Απλήρωτη δουλειά

Παρασκευή 7 Ιούλη. Πριν αρχίσουν να κυκλοφορούν «φίδια» (κάτι που έχει ξεκινήσει) πρέπει να σχολιάσουμε / αντιπληροφορήσουμε για μια πρόσφατη απόφαση του αρείου πάγου.

Η υπόθεση: ένας μηχανικός («μπλοκάκιας»…) που δούλευε για χρόνια σε κατασκευαστική σε διάφορα πόστα, αναγκάστηκε να παραιτηθεί όταν επί μήνες η εταιρεία σταμάτησε να τον πληρώνει. Έκανε στη συνέχεια μήνυση, για να πάρει τα δεδουλευμένα του, και όχι μόνο. Χάρη σε μια ευφυή κίνηση του δικηγόρου του (αυτό είναι δικιά μας εκτίμηση) ζήτησε απ’ τα δικαστήρια να θεωρηθεί η παραίτησή του «επιβεβελημένη» απ’ την απληρωσιά, ουσιαστικά να θεωρηθεί «απόλυση». Στη βάση αυτή ζητούσε και αποζημίωση.

Η συνηθισμένη πρακτική. Αυτή η νομική κίνηση, του να λογιστεί δηλαδή σαν απόλυση η παραίτηση λόγω χρεών του εργοδότη, στηρίχτηκε σε ένα ενδιαφέρον, μάλλον πρωτότυπο με τα ως τώρα (νομικά) δεδομένα, αλλά εύλογο επιχείρημα: ότι το να μην πληρώνει ένα αφεντικό τον εργαζόμενό του συνιστά βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας. Αυτές οι τελευταίες λέξεις είναι ένας γνωστός όρος του εργατικού δικαίου, που δίνει δικαιώματα τους μισθωτούς όταν τα αφεντικά πάνε να χειροτερέψουν σε βάρος τους και ερήμην τους τους όρους και τις συνθήκες εργασίας, όπως αυτές προβλέπονται από την σύμβαση της πρόσληψης. Τέτοιες βλαπτικές μεταβολές μπορεί να είναι η αλλαγή αντικειμένου εργασίας, οι αναγκαστικές υπερωρίες, η μονομερής μείωση του μισθού, οι προσβολές, κλπ.

Το να σε αφήνουν απλήρωτο θαυμάσια θα μπορούσε να θεωρηθεί «βλαπτική μεταβολή», με τα ανάλογα δικαιώματα (: την καταγγελία της σύμβασης εργασίας απ’ τον μισθωτό με απαίτηση αποζημίωσης πέρα απ’ τα οφειλόμενα). Είναι κάτι τέτοιο, επί της ουσίας! Ωστόσο στις πολλές δεκαετίες της μισθωτής σκλαβιάς (του γράφοντος), και παρότι βρέθηκε και στην κατάσταση του απλήρωτου, δεν είχε υπ’ όψη του τέτοια δυνατότητα. Η έλλειψη ενός τέτοιου νομικού προηγούμενου ήταν που έκανε την συγκεκριμένη κίνηση ενδιαφέρουσα και καινοτόμα.

Η συνηθισμένη πρακτική απ’ την μεριά της τάξης μας, σε περίπτωση συσσωρευμένων χρεών (μισθών, δώρων, επιδομάτων, κλπ) των εργοδοτών, είναι η επίσχεση εργασίας. Από νομική άποψη εύλογες είναι και οι μηνύσεις. Το πρόβλημα (που θα ίσχυε και στην περίπτωση του πιο πάνω εργαζόμενου) είναι ότι δεν υπάρχει τρόπος να επιβληθεί στους εργοδότες η πληρωμή των ποσών στα οποία καταδικάζονται σε τέτοιες περιπτώσεις. Αν ένας αργοδότης αρνηθεί πρακτικά να πληρώσει (πράγμα συνηθισμένο) πρέπει να ξεκινήσει κάποιος μισθωτός διαδικασία κατάσχεσης σε βάρος του. Που είναι χρονοβόρα. Και, επιπλέον, χρειάζεται να έχει λεφτά: για να πληρώσει τον δικαστικό επιμελητή, τους μεταφορείς όσων κατασχεθούν, αποθήκη για να φυλαχτούν, κλπ. Γενικά μιλώντας τα αφεντικά, ακόμα κι όταν χάνουν τις δίκες για απλήρωτους μισθούς κλπ (πράγμα συνηθισμένο), κάνουν το κορόιδο…

Ξανά η υπόθεση, και η απόφαση. Παράδοξο ή όχι το εφετείο έκρινε στην συγκεκριμένη υπόθεση ότι πράγματι η μη πληρωμή μισθών είναι ένα είδος εκβιασμού ώστε ο εργαζόμενος να παραιτηθεί, και δέχτηκε να την θεωρήσει «απόλυση» επιδικάζοντας του αποζημίωση. Η εταιρεία προσέφυγε στον άρειο πάγο, που αυτός αποφάσισε ότι η μη πληρωμή μισθών κλπ δεν συνιστά (μόνη της) βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας· δηλαδή εργοδοτικό «εκβιασμό»· συνεπώς δεν θεωρείται εξώθηση σε παραίτηση και άρα «κρυμμένη» απόλυση, και δεν συνεπάγεται την καταβολή αποζημίωσης. Θα πρέπει να υπάρχουν (είπαν οι αρχιδικαστές) και επιπλέον στοιχεία που να δείχνουν ότι ο εργοδότης ήθελε να αναγκάσει έναν ή περισσότερους μισθωτούς σε παραίτηση, ώστε να γλυτώσει την αποζημίωση. Κατ’ ουσία άφησαν το ζήτημα “ανοικτό”, σε μελλοντικές δικαστικές αποφάσεις…

Αν είχε επαναληφθεί η απόφαση του εφετείου, αυτό θα ήταν πολύ σημαντικό για δεκάδες χιλιάδες μισθωτούς που δουλεύουν απλήρωτοι. Αλλά η αλήθεια είναι ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος τους δεν κάνει ούτε καν αυτό που τους επιτρέπει η εργατική νομοθεσία, δηλαδή επίσχεση εργασίας· ώστε να αναγκάσουν τους εργοδότες να πληρώσουν. Θα χρησιμοποιούσαν αυτό το καινούργιο, έξτρα όπλο;

Η τελική απόφαση του αρείου πάγου πράγματι ανακουφίζει τους εργοδότες, σε σχέση με την προηγούμενη, πολύ δυσμενέστερη σε βάρος τους, του εφετείου. Αλλά ας μην κοροϊδευόμαστε. Αυτή η ιστορία ήταν υπόθεση ενός μισθωτού (την σχέση «εξαρτημένης εργασίας» του «μπλοκάκια» μηχανικού την αναγνώρισαν όλα τα δικαστήρια, και ο άρειος πάγος) και την εξυπνάδας ενός δικηγόρου. Δεν ήταν κάποια συλλογική ενέργεια, και φυσικά δεν ήταν γνωστή· έγινε τώρα, στο τέλος.

Η απόφαση αυτή ΔΕΝ σημαίνει ότι «δεν τρέχει τίποτα» αν τα αφεντικά δεν πληρώνουν. Σημαίνει ότι «τρέχει» αυτό που έτρεχε ως τώρα: οι μέχρι τώρα νομικές δυνατότητες των μισθωτών. Όχι αμελητέες, και οπωσδήποτε άξιες να χρησιμοποιούνται.

Δεν υπάρχει κανένας λόγος μοιραλατρείας. Χάθηκε κάτι σε μια μεμονωμένη περίπτωση, που μπορεί να κερδηθεί στο μέλλον, πιο συλλογικά και με δημόσια γνώση. Εν τω μεταξύ όμως θα πρέπει, ειδικά απέναντι σ’ αυτούς τους εκβιασμούς των αφεντικών, να κερδηθούν ξανά, στην πράξη, αυτά που η νομοθεσία προβλέπει ήδη. Γιατί αν συνεχίσουν να είναι στην αχρηστία (όπως τώρα) κάποτε θα ξηλωθούν…

Το τυπικό σύνταγμα (των ταξικών σχέσεων) θα πέσει στα βάθη του πραγματικού…
(Κι ας μην ακούσουμε τις γνωστές βλακείες περί “λεγκαλισμού”!)

Total comeback

Παρασκευή 7 Ιούλη. Έπρεπε να αποφυλακιστεί ο κυρ Άκης για να μάθουμε ότι ψηφίζει συ.ριζ.α.; Μήπως ψήφισε και «όχι» στο προπέρσινο δημοψήφισμα;

Δεν πρέπει να μένει κανείς στις εντυπώσεις. Πρέπει να βλέπει την ουσία: και ο κυρ Γιάννος, αύριο μεθαύριο, γιατί όχι; ψηφοφόρος του συ.ριζ.α. και υποστηρικτής της φαιορόζ κυβέρνησης μπορεί να δηλώσει.

Ή μπορεί να trollάρουν. Να θέλουν να καταστρέψουν αυτή την ροζ εκδοχή του πασοκ…

Οι μοναχοφάηδες!

Κουκουλώματα

Παρασκευή 30 Ιούνη. Τα σκουπίδια φαίνονται· είναι αυτά που φαίνονται σίγουρα, μυρίζουν (και κάνουν μερικές φορές κάποιο πάταγο: οι σακούλες που σκάνε απ’ τα μπαλκόνια). Τα σκουδιάρικα φαίνονται επίσης· κλείνουν και τον δρόμο, αν είναι στενός. Κανείς δεν θέλει να περιμένει στο δρόμο πίσω από ένα σκουδιάρικο.

Όμως αυτά που φαίνονται είναι τα λιγότερα. Για παράδειγμα: με «κάποιον τρόπο» η απεργία τέλειωσε. Ο καθένας μπορεί να φανταστεί ότι υπάρχουν «άλλα επίπεδα», λιγότερο ορατά (ας πούμε: γραφεία, τηλέφωνα, διάδρομοι) που ορίζουν τις εξελίξεις. Έτσι, αν τολμήσει κανείς να φανταστεί τις λέξεις «εργατικός ανταγωνισμός» είναι καταγέλαστος. Αυτό είναι διασταύρωση πελατών και πολιτευτών / παρόχων· όχι ταξική πάλη…

Κι όμως: σ’ αυτές ακριβώς τις «υπόγειες», «αδιάκριτες», «μισομαφιόζικες» μεσολαβήσεις υπάγεται η εργασία. Στα μέρη μας. Όχι μόνο με την «τυπική» έννοια του έργου, του ωραρίου, του μισθού. Αλλά και σαν ιδεολογία, που υπερκαθορίζει τα προηγούμενα. Χάρη σ’ αυτές τις ακλόνητες μεσολαβήσεις έχει κατασκευαστεί η επίσης ακλόνητη ιδέα της «θέσης» εργασίας, και μάλιστα «προσωπικής». Μια ιδέα «ιδιοκτησίας της θέσης» (εργασίας), που είτε μορφοποιείται με την «μονιμότητα» είτε γίνεται αντικείμενο επιθυμίας (λόγω «προσωρινότητας»). Συνεπώς: αυτές οι ακλόνητες μεσολαβήσεις κατασκευάζουν, ανακατασκευάζουν, και διατηρούν ακμαίο τον μικροαστισμό του μισθωτού: πουλάει μεν την εργασιακή δύναμή του, από τυπική άποψη· είναι όμως, ταυτόχρονα, ιδιοκτήτης της «θέσης» (εργασίας). Και σαν τέτοιος απορρίπτει μετά βδελυγμίας την συναίσθηση ότι είναι εργάτης. (Αν δεν είναι ακόμα «ιδιοκτήτης της θέσης» εργασίας, σκοπεύει να γίνει το γρηγορότερο…).

Δεν τελειώνει εδώ η αλληλουχία. Αν η μισθωτή εργασία είναι (ή οφείλει να είναι) ιδιοκτησία θέσης· αν, δηλαδή, το μικροαστικό κοσμοείδωλο υπερκαθορίζει την εργατική πραγματικότητα, τότε και κάθε άλλη έκφραση του μικροαστισμού είναι «εργασιακά» δικαιολογημένη. Όπως: να κάνω μια δικά μου δουλειά· να θεσμίσω επίσημα, δηλαδή, την «ιδιοκτησία μιας θέσης» (εργασίας) – ελεύθερος επαγγελματίας. Κι ακόμα πιο πέρα: να «πετύχω», ώστε να κάνω προσλήψεις ανθρώπων που θα δουλεύουν για μένα αλλά δεν θα είναι εργάτες· θα είναι κι αυτοί ποτισμένοι απ’ τα μικροαστικά στερεότυπα. Δεν θα αποσπώ υπεραξία απ’ αυτούς, ούτε θα τους εκμεταλλεύομαι: θα τους παραδειγματίζω μάλλον μέσω της «επιτυχίας μου»… να «πετύχουν» κι αυτοί / ές, κάποτε. (Εννοείται ότι σαν τέτοιοι δεν έχουν δικά τους δίκαια· θα χαίρονται, απλά, απολαμβάνοντας την καλωσύνη μου και το πετυχημένο μου παράδειγμα.)

Ο πολιτικός προσοδισμός είναι ο γενικός κανόνας που έχει γεννήσει και δικαιολογεί τον πατερναλισμό. Συνδικαλιστικό, εργοδοτικό, κλπ. Αλλά επίσης ο προσοδισμός ανανεώνεται και συντηρείται απ’ τον πατερναλισμό. Ας πούμε βρίσκονται σε «συνεταιρική σχέση».

Χλαπάτσα, λοιπόν, δεν θα πάθουμε απ’ τα σκουπίδια. Σαν εργάτες υποφέρουμε από μια άλλη «μόλυνση», μόνιμη, βαθιά και χρόνια…

Σκουπιδιάρηδες

Πέμπτη 29 Ιούνη. Εντελώς mainstream οι «ερμηνείες»: οι συμβασιούχοι των δήμων έχουν δίκιο· οι συμβασιούχοι των δήμων έχουν άδικο.

Δυο λεπτά ολέθρια «κοινή γνώμη» με τις στερεοτυπικές και αλλοπρόσαλλες γνωματεύσεις σου… δύο λεπτά! Το ζήτημα «σκουπίδια» στο ελλαδιστάν είναι πολύ περισσότερα απ’ την εργασία. Είναι και κεφάλαιο. Είναι και εξουσίες. Και δεν είναι η πρώτη φορά που αυτή, η εργασία, επιστρατεύεται κυριολεκτικά στους λογαριασμούς των αφεντικών. Συνειδητά ή όχι.

Το αξιοσημείωτο είναι ότι κανένας πατριώτης δεν μπορεί να κατηγορήσει τους γνωστούς (τον Σόιμπλε, την Μέρκελ, τον Τόμσεν, το δντ, το ευρώ) για το θέμα: είναι παμπάλαιο, «πρόβλημα» δεκαετιών! Κάτι είναι κι αυτό: επιστρατεύονται τα προ-μνημονιακά κλισέ. Κανείς δεν θα το αμφισβητούσε, και κανείς δεν το θυμάται: είναι ζήτημα αυθεντικά ελληνικό, ανατομία του κράτους, του παρακράτους, του κεφάλαιου, του κρατικού συνδικαλισμού· κι αυτής της ισχυρής συγκολλητικής ουσίας: του πολιτικού προσοδισμού.

Δεν θα το αναλύσουμε. Θα θυμίσουμε όμως ότι η «γραμμή» ξεκινάει απ’ τα μαζικά μικροαστικά ήθη του τι και πως «ξεφορτωνόμαστε τα σκουπίδια μας» (τις «βρώμικες εκροές» της καθημερινής ζωής μας) και φτάνει ως τις εργολαβίες των χωματερών. Εκεί που τα σκουπίδια (η μεταφορά τους, το θάψιμο, η επεξεργασία, κλπ) είναι κυριολεκτικά χρυσάφι.

Μέσα σ’ αυτό το σύμπαν τα γραφειοκρατικά συνδικάτα πράγματι θέτουν το ζήτημα της εργασίας… Πως όμως; Με τρόπο που να ταιριάζει στον πολιτικό προσοδισμό: Διορίζεις; Παίρνεις ψήφους. Ο κυρ Σκουρλέτης πάνω σ’ αυτό το μοτίβο έπαιξε, και τα έκανε σκατά. Αλλά ούτε οι εργάτες της καθαριότητας έχουν άλλο μοτίβο. Κι αυτοί στο ίδιο παίζουν. Και οι μεν εργατοπατέρες ξέρουν το γιατί. Οι απλοί, «ανώνυμοι» συμβασιούχοι είναι σίγουροι ότι αυτή η «μονιμότητα» που θα μπορούσε να τους υποσχεθεί οποιαδήποτε πολιτική βιτρίνα είναι στ’ αλήθεια τέτοια; Μ’ άλλα λόγια: η αντίληψή τους για τις εργασιακές σχέσεις είναι τα προσοδικά (αλλά και ξεθωριασμένα) ‘80s; Τόσα καταλαβαίνουν; Μετά από 7 ή 8 χρόνια διαχείρισης της κρίσης ελπίζουν σ’ αυτό που ήλπιζε η προηγούμενη γενιά; Ότι «κάποιος» θα τους βολέψει να «χωθούν κάπου» και, έτσι, θα την βγάλουν καθαρή; Τόσο έξυπνοι είναι;

Κι όμως: και αυτό το τμήμα της σύγχρονης εργατικής τάξης στην ελλάδα μέχρι εκεί σκέφτεται! Να την χωθεί κάπου σήμερα «υπό την αιγίδα του δημοσίου»… και αύριο βλέπουμε. Αυτό λέγεται καιροσκοπισμός. Και θα περίμενε κανείς ότι η πιο πρόσφατη 7ετία να ήταν διδακτική για την συντριβή που προκαλεί… Αλλά όχι.

Οπότε; Πρέπει να αποφανθούμε για το αν θα πρέπει να έχουν όλοι και όλες μια αξιοπρεπή δουλειά πληρωμένη κατ’ ελάχιστο σύμφωνα με τις σύγχρονες βασικές ανάγκες μας; Το έχουμε κάνει: 30 ώρες βασικός χρόνος εβδομαδιαίας εργασίας / 900 ευρώ καθαρός κατώτατος μισθός…. Χωρίς «χώσιμο» και «τακτοποίηση» με την εγγύηση των μεν ή των δε πολιτικών βιτρινών. Μόνο με την εγγύηση του ταξικού ανταγωνισμού! Φτάνει και περισσεύει· όταν υπάρχει!

Γιατί οι τωρινοί συμβασιούχοι των δήμων (αύριο οι περισσότεροι πάλι άνεργοι) δεν σκέφτονται σαν εργατική τάξη; Είναι απλό: επειδή σκέφτονται σαν «πελάτες» της μίας ή της άλλης κυβέρνησης, της μιας ή της άλλης εξουσίας.

Κάτι άλλο; Υπάρχει κάτι άλλο;

Λεφτά; Ποια λεφτά;

Τρίτη 27 Ιούνη. Το εντόπιο «κοινωνικό υποκείμενο», δηλαδή η τάξη μας (άντε: μαζί και οι «απελευθερωτές» της) σφυρίζουν αδιάφορα στα βασικά ζητήματα της ανατίμησής μας. Είναι εύκολο άλλωστε. Οι 7ψχ είναι μια μικρή ομάδα, κι αυτά που λένε είναι «τρελά».

Τα αφεντικά απ’ την άλλη έχουν πολύ καλύτερη επίγνωση του τι σημαίνει μισθός (και ωράρια). Και δεν σφυρίζουν όταν πρόκειται για τέτοια βασικά (για την κερδοφορία τους).

Στην τελευταία σύνοδο των κρατών μελών της ε.ε. (την περασμένη Πέμπτη και Παρασκευή) το enfant terrible της γαλλικής πολιτικής σκηνής, ο Macron, είχε μια ιδέα ακριβώς στην «καρδιά» (αυτήν που επιμένει να προσπερνάει η τάξη μας…).

Πως προέκυψε το brexit; αναρωτήθηκε. Επειδή εργάτες απ’ την ανατολική ευρώπη παίρνουν τις δουλειές των άγγλων. Και πως θα αποφευγόταν αυτό; Με το να πληρώνονται αυτοί οι “φτηνοί” ανατολικοί με βάση τους μισθούς που ισχύουν τοπικά στη δύση, εκεί που βρίσκουν δουλειά.

Από πρώτη ματιά η ιδέα φαίνεται σοσιαλιστική: ίδιοι μισθοί για ίδια δουλειά… Όμως το κίνητρο είναι διαφορετικό: αν το «εργατικό κόστος» είναι το ίδιο, γιατί τα αφεντικά να προτιμήσουν τους «ξένους»; Και τι θα κάνουν οι γαλλικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις αν πρέπει να αυξήσουν τους μισθούς και τα μεροκάματα των «ανατολικών» εργατών και εργατριών τους; Θέλει μήπως ο Macron να τις κλείσει;

Όχι, βέβαια. Να ποιο είναι το χάσμα ανάμεσα στο να πολεμούν για την ανατίμησή τους οι ίδιοι οι εργάτες / εργάτριες, εμείς δηλαδή, και να εμφανίζεται κάποιος «καλός κύριος» (εκπρόσωπος των αφεντικών) που να νοιάζεται για το θέμα… Ο κυρ Macron έχει δύο πράγματα στο μυαλό του. Πρώτον την σχετική μείωση των «γαλλικών μισθών» (και υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να γίνει αυτό) έτσι ώστε να πλησιάσει το γαλλικό μεροκάματο στο «ανατολικό», και όχι το ανάποδο. Και δεύτερο τις όποιες δυνατότητες της εντελώς «μαύρης» δουλειάς: αφού εκεί ο εργάτης είναι ανύπαρκτος δεν υπάρχει θέμα «εργασιακού κόστους»…. Έτσι δεν είναι; Στο κάτω κάτω ο Macron δεν ήθελε να προσβάλει τον ιταλό συνάδελφό του Gentiloni, θυμίζοντάς του τι συμβαίνει με τις εργάτριες γης απ’ την ρουμανία στον ιταλικό νότο…

Δεν είναι (φρικτά) ενδιαφέρον το γεγονός ότι με τους χαμηλούς, βασικούς μισθούς ασχολούνται όλοι οι άλλοι εκτός από εκείνους που πληρώνονται με δαύτους; Αν, δηλαδή, κάποιος ήθελε να μας αποκαλέσει (σαν τάξη) «μαλάκες με περικεφαλαία» τι άλλο θα έκανε απ’ το να δείξει ότι για τα βασικά κάνετε γαργάρα;

Και πόσο άδικο θα είχε;