Ω αιώνια πόλη! (1)

Πέμπτη 31 Μάη. Η ασταμάτητη μηχανή δεν είναι αδιάφορη απέναντι σ’ αυτό που παρουσιάζεται σαν «ιταλικό δράμα». Και τι δεν έχουν δει τα ντουβάρια στη Ρώμη / αιώνια πόλη: συνωμοσίες, προδοσίες, συγκλητικούς, Καίσαρες, Κλεοπάτρες, μαχαιρώματα, φασίστες, πραξικοπήματα, εξεγερμένους δούλους, κομμουνιστές εργάτες, Βάνδαλους, ακόμα και τον Αννίβα (ad portas!)…. Που σημαίνει: κοιτώντας το πράγμα στο ιστορικό του βάθος έχουμε μια κάποια εμπιστοσύνη στο “ιταλικό σύστημα”. Θα τα καταφέρει (το άλλοτε “εργαστήριο της ευρώπης”) κι αυτή τη φορά!!!

Η αλήθεια είναι, όμως, ότι ο ιταλικός καπιταλισμός έχει προβλήματα – και δεν είναι ο μόνος στην ευρωζώνη. Αν ήταν πριν 70 και βάλε χρόνια, θα προσπαθούσε να τα λύσει κάνοντας μια εκστρατεία στην αιθιοπία και ύστερα μια στην ελλάδα· θα αποτύγχανε και στις δύο· και ύστερα η μαφία του νότου θα συμμαχούσε με τους αμερικάνους διευκολύνοντας μια εισβολή από Σικελία μεριά. Δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί πρόοδος το γεγονός ότι τώρα η Ρώμη δεν στέλνει (όχι, σίγουρα, σε ικανή ποσότητα) στρατό εκτός συνόρων και, αντίθετα, για να λύσει τα προβλήματά του ο ιταλικός καπιταλισμός μοιάζει σα να τρώει τα ρούχα του. Πρόοδος και επιτυχία της ευρωζώνης – το λέμε για διάφορους “πατριώτες” που θα προτιμούσαν να μην υπάρχει αυτή η ρημαδοζώνη (και να πλέκει η μανούλα τους κάλτσες για τα ποδαράκια τους στο μέτωπο της αλβανίας 2.0…)

Ποια είναι τα προβλήματα του ιταλικού καπιταλισμού; Θα το πούμε το μυστικό: την έννοια της πολιτικής προσόδου, την δημιουργία δηλαδή ενός συστήματος καταμερισμού “ωφελημάτων” στη βάση της απόστασης απ’ τις δομές εξουσίας (κι εδώ, εκτός απ’ το “κράτος των κομμάτων” θα πρέπει να συμπεριλάβει κανείς την εκκλησία και την μαφία) ιταλοί αυτόνομοι την συνέλαβαν και την επεξεργάστηκαν! (Thank you Tony!). Και πολιτική προσόδος σημαίνει μόνιμο σφετερισμό του πλούτου που παράγει η εργασία επιπλέον του “τυπικού” καπιταλιστικού. Δεν θα μας έκανε εντύπωση αν μαθαίναμε για κτηνώδη ποσά παρκαρισμένα σε διάφορους φορολογικούς παραδείσους.

Παρότι το ιταλικό κράτος / κεφάλαιο έχει ιστορική μπουρζουαζία εσωτερικού (σε αντίθεση με το ελληνικό) και κατάφερε να σταθεί καλά (απ’ την άποψη του διεθνούς καταμερισμού) στη διάρκεια της 2ης βιομηχανικής επανάστασης, άρχισε να χάνει λάδια στη διάρκεια της 3ης. Και αγνοείται το μέλλον του στην 4η. Έχασε σε διάφορους τομείς την θρυλική μάχη της «ανταγωνιστικότητας» (μια σειρά πρωτοκλασσάτες φίρμες, απ’ την olivetti ως τις αυτοκινητοβιομηχανίες και τις φαρμακοβιομηχανίες έχουν στριμωχτεί σοβαρά) αν και κρατάει καλά στην πετροχημική βιομηχανία (eni) , στη μόδα και αλλού. Αλλά ως πότε; Για να το πούμε διαφορετικά: απέναντι στην κινεζική / ασιατική επέλαση που τόσο φοβάται όλος ο ιστορικός ευρωπαϊκός καπιταλισμός και την αμερικανική “προστατευτική” επίθεση, τι θα καταφέρει να αντιπαρατάξει το ιταλικό κεφάλαιο / κράτος; Αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις; Όχι δα!!…

Αυτά είναι για καμμένους και ψεκασμένους…

Ω αιώνια πόλη! (2)

Πέμπτη 31 Μάη. Όχι, δεν πάει για φούντο συνολικά!!! Ο πολιτικός (και ο γεωπολιτικός) προσοδισμός είναι το μόνο “στοιχείο” της Αθήνας· όχι, όμως, της Ρώμης. Απ’ την άλλη μεριά ο φανερός τρόπος με τον οποίο η άγρια συσσώρευση (μαφίες) είναι συστατικό στοιχείο του (μαύρου) ιταλικού αεπ, και η εν μέρει κατάρρευση της “δημόσιας διοίκησης” (πάλι υπέρ της άγριας εκμετάλλευσης της εργασίας των μεταναστών / μεταναστριών, ειδικά αν και όχι μόνο στο νότο) δείχνει αυτήν την πόλωση των αντιθέσεων ανάμεσα στο (κατά Gramsci) «παλιό που έχει πεθάνει» και στο «καινούργιο που δεν έχει γεννηθεί ακόμα»: εδώ και σχεδόν 3 δεκαετίες η «πολιτική» έκφραση της ιταλικής κοινωνίας χαροπαλεύει ανάμεσα σε διάφορα φασισταριά («επιστροφής στο ηρωϊκό παρελθόν») και σ’ έναν κοινωνισμό / εναλλακτισμό (με την καλή έννοια) που δεν μπορεί να γίνει γενικό σχέδιο.

Για τον ιταλικό καπιταλισμό και την ιστορία του η «επιστροφή στη λιρέττα» είναι εκατό φορές πιο γελοία απ’ την ελληνική «επιστροφή στη δραχμή». Όμως κι εδώ κι εκεί ο αποφασιστικός παράγοντας που έχει εκλείψει (για διαφορετικούς λόγους) είναι ο μεγάλης κλίμακας εργατικός ανταγωνισμός. Κι αν στην ελλάδα αυτός υπήρξε μόνο σποραδικά τα τελευταία 40 χρόνια, χωρίς μνήμη και χωρίς την δική του ιστορία, στην ιταλία τα πράγματα είναι διαφορετικά (αν και χειρότερα από κάποιες απόψεις).

Δεν είναι μόνο ότι εργατικός ανταγωνισμός πετάει όλο αυτό το σκυλολόι των δεξιο-φασιστο μικροαστών που τώρα ψηφίζουν – ψηφίζουν – ψηφίζουν bring back the good old days στα σκουπίδια. Είναι, κυρίως, (στην χειρότερη για εμάς περίπτωση) ότι αναγκάζει τα αφεντικά να σταθούν ενώπιον των θεμελειωδών καπιταλιστικών αντινομιών μέσα στο πεδίο της «εθνικής συσσώρευσής» τους χωρίς τα γιατρικά και τα προσχήματα του πολιτικού προσοδισμού.

Επειδή τα ιταλικά αφεντικά (και όχι μόνο) είναι υποχρεωμένα να αποκλείσουν το ενδεχόμενο του ανταγωνισμού της τάξης μας, «προσφέρουν» ιδεολογικά: το όνειρο μιας ψεύτικης και εικονικής «νομισματικής» / λογιστικής ανατίμησης της ντόπιας (στην ιταλία) εργασίας (με ένα πληθωριστικό «εθνικό νόμισμα») ΚΑΙ την όξυνση του πολέμου κατά των μεταναστών εργατών. Τα ξέρουμε αυτά τα κόλπα – παίζουν κι εδώ. Αυτό, βέβαια, είναι σχέδιο καταστροφής της εργατικής τάξης· με ροζ κορδέλες· και «σωτηρίας» της συσσώρευσης μέσω πραγματικής (έως ακόμα πιο άγριας) υποτίμησης.

Ναι, λοιπόν, η ασταμάτητη μηχανή παρακολουθεί το «ιταλικό δράμα», και θα επανέλθει. Εκείνο που δυσκολεύεται να εντοπίσει είναι το ιταλικό εργατικό αντι-παράδειγμα. Την έφαγε κι εκεί την τάξη μας η «αυτο-πραγμάτωση μέσω τέχνης» – ή «τα ζώα μου αργά»;

Ναι, φαίνεται πως κάπως έτσι έχουν τα πράγματα…

Παράδοξο ή όχι, είναι οι παρακμιακές ηπα όπου η τάξη μας δίνει μαθήματα ανταγωνισμού – υπό δύσκολες συνθήκες…

(φωτογραφία: Κοιτάξτε την γρήγορα – είναι παλιά! Και δεν είναι απ’ τη Ρώμη…)

Ζητήματα ανάλυσης και πρακτικής 1

Πέμπτη 24 Μάη. Ο φίλος της ασταμάτητης μηχανής ήταν λιτός στο μήνυμά του: Θέλετε να εξετάσετε και την περίπτωση να μην ξέρουν τι κάνουν; Αναφερόταν στις γιουνάιτεντ στέιτς οφ αμέρικα, αλλά όχι μόνο.

Η σκέψη δεν είναι καινούργια – αλλά έχει σοβαρές προκλήσεις, ένα μέρος απ’ τις οποίες (αλλά όχι όλες) η ασταμάτητη μηχανή τις αντιμετωπίσει ήδη. Σύμφωνα με το ορθόδοξο manual, επικεφαλής καθε κράτους είναι η αντίστοιχη «εθνική αστική τάξη» (τα εισαγωγικά είναι με αιτία…) που, στις επιλογές, στις κατευθύνσεις και στις μεθοδεύσεις της πολιτικής εκφράζει και υπηρετεί τα γενικά καπιταλιστικά συμφέροντα στον εθνοκρατικό σχηματισμό που της αναλογεί· χωρίς παραπάνω διευκρινίσεις για το τι σημαίνει «γενικά συμφέροντα» και πως διαμορφώνονται.

Το σχήμα είναι βολικό, επειδή δείχνει να έχει μια τυπική επάρκεια, στη βάση της ταξικής διαστρωμάτωσης των καπιταλιστικών κοινωνιών. Κι ενώ αυτή η διαστρωμάτωση είναι (για εμάς) αναμφισβήτητη, το προβοκατόρικο ερώτημα είναι το εξής: Κι αν δεν υπάρχει πλέον «εθνική αστική τάξη» εδώ ή εκεί; Κι αν στη θέση της, εκ των πραγμάτων, υπάρχει «κάτι άλλο», επιφορτισμένο με τις αρμοδιότητές της ή έχοντας κάνει πειρατεία στο πόστο; Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο – και η εργατική ανάλυση δεν πρέπει να είναι συντηρητική, κομπλεξική, ώστε να αποκλείει το ενδεχόμενο – τότε πως ακριβώς διεκπεραιώνεται η διακυβέρνηση των καπιταλιστικών κοινωνιών, στο πέρασμα απ’ την 3η στην 4η βιομηχανική επανάσταση;

Η δική μας εργατική ανάλυση σηκώνει αυτό το γάντι, επειδή το θεωρεί πολύ σοβαρό τόσο από θεωρητική όσο και από πρακτική άποψη. Την υπόδειξη της (σταδιακής ή ακαριαίας;) μείωσης της σημασίας της τάξης των ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής (: ιστορική αστική τάξη…) δεν την έκανε προχτές κάποιος κομμουνιστής. Αλλά στη δεκαετία του 1930 ένας φιλελεύθερος, που έμεινε να αφήσει το όνομα και τις απόψεις του στην ιστορία: ο Κέυνς. Ήταν αυτός που εισήγαγε στην ανάλυση της «καπιταλιστικής οικονομίας» την πραγματικότητα της πολυμετοχικής καπιταλιστικής επιχείρησης και του στρώματος των διευθυντών (: managers), που τυπικά δεν είναι ΟΙ ιδιοκτήτες (ακόμα κι αν είναι μέτοχοι) αλλά είναι έμμισθοι υψηλόβαθμοι γραφειοκράτες – κι ωστόσο αυτοί είναι που αποφασίζουν. Ενημερώνοντας (ή κοροϊδεύοντας), ανάλογα με τα ειδικά συμφέροντά τους, τους «μετόχους» – τυπικά ιδιοκτήτες. Αυτό ισχύει στις επιχειρήσεις. Ισχύει και στο κράτος; Γιατί όχι;

Παρότι στα ‘60s (και σε σχέση με την τότε σοβιετική ένωση) δημιουργήθηκε μια αναλυτική βάση για τον γραφειοκρατικό καπιταλισμό, που τοποθετούσε τους «διαχειριστές» της καπιταλιστικής συσσώρευσης σε μια θέση “ad hoc μπουρζουαζίας» αν και χωρίς την τυπική ιδιοκτησία, το πράγμα ξεχάστηκε στη συνέχεια. Παρότι, ούτε η «πολυμετοχική» καπιταλιστική επιχείρηση εξαφανίστηκε (το αντίθετο), ούτε οι managers και οι ceo…

Ζητήματα ανάλυσης και πρακτικής 2

Πέμπτη 24 Μάη. Αν και το θέμα είναι απ’ αυτά που μας ενδιαφέρουν σαν αυτόνομους εργάτες, ξεπερνάει κατά πολύ τα όρια της ασταμάτητης μηχανής. Μην περιμένετε εδώ την στοιχειωδώς επαρκή ανάλυσή μας!

Ωστόσο κρατάμε το εξής: η ιμπεριαλιστική πολιτική της άλλοτε «μόνης υπερδύναμης», μπορεί πράγματι να αναλυθεί με τα εργαλεία της straight ταξικής διαστρωμάτωσης α λα αρχές του 20ου αιώνα (με “αστική τάξη” και τα συμφέροντά της) ή πρέπει να ενσωματωθούν σ’ αυτήν την ανάλυση (και όχι μόνο για τις ηπα) στοιχεία δομικών μετασχηματισμών στις διαδικασίες μεσολάβησης / αντιπροσώπευσης / επικύρωσης, που δεν είναι καθόλου καινούργια για το “νεοφιλελεύθερο κράτος” (ήδη απ’ τα ‘80s) αλλά έχουν αγνοηθεί συστηματικά επειδή προσθέτουν πολυπλοκότητα σε αναλυτικά σχήματα που θα ήταν βολικό να μείνουν απλά (ακόμα κι αν η απλότητά τους είναι άχρηστη)… Ε;

Το καθεστωτικό ειδησειογραφικό πρακτορείο associated press, πριν δυο μέρες, κάτω απ’ τον τίτλο The princes, the president and the fortune seekers παρουσίασε τεκμηριωμένα στοιχεία (από υποκλοπές mails – αυτό είναι κοινότοπο πια!) που ρίχνουν ένα διαγώνιο φως στην πραγματικότητα του αμερικανικού συστήματος πολιτικής / κρατικής διεύθυνσης: επώνυμοι ποινικοί με φράγκα και αρχινταβάδες ιδιωτικών στρατών, που κάνουν deal με σαουδάραβες και εμιριτιανούς πρίγκηπες (με σκοπό ακόμα περισσότερα φράγκα) και έχοντας πρόσβαση στον, ας πούμε «κεντρικό πυρήνα εξουσίας» στην Ουάσιγκτον, διαμορφώνουν σχεδιασμένα κατά τα συμφέροντά τους, σε συνεργασία με τον «βασιλικό γαμπρό» της Ουάσιγκτον (“clown prince” τον αποκαλούν, ωστόσο!), αυτό που λέγεται «εξωτερική πολιτική των ηπα», για λογαριασμό των πελατών τους: του Ριάντ, του Ντουμπάι, του Τελ Αβίβ. Με άλλα λόγια σχεδιάζουν ακόμα κι έναν πόλεμο επειδή αυτός τους βολεύει· χωρίς “αστική τάξη”….

Δεν είναι η πρώτη φορά που πέφτουν στην αντίληψή μας τέτοιου είδους στοιχεία· κι όχι μόνο για τις ηπα (αλλά και για την ψωροκώσταινα ελλάδα). Η πρώτη λογική (και αποδεκτή απ’ την ασταμάτητη μηχανή σαν αφετηρία) ένσταση θα ήταν κάπως έτσι: δεν μπορούμε (και δεν πρέπει) να αντιμετωπίσουμε τις όποιες καπιταλιστικές διαδικασίες σαν «προσωπικές ιστορίες». Συμφωνούμε κατ’ αρχήν… Όμως:

Ζητήματα ανάλυσης και πρακτικής 3

Πέμπτη 24 Μάη. Η συγκρότηση της αστικής τάξης σαν συλλογικό υποκείμενο (κρατικής) διεύθυνσης, μετά την όποια επαναστατική φάση της (κατά της φεουδαρχίας) έχει συμβεί ΜΟΝΟ όταν είχε να αντιμετωπίσει ένα επίσης συλλογικά οργανωμένο και αποφασισμένο ταξικό υποκείμενο / αντίπαλο: την εργατική τάξη, την τάξη μας. Χωρίς σοβαρή εργατική απειλή γιατί θα έπρεπε να περιμένει κανείς είτε απ’ την αστική τάξη (όταν υπήρχε) είτε απ’ τους διαχειριστές των επιχειρήσεων σαν τέτοιους να συμπεριφερθούν με ενιαίο τρόπο, σαν «εκ των πραγμάτων» τάξη; Μια τέτοια «ελπίδα» θα ήταν μεταφυσική. Θα αγνοούσε ότι ο καπιταλισμός είναι σκληρά ανταγωνιστικός όχι μόνο με όρους «τάξης εναντίον τάξης» όταν, και μόνο τότε, η δική μας τάξη επιβάλει μια τέτοια αναμέτρηση, αλλά και με όρους «κλάδος εναντίον κλάδου», «εθνικοί επιχειρηματίες εναντίον εθνικών επιχειρηματιών», «αφεντικό εναντίον αφεντικού» ή και “γιάπης εναντίον γιάπη”.

Αυτών δοθέντων, και με δεδομένο ότι ήδη απ’ τα ‘80s o νεοφιλελευθερισμός σαν σχέδιο των αφεντικών είχε διπλή ατζέντα, απ’ την μια την διάλυση της όποιας εργατικής απειλής και αφετέρου την αναδιαμόρφωση της «αντιπροσώπευσης» στο πολιτικό τμήμα του κράτους, ούτε παράξενη ούτε εκτός πραγματικότητας θεωρούμε την εξέλιξη και την κεντρικότητα του λομπισμού. Την διαμόρφωση, δηλαδή, ενός πλέγματος εξουσίας όπου τα συμφέροντα δεν μεταφέρονται στην κορυφή με όρους «γενικού ταξικού συμφέροντος» αλλά κυρίως (ή, συχνά, μόνο) με όρους επιμέρους συντεχνιακής οργάνωσης και διείσδυσης. (Προφανώς είναι μάταιο, αλλά έτσι, «για την ιστορία», μπορείτε να  διαβάσετε σχετικά: Sarajevo νο 78, Νοέμβρης 2013 κοινοβουλευτισμός, εξουσία, κράτοςνο 80 Γενάρης 2014, κοινοβουλευτισμός, εξουσία κράτος 2και νο 90, Δεκέμβρης 2014, κοινοβουλευτισμός, εξουσία, κράτος 3).

Δεν είναι, λοιπόν, καθόλου παράδοξο αυτό που εμφανίζεται σαν «δημοσιογραφικές αποκαλύψεις» για την ως πρόσφατα αιχμή της παγκόσμιας καπιταλιστικής ανάπτυξης – και του νεοφιλελευθερισμού –, τις ηπα, που (δεν θα γινόταν διαφορετικά, αυτό το ξέρει η γενική αντικαπιταλιστική ανάλυση!) εμφανίζει πιο καθαρά την διαμόρφωση του λομπίστικου κράτους· του κράτους, δηλαδή, όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται από κυκλώματα «υψηλής συνάφειας» με τις πολιτικές βιτρίνες. Ένα είδος πολιτικού προσοδισμού ανώτερης τάξης (απ’ αυτόν που μελετάμε στο ελλαδιστάν).

Ενώ, λοιπόν, η ανάλυση με κριτήρια «γενικών καπιταλιστικών συμφερόντων» εξακολουθεί να είναι ισχυρή και αποτελεσματική, η σημασία των «ειδικών» (λομπίστικων) συμφερόντων στη διαμόρφωση της κατεύθυνσης και της επιθετικότητας των «γενικών….» δεν πρέπει να υποτιμηθεί απ’ την εργατική ανάλυση. Γιατί μπορεί να εξηγήσει τις οφθαλμοφανείς αστοχίες / αποτυχίες στην ιμπεριαλιστική διάπραξη των «γενικών…». Καθώς και την διαφορά ανάμεσα στις καπιταλιστικές περιπτώσεις όπου το «γενικό» εμφανίζεται ισχυρά προσωποποιημένο και στιβαρό (π.χ. ρωσία ή κίνα) και τις άλλες όπου εμφανίζεται σαν αναιμικό, ακριβώς επειδή δεν έχει γίνει δυνατόν να σχηματιστεί και άρα να εκπροσωπηθεί κεντρικά (π.χ. αγγλία ή ηπα).

Θέλουμε να πούμε, και το αφήνουμε έτσι για το μέλλον: εκεί που κάποιος περιμένει την ακρίβεια και την επεξεργασία του «στρατηγικού» καπιταλιστικού συμφέροντος (εννοημένου σαν έκφραση κάποιας διαμορφωμένης γενικότητας στα καπιταλιστικά συμφέροντα) μπορεί να βρίσκεται αμήχανος μπροστά στις «τακτικές» διαφορετικών «εθνικών» (ή «εθνικά γαλβανισμένων») συμφερόντων, οππορτουνιστικές απ’ την αρχή ως το τέλος. Που παράγουν υποχρεωτικά ασυνέχειες, αντιφάσεις, καραμπινάτες αστοχίες και αποτυχίες… Έτσι ώστε στο τέλος ο παρατηρητής που αναζητεί την συμπαγή έκφραση του γενικού να αναρωτιέται: ξέρουν τί κάνουν;

Δεν ξέρουν και δεν ενδιαφέρονται για τίποτα παραπάνω από μια γρήγορη αρπαχτή – είναι, όμως, ενεργούμενα της γενικής καπιταλιστικής ιστορίας που τους ξεπερνάει. Για καλό και για κακό όμως η τάξη μας (αν βρισκόταν στη θέση που πρέπει) θα έπρεπε να αποφύγει το να να ξεπεραστεί / αλεστεί απ’ την εξέλιξη του καπιταλισμού. Που σημαίνει ότι θα έπρεπε να τα έχει 400…

(Ώφου!!!!! Μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει, η ασταμάτητη μηχανή κάτι θυμάται!! Προτιμότερο, πιο καταπραϋντικό, το αντίθετο: μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει, λήθη…)

Κλόουν 1

Κυριακή 6 Μάη. Ο ισραηλινός πρωθυπουργός Netanyahu δεν απέτυχε, απλά, να πείσει με το πρόσφατο show του με τις δήθεν αποδείξεις του δήθεν «κρυφού» πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης… Γελοιοποιήθηκε διεθνώς! Έγινε ρεζίλι. Έχοντας παρακολουθήσει το show και, βλέποντας τις επόμενες ημέρες τις αντιδράσεις εκτός (αλλά και εντός) ισραήλ, κρίνουμε ότι μπήκε πανάξια στη διάσημη κατηγορία ελλήνων «αντιμνημονιακών» πολιτικών, την εποχή της ακμής τους. Στην κατηγορία «τρεις λαλούν και δυο χορεύουν».

Όμως θα πρέπει να δώσουμε περισσότερη και κάπως πιο απρόσωπη σημασία στο ζήτημα. Σε μια σειρά κρατών (που «τυχαίνει» να είναι συμμαχικά…) συμβαίνει ταυτόχρονα το ίδιο: πολιτικές βιτρίνες – καραγκιόζηδες, στον έναν ή στον άλλο βαθμό. Ουάσιγκτον, Αθήνα, Λευκωσία, Τελ Αβίβ· και σε κάποιο βαθμό Λονδίνο. Αν οι πολιτικές βιτρίνες αποτελούν εκπρόσωπους του κεφάλαιου σε κάθε κράτος (ολόκληρου ή της ηγεμονικής μερίδας του), πράγμα που θεωρούμε ότι ισχύει πάντα, τι σημαίνει το να έχουν αυτές οι πολιτικές βιτρίνες στοιχεία (συχνά έντονα) γελοιότητας; Μήπως έτσι εκφράζεται δημόσια κάποιου είδους υπόγεια «σύγχιση» στις τάξεις αυτών των «εθνικών» κεφαλαίων; Κι αν αυτό ισχύει, τι είδους είναι αυτή η «σύγχιση», και ποια είναι τα ιστορικά της χαρακτηριστικά;

Δεν θα ήταν σωστή κάποια ενιαία απάντηση. Τα μεγέθη είναι τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, ώστε δεν επιτρέπουν μια συνολική γενίκευση. Ωστόσο πρέπει να υποδειχθεί ότι υπάρχει ένα τουλάχιστον κοινό ανάμεσα σ’ αυτούς τους «συμμάχους», με τις όποιες ιδιαιτερότητες ανά περίπτωση: σύγχιση μεσομακροπρόθεσμου προσανατολισμού σ’ έναν καπιταλιστικό κόσμο που οι συσχετισμοί αλλάζουν πολύ γρήγορα. Ή, για να το πούμε διαφορά: τακτικισμός χωρίς ουσιαστικό στρατηγικό ορίζοντα και βάθος.

Ας πάρουμε το ελληνικό παράδειγμα, αφού είμαστε υποχρεωμένοι να το τρώμε στα μούτρα. Το εντόπιο «εθνικό κεφάλαιο», τα ντόπια αφεντικά όλων των κατηγοριών και μεγεθών, αρνήθηκαν κατηγορηματικά το 2009 και το 2010 ότι έχουν σοβαρό, δομικό πρόβλημα συγκρότησης και «λειτουργίας» (με κριτήρια ορθολογισμού), παρότι η χρεωκοπία τόσο του κράτους όσο και των τραπεζών ήταν δεδομένη. Έπεισαν εύκολα τους υποτελείς ότι «φταίνε οι ξένοι» (άλλο που δεν ήθελε η μικροαστική μάζα) και προώθησαν διαδοχικά στο κέντρο της σκηνής διάφορες πολιτικές βιτρίνες που εκπροσωπούσαν αυτό ακριβώς το ελληνικό, εθνικό, καπιταλιστικό. μελοδραματικό δόγμα: «εμείς δεν φταίμε».

Χάρη σ’ αυτό το δόγμα πέρασαν 8 γεμάτα χρόνια, κατά τα οποία το ελληνικό «εθνικό» κεφάλαιο (και, κατά συνέπεια, οι πολιτικοί του εκπρόσωποι) απέδειξε σ’ όλο τον κόσμο πως ούτε έχει ούτε μπορεί να φτιάξει ένα δικό του σχέδιο για την δική του διάσωση / διεθνή αναβάθμιση. Οκτώ γεμάτα χρόνια κατά τα οποία η μόνη δραστηριότητα ήταν ο «λομπισμός» μέσα στις γραμμές των «σχεδίων διάσωσης» που ήρθαν απ’ έξω, η προσπάθεια δηλαδή να διασωθούν οι πολιτικές πρόσοδοι για το ένα ή το άλλο «υποκείμενο»: αφεντικά της μεσαίας τάξης, «μεγάλα» αφεντικά, μικροαστικά αφεντικά διάφορων κατηγοριών.

Μετά από 8 γεμάτα χρόνια πολιτικού δανεισμού και επιτήρησης οι πολιτικές βιτρίνες (σαν εκπρόσωποι του «εθνικού» κεφάλαιου που έχει αποτύχει όχι στο να «βγάζει» φράγκα, ξύγκι κι απ’ την μύγα – άγρια υποτίμηση της εργασίας – αλλά στο να σχεδιάζει μεσο-μακροπρόθεσμα) μιλάνε στα σοβαρά για «έξοδο». «Έξοδο» από που; Απ’ την ανυποληψία δεν φεύγεις έτσι!!! Μια (κινέζικη;) παροιμία, με γενική αξία, λέει ότι η εμπιστοσύνη είναι κάτι που φεύγει γρήγορα καβάλα σε άλογο, και έρχεται δύσκολα κι αργά, περπατώντας με πολύ μικρά βήματα.

Η ελληνική κρατική και καπιταλιστική ανυποληψία, πεταμένη πάνω στον πάγκο του διεθνούς εμπορίου χρήματος, ήταν που εκτόξευσε τα επιτόκια δανεισμού στα τέλη του ’09 και στις αρχές του ’10. Έκτοτε, το μόνο που έκανε το «εθνικό κεφάλαιο» και οι πολιτικοί του εκπρόσωποι μ’ αυτήν την ανυποληψία, ήταν να την βάλουν να χορεύει κάνοντας στριπτίζ. Ακόμα κι εκείνοι (διεθνώς) που στις αρχές αυτής της οκταετίας δεν ήξεραν τώρα ξέρουν.

Το μαξιλάρι της θείας Λίτσας

Κυριακή 22 Απρίλη. Ακούστηκε, ξανακούστηκε, είναι αλήθεια. Η θεία Λίτσα κάνει αποταμίευση (απ’ την σύνταξη της) και τον κουμπαρά τον έχει κάνει προσκεφάλι της.

Δεν το είχαμε πάρει χαμπάρι. Η θεία Λίτσα κοιμάται πάνω σε μερικά δισεκατομμύρια, με προοπτική να γίνουν καμιά εικοσαριά. Δεν είναι πούπουλα, είναι παράδες.

Έπεσε πανικός. Το τελευταίο που θα ήθελε το σπίτι και η γειτονιά είναι να κάνει security στο κομπόδεμα της θείας Λίτσας. Γιατί φωνάζει ότι «το μαξιλάρι θα την σώσει όταν βγει απ’ το τούνελ»; ρώτησε κάποιος. «Επειδή είναι καμμένη» απάντησε ένας άλλος· κι αμέσως μετά η κουβέντα πήγε στους καμμένους γενικά.

Ο οικονομολόγος της παρέας είπε ότι υπάρχει μια διεθνής τάση επιστροφής στο χρυσάφι. Θα προσπαθήσουμε να την πείσουμε να κάνει το κομπόδεμά της λίρες αγγλίας, όπως παλιά. Να τις βάλουμε σε ντενεκέ, να τον θάψουμε στην αυλή. «Κι αν αρχίσει να κοιμάται από πάνω;» ρώτησε ο ξάδελφος ανήσυχος. «Θα της ρίξουμε χώμα, να μην κρυώσει» του είπα. Με τον τόνο του «δώστε στην πατρίδα του θανάτου το φιλί».

«Πεθαίνει σαν χώρα» μουρμούρησε ο ξάδελφος. Αλλά το είπε σιγανά, να μην το ακούσει η θεία Λίτσα, και νομίζει ότι θέλουμε να την κληρονομήσουμε…

(φωτογραφία: Χρυσοθήρες στη ν. ζηλανδία, στη δεκαετία του 1930. Η αναζήτηση χρυσού με σκάψιμο, πολύ σκάψιμο, είχε την τιμητική της στη διάρκεια σοβαρών κρίσεων, ανεργίας, φτώχιας, κλπ. Όπως και η αναζήτηση πετρελαίου.

Καμία σχέση με την θεία Λίτσα, το μαξιλάρι της, την αοζ της και το γκάζι κάπου θαμμένο…)

Το τούνελ 1

Παρασκευή 20 Απρίλη. Όχι μόνο το μοντέλο φτηνή εργασία δεν άλλαξε, όχι μόνο ο πολιτικός προσοδισμός δεν καταστράφηκε σαν κυρίαρχη ιδέα και πρακτική, αλλά στην πραγματικότητα ισχυροποιήθηκε στο «μνημονιακό ελλαδιστάν». Η σχεδόν αποκλειστικότητα της τουριστικής βιομηχανίας μέσα στον χάρτη της «μείωσης της ανεργίας» το αποδεικνύει. Συνδυάζει αυτά τα δύο: την άγρια εκμετάλλευση της εργασίας απ’ την μια, και την απαλλοτρίωση γεωγραφικών και γεωφυσικών πόρων (την θάλασσα ενός αρχιπελάγους για παράδειγμα, τα «μαγευτικά ακρογιάλια»….) τους οποίους κανείς δεν έφτιαξε αλλά πολλοί αποζημούν άγρια, με την άδεια και τις ευχές του κράτους. Μόνο αν σκεφτόταν κανείς την οριακή εκμετάλλευση των υδάτινων αποθεμάτων που κάνει η ελληνική τουριστική βιομηχανία, και τις συνέπειες που έχει και θα έχει αυτό, θα ανατρίχιαζε. Κι όμως: δεν τρέχει τίποτα. Δεν τρώνε μόνοι τους οι «μεγάλοι κεφαλαιοκράτες» του κλάδου· τρώνε και οι μεσαίοι, και οι μικροί. Εθνική ενότητα. Όσο πιο φτηνή δουλειά, όσο πιο φτηνοί «πόροι», τόσο καλύτερα: η τουριστική βιομηχανία είναι ο «εθνικός πρωταθλητής» διάολε!!!

Το μόνο που άλλαξε αυτά τα 8 χρόνια διεθνούς πολιτικού δανεισμού και επιτήρησης, και δεν ήταν για καλό, ήταν η μετατόπιση ενός ακόμα μεγαλύτερου μέρους των εντόπιων καπιταλιστικών δραστηριοτήτων στην «μαύρη», κάτω απ’ τα ραντάρ, και στην πραγματικότητα στους λογαριασμούς των φραξιών του οργανωμένου εγκλήματος. Εκεί τα έσοδα και οι “δουλειές” ανθούν, πράγματι. Μόνο που δεν είναι μεγέθη (π.χ. σε σχέση με το αεπ) που μπορούν να καταγραφούν, ώστε να αποτελέσουν εχέγγυο, κάλυψη, για την δανειοληπτική αξιοπιστία του «λευκού κράτους».

Το μοντέλο της έντασης εργασίας σε κυρίαρχη (έως σχεδόν αποκλειστική θέση), μοντέλο που καθιερώθηκε και εξοπλίστηκε στα ‘90s σε βάρος των χιλιάδων μεταναστών και μεταναστριών απ’ τα ερείπια του πρώην «ανατολικού μπλοκ», βαλκανικού κατά κύριο λόγο αλλά όχι μόνο, αυτό το μοντέλο που είναι συνώνυμο των πρόσφατων «χρυσών εποχών», εγκαταστάθηκε μόνιμα και οριστικά στο πνεύμα και στο σώμα της ελληνικής καπιταλιστικής συσσώρευσης. Το καθήκον μας σα σύγχρονη εργατική τάξη ήταν να αμφισβητούμε (έως και ακυρώσουμε) αυτό το «εθνικό μοντέλο»! Αποτύχαμε: η τάξη μας ούτε καν το διανοήθηκε – κι έτσι συνέχισε να σκάβει τον λάκο της. ‘Οσο για εμάς που το διανοηθήκαμε (με συλλογικό τρόπο) απλά πλησιάσαμε επικίνδυνα στα όρια της «γραφικότητας»…

(Κι ωστόσο είχαμε και έχουμε απόλυτα απόλυτα δίκιο! Αυτή η χιλιοτραγουδισμένη τα προηγούμενα χρόνια «ανατροπή» δεν γίνεται αλλάζοντας την «κορυφή», τις πολιτικές βιτρίνες· ή, όπως ήλπιζαν και ελπίζουν διάφορα λιγούρια και αποτυχημένα λαμόγια, με μερικούς βουλευτές. Γίνεται (και μόνον έτσι) ανατρέποντας τους συσχετισμούς στην εργατική βάση της καπιταλιστικής πυραμίδας…. Δύσκολο, πολύ δύσκολο. Αλλά αυτό είναι το σωστό).

Ο παράγοντας του χρόνου

Παρασκευή 20 Απρίλη. Μ’ όποια σοβαρά κριτήρια κι αν μετρήσει κανείς την κατάσταση, το συμπέρασμα είναι το ίδιο: το ελλαδιστάν είναι ένα failed state· επειδή είναι μια failed society. Ταξική, ταξικότατη, αλλά με λούμπεν διαταξική “κουλτούρα”. Οι προβολές στο μέλλον απλά κάνουν ακόμα πιο δυσοίωνη την πρόγνωση. Η γνώση της ιστορίας επιβεβαιώνει την «ιστορική συνέχεια». Θα ξαναθυμήσουμε ότι ο 20ος αιώνας, ο αιώνας του φορντισμού που, ειδικά μετά τον β παγκόσμιο, ήταν αλλού στας ευρώπας η εποχή του κεϋνσανιασμού και του κράτους πρόνοιας, στο ελλαδιστάν ήταν κυρίως ένας αιώνας εμφυλίου πολέμου, σε διαδοχικά επεισόδια. Ακριβώς επειδή ο πολιτικός προσοδισμός δεν τους χωρούσε όλους, και πάντα έπρεπε κάποιοι (χιλιάδες) να βρίσκονται εκτός· μέχρι τις επόμενες εκλογές ή το επόμενο πραξικόπημα· μέχρι τους «δικούς τους στο γκουβέρνο».

Όταν ο πολιτικός προσοδισμός σαν υποκατάσταση / παραλλαγή του κράτους πρόνοιας εκδημοκρατίστηκε (επί πασοκ, στα ‘80s) άρχισαν οι χρεωκοπίες, φανερές ή κρυφές, σε λιγότερο από μια δεκαετία. Την παρτίδα έσωσε απ’ τις αρχές των 90s ένας καινούργιος γύρος μαζικών αποκλεισμών απ’ τις πολιτικές προσόδους, σε συνδυασμό με την άγρια εκμετάλλευση της εργασίας: η πολιτική απαγόρευση ενός μεγάλου μέρους της εργατικής τάξης, των μεταναστών και μεταναστριών. Αλλά κι αυτό (η “ανάπτυξη”…) είχε ημερομηνία λήξης: η ακόρεστη όρεξη των ντόπιων μικροαστών οδήγησε τελικά σε μια ακόμα χρεωκοπία. Κι αυτή δεν γινόταν να κρυφτεί. Και τι περιμένει κανείς, λοιπόν, από δω και στο εξής; Η «εξαγωγή εργασίας», ειδικευμένης και μη, δεν είναι αρκετή για να ελαφρύνει τους κρατικούς ισολογισμούς. Η νέα “εθνική” μετανάστευση, κυρίως αν και όχι αποκλειστικά, εντός ε.ε. και ευρωζώνης, ανακουφίζει μεν τις πιέσεις για την κατανομή των πολιτικών προσόδων αλλά δεν αλλάζει το μοντέλο.

Αυτά όλα συμβαίνουν σε μια περίοδο διαρκούς όξυνσης των ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών. Ιστορικά, σε κάποιες περιπτώσεις, αυτή η όξυνση υπήρξε «ευκαιρία» για τον γεωπολιτικό προσοδισμό του ελλαδιστάν. Αν, όμως, μελετήσει κανείς πιο προσεκτικά την ιστορία του, θα δει ότι οι «επιτυχίες» και οι «αποτυχίες» του συγκλίνουν πάντα στο ίδιο σημείο: στους διεθνείς συσχετισμούς δύναμης, και την έκβαση της ενδοκαπιταλιστικής σύγκρουσης μακριά, πολύ μακριά απ’ τον ελληνικό ορίζοντα. Κάθε φορά που το ελλαδιστάν βρέθηκε στη μεριά των νικητών (π.χ. Β παγκόσμιος πόλεμος), και άρα είχε γεωπολιτικά προσοδικά οφέλη, ο εσωτερικός ανταγωνισμός για τις καινούργιες πολιτικές προσόδους αγρίευε στον ύψιστο βαθμό, καθοδηγούμενος απ’ την πιο μαύρη και αντιδραστική συμμαχία των αφεντικών και των μικροαστών λακέδων τους: π.χ. «εμφύλιος» 1944 – 1949. Κάθε φορά που το ελλαδιστάν έχανε (π.χ. «μικρασιατική καταστροφή») πάλι την πλήρωναν οποιοιδήποτε άλλοι εκτός απ’ τα ντόπια αφεντικά: άγρια προλεταριοποίηση των προσφύγων, ρατσισμός, κλπ.

Μ’ άλλα λόγια: η ιδέα ότι το ελλαδιστάν θα κερδίσει τώρα πουλώντας σε καλή τιμή, για άλλη μια φορά, την θέση του οικοπέδου σε αμερικάνους, ισραηλινούς και όποιους άλλους απ’ τον «άξονα», έχει αξία μόνο, ΜΟΝΟ, για τα αφεντικά. Ποτέ δεν έγινε αλλιώς, ποτέ δεν θα γίνει αλλιώς!

Είναι όμως η προσμονή γεωπολιτικών κερδών απ’ τον σε εξέλιξη 4ο παγκόσμιο πόλεμο έστω ρεαλιστική; Δεν μπορούμε να κάνουμε προβλέψεις για την εξέλιξή του. Πάντως ένα κράτος παρίας δεν μπορεί, ακόμα και στην καλύτερη των περιπτώσεων, να πάρει, σαν γεωπολιτικές προσόδους, τίποτα περισσότερο απ’ αυτό που αντιστοιχεί στην πραγματική «συμβολή» του· ίσως και κάτι λιγότερο. Και (αυτό μπορούμε να το προβλέψουμε!) σ’ έναν παγκόσμιο πόλεμο που το κύριο πεδίο του (θα) είναι η ευρασία και ο ειρηνικός, η άκρη της χερσόνησου του Αίμου δεν θα προσφέρει πολλά…

Στηρίζοντας ό,τι πιο αιμοβόρο και αντιδραστικό υπάρχει στην ανατολική Μεσόγειο και στη μέση Ανατολή (με την ελπίδα ότι τα «αφεντικά», η Ουάσιγκτον και το Λονδίνο, «θα δώσουν κάτι τις») τα αφεντικά και οι λακέδες του ελλαδιστάν προσπαθούν μάταια να αναβιώσουν τον 19ο και τον 20ο αιώνα της καπιταλιστικής ιστορίας… Ένας Κολοκοτρώνης τους λείπει…

Μην σας φανεί παράξενο ότι τα ντόπια αφεντικά έχουν χάσει την μπάλα. Πρώτον, δεν είναι καθόλου η πρώτη φορά που αυτό συμβαίνει στην ντόπια ιστορία. Και δεύτερον, αυτά τα αφεντικά, δεν έχουν καμία ιστορία «αυτοδύναμης ανάπτυξης» άξιας λόγου· ούτε, κατά συνέπεια, την συνείδηση της “τάξης δι’ εαυτήν”. (Την αποκτούν μόνο όταν τους απειλήσουμε εμείς, σαν τάξη…). Η συνείδησή τους είναι κατάλληλα μετατοπισμένη: “τάξη μέσω της νομής του κράτους”.

Με την συζητήσιμη εξαίρεση των εφοπλιστών (που ωστόσο, στην πλειοψηφία τους, έχουν με το ελληνικό κράτος όχι μια σχέση σχεδιασμού και διοίκησης αλλά μόνο εξυπηρέτησης ευκαιριακών και συγκεκριμένων συμφερόντων, και ορισμένες φορές «ευεργεσιών», χωρίς την ευθύνη και τον μπελά κάποιου γενικού σχέδιου διεύθυνσης· κάτι που είναι λογικό με βάση τον global χαρακτήρα των επιχειρήσεών τους… Την διεύθυνση του ελληνικού κράτους την έχουν κάνει απ’ τον 19ο αιώνα outsourcing στους έλληνες κοτσαμπάσηδες…) τα ντόπια αφεντικά έχουν «αναπτυχθεί» στη βάση του πολιτικού προσοδισμού. Των διάφορων νομοθετικών παραθύρων, των εφοριακών παραβλέψεων, των πολεοδομικών εξαιρέσεων, των δημοτικών και νομαρχιακών παρεμβάσεων, των δικαστικών αποφάσεων, κλπ. Και, κατά συνέπεια, αγνοούν τι είναι στρατηγική με μεγάλο βάθος χρόνου. (Έχουμε συγκεκριμένα και πρόσφατα παραδείγματα επ’ αυτού, αλλά θα ασχοληθούμε μαζί τους άλλη φορά).

Το τούνελ 2

Παρασκευή 20 Απρίλη. Πρέπει να θυμίσουμε ότι πολύ πρόσφατα, το 2015, οι φαιορόζ ανέλαβαν απ’ τα ντόπια αφεντικά το καθήκον να πουλήσουν «γεωπολιτική αξία» σε οποιονδήποτε θα ήταν διατεθειμένος να πληρώσει καλά, και μάλιστα να κάνουν αυτό το νταραβέρι in extremis. Με τσαμπουκά. (Οι προηγούμενοι είχαν προσπαθήσει το ίδιο, αλλά πιο light). Η Αθήνα απείλησε τους πάντες στην ευρώπη (την ε.ε., την ευρωζώνη, το Βερολίνο, την ε.κ.τ….) – ψεκασμένος υπ.αμ, ογκόλιθος υπ.εξ. και Γιάνης υπ.οικ. ήταν η «επιθετική τριπλέτα» – ενώ έγλυψε όλους τους υπόλοιπους: Μόσχα, Πεκίνο, BRICS, Ουάσιγκτον… ακόμα και το Καράκας.

Δεν βρέθηκε κανείς, ΚΑΝΕΙΣ, διατεθειμένος να πληρώσει ούτε μισό σέντσι πάνω απ’ την «εμπορική αξία» των δουλειών που είχε, ή δεν είχε, στα μέρη μας! Δεν βρέθηκε κανείς, ΚΑΝΕΙΣ, διατεθειμένος να δανείσει ένα κράτος ξωφλημένο. Εκτός, φυσικά, απ’ την ε.ε., που μετά την απαλλαγή των γαλλικών και των γερμανικών τραπεζών και δεκάδων ασφαλιστικών ταμείων απ’ τα ελληνικά ομόλογα, είχε όλο τον χρόνο να αναρωτηθεί αν περιμένει κάτι παραπάνω απ’ την «μικρή ασθενή» εκτός απ’ το να πληρώνει τα χρέη της προς τα κράτη. Που την έσωσαν απ’ την καταστροφή.

Κι έτσι πέρασε ο καιρός. Ωστόσο από πιο τούνελ νομίζουν οι πολιτικές βιτρίνες ότι θα «βγάλουν την χώρα»; Το κουβαλάει επάνω του ο ντόπιος καπιταλισμός / το ντόπιο κράτος, είναι είναι ένα μόνιμο τούνελ – «δημόσιο έργο» που υπερκοστολογείται και μένει διαρκώς ατελείωτο για να επεκτείνεται, είναι η «καμπούρα» τους… Αλλά, τελικά, και η δική μας «καμπούρα». Της τάξης μας.

Αν νομίζουν ότι αυτό δεν το έχουν καταλάβει οι πάντες στον πλανήτη, και ειδικά οι έμποροι χρήματος, δεν ξέρουν τι τους γίνεται. Πράγμα που δεν μας εκπλήσσει. Αν πιστεύουν ενδόμυχα ότι πάλι εμείς θα πληρώσουμε την «έξοδο» και τον «δρόμο προς την γη της επαγγελίας» έχουν δίκιο. Ούτε αυτό μας εκπλήσσει.

Εφόσον συνεχίσουμε στον ίδιο μαλακισμένο μικροαστισμό, φυσικά και έχουν δίκιο…