύπωση· επειδή “τώρα δίνονται ευκαιρίες σε νέους ανθρώπους να ανελιχθούν και να κάνουν καριέρα σε αυτόν τον δυναμικό, καινοτόμο κλάδο, καθώς οι νέοι συχνά συγκεντρώνουν μέσω της εκπαίδευσής τους όλα εκείνα τα στοιχεία που ζητάει ο κλάδος”.

Και τα δύο κομμάτια (το τελευταίο απ’ το βιβλίο του Γκίνερ Βάλραφ, Από τον Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο – η αθέατη πλευρά του γερμανικού θαύματος, γερμανική έκδοση 2009, ελληνική 2011 απ’ τις εκδ. Τόπος) υποδεικνύει κάτι που γενικά είναι άγνωστο (ή λίγο γνωστό) στο ελλαδιστάν: αυτό που είναι η “ενεργητική υποστηρίξη της εργασίας” – απ’ την μεριά των καπιταλιστικών κρατών.

Η «εφεύρεση» αυτού του μοντέλου ενεργητικής εμπλοκής του κράτους στην «αγορά εργασίας» είναι πιθανά γερμανική. Ωστόσο, με διάφορες παραλλαγές, αυτό το μοντέλο δουλεύει ήδη πέρα απ’ την γερμανία, στην αγγλία, στην γαλλία, στην ισπανία και στην ιταλία. Σε τι συνίσταται;

Η μορφή-κράτος, είτε κεντρικά είτε αποκεντρωμένα (π.χ. σαν «περιφέρεια», ή «δήμος») «καλύπτει» ένα μέρος του εργατικού μισθού με την μορφή «επιδότησης»· και άλλο μέρος το πληρώνει ο κάθε φορά συγκεκριμένος εργοδότης. Ωστόσο, σαν «συν-χρηματοδότης» του εργατικού μισθού η μορφή-κράτος αναλαμβάνει εντελώς διαφορετικές αρμοδιότητες απ’ αυτές του ιδιωτικού αφεντικού. Το ποιές είναι αυτές και τι σημασία είχαν εξαρχής βαζοντάς τες στην ημερήσια διάταξη της τωρινής «διάσωσης της οικονομίας», κλπ κλπ, θα το δούμε σε επόμενες συνέχειες.