Αόρατες πόλεις

Κυριακή 18 Ιούνη. Dogville(s)… Μια λεπτομέρεια του κόσμου. Μια λεπτομέρεια στον χάρτη του κόσμου. Μια κάτοψη της λεπτομέρειας του χάρτη του κόσμου. Μια μεγέθυνση. 1:5, 1:1, 5:1.

Μια πλατφόρμα. Μια σκηνή θέατρου. Μήπως η καρότσα μιας νταλίκας ή μήπως η αυλή ενός ιπτάμενου δίσκου; Το χωριό του παραμυθιού είναι μινιμαλιστικό, διαφανές, πουθενά και παντού· ή, μάλλον, το παραμύθι του χωριού είναι τέτοιο· ή, καλύτερα και τα δύο: ο λόγος και ο τόπος. Τα ονόματα των δρόμων, τα περιγράμματα των σπιτιών, ο προσανατολισμός, το ορυχείο, οι θάμνοι και ο σκύλος, είναι όλα χαραγμένα στο πάτωμα. Ό,τι είναι να γίνει είναι διαφανές. Η τάξη είναι διαφανής. Γιαυτό είναι αναγνωρίσιμη – ας υποθέσουμε πως αυτό πιστεύουν αυτοί που την συγκροτούν: οι κάτοικοι του οικισμού Dogville.

Τα αδιαφανή γεγονότα είναι: δύο πυροβολισμοί, μια ξένη γυναίκα μέσα στη νύχτα, και το κόκκαλο που αυτή κλέβει από τον σκύλο. Η γλυκειά (;) συμβατικότητα της κάτοχης και της διαφάνειας Dogville αποκτάει απροειδοποίητα έναν άγνωστης τάξης καταλύτη. Αυτό είναι το έργο: οι αλληλοδράσεις. Ανάμεσα στο τακτοποιημένο Εγώ/Εμείς και στο Άλλο.

Ο οικισμός, η πλατφόρμα, ο ιπτάμενος δίσκος, το πλήρωμά του αποφασίζει μουδιασμένα να κρύψει την ξένη. Ο διανοούμενος το εισηγείται, και με το περιορισμένο κύρος του το επιβάλλει. Εκείνη αποφασίζει πρόθυμα να τους το ανταποδώσει. Προσφέροντας κάτι που η διαφανής τάξη δεν χρειάζεται: την εργασία της. Αλλά η εργασία της ξένης (η παρουσία της σαν ξένης πρωτ’ απ’ όλα, σαν έξω από την τάξη, αυτή η παρουσία που είναι κιόλας δι/εργασία) τέμνει κάθετα την επιφάνεια, τον χάρτη, τον οικισμό, την συνήθειά του. Η εργασία της ξένης χαράζει την φλούδα, αποκαλύπτει το βάθος δημιουργώντας το. Η εργασία της ξένης, και η ξένη η ίδια, κατεβαίνει προς τα υπόγεια ανοίγοντας τους τον δρόμο προς τα πάνω…

Οι κάτοικοι του οικισμού Dogville μαθαίνουν πως χρειάζονται την εργασία της ξένης, την συμβολικά πληρωμένη εργασία της. Κάνουν χρήσιμο για τους ίδιους χώρο. Και προς στιγμήν μοιάζει πως έχει βρεθεί μια καινούργια ισορροπία. Αλλά η ξένη είναι ξένη – ο νόμος και ο μη νόμος που μοιάζει να είναι στο κατόπι της (εκείνοι οι πυροβολισμοί, λοιπόν, τί;) σέρνουν στις αυλές Dogville ένα παραπάνω βάρος. Λοιπόν – σκέφτεται η επιφάνεια – η κρυψώνα πρέπει να έχει ένα αντιστάθμισμα. Ο αόρατος μικροαστός προβάλει απ’ το δεύτερο υπόγειο, απ’ την πόρτα που ανοίγει η κυνηγημένη ξένη, ευχαριστημένος κιόλας που μπορεί να έχει απαιτήσεις.

Η γλυκειά ατάραχη συμβατικότητα αποσύρεται με δρασκελιές. Ο βίος πετάει σιγά σιγά την μάσκα του. Το ζητούμενο αντιστάθμισμα είναι η βία, η κυριαρχία, η εκμετάλλευση, το όλο και μεγαλύτερο όφελος. Το θηρίο του μικρού, ταπεινού ιδιοκτήτη γεύτηκε ελάχιστο αίμα και θέλει όλο και περισσότερο. Όλο και περισσότερο. Ένας ένας οι κάτοικοι της επιφάνειας, άντρες, γυναίκες, παιδιά, βιάζουν την ξένη, σωματικά, συναισθηματικά, ηθικά. Την κατασπαράζουν, την ταπεινώνουν – για να έχει αντιστάθμισημα η συνείδησή τους απέναντι στο νόμο. Τελευταίος ο μικρόψυχος, δειλός διανοούμενος ηγέτης της κοινότητας: αποφασίζει να την πουλήσει σκλάβα στους κυνηγούς της. Ο Άλλος καταδικάζεται οριστικά να γίνει «αυτό»…

Οι mainstream θεατές είδαν στο Dogville την αμερική. Γιατί δεν ήθελαν να δουν την αλληγορία. Η «φόρμα» είναι βέβαια αμερικανική… Αλλά είναι και Μπρεχτιανή η φόρμα. Και άλλα ακόμα.

Το άσχημο είναι πως ο διαχωρισμός έχει προχωρήσει πολύ πιο πέρα απ’ την λεγόμενη τέχνη. Ο κίνδυνος της ελεεινότητας δεν είναι άλλο εικονικός. Και δεν είναι καν απλά κίνδυνος.

(tierre del fuego – Γενάρης 2004)

Comments are closed.