Ο φόρος της βροχής

Τρίτη 5 Μάρτη. Αν είναι κάποιος μακριά μπορεί να θαυμάσει την εφευρετικότητα των κυνηγών φόρων. Ο Phil Murphy, κυβερνήτης του New Jersey (δημοκρατικός) θα ανέβαινε στο βάθρο – αν υπήρχε πρόνοια για την βράβευση των πιο προχωρημένων φορολογικών ιδεών.

Ο «φόρος της βροχής» που προωθεί θα φορολογεί τα σπίτια με βάση την μη κατοικίσιμη και μη χωμάτινη επιφάνειά τους (ας πούμε ανοικτό πάρκινγκ ή στρωμένα μονοπάτια). Επειδή (λέει το σκεπτικό του «φόρου της βροχής») το βρόχινο νερό που πέφτει σε τέτοιες επιφάνειες μολύνεται καθώς κυλάει προς το αποχετευτικό δίκτυο, συνεπώς επιβαρύνει την πολιτεία με τα έξοδα καθαρισμού του (στις εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού). Τα έσοδα απ’ τον «φόρο της βροχής» θα πάνε (είπε ο κυρ Phil) στη βελτίωση του αποχετευτικού συστήματος του New Jersey…

Θα επιστρέψουν οι προς φορολόγιση στην παμπάλαιη λύση της στέρνας, να μαζεύουν το «νερό τους» απ’ την βροχή για να μην επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό της πολιτείας; Ή θα αρχίσουν λειτανείες ζητώντας απ’ τον μεγαλο-ανύπαρκτο να σταματήσει εντελώς τις βροχές;

Άβυσσος η αμερικανική ψυχή. Και πιθανόν τρύπια…

Η δανία του νότου, part 2

Τρίτη 24 Απρίλη. Όταν, κατά καιρούς, διάφοροι κρατικοί / κυβερνητικοί αξιωματούχοι του ελλαδιστάν ανακοινώνουν ότι «θα αλλάξουν το παραγωγικό μοντέλο της χώρας», η ασταμάτητη μηχανή νοιώθει πως σύντομα θα πάρει προαγωγή: θα γίνει καφετιέρα.

Πως, άραγε, αλλάζει το εθνικά αιώνιο «παραγωγικό μοντέλο» του ελλαδιστάν; Με προσευχές; Με διατάγματα; Με δικτατορίες; Με ένα άλμα στον ουρανό ή μ’ ένα άλμα στο κενό; Δυστυχώς οι φωστήρες της «νέας αλλαγής» ποτέ δεν διαφωτίζουν την ασταμάτητη μηχανή (ούτε κανέναν άλλον…) γι’ αυτά τα τρία ζητήματα: α) ποιο θεωρούν σαν υπάρχον «παραγωγικό μοντέλο»· β) ποιο σχεδιάζουν να είναι το «άλλο παραγωγικό μοντέλο»· και γ) πως θα γίνει η μετάβαση. Άραγε θα περάσει το ελλαδιστάν απ’ την αλυσίδα airbnb – σουβλατζίδικα – καφέ – κομμωτήρια – μαύρη οικονομία (plus οργανωμένο έγκλημα) σε μια φάση: συνεργεία ποδηλάτων – νευρορομποτικές εφαρμογές – 30ωρο – «όχι άλλοι τουρίστες»; Ο γνήσιος οραματιστής της «δανίας του νότου» πέθανε (από «πολιτική άποψη»): φυτρώνουν κανούργιοι πάνω στον τάφο του (με την «πολιτική έννοια»);

Απάντηση δεν φαίνεται στον ορίζοντα, και η ασταμάτητη μηχανή δεν πρόκειται να αρχίσει να ζεσταίνει νερό! Εν τω μεταξύ, αν αυτοί οι σκληροί μεταρρυθμιστές έχουν τόση όρεξη όση διακηρύσσουν, μπορούν να κάνουν κάτι λιγότερο και πιο εύκολο απ’ το να αλλάξουν «παραγωγικό μοντέλο»· που ωστόσο θα βοηθήσει. Να αλλάξουν το «εκπαιδευτικό μοντέλο»! Πράγμα που σημαίνει: να πετάξουν έξω απ’ τα σχολεία του παπάδες και τους πρακτορές τους, τους φασίστες, τους διαταραγμένους και γενικότερα όλους όσους πηδάνε τη νεολαία (με το αζημίωτο).

Είναι πολλοί αυτοί, δεν υπάρχει αμφιβολία. Γι’ αυτό το απλό (την «αλλαγή του εκπαιδευτικού μοντέλου») θα γίνουν σκληρές συγκρούσεις. Αλλά την αλλαγή του «παραγωγικού μοντέλου» πως την φαντάζονται; Αναίμακτη;

Και πενταετή πλάνα να είχαν στο μυαλό τους, θα ήταν απαραίτητα τα ένοπλα σοβιέτ…

(φωτογραφία: ελληνικό σουβλατζίδικο στη Βενετία: τόσο πετυχημένο «παραγωγικό μοντέλο», ώστε γίνεται και εξαγωγή…)

Το μαξιλάρι της θείας Λίτσας

Κυριακή 22 Απρίλη. Ακούστηκε, ξανακούστηκε, είναι αλήθεια. Η θεία Λίτσα κάνει αποταμίευση (απ’ την σύνταξη της) και τον κουμπαρά τον έχει κάνει προσκεφάλι της.

Δεν το είχαμε πάρει χαμπάρι. Η θεία Λίτσα κοιμάται πάνω σε μερικά δισεκατομμύρια, με προοπτική να γίνουν καμιά εικοσαριά. Δεν είναι πούπουλα, είναι παράδες.

Έπεσε πανικός. Το τελευταίο που θα ήθελε το σπίτι και η γειτονιά είναι να κάνει security στο κομπόδεμα της θείας Λίτσας. Γιατί φωνάζει ότι «το μαξιλάρι θα την σώσει όταν βγει απ’ το τούνελ»; ρώτησε κάποιος. «Επειδή είναι καμμένη» απάντησε ένας άλλος· κι αμέσως μετά η κουβέντα πήγε στους καμμένους γενικά.

Ο οικονομολόγος της παρέας είπε ότι υπάρχει μια διεθνής τάση επιστροφής στο χρυσάφι. Θα προσπαθήσουμε να την πείσουμε να κάνει το κομπόδεμά της λίρες αγγλίας, όπως παλιά. Να τις βάλουμε σε ντενεκέ, να τον θάψουμε στην αυλή. «Κι αν αρχίσει να κοιμάται από πάνω;» ρώτησε ο ξάδελφος ανήσυχος. «Θα της ρίξουμε χώμα, να μην κρυώσει» του είπα. Με τον τόνο του «δώστε στην πατρίδα του θανάτου το φιλί».

«Πεθαίνει σαν χώρα» μουρμούρησε ο ξάδελφος. Αλλά το είπε σιγανά, να μην το ακούσει η θεία Λίτσα, και νομίζει ότι θέλουμε να την κληρονομήσουμε…

(φωτογραφία: Χρυσοθήρες στη ν. ζηλανδία, στη δεκαετία του 1930. Η αναζήτηση χρυσού με σκάψιμο, πολύ σκάψιμο, είχε την τιμητική της στη διάρκεια σοβαρών κρίσεων, ανεργίας, φτώχιας, κλπ. Όπως και η αναζήτηση πετρελαίου.

Καμία σχέση με την θεία Λίτσα, το μαξιλάρι της, την αοζ της και το γκάζι κάπου θαμμένο…)

Εύλογες (;) απορίες…

Σάββατο 7 Οκτώβρη. Καλά. Αυτός αριστερά είναι ο ρώσος εργάτης της καπνοβιομηχανίας, που με την αξία του έγινε υποδιευθυντής, και επειδή είχε προνοήσει να βάζει στην άκρη ρούβλι ρούβλι το περίσσευμά του, μόλις άλλαξαν τα κόζια (τότε, στις αρχές των ‘90s, που όποιος πυροβολούσε γρηγορότερα γινόταν boss) «αγόρασε» το εργοστάσιο. Συγκινητικό!!!! Μετά πήρε κι άλλο καπνεργοστάσιο, στο ελλαδιστάν, οπότε τα μαύρα τσιγαράδικα μπήκαν στην ελληνική νομοθεσία “προσέλκυσης επενδύσεων”! Κάτι σαν εκείνον τον λαρισαίο ντελιβερά σα να λέμε, τον κυρ Πηλαδάκη, που έβαζε τα τιπς στην άκρη, και έτσι κατάφερε να αγοράζει το ένα καζίνο μετά το άλλο…

Αυτός δεξιά όμως ποιος είναι; Κι αυτός αυτοδημιούργητος; Ξεκίνησε ξυπόλητος και έγινε ο βασιλιάς του τσαρουχιού;

(Με το συμπάθειο: πρέπει να είναι εντελώς ντενεκές όποιος δεν έχει δεύτερες και τρίτες σκέψεις πριν κάνει χασκογελώντας τέτοιες παρέες…)