Ο δεύτερος θάνατος του Σαχζάτ Λουκμάν 6

Παρασκευή 9 Οκτώβρη. Τα όσα έγιναν ευρύτερα γνωστά για τα βοθρολύματα όταν το επίσημο κράτος αποφάσισε ότι προχωρούσαν πολύ μακρύτερα απ’ την αποστολή που είχαν αναλάβει, μετά δηλαδή την δολοφονία του Παύλου Φύσσα, επιβεβαίωσαν αλλά και εμπλούτισαν τα όσα ξέραμε από πριν. Αυτή η συμμορία είχε «ανθίσει» στη μέση ενός κύκλου σαφώς ισχυρότερων «παραγόντων» που την στήριζαν, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν:

– εφοπλιστές

– μυστικές υπηρεσίες

– αστυνομία

– στρατός

– γήπεδα

– παπάδες…

Όλα αυτά θάφτηκαν πολύ γρήγορα. Ξεχάστηκαν μεθοδικά – όχι από εμάς πάντως! Είναι (αν και όχι όλοι…) οι κρίκοι της αλυσίδας που εμφανίστηκαν για μια ελάχιστη μονάδα ιστορικού χρόνου… Αλλά «μπήκαν στην άκρη», δεν δικάστηκαν, δεν καταδικάστηκαν. Κι όμως: χωρίς αυτούς τους κρίκους τα βοθρολύματα δεν θα είχαν δράσει όπως έδρασαν· χωρίς αυτούς τους κρίκους τα βοθρολύματα θα είχαν μείνει η γνωστή ασήμαντη συμμορία μαχαιροβγαλτών· χωρίς αυτούς τους κρίκους δεν θα είχε στηθεί καμμία ενέδρα στο πα.με. και δεν θα είχε δολοφονηθεί ο Παύλος Φύσσας…. Χωρίς αυτούς τους κρίκους πιθανότατα δεν θα είχε δολοφονηθεί ούτε ο Σαχζάτ Λουκμάν… Όποιος τους αγνοεί αυτούς τους κρίκους απλά αθωώνει τους ηθικούς αυτουργούς πίσω απ’ τα βοθρολύματα σαν φυσικούς αυτουργούς. Όποιος τους αγνοεί ξανασκοτώνει και τον Φύσσα και τον Λουκμάν!

Όταν γίνεται προσπάθεια να ερευνηθεί ένα σύνθετο κύκλωμα του (κρατικοποιημένου) οργανωμένου εγκλήματος, η συνηθισμένη και καθόλου αυθαίρετη συμβουλή είναι ψάξε το χρήμα (follow the money). Στην περίπτωση των βοθρολυμάτων, στη σύντομη μονάδα ιστορικού χρόνου μετά την δολοφονία του Φύσσα, προέκυψαν τα ονόματα δύο τουλάχιστον χρηματοδοτών: Βαγγέλης Μαρινάκης, Βίκτωρας Ρέστης. Τίποτα σχετικό δεν αποδείχθηκε επειδή απλά, πολύ απλά, κανείς απ’ τους δύο εφοπλιστές δεν κατηγορήθηκε επίσημα για οτιδήποτε σχετικό με τα βοθρολύματα. Αν άνοιγε επίσημα το ζήτημα της χρηματοδότησης τότε η εννόηση του τι ήταν και γιατί έδρασαν όπως έδρασαν τα βοθρολύματα θα έμπαινε κάτω από εντελώς διαφορετικό φως. (Η αποκλειστικότητα της ιδεολογίας, η άποψη δηλαδή ότι “έκαναν ό,τι έκαναν επειδή είναι ναζί”, υπερβολικά απλοϊκή έτσι κι αλλιώς, βόλευε πολλούς…) Η δίκη θα ήταν μια εντελώς διαφορετική δίκη! Ωστόσο το προφίλ των συγκεκριμένων δύο εφοπλιστών και ορισμένες «παράπλευρες» δραστηριότητές τους, κάνουν εξαιρετικά αληθοφανή την σχέση τους, τουλάχιστον σαν (αρχικών) χρηματοδοτών.

Όσοι έχουν γνωρίσει τον πρώτο από κοντά τον περιγράφουν – ως πρόσφατα τουλάχιστον – σαν «μπέμπη με λεφτά». Αν αυτό είναι αλήθεια (γιατί όχι;) τότε το να «ψειριστεί» (για «σπουδαίο εθνικό σκοπό») δεν θα ήταν δύσκολο. Σαν ιδιοκτήτης της π.α.ε. ολυμπιακός αποδείχθηκε ίσως ακόμα πιο χρήσιμος: με μια ταχύτητα μάλλον ασυνήθιστη, και χωρίς να υπάρχει παρελθόν (σε αντίθεση με την π.α.ε. παναθηναϊκός και την άλλοτε «νοπο») οι οργανωμένοι οπαδοί της ομάδας σ’ όλη τη ζώνη απ’ τον Πειραιά ως το Πέραμα και τα κλαμπ τους έγιναν φυτώρια μελών των βοθρολυμάτων. Ας θυμήσουμε ότι εκείνοι που έστησαν την ενέδρα στο πα.με. στο Πέραμα ήταν γαύροι απ’ το κλαμπ του Περάματος, ενώ και οι αρχικοί που την έπεσαν στον Φύσσα και την παρέα του ήταν επίσης γαύροι Κερατσινιώτες.

Πολύ «εύστοχη» στρατολόγηση, αφού αυτή ακριβώς η ζώνη υπήρξε ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τις δράσεις που ανατέθηκαν στα βοθρολύματα… Ακόμα κι αν αυτή η μετατροπή των «κόκκινων» (λόγω ολυμπιακού) σε «φαιούς» (φασίστες) δεν μπορεί να αποδοθεί απευθείας στον ιδιοκτήτη της π.α.ε., έγινε σίγουρα εν γνώσει του από κάποια καίρια στελέχη των οργανωμένων, τα οποία – περιπτόντως – έχουν αποδείξει κι άλλες φορές «ασυνήθιστες οργανωτικές δυνατότητες»… Το ίδιο ισχύει με το “no politica” στις κερκίδες του Καραϊσκάκη… Η “αδελφοποίηση” των οργανωμένων του ολυμπιακού με τους (ακροδεξιούς) οργανωμένους του ερυθρού αστέρα βελιγραδίου (Delije), ένα μέρος απ’ τους οποίους στρατολογήθηκαν απ’ τον σερβοφασίστα υποκοσμιακό Αρκάν και συμμετείχαν στις σφαγές στη βοσνία, είναι βέβαια αρκετά παλιότερη απ’ την ιδιοκτησία Μαρινάκη – αλλά πάντα λειτουργική, σε διάφορους τομείς…

Η περίπτωση του Βίκτωρα Ρέστη είναι αρκετά πιο σύνθετη. Εμφανίστηκε στην “οικονομική ζωή του τόπου” σαν πάμπλουτος σίφουνας στα μέσα της δεκαετίας του ’00, αγοράζοντας τα πάντα – κατά προτίμηση μήντια ή μερίδια σε μήντια. Ορέχτηκε και ποδόσφαιρο. Επιπλέον ίδρυσε τράπεζα (first business bank)… Είχε πολλά απ’ τα χαρακτηριστικά του φαινόμενου Κοσκωτά, αλλά όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια ο Κοσκωτάς μπροστά στον Ρέστη ήταν απλά ένας αγνός πρωτοπόρος.

Η εξιστόρηση των κατηγοριών που συγκέντρωσε ο Ρέστης απ’ το 2012 (μέχρι και σήμερα) είναι πολύ μεγάλη και ξεπερνάει κατά πολύ τα περιθώρια της ασταμάτητης μηχανής. Το πιθανότερο είναι ότι ξέπλενε, χωρίς να χαρτογραφηθεί η προέλευση του «μαύρου χρήματος», αν και υπήρξε τουλάχιστον μια περίπτωση λαθρεμπορίου πετρελαίου και άλλη μια λαθρεμπορίου όπλων… Έχει κατηγορηθεί ωστόσο σαν επικεφαλής εγκληματικής οργάνωσης (: προστασίες, εκβιασμοί) – με άγνωστα μέλη – πράγμα που έχει το ενδιαφέρον του.

Σε κάθε περίπτωση έχουν προκύψει τέσσερεις τουλάχιστον «σύνδεσμοι» των δραστηριοτήτων του με τα βοθρολύματα (πέρα απ’ το αν τα χρηματοδότησε, κάτι που επαναλαμβάνουμε δεν αποδείχθηκε επίσημα ποτέ) – πράγμα που πρέπει να περιγράψουμε / θυμίσουμε, όσο πιο περιεκτικά αλλά και περιληπτικά γίνεται. (Κάποια πράγματα τα είχαμε παρουσιάσει σε τεύχη του χάρτινου Sarajevo το 2013…)

(συνεχίζεται)

Comments are closed.