Αόρατοι 1

Κυριακή 14 Γενάρη. Ο αγώνας γύρω απ’ την διάρκεια της εργάσιμης ημέρας διαβάζουμε είναι κεντρικός στην μαρξιστική ανάλυση. Στο κεφάλαιο 10 του “Κεφάλαιου”, στον 1ο τόμο, ο Μαρξ κάνει μια χρονολόγηση των διάφορων τρόπων που χρησιμοποίησαν οι καπιταλιστές και τα κράτη για να επεκτείνουν τον ημερήσιο χρόνο εργασίας όσο περισσότερο ήταν δυνατόν, απ’ τα μέσα του 14ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 19ου. Η αιτία ήταν απλή: όσο περισσότερες ώρες ήταν η εργάσιμη ημέρα, τόσο περισσότερο μπορούσαν να εκμεταλλεύονται τους εργάτες. Επειδή, μετά την πληρωμή ενός μισθού επιβίωσης, όλη η εργασία που γινόταν στη διάρκεια της υπόλοιπης ημέρας ήταν υπεραξία για τους εργοδότες.

Στον 19ο αιώνα, η παγκόσμια εργατική τάξη ενώθηκε γύρω απ’ την απαίτηση για λιγότερες ώρες δουλειάς. Καθώς ήταν αναγκασμένοι να δουλεύουν 16 ώρες την ημέρα, οι εργάτες πολέμησαν πρώτα για το 12ωρο, ύστερα για το 10ωρο και στο τέλος για το 8ωρο. Η Πρωτομαγιά κατάγεται απ’ την διεθνή εργατική εκστρατεία για την εργάσιμη ημέρα των 8 ωρών.

Ας πηδήσουμε στο τώρα. Πολλοί εργάτες εξακολουθούν να δουλεύουν υπερβολικά πολλές ώρες, μακρυά καθημερινά και εβδομαδιαία ωράρια, και εκβιασμένες υπερωρίες. Ταυτόχρονα, ένας εξίσου μεγάλος αριθμός εργατών βρίσκεται μπροστά στο αντίθετο: ελάχιστες ώρες εργασίας και αλλοπρόσαλλες αλλαγές στα ωράριά τους, που διαφοροποιούνται μέρα την ημέρα και βρομάδα τη βδομάδα.

Πρωτομαγιά του 1936, στη Ν.Υόρκη. Η τάξη μας είχε ακόμα την “σοφία” να απαιτεί μείωση του χρόνου εργασίας. Τι έγινε και επί τουλάχιστον 70 χρόνια παραιτηθήκαμε απ’ τον εργατικό έλεγχο πάνω στον εργάσιμο χρόνο, παραχωρώντας πλήρη ελευθερία στ’ αφεντικά; Τι έχει γίνει και κρατάμε τα κεφάλια βαθιά μέσα στην άμμο;

Αόρατοι 2

Κυριακή 14 Γενάρη. Είναι πικρό, πολύ πικρό, που σαν σύγχρονη εργατική τάξη βρισκόμαστε πιο πίσω απ’ ότι οι μακρινοί μας πρόγονοι του 19ου αιώνα· απ’ την άποψη της συναίσθησης, της συνείδησης, της πραγματικότητάς μας. Το ότι η συνείδηση “βελτιώνεται σταθερά με τα χρόνια και τους αιώνες” δεν είναι ιστορικός νόμος: στις αρχές του 21ου αιώνα συνειδητοποιούμε, πράγματι, πολύ λιγότερα απ’ όσα συνειδητοποιούσαν πολλοί και πολλές της τάξης μας πριν 150 χρόνια.

Εξηγήσεις γι’ αυτήν την μαζική ιστορική συνειδησιακή κατάρρευση μπορούν να βρεθούν· όχι, όμως, δικαιολογίες. Δεν φταίει η απουσία κάποιου Μαρξ· ούτε και τότε ήταν αναγκαίος (για να μην πούμε ότι ήταν, απλά, άγνωστος). Δεν φταίει, τουλάχιστον με γραμμικό και άμεσο τρόπο, ο ρόλος των κομμάτων και των συνδικάτων, μικρών και μεγάλων: το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της τάξης μας βρίσκεται έξω απ’ αυτές τις δομές του κράτους και του κεφάλαιου. Βρίσκεται, απ’ την άλλη, μέσα στην ομίχλη του μικροαστισμού και των ελπίδων (;) για ατομική διάσωση. Όμως ούτε κι αυτό μας φαίνεται επαρκής εξήγηση. Είναι, κατά κάποιον τρόπο, κυκλική: αν καταλαβαίνεις τις σχέσεις εργασίας με ιδιωτικό τρόπο είναι προφανές ότι δεν πρόκειται να καταλάβεις ποτέ το μονοπώλιο που έχουν αποκτήσει τα αφεντικά (τόσο σαν αφεντικά όσο και σαν ξεχωριστά άτομα) στη διαχείριση και στην κατανομή του χρόνου εργασίας· είσαι μικροαστός ιδεολογικά. Ταυτόχρονα όμως αν δουλεύεις (και πληρώνεσαι) στα όρια της φυσικής επιβίωσης (και πολύ μακρυά απ’ τα δεδομένα της σύγχρονης αξιοπρεπούς ζωής) θα μπορούσες να καταλάβεις…

Αόρατοι 3

Κυριακή 14 Γενάρη. Δεν έχει, όμως, νόημα να δείχνουμε την δυστυχία ελπίζοντας ότι μια τέτοια υπόδειξη μπορεί να γίνει επιχείρημα. Ενισχύει η δυστυχία (επειδή δικαιολογεί), τελικά, τις διάφορες μορφές πατερναλισμού. Είτε την εξάρτηση απ’ την οικογένεια, είτε την εξάρτηση απ’ τον εργοδότη, είτε την εξάρτηση απ’ τα κόμματα, τις πολιτικές προσόδους, τις περσόνες της όποιας εξουσίας. Συνήθως όλες μαζί.

Θα πρέπει, μάλλον, σαν σύγχρονοι εργάτες / εργάτριες, στο βαθμό που συνειδητοποιούμε την κατάστασή μας όχι σαν προσωπικές περιπτώσεις αλλά σαν ταξική καταβύθιση, να προβοκάρουμε δημόσια μία μία όλες εκείνες τις βεβαιότητες που καλωπίζουν την εθελοδουλειά του μικροαστισμού. Δείχνοντας άλλου την γελοιότητά τους κι αλλού την (συχνά κρυμένη) αποτυχία τους. Ένα “punk” σκέλος (και μόνο σκέλος) του εξαιρετικά μειοψηφικού με τις τωρινές συνθήκες εργατικού ανταγωνισμού, όχι με όρους αισθητικής αλλά σαν ρεσάλτο της κοινής λογικής. Η οποία λαθροβιώνει κάτω από στρώματα ιδιωτικών και δημόσιων φαντασιώσεων.

Με άλλα λόγια αυτό θα λεγόταν ιδεολογική αποδιάρθρωση…

Απεργίες (;) 2

Παρασκευή 12 Γενάρη. Αν τα λέει σωστά η καθεστωτική “καθημερινή” (και μάλλον σωστά τα λέει) αυτή η ρύθμιση του 50%+ δεν είναι καν εκείνο που νομίζαμε, κακά πληροφορημένοι. Δεν αφορά το ποσοστό (επί του συνόλου των μελών ενός πρωτοβάθμιου σωματείου) που υπερψηφίζει μια απεργία… Αφορά μόνο την απαρτία. Δηλαδή: για να είναι έγκυρη μια τέτοια απόφαση, θα πρέπει στη σχετική συνέλευση να έχουν πάρει μέρος τα μισά + ένα μέλη του σωματείου…. Απ’ αυτά τα μισά μέλη θα είναι αρκετό η απεργία να έχει εγκριθεί απ’ τα μισά (των μισών). Δηλαδή απ’ το 25% των μελών…

Αυτό ΔΕΝ το λες “απαγόρευση των απεργιών”, όσα “επαναστατικά” αστροπελέκια κι αν σε έχουν κτυπήσει στο κεφάλι! Το να ανέβει η απαραίτητη απαρτία στα μισά μέλη (ενώ πριν ήταν στο 1/3· κι αυτό στην πρώτη συνέλευση, αφού στην επαναληπτική έπεφτε ακόμα περισσότερο η απαραίτητη συμμετοχή…) θα μπορούσε να είναι το καλώς εννοούμενο συμφέρον των ίδιων των μελών των σωματείων… Έτσι ώστε η απεργία να μην είναι εικόνα στις ειδήσεις, αλλά πραγματική. Μήπως, όμως, συμβαίνει κάτι βρώμικο και εδώ;

Συμβαίνει· και είναι γνωστό εδώ και δεκαετίες. Πολλά “πρωτοβάθμια σωματεία” έχουν πολλά, πάμπολλα, εικονικά μέλη. Όχι, απλά, για να φαίνονται “μεγαλύτερα”. Αλλά για να δικαιούνται περισσότερους αντιπροσώπους στις εκλογές των δευτεροβάθμιων (ομοσπονδιών και εργατικών κέντρων) ή/και των τριτοβάθμιων (γσεε). Αυτή η τακτική των “πέτσινων μελών” είναι “ήθος” όλων των συνδικαλιστικών παρατάξεων, δεξιών κι αριστερών· ένα απ’ τα πολλά συμπτώματα της uniparty συνδικαλιστικής αθλιότητας.

Έτσι φουσκωμένους που έχουν, λοιπόν, τους αριθμούς των μελών τους, θα δυσκολεύονται (με τη νέα νομοθεσία…) να μαζέψουν τα μισά… Εκτός αν… την ανάγκη φιλότιμο κάνοντας “διαγράψουν” αυτά τα ανύπαρκτα μέλη, έτσι ώστε να γυρίσουν τα μεγέθη στο κανονικό τους…

(Όσο για την γυμναστική τύπου έφοδος – όχι στα χειμερινά ανάκτορα αλλά – στο υπουργείο εργασίας, ενάντια στην “επίθεση στο δικαίωμα στην απεργία”, ε, είναι κι αυτή μέρος της εκτεταμένης εικονικής πραγματικότητας….

Με το συμπάθειο κιόλας, αλλά η κατασκευή εντυπώσεων και οι σκιαμαχίες με δαύτες είναι μέρος του οπλοστασίου των αφεντικών· όχι της τάξης μας!)

Απεργίες (;) 3

Παρασκευή 12 Γενάρη. Κάτι ακόμα, για να συνεννοούμαστε (καλώς ή κακώς δεν είμαστε χθεσινοί): πολλά αφεντικά καταφεύγουν στα δικαστήρια και βγάζουν πολλές απεργίες “παράνομες και καταχρηστικές”. Αυτό είναι γεγονός. Όμως:

Α) Με δεδομένο ότι η χ ή η ψ νομοθεσία για την κήρυξη των απεργιών είναι εκεί, καταγραμμένη, δεν θα έπρεπε, άραγε, τόσο οι εκπρόσωποι όσο και οι εκπροσωπούμενοι να την ξέρουν αυτήν την ρημαδονομοθεσία, ώστε να φροντίζουν (αφού θέλουν νομιμότητα…) η δράση και οι αποφάσεις τους να είναι συμβατές μαζί της και να μην δίνουν περιθώρια στ’ αφεντικά;

Β) Έχει πάρει κανείς χαμπάρι την πρακτική πολλών και διάφορων συνδικαλιστών να προωθούν “απεργίες” (σε εισαγωγικά) εν γνώσει τους ότι θα καταπέσουν στο δικαστήριο έτσι ώστε και τα παράσημα του “αγωνιστή” να κρατάνε, και να κλείνουν πονηρά το μάτι στους εργοδότες; Ξέρει κανείς κάτι επ’ αυτού;

Λέμε τώρα…

Απεργίες (;)

Πέμπτη 11 Γενάρη. Χωρίς αμφιβολία ο νόμος για το 50%+ στις αποφάσεις των πρωτοβάθμιων σωματείων για απεργίες θα δυσκολέψει τέτοιες αποφάσεις – αφού, τόσα χρόνια, έγινε βολική συνήθεια το να λαμβάνονται μειοψηφικά (συχνά: ελεεινά μειοψηφικά). Όμως: σαν εργάτες / εργάτριες, που ξέρουμε ακριβώς τι συμβαίνει με την τάξη μας, υπήρχαν (και εξακολουθούν να υπάρχουν) πολύ σοβαρά ζητήματα άσχετα με τον συγκεκριμένο νόμο. Το γεγονός, για παράδειγμα, ότι απ’ το 2010 και μετά έπεσαν όλα τα παλιά νομοθετικά αναχώματα, το γεγονός δηλαδή ότι το τυπικό σύνταγμα των ταξικών σχέσεων (η τυπική νομοθεσία) ήρθε στο σημείο που βρισκόταν το πραγματικό σύνταγμα (οι πραγματικοί συσχετισμοί δύναμης) στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα και το ότι, στη συνέχεια, αυτοί οι πραγματικοί συσχετισμοί επιδεινώθηκαν ακόμα περισσότερο και πιο άγρια έτσι ώστε να μιλάμε, σήμερα, για μισθούς 200 και 250 ευρώ για 40 ώρες δουλειές την εβδομάδα, όλη αυτή η αποτελεσματική αλλά και εύκολη υποτίμησή μας, ΔΕΝ οφείλεται απλά και μόνο στην αθλιότητα των αφεντικών! Ούτε στην αθλιότητα των νομοθετών… Δυστυχώς: ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ ΚΥΡΙΩΣ ΣΤΗΝ ΑΘΛΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΑΣΤΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ ΜΑΣ ΤΗΝ ΙΔΙΑΣ!!! Που προτίμησε να κοιτάει τι της έδειχναν τα δάκτυλα αντί να δει (και να φυλάξει) τα αχαμνά της… Αθλιότητα απ’ την οποία διάφοροι έβγαλαν και βγάζουν την όποια κομματική υπεραξία μπορούν… (Κάποιοι έγιναν και κυβερνήτες).

Δεν είναι οι νόμοι που μας εμπόδισαν να έχουμε ξεπεράσει προ πολλού τον πατερναλισμό και τις μεσολαβήσεις του συνδικαλισμού κάθε είδους… Δεν είναι οι νόμοι που μας εμπόδισαν να συνειδητοποιήσουμε τι έκαναν πρακτικά τα ντόπια αφεντικά όλα αυτά τα χρόνια, όταν δημόσια κλαίγονταν και έδειχναν την Μέρκελ και τον Σόιμπλε σαν υπαίτιους… Δεν είναι οι νόμοι που μας εμπόδισαν να φτύσουμε πρακτικά και οριστικά τις διαταξικές συμμαχίες των “γενικών απεργιών” και των κεντρικών παρελάσεων… Δεν είναι οι νόμοι που επέβαλαν την μοιρολατρεία, τον κομφορμισμό των ξεπεσμένων του μικροαστισμού… Δεν είναι οι νόμοι που πούλησαν για  “αντίσταση” τα ψυχοσυναισθηματικά εξαρτημένα αντανακλαστικά, του είδους “αγανάκτηση”…

Κι αντίστροφα: στις πιο σημαντικές στιγμές της ιστορίας της η τάξης μας ΔΕΝ απεργούσε επειδή αυτό ήταν “νόμιμο”!!! Απεργούσε επειδή είχε εμπιστοσύνη στον εαυτό της και στο δίκο της – και μπορούσε να πάει μακριά, πολύ μακριά, ακόμα κι όταν οι αγώνες της αντιμετωπίζονταν σαν παράνομοι… Μπορούσε να πάει τόσο μακριά αλλάζοντας τους πραγματικούς συσχετισμούς δύναμης ώστε στο τέλος, τα αφεντικά, αναγκάζονταν να συμβιβαστούν και νομοθετικά.

Θα ξαναγυρίσουμε στο θέμα, αλλά κατ’ αρχήν οπωσδήποτε αυτό: όχι, δεν ξεχνάμε ποια είναι αυτά που μας λείπουν· και όχι, δεν αγοράζουμε “επαναστατικές γυμναστικές” και δημόσιες σχέσεις…

Επιχειρηματική υγεία

Τρίτη 21 Νοέμβρη.Χαίρομαι που είμαι σε μια επιχείρηση, που είναι πρότυπο υγειούς επιχειρηματικότητας. Κι αυτό, κατ’ εμέ, δεν φαίνεται μόνο από τους αριθμούς και τα βιβλία και τα επιτεύγματα της επιχείρησης. Φαίνεται απ’ την επαφή με τους εργαζόμενους. Θα θυμάμαι πάντα ότι πολλοί απ’ αυτούς που τους έσφιξα το χέρι μου είπαν “καλωσήρθατε στο εργοστάσιό Μας”. Όταν ο εργαζόμενος αισθάνεται την επιχείρηση ΚΑΙ δική του, αυτό σημαίνει πάρα πολλά πράγματα…

Ποιος τα είπε αυτά; Μήπως ο Λένιν μιλώντας στο σοβιέτ μεταλλουργίας της Πετρούπολης; Όχι. Τα είπε ο εξοχότατος ψόφιος κοριός μιλώντας με τα αφεντικά των “πλαστικών Θράκης”, πριν μια βδομάδα.

Ο ροζ πρωθυπουργός χάρηκε που κάποιοι εργάτες τον καλωσόρισαν στο εργοστάσιό Τους (αν ήταν εργάτες και όχι επιστάτες…). Το εργοστάσιό «Τους»!… Χάρηκε, σα να λέμε, γι’ αυτήν την μικροαστική πανούκλα της “οικογένειας” και της “κοινής ευθύνης”, που δένει συναισθηματικά και πολιτικά τους μισθωτούς στα αφεντικά Τους. Χάρηκε επειδή είναι καραδεξιός!! Πιο δεξιός; Δεν γίνεται: πηδάς απ’ την ταράτσα!

Να γιατί δεν χρειάζεται να κυβερνήσει άλλο δεξιό κόμμα: η Κουμουνδούρου είναι υπεραρκετή…

(Λοιπόν: πρώτα καταλαμβάνουμε τα εργοστάσια: “χωρίς εσένα γρανάζι δεν γυρνά”. Μετά καταλαμβάνουμε τις εκκλησίες: “χωρίς εσένα θαύματα δεν γίνονται”. Και στο τέλος καταλαμβάνουμε το Βερολίνο: “χωρίς εσένα κανείς δεν κυβερνά”…. Ντάξει;)

Απλήρωτη δουλειά

Σάββατο 5 Αυγούστου. Η πρόταση του κκε που έγινε νόμος (ψηφίστηκε και απ’ τους δεξιούς και από το πασοκ, πέρα απ’ τους φαιορόζ) όπου η αξιόλογη καθυστέρηση καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών του εργαζόμενου από τον εργοδότη, ανεξαρτήτως της αιτίας της καθυστέρησης, θεωρείται μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας και δίνει τη δυνατότητα στον εργαζόμενο να καταγγείλει τη σύμβαση και να λάβει τη νόμιμη αποζημείωση είναι (τυπικά) υπέρ μας. Δείχνει, όμως, ότι ΔΕΝ υπήρχε τέτοια νομική πρόβλεψη όταν ο άρειος πάγος έκρινε, πριν λίγο καιρό, ότι τα χρεωστούμια, από μόνα τους, δεν… κλπ. Δεν υπερασπιζόμαστε τους αρχιδικαστές, κοντράρουμε όμως την παραπληροφόρηση.

Σε ότι αφορά, τώρα, αυτόν τον καινούργιο νόμο: πρακτικά σημαίνει ότι μετά από “αξιόλογη καθυστέρηση πληρωμής” (θα πρέπει να προσδιοριστεί με χρονική ακρίβεια τι σημαίνει “αξιόλογη καθυστέρηση”…) ο εργαζόμενος μπορεί να πάει το αφεντικό στα δικαστήρια. Για τα χρωστούμια, συν την αποζημίωση. Ο.Κ. Εκεί θα συμβεί αυτό που συμβαίνει εδώ και 2 τουλάχιστον δεκαετίες: τα μεν δικαστήρια επιδικάζουν τις εργατικές απαιτήσεις, τα δε αφεντικά απλά δεν πληρώνουν. Γιατί δεν υπάρχει τίποτα που να τους αναγκάζει να το κάνουν.

Αν οι “φίλοι της εργατικής τάξης” θέλουν να κάνουν κάτι με πρακτικές συνέπειες, ας νομοθετήσουν κάτι σαν αυτό: ότι το να μην πληρώνονται μετά από δικαστική απόφαση τα χρέη των αφεντικών απέναντι στους μισθωτούς συνιστά ποινικό αδίκημα, και έχει σαν ποινή φυλάκιση. Αυτός ο φόβος είναι ο μόνος που θα τους αναγκάσει να σταματήσουν το μελόδραμα “μωρέ δεν βγαίνω” και να πληρώνουν.

Τα υπόλοιπα, νομοθετικά ή μη, είναι λίγο πολύ δημοσιοσχεσίτικα…

Απλήρωτη δουλειά

Παρασκευή 7 Ιούλη. Πριν αρχίσουν να κυκλοφορούν «φίδια» (κάτι που έχει ξεκινήσει) πρέπει να σχολιάσουμε / αντιπληροφορήσουμε για μια πρόσφατη απόφαση του αρείου πάγου.

Η υπόθεση: ένας μηχανικός («μπλοκάκιας»…) που δούλευε για χρόνια σε κατασκευαστική σε διάφορα πόστα, αναγκάστηκε να παραιτηθεί όταν επί μήνες η εταιρεία σταμάτησε να τον πληρώνει. Έκανε στη συνέχεια μήνυση, για να πάρει τα δεδουλευμένα του, και όχι μόνο. Χάρη σε μια ευφυή κίνηση του δικηγόρου του (αυτό είναι δικιά μας εκτίμηση) ζήτησε απ’ τα δικαστήρια να θεωρηθεί η παραίτησή του «επιβεβελημένη» απ’ την απληρωσιά, ουσιαστικά να θεωρηθεί «απόλυση». Στη βάση αυτή ζητούσε και αποζημίωση.

Η συνηθισμένη πρακτική. Αυτή η νομική κίνηση, του να λογιστεί δηλαδή σαν απόλυση η παραίτηση λόγω χρεών του εργοδότη, στηρίχτηκε σε ένα ενδιαφέρον, μάλλον πρωτότυπο με τα ως τώρα (νομικά) δεδομένα, αλλά εύλογο επιχείρημα: ότι το να μην πληρώνει ένα αφεντικό τον εργαζόμενό του συνιστά βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας. Αυτές οι τελευταίες λέξεις είναι ένας γνωστός όρος του εργατικού δικαίου, που δίνει δικαιώματα τους μισθωτούς όταν τα αφεντικά πάνε να χειροτερέψουν σε βάρος τους και ερήμην τους τους όρους και τις συνθήκες εργασίας, όπως αυτές προβλέπονται από την σύμβαση της πρόσληψης. Τέτοιες βλαπτικές μεταβολές μπορεί να είναι η αλλαγή αντικειμένου εργασίας, οι αναγκαστικές υπερωρίες, η μονομερής μείωση του μισθού, οι προσβολές, κλπ.

Το να σε αφήνουν απλήρωτο θαυμάσια θα μπορούσε να θεωρηθεί «βλαπτική μεταβολή», με τα ανάλογα δικαιώματα (: την καταγγελία της σύμβασης εργασίας απ’ τον μισθωτό με απαίτηση αποζημίωσης πέρα απ’ τα οφειλόμενα). Είναι κάτι τέτοιο, επί της ουσίας! Ωστόσο στις πολλές δεκαετίες της μισθωτής σκλαβιάς (του γράφοντος), και παρότι βρέθηκε και στην κατάσταση του απλήρωτου, δεν είχε υπ’ όψη του τέτοια δυνατότητα. Η έλλειψη ενός τέτοιου νομικού προηγούμενου ήταν που έκανε την συγκεκριμένη κίνηση ενδιαφέρουσα και καινοτόμα.

Η συνηθισμένη πρακτική απ’ την μεριά της τάξης μας, σε περίπτωση συσσωρευμένων χρεών (μισθών, δώρων, επιδομάτων, κλπ) των εργοδοτών, είναι η επίσχεση εργασίας. Από νομική άποψη εύλογες είναι και οι μηνύσεις. Το πρόβλημα (που θα ίσχυε και στην περίπτωση του πιο πάνω εργαζόμενου) είναι ότι δεν υπάρχει τρόπος να επιβληθεί στους εργοδότες η πληρωμή των ποσών στα οποία καταδικάζονται σε τέτοιες περιπτώσεις. Αν ένας αργοδότης αρνηθεί πρακτικά να πληρώσει (πράγμα συνηθισμένο) πρέπει να ξεκινήσει κάποιος μισθωτός διαδικασία κατάσχεσης σε βάρος του. Που είναι χρονοβόρα. Και, επιπλέον, χρειάζεται να έχει λεφτά: για να πληρώσει τον δικαστικό επιμελητή, τους μεταφορείς όσων κατασχεθούν, αποθήκη για να φυλαχτούν, κλπ. Γενικά μιλώντας τα αφεντικά, ακόμα κι όταν χάνουν τις δίκες για απλήρωτους μισθούς κλπ (πράγμα συνηθισμένο), κάνουν το κορόιδο…

Ξανά η υπόθεση, και η απόφαση. Παράδοξο ή όχι το εφετείο έκρινε στην συγκεκριμένη υπόθεση ότι πράγματι η μη πληρωμή μισθών είναι ένα είδος εκβιασμού ώστε ο εργαζόμενος να παραιτηθεί, και δέχτηκε να την θεωρήσει «απόλυση» επιδικάζοντας του αποζημίωση. Η εταιρεία προσέφυγε στον άρειο πάγο, που αυτός αποφάσισε ότι η μη πληρωμή μισθών κλπ δεν συνιστά (μόνη της) βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας· δηλαδή εργοδοτικό «εκβιασμό»· συνεπώς δεν θεωρείται εξώθηση σε παραίτηση και άρα «κρυμμένη» απόλυση, και δεν συνεπάγεται την καταβολή αποζημίωσης. Θα πρέπει να υπάρχουν (είπαν οι αρχιδικαστές) και επιπλέον στοιχεία που να δείχνουν ότι ο εργοδότης ήθελε να αναγκάσει έναν ή περισσότερους μισθωτούς σε παραίτηση, ώστε να γλυτώσει την αποζημίωση. Κατ’ ουσία άφησαν το ζήτημα “ανοικτό”, σε μελλοντικές δικαστικές αποφάσεις…

Αν είχε επαναληφθεί η απόφαση του εφετείου, αυτό θα ήταν πολύ σημαντικό για δεκάδες χιλιάδες μισθωτούς που δουλεύουν απλήρωτοι. Αλλά η αλήθεια είναι ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος τους δεν κάνει ούτε καν αυτό που τους επιτρέπει η εργατική νομοθεσία, δηλαδή επίσχεση εργασίας· ώστε να αναγκάσουν τους εργοδότες να πληρώσουν. Θα χρησιμοποιούσαν αυτό το καινούργιο, έξτρα όπλο;

Η τελική απόφαση του αρείου πάγου πράγματι ανακουφίζει τους εργοδότες, σε σχέση με την προηγούμενη, πολύ δυσμενέστερη σε βάρος τους, του εφετείου. Αλλά ας μην κοροϊδευόμαστε. Αυτή η ιστορία ήταν υπόθεση ενός μισθωτού (την σχέση «εξαρτημένης εργασίας» του «μπλοκάκια» μηχανικού την αναγνώρισαν όλα τα δικαστήρια, και ο άρειος πάγος) και την εξυπνάδας ενός δικηγόρου. Δεν ήταν κάποια συλλογική ενέργεια, και φυσικά δεν ήταν γνωστή· έγινε τώρα, στο τέλος.

Η απόφαση αυτή ΔΕΝ σημαίνει ότι «δεν τρέχει τίποτα» αν τα αφεντικά δεν πληρώνουν. Σημαίνει ότι «τρέχει» αυτό που έτρεχε ως τώρα: οι μέχρι τώρα νομικές δυνατότητες των μισθωτών. Όχι αμελητέες, και οπωσδήποτε άξιες να χρησιμοποιούνται.

Δεν υπάρχει κανένας λόγος μοιραλατρείας. Χάθηκε κάτι σε μια μεμονωμένη περίπτωση, που μπορεί να κερδηθεί στο μέλλον, πιο συλλογικά και με δημόσια γνώση. Εν τω μεταξύ όμως θα πρέπει, ειδικά απέναντι σ’ αυτούς τους εκβιασμούς των αφεντικών, να κερδηθούν ξανά, στην πράξη, αυτά που η νομοθεσία προβλέπει ήδη. Γιατί αν συνεχίσουν να είναι στην αχρηστία (όπως τώρα) κάποτε θα ξηλωθούν…

Το τυπικό σύνταγμα (των ταξικών σχέσεων) θα πέσει στα βάθη του πραγματικού…
(Κι ας μην ακούσουμε τις γνωστές βλακείες περί “λεγκαλισμού”!)

Κουκουλώματα

Παρασκευή 30 Ιούνη. Τα σκουπίδια φαίνονται· είναι αυτά που φαίνονται σίγουρα, μυρίζουν (και κάνουν μερικές φορές κάποιο πάταγο: οι σακούλες που σκάνε απ’ τα μπαλκόνια). Τα σκουδιάρικα φαίνονται επίσης· κλείνουν και τον δρόμο, αν είναι στενός. Κανείς δεν θέλει να περιμένει στο δρόμο πίσω από ένα σκουδιάρικο.

Όμως αυτά που φαίνονται είναι τα λιγότερα. Για παράδειγμα: με «κάποιον τρόπο» η απεργία τέλειωσε. Ο καθένας μπορεί να φανταστεί ότι υπάρχουν «άλλα επίπεδα», λιγότερο ορατά (ας πούμε: γραφεία, τηλέφωνα, διάδρομοι) που ορίζουν τις εξελίξεις. Έτσι, αν τολμήσει κανείς να φανταστεί τις λέξεις «εργατικός ανταγωνισμός» είναι καταγέλαστος. Αυτό είναι διασταύρωση πελατών και πολιτευτών / παρόχων· όχι ταξική πάλη…

Κι όμως: σ’ αυτές ακριβώς τις «υπόγειες», «αδιάκριτες», «μισομαφιόζικες» μεσολαβήσεις υπάγεται η εργασία. Στα μέρη μας. Όχι μόνο με την «τυπική» έννοια του έργου, του ωραρίου, του μισθού. Αλλά και σαν ιδεολογία, που υπερκαθορίζει τα προηγούμενα. Χάρη σ’ αυτές τις ακλόνητες μεσολαβήσεις έχει κατασκευαστεί η επίσης ακλόνητη ιδέα της «θέσης» εργασίας, και μάλιστα «προσωπικής». Μια ιδέα «ιδιοκτησίας της θέσης» (εργασίας), που είτε μορφοποιείται με την «μονιμότητα» είτε γίνεται αντικείμενο επιθυμίας (λόγω «προσωρινότητας»). Συνεπώς: αυτές οι ακλόνητες μεσολαβήσεις κατασκευάζουν, ανακατασκευάζουν, και διατηρούν ακμαίο τον μικροαστισμό του μισθωτού: πουλάει μεν την εργασιακή δύναμή του, από τυπική άποψη· είναι όμως, ταυτόχρονα, ιδιοκτήτης της «θέσης» (εργασίας). Και σαν τέτοιος απορρίπτει μετά βδελυγμίας την συναίσθηση ότι είναι εργάτης. (Αν δεν είναι ακόμα «ιδιοκτήτης της θέσης» εργασίας, σκοπεύει να γίνει το γρηγορότερο…).

Δεν τελειώνει εδώ η αλληλουχία. Αν η μισθωτή εργασία είναι (ή οφείλει να είναι) ιδιοκτησία θέσης· αν, δηλαδή, το μικροαστικό κοσμοείδωλο υπερκαθορίζει την εργατική πραγματικότητα, τότε και κάθε άλλη έκφραση του μικροαστισμού είναι «εργασιακά» δικαιολογημένη. Όπως: να κάνω μια δικά μου δουλειά· να θεσμίσω επίσημα, δηλαδή, την «ιδιοκτησία μιας θέσης» (εργασίας) – ελεύθερος επαγγελματίας. Κι ακόμα πιο πέρα: να «πετύχω», ώστε να κάνω προσλήψεις ανθρώπων που θα δουλεύουν για μένα αλλά δεν θα είναι εργάτες· θα είναι κι αυτοί ποτισμένοι απ’ τα μικροαστικά στερεότυπα. Δεν θα αποσπώ υπεραξία απ’ αυτούς, ούτε θα τους εκμεταλλεύομαι: θα τους παραδειγματίζω μάλλον μέσω της «επιτυχίας μου»… να «πετύχουν» κι αυτοί / ές, κάποτε. (Εννοείται ότι σαν τέτοιοι δεν έχουν δικά τους δίκαια· θα χαίρονται, απλά, απολαμβάνοντας την καλωσύνη μου και το πετυχημένο μου παράδειγμα.)

Ο πολιτικός προσοδισμός είναι ο γενικός κανόνας που έχει γεννήσει και δικαιολογεί τον πατερναλισμό. Συνδικαλιστικό, εργοδοτικό, κλπ. Αλλά επίσης ο προσοδισμός ανανεώνεται και συντηρείται απ’ τον πατερναλισμό. Ας πούμε βρίσκονται σε «συνεταιρική σχέση».

Χλαπάτσα, λοιπόν, δεν θα πάθουμε απ’ τα σκουπίδια. Σαν εργάτες υποφέρουμε από μια άλλη «μόλυνση», μόνιμη, βαθιά και χρόνια…