Υπόθεση Assange 2

Δευτέρα 15 Απρίλη. Δεν θα πέσουμε στις γραφικότητες περί «ιερής ελευθερίας του τύπου». Όπως και κάθε άλλη ελευθερία (εντός ή εκτός εισαγωγικών) στον καπιταλιστικό πρώτο κόσμο, έτσι κι αυτή ήταν πάντα σχετική. Αυτή η σχετικότητα δεν ορίζεται ποτέ από αφηρημένα ιδεώδη· μόνο από πραγματικούς συσχετισμούς δύναμης.

Αυτό που δεν θα γινόταν εναντίον του Assange πριν 10 χρόνια, γίνεται τώρα. Τώρα, για παράδειγμα, μια (προφανώς προπληρωμένη…) πρωτοκοσμική δημαγωγική εκστρατεία δυσφήμισης (έως γελοιοποίησής) του είναι εφικτή. «Αρρώστησε», «παρανόησε», «έβαζε σκατά στους τοίχους» (του δωματίου στην πρεσβεία), «δεν πρόσεχε την γάτα του»: αυτά είναι τα tips μιας εκστρατείας με στόχο το μην ασχολείστε με δαύτον, δεν αξίζει τον κόπο… Μπορεί αυτή η διαχείριση να προέρχεται απ’ τα καλύτερα manual του μοντέρνου ολοκληρωτισμού (όπου οι διαφωνούντες έπρεπε να επιδεικνύονται σαν «άρρωστοι», “ψυχικά διαταραγμένοι”, κλπ), ωστόσο έχει πιθανότητες να δουλέψει και στον μεταμοντέρνο καπιταλιστικό κόσμο – για μια persona. Μια persona που αυτο-φυλακίστηκε στην υπόγεια αντινομία: αν η “ψηφιακή αποκαλυπτική δημοσιογραφία” (τα wikileaks) είναι – και πρέπει να είναι – απρόσωπη, δεν γίνεται να είναι ταυτόχρονα και ισχυρά προσωποποιημένη· παρά μόνο σαν κάποια “διαταραχή”…

Δεν πρόκειται, λοιπόν, απλά για την ελευθερία (ποιά ελευθερία;) του τύπου (ποιού τύπου;) στην εποχή της γενικευμένης ψηφιακής παραπληροφόρησης / αποπληροφόρησης / χειραγώγησης. Πρόκειται, ταυτόχρονα, για την επιστράτευση των “παλιών” εξουσιατικών, κρατικών και παρακρατικών μεθόδων, άλλοτε δαιμονοποίησης και άλλοτε γελοιοποίησης του “εχθρού”, κατά προτίμηση σαν προσώπου / ατόμου.

Στην κατασκευή των “παράλληλων πραγματικοτήτων” δεν επιπλέει η ανοχή, αφού μία και μοναδική είναι η επιτρεπόμενη πραγματικότητα: η εξουσιαστική θέληση της εκμηδένισης οποιουδήποτε εμποδίου…. Πρωτόγονη αλλά πάντα ισχυρή (πραγματικότητα). Που ενισχύεται απ’ την μαζική εγωϊκή κενοδοξία των υπηκόων.

(Το ότι αυτό επιβεβαιώνεται στο Λονδίνο και όχι στην Καμπούλ – για παράδειγμα – κρατείστε το…)

(φωτογραφία: Ο Lauri Love, ηλεκτρολόγος μηχανικός στην αγγλία, κατηγορήθηκε απ’ την Ουάσιγκτον σαν μέλος των anonymus, και πιο συγκεκριμένα ότι συμμετείχε σε χακαρίσματα που έγιναν το 2012 και το 2013 με στόχους το fbi, τη nasa, τον αμερικανικό στρατό, το υπουργείο άμυνας και το υπουργείο οικονομικών. Το ψοφιοκουναβιστάν ζήτησε την έκδοσή του, πράγμα που σήμαινε ότι κινδύνευε με καταδίκη 100 χρόνων φυλακή.

Τον Φλεβάρη του 2018 αγγλικό δικαστήριο απαγόρευσε την εκδοσή του – με αιτιολογία, ωστόσο, τους κινδύνους για την υγεία του: ο Love έχει διαγνωστεί για το σύνδρομο Aspreger. Αυτή ήταν μια καλή για τον Love αλλά μεσοβέζικη στάση του αγγλικού κράτους..)

Υπόθεση Assange 3

Δευτέρα 15 Απρίλη. Ο Assange και η «τύχη» του, πέρα απ’ αυτήν καθεαυτήν την προσωπική διάσταση, είναι ένας δείκτης. Ο βετεράνος John Pilger, ρεπόρτερ μιας «άλλης εποχής», σωστά το θυμίζει σ’ ένα προχθεσινό του άρθρο με αφορμή την σύλληψη του «κυρίου wikileaks»:

… Στη δεκαετία του ’70 συνάντησα την Leni Reifenstahl, στενή φίλη του Χίτλερ, της οποίας τα φιλμ βοήθησαν σημαντικά τη ναζιστική προπαγάνδα στη γερμανία.

Μου είπε ότι το μήνυμα των ταινιών της, η προπαγάνδα, δεν εξαρτιόταν από «εντολές απ’ τα πάνω» αλλά απ’ αυτό που η ίδια ονόμαζε «η υπάκουη κενότητα» του κοινού.

– «Περιλαμβανόταν σ’ αυτήν την υπάκουη κενότητα και η φιλελεύθερη, μορφωμένη διανόηση;» την ρώτησα.

– «Φυσικά» μου απάντησε, «ειδικά η διανόηση… Όταν ο κόσμος σταματάει να κάνει σοβαρές ερωτήσεις, γίνεται υπάκουος και χειραγωγήσιμος. Οτιδήποτε μπορεί να συμβεί έτσι».

Και έτσι έγινε. Τα υπόλοιπα, θα μπορούσε να προσθέσει, είναι ιστορία.

Ο κόσμος έχει ξανασταματήσει να κάνει σοβαρές ερωτήσεις. Τρέφεται με σκατά (όχι του Assange στους τοίχους ενός δωματίου σε μια πρεσβεία!) και νομίζει ότι κάνει κάτι πολύ σοβαρό.

Αυτή η ναρκισσιστική πρωτοκοσμική κοπρολαγνεία είναι που έχει αλλάξει δραματικά τους συσχετισμούς δύναμης σε ότι αφορά πολλά, μεταξύ των οποίων και οι μυθικές “ελευθερίες”… Αυτό είναι που κάνει σήμερα εφικτό εκείνο που χθες έμοιαζε αδιανόητο…

Αβίαστο συμπέρασμα

Δευτέρα 8 Απρίλη. Στην αρχή ήρθε ένα κοντέινερ. Μικρό μεν, κοντέινερ δε. Μετά ήρθαν υπήκοοι του αυτοκράτορα Xi και αγόραζαν όχι σπίτια αλλά κτίρια ολόκληρα. Στο τέλος ήρθαν και οι λιμενόμπατσοι (μάλλον σε αναγνωριστική αποστολή)· και οι μπάτσοι ξηράς δεν γούσταραν. Τι σημαίνουν όλα αυτά;

Ότι, τελικά, στα Εξάρχεια δεν θα γίνει σταθμός μετρό. Λιμάνι θα γίνει. Θάρθει και η cosco… Άντε μπας και φυσήξει λίγο θαλασσινό αεράκι απ’ την Πατησίων. Και όταν οι λάτζες θα πηγαινοέρχονται στο κανάλι της Πανεπιστημίου – αφού δεν θα πεζοδρομηθεί ας γίνει κανάλι – και οι γλάροι θα ζευγαρώνουν χαρούμενα στο λόφο του Στρέφη, θα αποδειχθεί πόσο προφητικό ήταν το παλιό επαναστατικό σύνθημα:

Κάτω απ’ την άσφαλτο είναι η παραλία!!!

Συνηγορία σε κακουργήματα 1

Πέμπτη 4 Απρίλη.Ο δικαστής είναι το καλύτερο επάγγελμα απ’ όλα… Ενώ ο κοινός άνθρωπος, ο μέσος εργαζόμενος λόγου χάρη, είναι για πέταμα όταν κοντεύει τα εξήντα εξηνταπέντε, γιατί αρχίζει να γίνεται αργόστροφος και να μην έχει ζωηρά αντανακλαστικά, ο δικαστής μόλις που αρχίζει ουσιαστικά την καριέρα του. Ο εργάτης, που δουλεύει στην αλυσίδα συναρμολόγησης ή στην πρέσσα, είναι μετά τα πενήντα ξοφλημένος: προκαλεί καθυστερήσεις, δυστυχήματα, είναι για πέταμα. Ο μεταλλωρύχος στα πενηνταπέντε του έχει πνευμόνια χαλασμένα – οπότε, του δίνεις δρόμο, πριν φτάσει και στο όριο συνταξιοδότησης. Το ίδιο κι ο τραπεζικός: ύστερα από μιαν ηλικία, αρχίζει να κάνει λάθος στους λογαριασμούς, δε θυμάται πια τα ονόματα των επιχειρήσεων και των πελατών, τα μπερδεύει με τα επιτόκια, λησμονάει τον αριθμό λογαριασμού της ΚΥΠ ή των υπουργείων. Δρόμο, στο σπιτάκι σου, ξεκουμπίσου! Γέρασες, ξεκούτιανες!

Ενώ ένας δικαστής, όχι! Με τους δικαστές, συμβαίνει το αντίθετο: όσο πιο γέροι και ξεκούτηδες είναι, τόσο πιο εύκολα εκλέγονται στα ανώτατα αξιώματα κι αναλαμβάνουν τα πιο σπουδαία έργα!… Ε, λοιπόν, οι άνθρωποι αυτοί έχουν το δικαίωμα να σε καταστρέψουν ή να σε σώσουν! Όταν τους έρχεται, ρίχνουν ποινές ξεγυρισμένες, σα να λένε απλώς “ίσως αύριο βρέξει”: “Πάρε πενήντα χρονάκια εσύ, τριάντα εσύ, και μόνο είκοσι εσύ, γιατί φαίνεσαι συμπαθητικούλης!” Αγορεύουν, νομοθετούν, παίρνουν αποφάσεις, θεσπίζουν ποινές… είναι και πρόσωπα ιερά και απαραβίαστα!…

(Ντάριο Φο, Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού)

Συνηγορία σε κακουργήματα 2

Πέμπτη 4 Απρίλη. Όμορφα κι ωραία, με την άνεση του “ανοίγω την ομπρέλλα μου”, οι δικαστές μπορούν να υιοθετήσουν τις τερατολογίες των μαρτύρων κατηγορίας – αρκεί αυτοί να είναι μπάτσοι. Γιατί εκτός απ’ τους δικαστές και τα όργανα της δημόσιας τάξης είναι ιερά σαν κατήγοροι. Εκείνα που σαν καταθέσεις πολιτών θα προκαλούσαν από θυμηδία έως οργή, στο στόμα του αστυνομικού απλά θεωρούνται αλήθειες. Έχει λόγο ένας μπάτσος μάρτυρας κατηγορίας να πει ψέμματα; Όχι (αποφαίνεται ο υπεύθυνος δικαστής) – ο μπάτσος στέκεται πάνω απ’ τις μικρότητες των κοινών ανθρώπων. (Πώς γίνεται αυτοί που, όλο κι όλο, λαμβάνουν και εκτελούν διαταγές, να έχουν όχι απλά το ακαταλόγιστο αλλά και όλα τα πιστοποιητικά ειλικρίνειας;) Για ψευδορκία θα κατηγορηθούν οι μάρτυρες υπέρασπισης – όχι οι μπάτσοι…

Το παράδειγμα της αντιφασιστικής διαδήλωσης στις 18 Σεπτέμβρη του 2014, στο Κερατσίνι, ένα χρόνο μετά την δολοφονία του Παύλου Φύσσα, δεν είναι καθόλου πρωτότυπο· είναι όμως χρήσιμο για τους νεώτερους / νέωτερες, αν φυσικά ενδιαφέρονται να μάθουν… Σε μια τέτοια θερμή (πολιτικά αλλά και συναισθηματικά) διαδήλωση, τι κάνεις σαν βαθύ κράτος; Στέλνεις τα όργανα της δημόσιας τάξης να κάνουν τα δέοντα· έχοντας υπόψη ότι κατά το 50% τους βρίσκονται στο πλευρό των δολοφόνων. Αυτό σημαίνει ότι κάθε μεμονωμένος μπάτσος που στέλνεται να παίξει τον ρολάκο του στο έργο “η δημόσια τάξη πάνω απ’ όλα”, στις 18 Σεπτέμβρη του 2014 στο Κερατσίνι, είναι φασίστας. Κατά 50%. Κάποιοι παραπάνω, κάποιοι λιγότερο – το 50% είναι ο μέσος όρος… Μ’ αυτήν την προσθήκη, πασίγνωστη στους διοικητές των μονάδων (και στο υπουργείο τους): ο υπερβάλλων ζήλος (των οργάνων της τάξης) αυξάνεται ανάλογα με την ιδεολογική τους θέση απέναντι στο γεγονός (π.χ.: την διαδήλωση) που έχουν να “επιτηρήσουν”.

Μ’ αυτά τα δεδομένα, το ότι σ’ εκείνη τη διαδήλωση οι κατά 50% φασίστες / όργανα της τάξης συνέλαβαν 64 αντιφασίστες διαδηλωτές θα μπορούσε να θεωρηθεί ευτυχής εξέλιξη: κάποιοι ανάμεσά τους, είναι σίγουρο, θα ήθελαν να στείλουν κόσμο στο νοσοκομείο… (Συμβαίνει… Έχει συμβεί…)

Είναι μια παλιά γνώση που χάθηκε, δυστυχώς, αφού κανείς πια δεν ήθελε να την αποκτήσει: όταν το βαθύ κράτος θέλει να παίξει πόλεμο, καλό είναι να το αντιλαμβάνονται και οι στόχοι του…

Αν δεν καταλαβαίνουν, δεν δικαιούνται στα σοβαρά να λένε ότι είναι εχθροί του.

Συνηγορία σε κακουργήματα 3

Πέμπτη 4 Απρίλη. Μπορεί το κατά μέσο όρο 50% βοθρολυματικό σύστημα της εντόπιας δημόσιας τάξης να ήθελε εκείνη την ημέρα περισσότερα. Ποιά ήταν, όμως, τελικά η σοδειά του; Η περιφρούρηση! Εξήντα τέσσερα άτομα, όλα απ’ την περιφρούρηση της διαδήλωσης!!! (Εδώ που τα λέμε: εύκολη, τεμπέλικη σοδειά…) Επ’ αυτού υπάρχει ένα πολύ σοβαρό θέμα – ακόμα κι αν μοιάζει (πια, δυστυχώς) παράδοξο. Και ανάξιο αναφοράς – πολύ περισσότερο υπεράσπισης. Αναγκαστικά η ασταμάτητη μηχανή θα κάνει δυο άλματα πίσω στο χρόνο.

Η δεκαετία του ’70 τελείωσε με μια μειοψηφική μεν αλλά δυναμική άποψη ότι η εκτροπή (δυναμικών μεν αλλά ειρηνικών διαδηλώσεων), δηλαδή αυτό που πολύ πολύ αργότερα ονομάστηκε “μπάχαλα”, είναι ο δρόμος της ριζοσπαστικοποίησης. Γιατί; Επειδή (έλεγε εκείνο το θεώρημα) η συλλήβδην καταστολή φέρνει ακόμα και τους ειρηνικούς (: “ξενέρωτους”) διαδηλωτές μπροστά (δηλαδή κάτω) απ’ την κρατική βία. Κι έτσι γίνονται … επαναστάτες!

Δέκα χρόνια μετά, στα τέλη της δεκαετίας του ’80, μερικές δεκάδες αναρχικών, αρκετά έμπειρων και δραστήριων (για να το πούμε κομψά…) καταλήξαμε στο οριστικό συμπέρασμα πως είναι αναξιοπρέπεια και δειλία να κάνουμε την αστυνομία συνεταίρο στη ριζοσπαστικοποίηση του οποιουδήποτε. Κουβαλώντας κάθε στιγμή των “σοσιαλιστικών” / αστυνομικών ‘80s, ειδικά απ’ το ’84 και μετά, ήρθε μια στιγμή (δεν έχει σημασία εδώ ποια ήταν αυτή…) που επιβεβαιώσαμε με δυο ματιές ο ένας στον άλλον ότι η αστυνομική καταστολή των διαδηλώσεων εξαιτίας της όποιας δυναμικής επιλογής μιας (πάντα) μικρής μειοψηφίας (ημών συμπεριλαμβανομένων…), δεν ριζοσπαστικοποιούσε κανέναν και καμμία! Φόβιζε – αυτό… Και έστελνε τον κόσμο σπίτι του… Τελεία και παύλα.

Αυτή η ξινή μεν αλλά πραγματική και τίμια εμπειρία, γέννησε φυσιολογικά δύο συμπεράσματα. Πρώτον, ότι ο χαρακτήρας οποιασδήποτε διαδήλωσης θα προσδιορίζεται αποκλειστικά απ’ τους οργανωτές της και όχι απ’ τους καλεσμένους· και θα είναι είτε δυναμική / βίαιη είτε όχι, αλλά ποτέ ένα υβρίδιο, λίγο απ’ το ένα και λίγο απ’ το άλλο, επειδή «έτσι μας βολεύει». Για να το πούμε διαφορετικά: μερικές δεκάδες αξιόλογων και μαχητικών κινηματικών στα τέλη των ‘80s αποφάσισε ότι το να χρησιμοποιούμε τους «ξενέρωτους» των διαδηλώσεων σαν ανθρώπινη ασπίδα τέλειωσε! Πέθανε! Θέμα αξιοπρέπειας – αν λέει κάτι αυτή η λέξη…

Δεύτερον, ότι με δεδομένη την μόνιμα προβοκατόρικη τακτική της αστυνομίας (τότε, όπως τώρα, όπως πάντα), η περιφρούρηση μιας διαδήλωσης για την οποία οι οργανωτές της έχουν αποφασίσει ότι θα είναι δυναμική αλλά ειρηνική, είναι σημαντικό καθήκον· ειδικά για εκείνους κι εκείνες που είχαν (ήθελαν να έχουν) και άλλες επιλογές. Για να το πούμε αλλιώς: την περιφρούρηση δεν την ζήτησαν ποτέ οι «ξενέρωτοι». Αυτοί θα ήταν ο.κ. με μια “πιο ανθρωπινη αστυνομία”…. Την περιφρούρηση σαν καθήκον, την οργάνωσαν και την έθεσαν σε εφαρμογή (όπου έγινε αυτό) οι «νερωμένοι». Γιατί μόνον αυτοί μπορούσαν να καταλάβουν τον πολιτικό / ιδεολογικό ρόλο της καταστολής· συνεπώς θα μπορούσαν να συλλάβουν (δυστυχώς συχνά στιγμιαία) την σημασία της περιφρούρησης του πλήθους που ετερόκλητο ή όχι διαδηλώνει.

Και γιατί αυτό αναδύθηκε σαν σημαντικό καθήκον ανθρώπων που καθόλου δεν «καταδίκαζαν την βία απ’ όπου κι αν προέρχεται»; Επειδή μετά από τα  special κινηματικά χρόνια στα ‘80s τους είχε ξεκαθαριστεί πως το «θέαμα του χάους» (δηλαδή των διαλυμένων διαδηλώσεων και των διαδηλωτών που τρέχουν σαν κατσίκια επειδή, ακριβώς, δεν είχαν προετοιμαστεί) ήταν βούτυρο στο ψωμί του κράτους! Αν οι λέξεις «κρατική τρομοκρατία» έχουν απτό νόημα (και έχουν!) αυτό είναι ακριβώς εκείνο που συμβαίνει σε διαδηλωτές, την ώρα που πνίγονται απ’ τα δακρυγόνα και δεν υπάρχει δίπλα τους τεχνική βοήθεια (ενώ η διεθνής εμπειρία δείχνει αδιαπράγματευτα ότι σε μια καλά οργανωμένη και περιφρουρημένη διαδήλωση αυτή η βοήθεια είναι υποχρέωση των οργανωτών να υπάρχει…)· σε διαδηλωτές που τρέχουν, παραπατάνε, και ξυλοφορτώνονται (ή και συλλαμβάνονται) επειδή κανείς δεν φρόντισε να πάρει την ευθύνη να μην τους συμβεί αυτό.

Πράγμα που σήμαινε ότι η διαδήλωση σαν μέσο θα έπρεπε να επανεφευρεθεί και να προστατευτεί. Στα τέλη των ‘80s… Και μάλιστα αυτό δεν θα ήταν δυνατόν να γίνει απ’ τους «ξενέρωτους» (επειδή δεν ξέρουν να το κάνουν και επειδή προσέρχονται κατά μόνας και περιστασιακά) αλλά απ’ τους «άλλους», τους “οργανωμένους”· από εκείνους κι εκείνες δηλαδή που έχουν μια βασική συλλογική οργανωτική / πολιτική υπόσταση τέτοια ώστε να μπορούν να προβλέψουν, και άρα να αντιμετωπίσουν τις αστυνομικές προβοκάτσιες.

Μαζί, όμως, με την προστασία της δυναμικής / ειρηνικής διαδήλωσης, θα προστατεύονταν και οι μαζικές κινηματικές επιλογές της ριζοσπαστικής αντι-βίας! Πρώτον, επειδή θα έπρεπε να αναμετρηθούν με το βάρος τους, αντί να κρυφτούν παιδιάστικα πίσω απ’ την μάζα των «ξενέρωτων»… Δεύτερον, επειδή θα σταματούσε (το όποιο συλλογικό υποκείμενο ριζοσπαστικής «βίας στη βία των αφεντικών») να λογαριάζει την καταστολή σαν συνεταίρο της δήθεν ριζοσπαστικοποίησης των άλλων· αυτό το είδος μαζοχισμού α λα “οι χριστιανοί στα λιοντάρια”, που ποτέ δεν υπήρξε “επαναστατικό”… Τρίτον, επειδή θα αναλάμβανε όλα μα όλα τα οργανωτικά καθήκοντα της επίδειξης της αντι-βίας· ξανανενώνοντας το νήμα με εκείνες τις υπέροχες στιγμές της οργανωμένης πολιτικής αναρχίας στις αρχές των ‘80s (περισσότερα δεν θα πούμε…)

Συνηγορία σε κακουργήματα 4

Πέμπτη 4 Απρίλη. Η περιφρούρηση με όλα τα εύλογα και, κυρίως, πολιτικά ισχυρά επιχειρήματά της, δεν έγινε ποτέ καθολικά αποδεκτή σαν ένα απ’ τα πρώτης γραμμής καθήκοντα του α/α/α “χώρου”. Ούτε το στρατηγικό συμπλήρωμά της, δηλαδή ο χωρίς όρους σεβασμός στον χαρακτήρα της οποιασδήποτε διαδήλωσης όπως τον ορίζουν οι οργανωτές της. Περιστασιακά, απ’ τις αρχές των ‘90s, θα μπορούσε να συναντήσει κανείς απ’ τους ίδιους «χώρους» (συχνά και απ’ τους ίδιους ανθρώπους) πότε το ένα και πότε το άλλο. Πότε την απαίτηση πειθαρχίας και πότε την κατάφαση στο «μπάχαλο». Εννοείται πως έτσι δεν διαμορφώθηκε ποτέ – μέσα στο κίνημα με την ευρεία έννοια – αυτό που λέγεται «μέθοδος»: ένα σώμα δοκιμασμένων, σεβαστών και αποδεκτών απ’ όλους κανόνων… Κι αυτό είχε και έχει κόστος σε διάφορα επίπεδα.

Απ’ την άλλη μεριά, και δεν είναι καθόλου παράξενο, εκείνοι που ήταν πάντα εχθρικοί στην περιφρούρηση των διαδηλώσεων του α/α/α/ «χώρου» ήταν εκείνοι που παρήγαγαν ή και εκμεταλλεύονται τις εντυπώσεις του «αδιαμόρφωτου χάους». Εκείνοι που παράγουν και εκμεταλλεύονται τις εντυπώσεις του «χιμαδιού»· του «ανθρώπινου κοπαδιού», που δεν έχει αρχή και τέλος· που είναι μια στιγμιαία, αντιφατική συνάθροιση ετερόκλητων προθέσεων, ανίκανων να αυτο-οργανωθούν όσες σπονδές κι αν κάνουν στην «αυτο-οργάνωση»… Η περιφρούρηση υπήρξε πάντα, για την πολιτική αστυνομία (δεν θα ανοίξουμε εδώ την συζήτηση τι σημαίνει αυτό…), ένα πρωτοφανές «σκάνδαλο»: περιφρούρηση έναντι κινδύνων, δηλαδή αυτο-οργάνωση, χωρίς ιεραρχικές δομές, χωρίς διαταγές, στη βάση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης; «Αίσχος»!!! Ακόμα κι αν ο α/α/α «χώρος» στο σύνολό του δεν κατάλαβε ποτέ τι σημαίνει αυτό, το καταλάβαινε μια χαρά τόσο το αστυνομικό όσο και το πολιτικό τμήμα του κράτους!

Συνηγορία σε κακουργήματα 5

Πέμπτη 4 Απρίλη. Η επιτυχία (εντός ή εκτός εισαγωγικών) των κατά 50% φασιστικών οργάνων της δημόσιας τάξης στις 18 Σεπτέμβρη του 2014 ήταν αυτή: ότι “έδεσαν” 64 άτομα απ’ την περιφρούρηση της αντιφασιστικής διαδήλωσης… Να το επαναλάβουμε τονισμένο, επειδή μπορεί να διαφύγει της προσοχής: ΑΠ’ ΤΑ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΑΤΟΜΑ ΕΚΕΙΝΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΗΛΩΣΗΣ ΟΙ 50% ΦΑΣΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΡΟΥΡΗΣΗ ΕΒΑΛΑΝ ΤΟ ΜΑΤΙ. ΑΥΤΗΝ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΑΥΤΗΝ. Εύκολα ο οποιοσδήποτε άσχετος θα πει “τυχαίο”! Για να ξεφορτωθεί αυτήν την ενοχλητική (απ’ την άποψη της εξηγήσής της) προσήλωση… Αλλά οι άσχετοι δεν έχουν ιδέα πως δουλεύει η αστυνομία… Δεν είναι η πρώτη φορά που η περιφρούρηση, και μόνον η περιφρούρηση, γίνεται ο στόχος της καταστολής – ακόμα κι αν κανείς δεν ενδιαφέρεται να το ξέρει, αν μας έχετε κάποια εμπιστοσύνη, σας το επιβεβαιώνουμε (εξού και η περιφρούρηση ήταν, είναι και θα είναι καθήκον για οργανωμένους / ες, με πολιτικό back up…).

Απ’ την μεριά του κράτους / παρακράτους δεν ήταν «λάθος» στόχος αυτός στις 14/9ου! Ήταν ο σωστός: αυτοί κι αυτές που αναλαμβάνουν την ευθύνη να χαλάσουν το θέαμα του «ανθρώπινου κοπαδιού» σε μια αντιφασιστική ή και σε οποιαδήποτε άλλη διαδήλωση· αυτοί κι αυτές που δείχνουν ένα ψηλότερο απ’ τον μέσο όρο αίσθημα πολιτικής ευθύνης – αυτοί κι αυτές θα έπρεπε να ποινικοποιηθούν! Η δική τους ύπαρξη θα πρέπει να εμποδιστεί!!! Γιατί αν ποινικοποιηθούν αυτοί, λιγότεροι (ή και κανένας) θα το ξανακάνουν… Λιγότεροι ή κανένας θα αντιληφθεί την διαδήλωση σαν συλλογικό έργο και όχι σαν «ευκαιρία για παρεΐστικες ή ατομικές επιβεβαιώσεις». Κι έτσι, θα τρέχουν όλοι, σπουδαίοι Εαυτοί μεν, με τα πόδια στον ώμο δε – όπως ΑΚΡΙΒΩΣ «πρέπει να συμβαίνει»…

Δεν υπάρχει καμία συνωμοσία εδώ – και ποτέ δεν υπήρξε! Υπάρχουν διαταγές! Ο 50% φασίστας μπάτσος θα βγάλει το άχτι του έτσι κι αλλιώς· η ιεραρχία, όμως, ξέρει.

Και ακριβώς επειδή η ιεραρχία ξέρει, φορτώνει (στα τυφλά, αλλά με κάποιες οδηγίες και γενικές κατευθύνσεις) δέκα, πέντε ή έναν (στην προκειμένη περίπτωση τον Ν.Α.) με κακουργήματα. Μπατσικές τερατολογίες, που διεκδικούν αξία «αλήθειας» στο κατάλληλο δικαστήριο: ίσως, αυτό το «τέρας», να αγκάλιασε και τους δίδυμους πύργους και να τους έριξε… Ναι κύριε πρόεδρε! Τον είδα!!!

Ας το επαναλάβουμε σύντομα: ακριβώς επειδή η δημιουργία και η πρακτική εφαρμογή της φροντίδας για το συλλογικό, της φροντίδας για τους αδύνατους, τους όχι «ματσό», αποτελεί ιδεολογικό και πολιτικό σκάνδαλο όταν αφορά τα εκτός κρατικής / παρακρατικής διαχείρισης πολιτικά υποκείμενα, ακριβώς γι’ αυτό 63 αντιφασίστες απ’ την περιφρούρηση της αντιφασιστικής διαδήλωσης της 18ης Σεπτέμβρη του 2014 δέθηκαν και κατηγορήθηκαν με πλημμελήματα (αργότερα αθώωθηκαν…)· και ένας ακόμα, στην τύχη, φορτώθηκε με κακουργήματα: ότι «έκανε επίθεση στην αστυνομία»…. Οι καταθέσεις των μπάτσων κατηγόρων στην περίπτωση του Ν.Α. (στην πρώτη δίκη, όπου καταδικάστηκε…) ήταν εξώφθαλμα τερατολογικές, και δεν άντεχαν καν στη στοιχειώδη λογική.

Κι ωστόσο, οι δικαστές, που ήταν επιφορτιμένοι με την «διαχείριση της περίπτωσης», τις δέχτηκαν. Γιατί; Επειδή, βέβαια, δουλειά τους είναι να μοιράζουν ποινές – έτσι θα ανέβουν στην ιεραρχία. Αλλά και γι’ αυτόν τον «κρυμμένο» αλλά εξαιρετικά σοβαρό λόγο: Επειδή, κύριε πρόεδρε, αυτοί [οι όποιοι «αυτοί»] απαγορεύεται να έχουν, να έμαθαν κάπου, να απέκτησαν ένα αίσθημα πολιτικής ευθύνης, όχι μόνο για τα δικά τους έργα μα και για την «τύχη» ανθρώπων που δεν τους ξέρουν αλλά συμβαίνει να διαδηλώνουν μαζί, ώστε να αναλαμβάνουν την έξτρα διακινδύνευση της προστασίας της διαδήλωσης… Κύριε πρόεδρε: δεν υπάρχει τίποτα συλλογικό, τίποτα προσανατολισμένο σ’ αυτούς· είναι ένας – ένας, και στατιστικά ανάμεσά τους εμφανίζεται η «κακουργηματική εκδοχή» του Εαυτού, που γράφει στα γεννητικά του όργανα όλους τους υπόλοιπους! Είναι η ιδιοσυγκρασία που τόσο πολύ προσπαθεί το σύστημά σας / μας να επιβάλλει σε κάθε τι , και νάτην!… Κύριε πρόεδρε: αυτοί οι αδέσποτοι μόνο “πολιτικοί χουλιγκάνοι”, εν δυνάμει εγκληματίες σε κάθε περίπτωση, επιτρέπεται να είναι! Κύριε πρόεδρε: δεν θα αφήσουμε κανέναν να καταστρέψει τον ρόλο που τους έχουμε αποδώσει!!! 

Ακόμα κι αν το εφετείο του Ν.Α. (αρχίζει την ερχόμενη Παρασκευή, 5/4) αλλάξει γνώμη και τον αθωώσει (πράγμα που, φυσικά, θα θέλαμε), το ζήτημα παραμένει. Θα ξαναβγεί σαν “πρόβλημα”, μπορεί όχι σε κρατικό δικαστήριο, αλλά ίσως στο «δικαστήριο» του μικροαστικού ατομισμού που θέλει να μοστράρεται σαν ο απόλυτος κίνδυνος – και το “ελεύθερο Εγώ” που «γαμάει τους ξενέρωτους». Μπορεί να είναι σε μια γειτονιά ή σε μια άλλη, σε μια διαδήλωση για ένα φόνο ή για κάποιον άλλον…

Ίσως κάπου, κάπως, κάποτε, η επιλογή του συλλογικού ακόμα και μεταξύ αγνώστων και της προστασίας του, η φροντίδα των αδυνάτων στο δρόμο για να το πούμε αλλιώς, τύχει της χωρίς παζάρια υπεράσπισης που της αξίζει. Χωρίς ανταλλάγματα. Μια και για πάντα.

Ίσως, πάλι, και όχι…

Η οπισθοδρόμηση δεν θα περάσει!

Τρίτη 26 Φλεβάρη. Οι “φωσφοριζέ” της γαλλικής επικράτειας συνεχίζουν τις ρουτινιάρικες συγκεντρώσεις τους τα Σάββατα. Με κριτήριο (οποιαδήποτε) κινηματική ιστορία των τελευταίων 60 χρόνων, τα διάσημα “κίτρινα γιλέκα” είναι μια περίπτωση που αξίζει σοβαρή προσοχή: χωρίς στόχους (η διαμαρτυρία για την διαμαρτυρία δεν είναι στόχος), χωρίς καμμία εξέλιξη (στα λόγια και στην πράξη), η μονοτονία του “είμαστε εδώ”…. Η μικροαστική στασιμότητα….

Το γαλλικό καθεστώς (είναι ολοφάνερο ότι) δεν κινδυνεύει απ’ τα “κίτρινα γιλέκα” με κανέναν τρόπο. Ακόμα και με ορίζοντα τις ευρωεκλογές, ό,τι ήταν να δώσουν (στην άκρα δεξιά) το έδωσαν. Αυτό που απασχολεί το καθεστώς Macron είναι ότι υπάρχει ένα πρόβλημα δημόσιας τάξης: διαδηλώσεις και ξανά διαδηλώσεις στο τουριστικό κέντρο της πόλης του φωτός;

Και μόνο αυτό δείχνει τον συντηρητισμό του σοσιαλφιλελεύθερου. Λίγο πιο ανοικτόμυαλος να ήταν, θα ευχόταν τα «κίτρινα γιλέκα» να συνεχίσουν τις εβδομαδιαίες λιτανείες τους τουλάχιστον ως το φθινόπωρο. Σαν τουριστική ατραξιόν. Πόσοι και πόσες πελάτες της τουριστικής βιομηχανίας θα δέχονταν να αφήσουν τις επισκέψεις τους στα μουσεία και τα αξιοθέατα για τις υπόλοιπες έξι μέρες της εβδομάδας, και να κάνουν την βόλτα τους την έβδομη (κατά την παλαιά διαθήκη: στο Σάββατο…) παρέα με «κίτρινα γιλέκα».

Είναι τόσο συντηρητικός ο Macron που δεν έπιασε το μήνυμα της εποχής ούτε όταν φωτογραφήθηκε αυτή με κιτρινογιλεκικό φόντο. Η Uma Thurman. Τί περιμένει για να καταλάβει ότι ο δρόμος της τουριστικής αξιοποίησης της κιτρινογιλεκικής ακινησίας (με όφελος των πάντων, ε;) έχει ανοίξει;

Να φωτογραφηθεί στο φόντο τους και ο Alain Delon;

Και οι κατάσκοποι έχουν ψυχή!

Κυριακή 10 Φλεβάρη. Υπάρχει κάτι σαν «υπηρεσία ασφαλείας» της ε.ε., που την μαθαίνουμε μέσα απ’ την ανακοίνωσή της ότι «υπάρχουν περίπου 250 κινέζοι και 200 ρώσοι κατάσκοποι στις Βρυξέλες». Και επειδή συχνάζουν σε συγκεκριμένα φαγάδικα και καφέ της πόλης (αλήθεια; τόσο πολύ καρφώνονται;) η υπηρεσία ασφαλείας συμβουλεύει τους ευρωδιπλωμάτες και τους νατοκαραβανάδες να μην πηγαίνουν εκεί…

Τι σόι αυτοσαρκασμός είναι αυτό το «γεμίσαμε κινέζους και ρώσους κατασκόπους· να, τους βλέπετε που τρώνε εκεί;». Οποιαδήποτε σοβαρή πρωτεύουσα σοβαρού κράτους έχει τους κατασκόπους της· ακόμα και οι πρωτεύουσες των faled states (σαν την Αθήνα) έχουν τέτοιους, ίσως μάλιστα αναλογικά περισσότερους… Κι αν είναι τόσο ορατοί (όσο υπονοεί η ευρωπαϊκή υπηρεσία ασφαλείας) μάλλον σαν ατραξιόν θα έπρεπε να προβάλλονται παρά προς αποφυγήν! Ποιος δεν θα ήθελε να κάνει παρέα με έναν κατάσκοπο, να τον ρωτήσει για την δουλειά, να φωτογραφηθεί μαζί του; Δεν είναι όλοι Τζειμς Μποντ, αλλά σίγουρα είναι μορφωμένοι και ενδιαφέροντες άνθρωποι – έτσι δεν προκύπτει απ’ την τεράστια αστυνομική φιλολογία;

Αντί να παιδιαρίζει η ευρωπαϊκή ασφάλεια, καλύτερα να προβάλει αυτήν την συγκέντρωση των κατασκόπων σαν απόδειξη της σημασίας των Βρυξελών. Γιατί κατά τα υπόλοιπα θα πρέπει να είναι μια βαρετή πόλη…

(φωτογραφία: Αν όχι όλοι / όλες σίγουρα κάποιοι ανάμεσά τους είναι κατάσκοποι – που τους ξεβράκωσαν τα ευρωλαγωνικά. Στις μαγικές Βρυξέλες φυσικά!)