Ο δεύτερος θάνατος του Σαχζάτ Λουκμάν 10

Τρίτη 13 Οκτώβρη. Θα αρχίσουμε με το γεγονός νούμερο μηδέν: την διαδήλωση (;) της 5 Μάη του 2010. Γράψαμε αναλυτικά στο παρελθόν στο χάρτινο Sarajevo, οπότε παρεπέμπουμε εκεί (Sarajevo νο 80, Γενάρης 2014). Για τις ανάγκες των εδώ συλλογισμών αναπαράγουμε ένα μικρό κομμάτι:

… Μιλάμε καθαρά (και καθόλου “συνωμοσιολογικά”!) για οργανωμένο σχέδιο σχετικά μεγάλης κλίμακας, του είδους τακτική της έντασης, στις 5 Μάη του 2010. Μιλάμε για ένα σχέδιο που δεν είχε στόχο να προβοκάρει τους αναρχικούς / αντιεξουσιαστές (ή “να επιβάλλει το νόμο της σιωπής”…), αλλά κάτι άλλο. Τι όμως;

… Εκείνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι ενώ, υπό “νορμάλ” συνθήκες, η διαδήλωση της 5ης Μάη θα ήταν μια παρόμοια με τις πάμπολλες εκτονωτικές που ακολούθησαν το 2010 και το 2011, η στημένη έντασή της προσανατόλισε καθοριστικά τις “αντιδράσεις της κοινωνίας” κατά της βουλής (γενικά) και κατά της κυβέρνησης Παπανδρέου (ειδικά). Φυσικά αυτό δεν θα ήταν γενικά δύσκολο, δεδομένων των ηγεμονικών μικροαστικών ιδεολογιών της “κοινωνίας”. Όμως η 5η Μάη ήταν στην αρχή· και η στημένη έντασή της θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν “προειδοποίηση” κάποιου τμήματος του βαθέος κράτους εναντίον της όχι – και – τόσο – βαθύ – πασοκ κυβέρνησης του Παπαντρέου του Γ. Στο κάτω κάτω ορισμένοι ειδικοί της εξουσίας θα μπορούσαν να καταλάβουν (και να ξέρουν!) πολύ καλύτερα απ’ τον “λαό”, εξ αρχής, που θα πήγαινε η διαχείριση της κρίσης…

Οι δολοφονίες (στη Marfin) και οι απόπειρες δολοφονιών με παρόμοιους τρόπους (εμπρησμούς) στις 5 Μάη σε άλλα σημεία του κέντρου έχουν παραμείνει «μυστηριώδεις». Όχι για την αστυνομία… Αυτή φρόντισε να «κλείσει την υπόθεση» κατηγορώντας άσχετους που, τελικά, αθωώθηκαν· όπως και έπρεπε. Είναι «μυστηριώδεις» για όλους τους πολιτικούς παντογνώστες, φίλους του λαού και του τόπου, που έχουν απαντήσεις σε όλα, εκτός απ’ αυτά που χώνουν κάτω απ’ το χαλί (και δεν είναι λίγα).

Για εμάς η 5 Μάη του 2010 ήταν η αρχή του «ξηλώματος» της κυβέρνησης του Παπαντρέου του Γ και, κυρίως, του ίδιου και των απόψεών του περί διακυβέρνησης – απ’ το ίδιο το δικό του βαθύ κόμμα, το οποίο δεν ήλεγχε και τον είχε επιλέξει σαν βιτρίνα αγνοώντας την καταιγίδα που είχε εμφανιστεί στον ορίζοντα. Το τέλος του (πετυχημένου όπως αποδείχθηκε) ξηλώματος ήταν η σύμπραξη αριστερών, ακροαριστερών και φασιστών στην παρέλαση στη Σαλονίκη στις 28 Οκτώβρη του 2011, και η αλυσίδα των γεγονότων που ακολούθησαν αμέσως μετά: η μάλλον απελπισμένη προσπάθεια «εξόδου» του τότε πρωθυπουργού προς ένα δημοψήφισμα (για την αποδοχή ή την απόρριψη του «β μνημονίου») και τα όσα ακολούθησαν ως την παραίτησή του.

Το να μεθοδεύουν παρακρατικοί / βαθυκρατικοί μηχανισμοί την εκπαραθύρωση ενός πρωθυπουργού που δεν τον ελέγχουν και, κατά συνέπεια, φοβούνται ότι θα αξιοποιήσει την «εξωτερική βοήθεια» (του διεθνούς ελέγχου) επιβάλλοντας ένα είδος εσωτερικής αναδιάρθρωσης ενάντια στα συμφέροντά τους (ενάντια στα κυκλώματα των πολιτικών προσόδων) είναι ένα ζήτημα. Το να καταφέρουν να εκπαραθυρώσουν έναν απόγονο του οίκου των Παπανδρέου κρατώντας αλώβητο το κόμμα που ίδρυσε ο Παπανδρέου ο Β, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Και ήταν αδύνατο. Η «πτώση» του ΓΑΠ θα σήμαινε υποχρεωτικά και την «πτώση» του πασοκ, σίγουρα για ικανό χρονικό διάστημα.

Συνεπώς, το έργο που ξεκίνησε στις 5 Μάη του 2010, «κορυφώθηκε» απ’ τον «αγανακτισμένο λαό» στα μέσα του 2011, και έφτασε στο τέλος του τον Νοέμβρη της ίδιας χρονιάς, περιλάμβανε και ένα επιπλέον σοβαρό ερώτημα: με την κεντροαριστερά στην ελλάδα, σαν δεύτερο πόλο κυβερνητικής εξουσίας, τι θα γίνει;

Είναι εύλογο πως εκείνοι που σχεδίασαν και πραγματοποίησαν το «ξεπέρασμα» του τότε πρωθυπουργού είχαν αρκετή ευφυία για να βρουν απαντήσεις στο ερώτημα της διάδοχης κατάστασης. Και η μόνη πιθανή «διάδοχη κατάσταση» ήταν το μικρό, στα όρια της ύπαρξης, κόμμα του «συνασπισμού»! Όπως συμβαίνει κατά κόρον στα χρηματιστήρια, όπου μεγάλες εταιρείες εκτός αγοράζουν μικρές που είναι εντός και τις χρησιμοποιούν σαν «κέλυφος» για να μπουν απ’ την πίσω πόρτα στον στίβο της αγοραπωλησίας μετοχών, έτσι έγινε και στην τεχνική της εξουσίας (και, υποθέτουμε, εκείνοι που είχαν αυτήν την ιδέα είχαν και κάποια εμπειρία απ’ το ελληνικό χρηματιστήριο): το κόμμα της Κουμουνδούρου επιλέχτηκε / εξαγοράστηκε, σαν το «κέλυφος» για την όποια «ανασύσταση της κεντροαριστέρας», σαν «πασοκ Β» – κι αυτό έγινε με γνώση και συμφωνία αν όχι όλων σίγουρα κάποιων βασικών στελεχών του… Η ασταμάτητη μηχανή το κατάλαβε όταν, κάπου τον Δεκέμβρη του 2011, ακούστηκε απ’ το στόμα του τότε «φέρελπι» Τσίπρα μια λέξη που ποτέ δεν θα ήταν δυνατόν να προέρχεται απ’ αυτό το κόμμα. Εξουσία! Πάμε για την εξουσία!! (Με το 3,5%; Όχι βέβαια!!!)

Αλλά η προοπτική μιας τέτοιας «αλλαγής σκυτάλης» και η γρήγορη (και τεχνητή…) διόγκωση ενός κόμματος απ’ τα όρια της κοινοβουλευτικής επιβίωσης σε κυβερνητικό μέγεθος (μια διόγκωση έκτακτης ανάγκης διεύθυνσης αναμφίβολα) δεν θα μπορούσε να γίνει, απλά, με ένα «χρίσμα»! Με δεδομένες τις κοινωνικές συνθήκες της περιόδου και τις ιστορικές συμπάθειες της Κουμουνδούρου προς διάφορες (τυπικά αντισυμβατικές μειοψηφίες), το να γίνει στο ορατό μέλλον ο συνασπισμός κυβέρνηση εγκυμονούσε κινδύνους. Κινδύνους αν όχι για την ουσία σίγουρα για τον φορμαλισμό της προστασίας των συμφερόντων των αφεντικών, για το τυπικό της δημόσιας τάξης. Η εξέγερση στα τέλη του 2008 και τα υποκείμενα που την έκαναν ήταν άλλωστε πολύ «φρέσκα» για να αγνοηθούν… Τόσο εντός όσο και εκτός ελλαδιστάν.

Γι’ αυτό, πέρα από μια περίοδο «διόγκωσης» της εκλογικής επιρροής του συνασπισμού, θα έπρεπε να υπάρξει παράλληλα και η διαμόρφωση των όρων «περιορισμού» του. Σε δύο επίπεδα: τόσο στο κυβερνητικό / κοινοβουλευτικό, όσο και στο πεζοδρόμιο. Ας το πούμε χωροτακτικά: μια «εσωτερική» φρουρά για τα πιθανά ολισθήματα της κυβερνοαριστεράς· και μια ικανή «εξωτερική» φρουρά για το πιθανό “λύσιμο” των ιστορικών (ή όχι…) φίλων της στους δρόμους…

Υποψιάζεθε μήπως ότι πλησιάζουμε το Α και το Δ απ’ τα πιο πάνω ερωτήματα;

(συνεχίζεται)

Comments are closed.