Γιατί η αριστερά ενθουσιάζεται με τις καθολικές απαγορεύσεις;

Κυριακή 24 Γενάρη. Η Lisa Mckenzie είναι μάλλον άγνωστη στα μέρη μας, είναι όμως γνωστή στα δικά της. Από εργατική οικογένεια του Nottingham ριζοσπαστικοποιήθηκε στα 16 της συμμετέχοντας και υποστηρίζοντας την δίχρονη απεργία των ανθρακωρύχων, στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Αναρχική και μαχητική παράτησε το σχολείο, για να αποφασίσει αρκετά αργότερα ότι πρέπει να το τελειώσει· και στα 31 της μπήκε στο πανεπιστήμιο του Nottingham για να σπουδάσει κοινωνιολογία. Από τότε ασχολείται συστηματικά (και συχνά ακτιβιστικά) με τα ζητήματα της αγλικής εργατικής τάξης. Τα παρακάτω είναι αποσπάσματα από προχθεσινό άρθρο της (απ’ το ρωσικό rt) με τίτλο Why is the Labor Party so enthusiastic about Covid-19 lockdowns when they are so destructive to our poorest communites?

… Τα τωρινά προβλήματα δεν είναι καινούργια, αλλά εκείνο που θεωρώ ασυνήθιστο και ανησυχητικό είναι η απουσία οποιασδήποτε αντίθετης φωνής. Την τελευταία χρονιά, η πανδημία του covid-19 και τα επακόλουθα μέτρα για τον έλεγχό της έχουν παραβιάσει σοβαρά τα ανθρώπινα και πολιτικά μας δικαιώματα ειδικά μέσα σ’ εκεινα τα υποκείμενα που βρίσκονταν ήδη κάτω απ’ τον κρατικό έλεγχο εξαιτίας του χρώματός τους, των κοινοτήτων τους και της κοινωνικής τάξης τους.

… Ξέρουμε ότι οι κοινότητες της εργατικής τάξης στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στις δημόσιες υπηρεσίες. Ακόμα και πριν την πανδημία αυτές οι υπηρεσίες είχαν μειωθεί σημαντικά λόγω λιτότητας, αλλά μετά τον covid έχουν εξαφανιστεί εντελώς.

Για τις οικογένειες της εργατικής τάξης τα δημόσια σχολεία ήταν πάντα πολύ περισσότερο από χώροι μάθησης, ήταν τόποι κοινωνικής συνεύρεσης, με τα μικρά καθημερινά να μεταφέρονται από στόμα σε στόμα, να φτιάχονται φιλίες, μέρη όπου οι άνθρωποι συναντιόνταν για να μάθουν ο ένας τα νέα του άλλου. Τα σχολεία προσφέρουν ένα ζεστό γεύμα και φροντίδα για τα παιδιά που οι εργάτες γονείς χρειάζονται πολύ έντονα.

Τα λοκντάουν έπεσαν πάνω σ’ αυτές τις κοινότητες σαν τσουνάμι – και θα δούμε όλη την έκταση της ζημιάς που προκάλεσαν μόνο όταν το παλιρροϊκό κύμα θα έχει υποχωρήσει. Γι’ αυτό και απορώ για την θρησκευτική υποστήριξη της πολιτικής αριστεράς και κεντροαριστεράς στο να μείνουν οι άνθρωποι κλειδωμένοι στα σπίτια τους. Η αριστερά κάθεται στην άκρη και σχεδόν πανηγυρίζει καθώς τα πολιτικά δικαιώματα καίγονται μπροστά της. Το εργατικό κόμμα και τα συμβούλια που ελέγχει σ’ όλη την χώρα έχουν επιβάλει λοκντάουν με εντελώς θρησκευτικό ζήλο. Φυσικά πρέπει να είναι οι άνθρωποι ασφαλείς, όπως επίσης να εξασφαλίσουμε ότι το NHS δεν θα πνιγεί, αλλά βλέπω μια απόλυτη έλλειψη κατανόησης για το πως οι φτωχότερες κοινότητες παλεύουν να τα βγάλουν πέρα σε συνθήκες λοκντάουν.

Οι απορίες μου επεκτείνονται στην ευρύτερη αριστερά, που επίσης ζητάει συνέχεια όλο και πιο αυταρχικά μέτρα απαγορεύσεων και κατάργηση των δικαιωμάτων των ανθρώπων. Έχουν δοθεί επιπλέον εξουσίες στην αστυνομία για να σταματάει, να κάνει ερωτήσεις, να κόβει πρόστιμα και να κάνει συλλήψεις σε δημόσιους χώρους και παρ’ όλα αυτά άκρα του τάφου σιωπή απ’ το εργατικό κόμμα και την βρετανική αριστερά. Η αστυνόμευση έχει γίνει ολοφάνερη στις πόλεις μας, και φυσικά εκείνοι που είναι πιο πιθανόν να τους σταματήσει, να τους αρχίσει τις ερωτήσεις και να τους κάνει έρευνα η αστυνομία είναι οι νεαροί της εργατικής τάξης, κυρίως οι μαύροι και από άλλες μειονοτικές ομάδες. Θα περίμενα πως τουλάχιστον αυτή η πραγματικότητα θα τραβούσε την προσοχή έστω κάποιων τμημάτων της αριστεράς, αλλά φαίνεται πως είναι εντελώς αδιάφορη απ’ την άνοδο του αυταρχισμού που επιβάλλεται στο όνομα της πανδημίας. Θα πρέπει να πολεμήσουμε πολύ σκληρά για να πάρουμε πίσω αυτά τα δικαιώματα όταν θα τελειώσει αυτή η ιστορία.

Γιατί, λοιπόν, το εργατικό κόμμα και η ευρύτερη αριστερά δεν δείχνουν ούτε ενδιαφέρον ούτε αλληλεγγύη για τις συνέπειες των μέτρων των απαγορεύσεων ή της ακύρωσης των πολιτικών δικαιωμάτων ειδικά στις φτωχότερες κοινότητες;

… Η γνώμη μου είναι ότι το εργατικό κόμμα και η ευρύτερη αριστερά τα τελευταία 40 χρόνια εγκατέλειψαν την εργατική τάξη και ουσιαστικά έγιναν ένα κόμμα της μεσαίας τάξης και για λογαριασμό της… Δεν είναι κάτι που το λέω ελαφρά τη καρδία αλλά πιστεύω ότι το ταξικό μας σύστημα είναι τόσο θωρακισμένο και τόσο τοξικό ώστε η μεσαία τάξη – οι πολιτικοί και τα μήντια που παίρνουν γραμμή απ’ το Westminster – θεωρούν ότι η βρετανική εργατική τάξη αποτελείται από μωρά που πρέπει να τα καλοπιάνει κανείς, να τα κοροϊδεύει και να τα τιμωρεί για να πάρουν το φάρμακό τους…

Πέστα χρυσόστομη! θα λέγαμε αν το ζήτημα δεν ήταν τόσο σοβαρό. Για παράδειγμα στις p.c. εποχές στα μέρη μας οι μετανάστες και οι μετανάστριες φαίνονταν πως έχουν αρκετούς φίλους, αν και με όχι μεγάλη κάψα. Με την υγιεινιστική τρομοεκστρατεία η συντριπτική πλειοψηφία τους εξαφανίστηκε, επειδή προφανώς έπρεπε να προστατέψουν την καλή τους υγεία· την ίδια στιγμή που τα κάτεργα / στρατόπεδα συγκέντρωσης κλειδώνονταν κυριολεκτικά, επ’ άπειρον – για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας… Κι έτσι όσα έχουν μαθευτεί γι’ αυτόν τον εγκλεισμό–μέσα–στον–εγκλεισμό είναι από μη ελληνικά μήντια και τους ελάχιστους ανθρώπους που δεν εγκατέλειψαν το καθήκον της αλληλεγγύης.

Απ’ την αρχή της τρομοεκστρατείας μέχρι τώρα ανακατασκευάστηκε αυτή η παλιά, αφηρημένη και γενικόλογη ιδέα του «ανθρώπου» (που κινδυνεύει), χωρίς ταξικούς προσδιορισμούς (και για τους εργάτες: περιορισμους), χωρίς άλλα εμπόδια ή διαφορές φυλής ή φύλου. Οι caradinieri προτίμησαν να εννοούν τις κοινωνίες σαν αταξικές συσσωματώσεις, σαν ισοπεδωμένες-μπροστά-στον-κίνδυνο-μάζες-έμβιου-υλικού, ξεχνώντας ότι πάντα και παντού οι καθολικές απαγορεύσεις είναι βασικό εργαλείο στο να γίνει ακόμα πιο βάρβαρη η καταπίεση και πιο δύσκολη η καθημερινή ζωή των αδυνάτων. Σε στιγμές λυρισμού έφτασαν μάλιστα να υποστηρίζουν πως τα πραξικοπήματα γίνονται για το καλό αυτών των αδυνάτων – για να χρωστούν αιώνια χάρη στους φιλάνθρωπους κυρίους, πολιτικές βιτρίνες, ειδικούς, ιερείς της υγείας, δημαγωγούς, και λοιπούς σωτήρες· εσχάτως και στις φαρμακο-μαφίες.

Σ’ ένα σημείο μόνο ίσως κάνει λάθος η Mckenzie. Δεν πρόκειται για “εγκατάλειψη” της εργατικής τάξης, αλλά για το εσκεμμένο σπρώξιμό της προς τα δεξιά και ακόμα δεξιότερα! Για ποιόν λόγο η αριστερά του κράτους, του κεφάλαιου, του μικροαστισμού και των “μεσαίων στρωμάτων” θα έπρεπε να κουβαλάει στα σοβαρά και τις πολιτικές μεσολαβήσεις της παλιάς και της νέας εργατικής τάξης σε συνθήκες 4ης βιομηχανικής επανάστασης όταν είναι πρακτικά ευκολότερο να την περιθωριοποιήσει, να την ελεεινολογήσει και, ακόμα περισσότερο, να την ποινικοποιήσει έως να την εγκληματοποιήσει· και πότε πότε, “κούκου!”, με λόγια παχιά, θεωρίες και ταξίματα, να μαζεύει τις όποιες ψήφους της; Οι μικροαστοί και μεσοαστοί που αποτελούν τον οργανωτικό “κορμό”, από ένα σημείο και πάνω, στις σχετικές κομματικές ιεραρχίες το τελευταίο πράγμα που θα νοιάζονταν είναι να κριτικάρουν την υγιεινιστική πανούκλα που έγινε η βάση της τρομοεκστρατείας· είναι η δική τους πανούκλα, με την οποία έχουν μακρόχρονη σχέση!!

Η αλήθεια είναι ότι η σύγχρονη εργατική τάξη στον “πρώτο κόσμο” δεν έχει δική της άποψη για το σώμα, για την υγεία, για την αρρώστια· και δεν έχει γενικότερα δική της πολιτική έκφραση και οργάνωση εδώ και δεκαετίες. Ζει (πολιτικά) με τα αποφάγια της νομής της εξουσίας από άλλους. Δεν έχει επειδή δεν φρόντισε να φτιάξει· δεν έχει επειδή, επίσης, της απαγορεύεται να φτιάξει. Της απαγορεύεται να φτιάξει αν όχι δια ροπάλου (ακόμα) οπωσδήποτε μ’ όλα τα υπόλοιπα υπόγεια αλλά αποτελεσματικά μέσα, συμπεριλαμβανόμενου του πάντα δηλητηριώδους μικροαστισμού.

Μην έχοντας τέτοια έκφραση και οργάνωση έφαγε και τρώει γερές κλωτσιές για να παραδώσει όχι απλά την “εργατική δύναμή” της αλλά την ζωή της συνολικά στο βιο-πληροφορικο-ασφαλίτικο σύμπλεγμα.

Το αφεντικό πρώτα και πάντα

Πέμπτη 3 Αυγούστου. Ο σοσιαλφιλελεύθερος γάλλος πρόεδρος δεν είναι φασίστας. Όχι, σίγουρα, του είδους των ‘30s. Εκφράζει εκείνο το (καθόλου αμελητέο) τμήμα του γαλλικού κεφάλαιου που θα ήθελε εδώ και χρόνια κάτι ανάλογο με την «ατζέντα 2010» (που πέρασε στη γερμανία το 2003 ο κυβερνητικός συνασπισμός σοσιαλδημοκρατών / πράσινων) αλλά δεν μπορούσε να το πετύχει παρά μόνο σε δόσεις.

Οι διαδοχικές «μεταρρυθμίσεις» στην γαλλική εργατική νομοθεσία (μια νομοθεσία που είχε διαμορφωθεί στα ’50ς, στα ‘60ς και στα ‘70ς για να κατευνάσει την μη ελέγξιμη εργατική απειθαρχία) έχουν σχεδόν λύσει τα χέρια των αφεντικών και στη γαλλία. Ο Macron θα «σκουπίσει» ό,τι έχει απομείνει. Και σαν σοσιαλφιλελεύθερος το κάνει μετά από «συζήτηση με τα συνδικάτα». Όπως πριν σχεδόν 15 χρόνια οι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες του Schroder. Υποθέτουμε ότι θα τους θυμίσει τα “εθνικά καθήκοντά” τους στον ταραγμένο και όλο και πιο σκληρά ανταγωνιστικό καπιταλιστικό κόσμο.

Δεν έχουμε ακόμα πλήρη γνώση των νόμων που πέρασε χτeς ο Macron. Ένα βασικό τους στοιχείο, πάντως, είναι η σχεδόν πλήρης απελευθέρωση του «δίκιου του αφεντικού»: απ’ την ρύθμιση του ωραρίου μέχρι τις απολύσεις, και απ’ την ασφάλεια μέσα στη δουλειά μέχρι…

Αλλά αυτά ήταν λίγο πολύ γνωστά. Και πριν απ’ τον Macron, έκανε σημαντικά βήματα «απορρύθμισης» (δηλαδή μεθοδικής υποτίμησης της εργασίας) ο Hollande. Το πρόβλημα ήταν, είναι και θα παραμείνει δικό μας. Αν η εργατική απάντηση στη γαλλία είναι μια απεργία … στις 12 Σεπτέμβρη (απ’ την και καλά «σκληροπυρηνική» cgt – γνωστός ο ρόλος της εδώ και δεκαετίες…), τότε…

Κατάσταση έκτακτης ανάγκης

Πέμπτη 13 Ιούλη. Δεν θα αναφερόμασταν στην περίπτωση Hersh αν δεν είχαμε διαπιστώσει, εξαιτίας της δουλειάς στην ασταμάτητη μηχανή, ότι εδώ και πάνω από ένα χρόνο ακόμα και τα πιο διάσημα διεθνή καθεστωτικά μήντια υποστηρίζουν ψέμματα, χοντρά ψέμματα, συνειδητά και μεθοδικά. Φυσικά αυτό, από πρώτη ματιά, δεν θα εντυπωσίαζε στην ελλάδα. Μόνο που υπάρχουν αλλού καθεστωτικά μήντια πολύ σοβαρότερα απ’ τα λούμπεν ελληνικά.

Όμως ο πόλεμος είναι πόλεμος, και ο πόλεμος είναι γεγονός. Τα τερατώδη ψέμματα είναι τόσο πολύ τέτοια ώστε χρειάζεται σε κάποιον πολύς χρόνος και πολύ προσοχή για να βρει την ψευτιά, συγκρίνοντας και ξανασυγκρίνοντας διαφορετικές έως και αντίθετες μεταξύ τους “πηγές”. Η δουλειά στην ασταμάτηση μηχανή έχει διπλασιαστεί σε ένταση και χρόνο, μόνο και μόνο εξαιτίας αυτής της πραγματικότητας: να πρέπει να συγκρίνουμε αντίθετα μεταξύ τους ψέμματα, για να υποψιαστούμε (στη βάση αναλυτικών πολιτικών αρχών και θέσεων) τι πράγματι συμβαίνει. Συχνά μόνο να υποψιαστούμε…

Η δήθεν “δημοσιογραφία των πολιτών”, όλο αυτό το σύμπαν των “αυτοδημιούργητων δημοσιογράφων”, των blogs, των sites και των social media, όχι μόνο δεν απαντάει στο μεθοδικό ψέμα των κεντρικών καθεστωτικών μήντια, αλλά το κάνει ακόμα χειρότερο. Στην συντριπτική πλειοψηφία τους πρόκειται για έναν απέραντο βούρκο αναπαραγωγών οποιασδήποτε βλακείας, θεωρίας συνωμοσίας ή βολικής ψευδολογίας. Οι εξαιρέσεις είναι δύσκολο να εντοπιστούν. Και πάντως επιβεβαιώνουν (άθελά τους) τον κανόνα.

Αυτό θεωρείται δεδομένο. Λιγότερο δεδομένο ίσως είναι ότι η βασική πηγή του σοσιαλμηντιακού ψευδολογικού κυματισμού είναι η ίδια με εκείνη των «μεγάλων ψεμάτων» των επώνυμων μήντια: κυκλώματα και συμμορίες των κρατών, των διάφορων παρακρατικών, των διάφορων μυστικών υπηρεσιών, και τα λοιπά.

Το δύσκολο έργο

Πέμπτη 13 Ιούλη. Υπ’ αυτές τις συνθήκες το έργο της αντιπληροφόρησης και της συνεκτικής εργατικής κριτικής έχει γίνει δυσκολότερο από ποτέ τα τελευταία 30 χρόνια. Και θα γίνεται διαρκώς όλο και πιο δύσκολο τα χρόνια που έρχονται. Όχι μόνο απ’ την άποψη της σωστής έκθεσης των γεγονότων. Αλλά και απ’ την άποψη της πρόσληψης αυτής της έκθεσης απ’ τα μυαλά. Ένας σύντροφος το έθεσε κάποτε ως εξής: πως μπορείς να πείσεις ότι αυτό που υποστηρίζεις δεν είναι άλλη μια “θεωρία συνωμοσίας” όταν οι πάντες καταλαβαίνουν την πραγματικότητα σαν “συνωμοσία”; Θα μπορούσε να το πει και έτσι: πως μπορείς να αποδείξεις ότι υπάρχει πραγματικότητα όταν οι πάντες ζουν σε όνειρα;

Υπάρχουν τρόποι (υποστηρίζουμε), όχι όμως ακλόνητης αποτελεσματικότητας! Η ανταγωνιστική εργατική κριτική πρέπει να κάνει την δουλειά της όσο πιο μεθοδικά, προσεκτικά, υπομονετικά και με ακρίβεια γίνεται. Δεν μπορεί όμως να εφεύρει “το χάπι της αλήθειας”, ούτε να επέμβει στα μυαλά. Δεν θα έπρεπε καν να επιδιώκει κάτι τέτοιο!

Αν τα μυαλά σαπίζουν, τίποτα δεν θα τα σώσει, ειδικά αν τόσοι πολλοί και τόσο ισχυροί φροντίζουν για την διανοητική σαπίλα. Υπό τέτοιες συνθήκες η κριτική είναι αναγκασμένη να μένει “περιθωριακή”. Θεωρητικά και πρακτικά. Όσοι ήλπιζαν κάτι άλλο απογοητεύονται. Και χάνονται σε απελπισμένες και απελπιστικές προσπάθειες “δημόσιων σχέσεων”. Χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα: όσο τείνεις να μοιάζεις με τον βούρκο τόσο λιγότερο ξεχωρίζει από δαύτον. Τόσο ευκολότερα σε καταπίνει.

Ωστόσο δεν ισχύει το ανάποδο: δεν είναι κριτική ό,τι εμφανίζεται σαν “μειοψηφική στάση”. Και πάλι το καθήκον της διαύγασης του τι είναι τι ανήκει στον καθένα και στην καθεμιά. Όχι εύκολα και ποτέ οπαδικά. Μόνο υποβάλοντας σε αυστηρά “βασανιστήρια” την κάθε άποψη.

Για εμάς εδώ ο ταξικός ανταγωνισμός δεν είναι θεολογία. Ούτε μεταφυσική. Ο ταξικός ανταγωνισμός απαιτεί ανθρώπους διατεθειμένους γι’ αυτόν· όχι για “συμβιβασμούς με την πραγματικότα”. Αυτή η πραγματικότητα είναι φρικτή και φρικτά αδηφάγα. Θα γίνει χειρότερη. Υπάρχουν πρακτικά, υλικά συμφέροντα που υποδεικνύουν τον πόλεμο εναντίον της. Δεν υπάρχουν όμως σωσίβια. Ούτε manual εύκολης σωτηρίας.

Δωρεάν εργατική συνείδηση δεν υπήρξε ποτέ. Ούτε και τώρα.

Η Σκύλλα έχασε (καλώς!) Τώρα η “γαλλική δημοκρατία” παίζει μόνη της (κακώς!)

Δευτέρα 8 Μάη. Τώρα που ο σοσιαλφιλελεύθερος νίκησε στο Παρίσι καιρός για μια (ακόμη) “μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας”. Στα γρήγορα και στα όρθια.

Μακρον-τάκη θα τον έλεγε κάποιος· αν δεν είχε χεστεί (κι αυτός και οι υπόλοιποι) απ’ τις χαρές της καρέκλας. Αλλά τι να κάνει κι αυτός ο έρμος; Προσπαθεί να επιπλεύσει πάνω σε μια τρύπια εθνική σαμπρέλα…

Αλλά η τάξη μας; Η πιο έξυπνη και μορφωμένη (σα σύνολο) εργατική τάξη ever στην ιστορία του καπιταλισμού… κι όμως: τόσο φοβισμένη και ηττοπαθής! Μπορεί να κατέβει στους γαλλικούς δρόμους… Ίσως… Αλλά εκείνες οι μακρόπνοες (και όχι «μακρόν»πνοες!) γραμμές άμυνας και αντεπίθεσης που τόσο απαραίτητες ήταν και είναι, αυτές λοιπόν δεν υπάρχουν.

Ασφαλώς η ιστορία δεν τέλειωσε. Καθόλου. Όμως μην αναβάλλουμε άλλο για «κάποτε» εκείνα που θα έπρεπε να έχουμε ξεκινήσει από χτες…

Κωμικό, τραγικό ή γελοίο;

Τρίτη 2 Μάη. Τι απ’ αυτά είναι, λοιπόν, το ότι απ’ τη μια μεριά “γιορτάζεται η επέτειος” (ανάθεμα κι αν αυτό δεν είναι μια κυκλική ρουτίνα) της πρώτης ημέρας γενικής απεργίας στις βιομηχανίες των ηπα (με επίκεντρο εκείνες του Σικάγο), εκείνο το μακρινό 1886, απαιτώντας την καθιέρωση 8ώρης εργασίας – και απ’ την άλλη, εν έτει 2017, ή 2016, ή 2015, ή 2014, ή… η απαίτηση του 30ωρου την εβδομάδα θεωρείται …. ufo;

Μήπως αυτό, τελικά, δεν είναι ούτε κωμικό, ούτε τραγικό, ούτε γελοίο, αλλά μόνο τρομακτικό; Μήπως είναι μόνο και σκέτα τρομακτικό, επειδή κάθε χρόνο «γιορτάζεται» (μιλάμε για τον πρώτο καπιταλιστικό κόσμο) το μέτρο μπροστά στο οποίο όλοι, «εορτάζοντες» και μη, αποδεικνύονται ανύπαρκτοι; Και, δήθεν, «θυμούνται»; «Θυμούνται» τι;

Και ξεχνούν τι; Μήπως ότι οι περισσότεροι απ’ όσους δέθηκαν και καταδικάστηκαν μετά την 4η Μάη του 1886, μαχητικοί εργάτες, ήταν μετανάστες; Ή μήπως ότι η εργατική τάξη είναι στ’ αλήθεια υπολογίσιμη έως απειλητική μόνο όταν απαιτεί να ξαναπάρει η ίδια τον έλεγχο (και) του χρόνου εργασίας (της);

Ντρεπόμαστε απέναντι στους πρόγονούς μας. Και σιχαινόμαστε όσους «λιάζονται» στον ίσκιο τους.

Η Ιστορία στην παγωμάρα της

6/2/2017. Γιατί αποτύχαμε, σα σύγχρονη εργατική τάξη, να έχουμε οργανώσει σαν αυτόνομες εργατικές ενώσεις, στη βασκική πόλη Gernika (δηλαδή στην Guernica…) το συνέδριο της ίδρυσης μιας καινούργιας ριζοσπαστικής και μαχητικής εργατικής διεθνούς για τον 21ο αιώνα – στις 25 Μάρτη του 2017 ίσως, έτσι, για την (και συμβολική) αντιπαράθεση;
Γιατί αποτύχαμε; Επειδή ποτέ δεν το θελήσαμε, γενναία, σοβαρά και πρακτικά! Ωραία, έτσι «έχουμε την ησυχία μας» – ησυχία που τείνει σ’ εκείνη του νεκροταφείου…
Πιστεύετε λοιπόν ότι η Ιστορία θα συγχωρήσει την μυωπία, την αδιαφορία, την δειλία και την παράδοση της τάξης μας; Όχι δα! Ό,τι και να πιστεύετε ΔΕΝ θα το συγχωρέσει αυτό η Ιστορία.
Ούτε πρέπει. Για να μείνουμε, όσοι κι όσες το αντέχουμε, σημαδεμένοι.

Εργασιακές σχέσεις: το σκοινί (που χαρίζουμε στα αφεντικά)

30/1/2017. Γιατί αυτό το έστω μικρό (αλλά καίριο αν υπολογιστεί η εργασιακή ζούγκλα) “παράθυρο” που άνοιξε ο υπουργικός νόμος δεν ερμηνεύτηκε σωστά και δεν έγινε βάση παραπάνω διεκδικήσεων και βελτιώσεών του απ’ τους άμεσα ενδιαφερόμενους; Μπορούμε να φανταστούμε τους λόγους:
Α) Ο νόμος ήταν του συριζα που είναι μια κυβέρνηση του σκοινιού και του παλουκιού. Σωστό. Αλλά έστω και “κατά λάθος”, έστω για να “συγχωρεθούν τα πεθαμένα του”, ο συγκεκριμένος νομοθέτης έκανε κατ’ αρχήν κάτι κοντά στο σωστό. Στο κάτω κάτω δεν χρειαζόταν κανείς ούτε να χειροκροτήσει, ούτε να αποθεώσει, ούτε να κάνει φίλο τον “κόκκινο Κατρού” (στο συνολό της η σχετική νομοθεσία του έχει άλλα αντεργατικά σημεία, τα οποία επίσης πέρασαν στο ντούκου). Θα ήταν αρκετό μόνο, ΜΟΝΟ, να γίνει ένα το κρατούμενο η αναγνώριση της εξαρτημένης εργασίας· και η βάση για τα επόμενα μαχητικά, διεκδικητικά βήματα.
Β) Το να ασχολούμαστε με νόμους είναι ρεφορμιστικό (πράγματι). Δεν έχουμε χρόνο για τέτοια: βρισκόμαστε προ των πυλών της επανάστασης (ε;)

Είναι καλύτερα τώρα που δόθηκε το περιθώριο και ο χρόνος στα αφεντικά να διαβρώσουν (και ουσιαστικά να ακυρώσουν στην πράξη) αυτό το έστω μικρό, έστω ανεπαρκές, αλλά πάντως πραγματικό πάτημα για τα συμφέροντα της τάξης μας;
Αν το δίκιο της σύγχρονης εργατικής τάξης πρόκειται να γίνει νόμος στη δευτέρα παρουσία, κι αν μέχρι τότε είμαστε υποχρεωμένοι / ες, για λόγους “επαναστατικής ορθότητας”, να τρώμε τις κλωτσιές την μία πίσω απ’ την άλλη, τότε (υποψιαζόματε βάσιμα) ότι τα αφεντικά χειροκροτούν με ενθουσιασμό την μεταφυσική μας. Πιο χριστιανική δεν γίνεται!
Δεν υπάρχουν κυβερνήσεις που να μην είναι του σκοινιού και του παλουκιού. Τόχουμε σίγουρο. Και καμία δεν χειροκροτήσαμε ποτέ· όπως έκαναν διάφοροι “μετανιωμένοι” (εκ των υστέρων) με την τωρινή. Αναρωτιόμαστε όμως: υπάρχουν στα μέρη μας τμήματα έστω της σύγχρονης εργατικής τάξης που να ενδιαφέρονται για συγκεκριμένες, απτές (και καθαρά εργατικές) νίκες σ’ αυτούς τους ζοφερούς καιρούς· και για συγκεκριμένο, απτό (και καθαρά εργατικό) ανταγωνισμό ώστε να επιτευχθούν, δια πυρός και σιδήρου (και σίγουρα όχι δια περιπάτου!), αυτές οι νίκες;

Έχουμε μια επαναστατική πρόταση: μην περιμένετε κανένα επαναστατικό θαύμα! Είναι οι ζωές μας, και τις έχουμε παρατήσει να τις κάνουν (τα αφεντικά) ό,τι θέλουν. Πληρώνουμε ακόμα και το σκοινί απ’ όπου μας κρεμάνε· ενώ έπρεπε να συμβαίνει το ανάποδο!
Αξίζουμε περισσότερα· και τα αξίζουμε τώρα!