Αόρατοι 1

Κυριακή 14 Γενάρη. Ο αγώνας γύρω απ’ την διάρκεια της εργάσιμης ημέρας διαβάζουμε είναι κεντρικός στην μαρξιστική ανάλυση. Στο κεφάλαιο 10 του “Κεφάλαιου”, στον 1ο τόμο, ο Μαρξ κάνει μια χρονολόγηση των διάφορων τρόπων που χρησιμοποίησαν οι καπιταλιστές και τα κράτη για να επεκτείνουν τον ημερήσιο χρόνο εργασίας όσο περισσότερο ήταν δυνατόν, απ’ τα μέσα του 14ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 19ου. Η αιτία ήταν απλή: όσο περισσότερες ώρες ήταν η εργάσιμη ημέρα, τόσο περισσότερο μπορούσαν να εκμεταλλεύονται τους εργάτες. Επειδή, μετά την πληρωμή ενός μισθού επιβίωσης, όλη η εργασία που γινόταν στη διάρκεια της υπόλοιπης ημέρας ήταν υπεραξία για τους εργοδότες.

Στον 19ο αιώνα, η παγκόσμια εργατική τάξη ενώθηκε γύρω απ’ την απαίτηση για λιγότερες ώρες δουλειάς. Καθώς ήταν αναγκασμένοι να δουλεύουν 16 ώρες την ημέρα, οι εργάτες πολέμησαν πρώτα για το 12ωρο, ύστερα για το 10ωρο και στο τέλος για το 8ωρο. Η Πρωτομαγιά κατάγεται απ’ την διεθνή εργατική εκστρατεία για την εργάσιμη ημέρα των 8 ωρών.

Ας πηδήσουμε στο τώρα. Πολλοί εργάτες εξακολουθούν να δουλεύουν υπερβολικά πολλές ώρες, μακρυά καθημερινά και εβδομαδιαία ωράρια, και εκβιασμένες υπερωρίες. Ταυτόχρονα, ένας εξίσου μεγάλος αριθμός εργατών βρίσκεται μπροστά στο αντίθετο: ελάχιστες ώρες εργασίας και αλλοπρόσαλλες αλλαγές στα ωράριά τους, που διαφοροποιούνται μέρα την ημέρα και βρομάδα τη βδομάδα.

Πρωτομαγιά του 1936, στη Ν.Υόρκη. Η τάξη μας είχε ακόμα την “σοφία” να απαιτεί μείωση του χρόνου εργασίας. Τι έγινε και επί τουλάχιστον 70 χρόνια παραιτηθήκαμε απ’ τον εργατικό έλεγχο πάνω στον εργάσιμο χρόνο, παραχωρώντας πλήρη ελευθερία στ’ αφεντικά; Τι έχει γίνει και κρατάμε τα κεφάλια βαθιά μέσα στην άμμο;

Αόρατοι 2

Κυριακή 14 Γενάρη. Είναι πικρό, πολύ πικρό, που σαν σύγχρονη εργατική τάξη βρισκόμαστε πιο πίσω απ’ ότι οι μακρινοί μας πρόγονοι του 19ου αιώνα· απ’ την άποψη της συναίσθησης, της συνείδησης, της πραγματικότητάς μας. Το ότι η συνείδηση “βελτιώνεται σταθερά με τα χρόνια και τους αιώνες” δεν είναι ιστορικός νόμος: στις αρχές του 21ου αιώνα συνειδητοποιούμε, πράγματι, πολύ λιγότερα απ’ όσα συνειδητοποιούσαν πολλοί και πολλές της τάξης μας πριν 150 χρόνια.

Εξηγήσεις γι’ αυτήν την μαζική ιστορική συνειδησιακή κατάρρευση μπορούν να βρεθούν· όχι, όμως, δικαιολογίες. Δεν φταίει η απουσία κάποιου Μαρξ· ούτε και τότε ήταν αναγκαίος (για να μην πούμε ότι ήταν, απλά, άγνωστος). Δεν φταίει, τουλάχιστον με γραμμικό και άμεσο τρόπο, ο ρόλος των κομμάτων και των συνδικάτων, μικρών και μεγάλων: το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της τάξης μας βρίσκεται έξω απ’ αυτές τις δομές του κράτους και του κεφάλαιου. Βρίσκεται, απ’ την άλλη, μέσα στην ομίχλη του μικροαστισμού και των ελπίδων (;) για ατομική διάσωση. Όμως ούτε κι αυτό μας φαίνεται επαρκής εξήγηση. Είναι, κατά κάποιον τρόπο, κυκλική: αν καταλαβαίνεις τις σχέσεις εργασίας με ιδιωτικό τρόπο είναι προφανές ότι δεν πρόκειται να καταλάβεις ποτέ το μονοπώλιο που έχουν αποκτήσει τα αφεντικά (τόσο σαν αφεντικά όσο και σαν ξεχωριστά άτομα) στη διαχείριση και στην κατανομή του χρόνου εργασίας· είσαι μικροαστός ιδεολογικά. Ταυτόχρονα όμως αν δουλεύεις (και πληρώνεσαι) στα όρια της φυσικής επιβίωσης (και πολύ μακρυά απ’ τα δεδομένα της σύγχρονης αξιοπρεπούς ζωής) θα μπορούσες να καταλάβεις…

Αόρατοι 3

Κυριακή 14 Γενάρη. Δεν έχει, όμως, νόημα να δείχνουμε την δυστυχία ελπίζοντας ότι μια τέτοια υπόδειξη μπορεί να γίνει επιχείρημα. Ενισχύει η δυστυχία (επειδή δικαιολογεί), τελικά, τις διάφορες μορφές πατερναλισμού. Είτε την εξάρτηση απ’ την οικογένεια, είτε την εξάρτηση απ’ τον εργοδότη, είτε την εξάρτηση απ’ τα κόμματα, τις πολιτικές προσόδους, τις περσόνες της όποιας εξουσίας. Συνήθως όλες μαζί.

Θα πρέπει, μάλλον, σαν σύγχρονοι εργάτες / εργάτριες, στο βαθμό που συνειδητοποιούμε την κατάστασή μας όχι σαν προσωπικές περιπτώσεις αλλά σαν ταξική καταβύθιση, να προβοκάρουμε δημόσια μία μία όλες εκείνες τις βεβαιότητες που καλωπίζουν την εθελοδουλειά του μικροαστισμού. Δείχνοντας άλλου την γελοιότητά τους κι αλλού την (συχνά κρυμένη) αποτυχία τους. Ένα “punk” σκέλος (και μόνο σκέλος) του εξαιρετικά μειοψηφικού με τις τωρινές συνθήκες εργατικού ανταγωνισμού, όχι με όρους αισθητικής αλλά σαν ρεσάλτο της κοινής λογικής. Η οποία λαθροβιώνει κάτω από στρώματα ιδιωτικών και δημόσιων φαντασιώσεων.

Με άλλα λόγια αυτό θα λεγόταν ιδεολογική αποδιάρθρωση…