Το διπλό αφεντικό 6

Κυριακή 10 Μάη. Υποστηρίξαμε (το διπλό αφεντικό 5) ότι η εμπλοκή της μορφής – κράτος ως παράγοντα ελέγχου και ρύθμισης της “αγοράς εργασίας” έχει ήδη μια ιστορία σε κάποια ευρωπαϊκά κράτη. Ποιό είναι το πολιτικό νόημα εκείνου που έχει (προ covid-19) ονομαστεί ενεργητική διαχείριση της εργασίας;

Το πρώτο και ίσως το λιγότερο φανερό είναι η εισαγωγή ενός συστήματος «διαφορικής πληρωμής» της εργασίας. Ένας κάποιος μισθός απ’ τον φυσικό ιδιώτη εργοδότη και ένα κάποιο «συμπλήρωμα» (που μοιάζει με επίδομα) απ’ το κράτος. Έτσι διαλύεται η έννοια του (άμεσου) μισθού σαν της υλικής εκδήλωσης της ανταγωνιστικής σχέσης ανάμεσα στους εργάτες και τα αφεντικά. Ο ιδιώτης εργοδότης πληρώνει τον «συγκεκριμένο χρόνο εργασίας» εκ μέρους του εργάτη. Το κράτος όμως τι πληρώνει; Πληρώνει την «γενική διαθεσιμότητα» του εργάτη να δουλέψει στην μία ή στην άλλη δουλειά που θα του υποδειχθεί· κάτι που είναι ιστορικά πρωτότυπο και είναι αμφίβολο αν έχει γίνει κατανοητό απ’ την σύγχρονη εργατική τάξη.

Για να το κάνουμε πιο παραστατικό, μπορούμε να το περιγράψουμε ως εξής: είναι ως εάν το κράτος να είναι το αφεντικό του συνόλου της εργατικής δύναμης / εργασίας μέσα σε μια επικράτεια. Συνεπώς «πληρώνει» κάτι τις για να μπορεί είτε να μετακινεί εργατική δύναμη από εδώ εκεί σύμφωνα με τους σχεδιασμούς του (τις “ανάγκες της οικονομίας”…), είτε να την κρατάει «δεμένη» εδώ ή εκεί, σε συγκεκριμένους ιδιώτες εργοδότες.

Απ’ αυτή τη σκοπιά η μορφή – κράτος εμφανίζεται σαν ελεγκτής του κοινωνικού εργοστάσιου συνολικά – κάτι που δεν μπορεί να το κάνει ούτε ο μεμονωμένος ιδιώτης εργοδότης ούτε οι κλαδικές ενώσεις εργοδοτών. Η περίπτωση του 58χρονου άνεργου μηχανικού στη γερμανία (το διπλό αφεντικό 2) είναι χαρακτηριστική. Κανένας ιδιώτης εργοδότης και καμμία κλαδική ένωση ιδιωτών εργοδοτών δεν θα μπορούσε να τον αναγκάσει α) να δουλέψει σαν βοηθός κηπουρού, και β) να δουλέψει με 1,5 ευρώ την ώρα (το 2005). Ο μόνος που θα μπορούσε να επιβάλλει κάτι τέτοιο ήταν / είναι η μορφή – κράτος, μέσω της πληρωμής (ή της μη πληρωμής) εκείνου που μοιάζει με επίδομα ανεργίας αλλά ουσιαστικά είναι υποτυπώδης αμοιβή για την πλήρη και χωρίς όρους διαθεσιμότητα της εργασίας. Ή, για να γίνει ακόμα πιο καθαρό: υποτυπώδης αμοιβή / χαλκάς για την παραίτηση της εργατικής δύναμης απ’ το δικαίωμά της (αναγνωρισμένο ακόμα και απ’ τους νεοφιλελεύθερους!) να διαπραγματεύεται την τιμή της χωριστά με κάθε εργοδότη. Δεν είναι “στρατόπεδο εργασίας”. Είναι το μεταμοντέρνο και ψευδοελευθεριακό ανάλογό του.

Σα συνέπεια αυτού του αρχικού, βασικού πολιτικού στοιχείου, έρχεται το επόμενο και εξίσου σημαντικό: η δυνατότητα της μορφής –κράτος να συν-ορίζει (μαζί με τα ιδιωτικά αφεντικά) αυτήν την τιμή του εμπορεύματος εργασία μονομερώς. Ή, για να το πούμε διαφορετικά: να συγκρατεί ένα μέρος της «θάλασσας» της εργατικής δύναμης που διαχειρίζεται, λίγο πιο πάνω ή λίγο πιο κάτω απ’ το «όριο επιβίωσης». Εδώ είναι η μορφή – κράτος και όχι μόνο του το «αόρατο χέρι της αγοράς» που εγγυάται την υποτίμηση της εργασίας. Απ’ την ιστορική φάση όπου ο «εφεδρικός στρατός των ανέργων» λειτουργούσε, υποτίθεται, πιέζοντας προς τα κάτω μισθούς και μεροκάματα με όρους «αγοράς εμπορευμάτων» (μεγάλη προσφορά εργασίας – μικρότερη ζήτηση), η εισβολή της μορφής – κράτος σ’ αυτήν την αγορά φτιάχνει (σιγά σιγά και μεθοδικά απ’ τις αρχές του 21ου αιώνα) μια καινούργια ιστορική φάση μετατρέποντας αυτόν τον «εφεδρικό στρατό των ανέργων» σε «εφεδρικό στρατό υποχρεωτικά εργατών» με τρόπο που να εγγυάται την υποτίμηση και την διατίμηση της εργασίας.

Η διάλυση του μισθού σε δύο μέρη, ένα που αφορά την «ενοικίαση χρόνου και γνώσεων εργασίας» στον κάθε φορά συγκεκριμένο εργοδότη, κι άλλο ένα που αφορά την «παροχή στο κράτος της ελευθερίας μονομερούς διαχείρισης του συνόλου της κοινωνικής εργασίας» διασπά τον ταξικό αντίπαλο και δημιουργεί μια κάποια σύγχιση στην εργατική υποκειμενικότητα. Δεν πρόκειται για δύο ιδιώτες εργοδότες! Αυτό το διπλό αφεντικό είναι «ανορθόδοξο» και σαν μέθοδος ελέγχου της εργασίας ιστορικά πρωτοφανής. Για παράδειγμα απέναντι στον ιδιώτη εργοδότη μπορεί κανείς να απεργήσει· αλλά το κράτος «εργοδότης» μπορεί να τιμωρήσει «κόβοντας» το δικό του μερίδιο! Ή, ακόμα κι αν δεν το κάνει, είναι ένας αντίπαλος που δεν γίνεται στόχος της απεργίας· κι ωστόσο είναι εκεί, μπροστά, δίπλα…

Κατ’ αυτόν τον τρόπο θολώνει και η εννόηση (απ’ την εργατική σκοπιά) της εργασίας αυτής καθ’ αυτής. Παραμένει άραγε η εργασία η μόνη πηγή πλούτου και άρα, σαν τέτοια, η βάση του εργατικού ανταγωνισμού απέναντι στον σφετερισμό της απ’ τα αφεντικά; Ή μήπως γίνεται και η πειθαρχία (στο κόμμα των αφεντικών, στο κράτος) πηγή «εισοδήματος» που «συμπληρώνει» τον υποτυπώδη μισθό, την σημαία δηλαδή της εκμετάλλευσης, βάζοντας στην άκρη την αντίθεση κεφάλαιου – εργασίας; Πώς μπορεί να συρθεί από πολιτική / ανταγωνιστική άποψη η μορφή-κράτος στο κέντρο της αντίθεσης ΜΑΖΙ με το/τα αφεντικό/ά όταν το κράτος εμφανίζεται σαν «πατέρας» που φροντίζει να μην πεθάνουν οι εργάτες από πείνα δουλεύοντας; Ο «εργαζόμενος φτωχός» τί είναι; Εργάτης που του αποσπούν υπεραξία ή φουκαράς που ελπίζει στην (κρατική) φροντίδα / ελεημοσύνη;

Ευτυχώς έχει υπάρξει 110% εργατική απάντηση απέναντι σ’ αυτόν τον δυισμό / εκβιασμό! Αλλά γι’ αυτήν αργότερα.

 

Comments are closed.