Τίποτα δεν είναι αρκετό…

Πέμπτη 28 Φλεβάρη. Χίλιες μέρες και νύχτες (και τι νύχτες!) έκλεισε η ηλεκτρονική ασταμάτητη μηχανή. Απ’ τα τέλη Φλεβάρη του 2016. Αλλά «δεν γιορτάζει ούτε δέχεται» – όπως έλεγαν παλιά οι σχετικές αγγελίες, όταν συνέπιπταν γιορτή και πένθος.

Έμαθε κανά δυο πράγματα. Όσο εύστοχη κι αν είναι η εργατική κριτική, όσο τίμια κι αν είναι η αντι-πληροφόρηση, δεν είναι αρκετές για να αλλάξουν το βασικό. Την ιδιωτικοποίηση της εννόησης του Κόσμου. Κάλιστα μπορεί να είναι μια ειλικρινής ενασχόληση (ή μια φευγαλέα, διαγώνια σάρωση· ακόμα και μια βαρετή κατανάλωση – η ασταμάτητη μηχανή δεν ξέρει…) το ενδιαφέρον για τον Κόσμο. Αλλά η καθημερινότητα και οι απαιτήσεις της έχουν γίνει «σε πρώτη και τελευταία ανάλυση» καθοριστικές της ζωής.

Άλλοτε, στους μακρινούς προγόνους μας, ήταν η κριτική γνώση των «μεγάλων» που οργάνωνε τα «μικρά». Τώρα (εδώ και τρεις δεκαετίες) συμβαίνει το ανάποδο: είναι οι ρουτίνες και οι ταλαντώσεις των «μικρών» που αλέθουν τα «μεγάλα»…

Είναι τιμωρία αυτό, είναι κάτεργο. Συντρίβει, καταστρέφει… Όμως ακόμα κι αν είμαστε καταδικασμένοι / ες όλες (μα όλες!) τις ερωτήσεις των καιρών να τις απαντάμε σε πρώτο ενικό (ή, maximum, σε πρώτο οικογενειακό πληθυντικό), ακόμα κι αν τέτοια είναι λοιπόν η ποινή, δεν είναι ανάγκη οι απαντήσεις να είναι κομφορμιστικές. Όχι στο όνομα της επανάστασης. Στο όνομα εκείνου που τώρα μπορεί να είναι απλά μια ανάσα· και αύριο μια θύελλα.

Η ασταμάτητη μηχανή ξέρει, γι ‘αυτό και δεν γιορτάζει. Διαχέεεται σε οθόνες, άρα σε personal στιγμές… Ευκολία – μέχρις ότου αποδειχθεί ότι είναι αστοχία.

Όμως ακόμα κι έτσι τις επόμενες χίλιες μέρες και νύχτες (λέει ότι) θα συνεχίσει να είναι εδώ. Κι ας είναι εις μάτην.

Πολεμο-πληροφορικές συνθήκες 1

Σάββατο 11 Αυγούστου. Επί τη ευκαιρία, μια παρένθεση στην τρέχουσα δουλειά της ασταμάτητης μηχανής:

… Στην ιμπεριαλιστική μητρόπολη, όπου κυριαρχούν εντελώς «έκτακτες» συνθήκες, η λογοκρισία δεν λειτουργεί σαν ανοικτή και βάναυση «κοπή» του λόγου.

Εδώ γίνεται κάτι παραπάνω, κάτι χειρότερο απ’ τη χοντροκομμένη καταστροφή των αγωνιστικών κειμένων ή ένα black-out, κάτι πιο περίπλοκο από την παλιά «ρίψη στην πυρά». Πράγματι, καταρχήν πρόκειται για μια εργασία, πρόκειται για την παραχάραξη της ιστορικής εμπειρίας, την παραγωγή υποκατάστατων αναμνήσεων, τη δόλια κωδικοποίηση.

«Η λογοκρισία είναι μια δραστηριότητα, όχι η άρνηση μιας δραστηριότητας. Δεν είναι προσπάθεια «να μη γίνει κοινό» κάτι διαφορετικό από αυτό που συνήθως ονομάζουμε κοινο-ποιώ. Η λογοκρισία είναι τελικά παραγωγή γνώσης». Μιας άλλης γνώσης. Είναι η παραποίηση του γεγονότος, η μετατόπιση και η αντικατάστασή του!!!

Αυτή η στρατηγική ενεργητικής λογοκρισίας, στη θέση του παλιού «να μη μαθευτεί», επιλέγει αυτό που πιθανά νομιμοποιεί τον λοκοκριτή και που τελικά λειτουργεί σαν επιβεβαίωση του δικαιώματος και της εξουσίας αυτού που την ασκεί…

Αν κάποιος / κάποια διαβάσει τις πιο πάνω παραγράφους μπορεί και να εκστασιαστεί. Αν διαβάσει τον τίτλο από πάνω τους («Ο έλεγχος της μνήμης: ή η ενεργητική λογοκρισία σαν πολεμική στρατηγική») θα εκστασιαστεί ακόμα περισσότερο. Κι αν μάθει ότι πρόκειται για απόσπασμα κειμένου του 1982 (ναι, του 1982, πριν 35 χρόνια), γραμμένου στη φυλακή, από δύο τότε μέλη του πολιτικού γραφείου των «ερυθρών ταξιαρχιών» (τους Curcio και Franceschini), ίσως «μαγευτεί» εντελώς…

Τι συμβαίνει, όμως, όταν ζούμε και δρούμε για αρκετό καιρό μέσα σε τέτοιες, ακριβώς, συνθήκες «ενεργητικής λογοκρισίας»; Και τι συμβαίνει, επιπλέον, αν αυτή η «ενεργητική λογοκρισία» γίνεται ακόμα πιο αποτελεσματική (και καθολική) μέσω των διάφορων μορφών social media;

Οι καθεστωτικοί μιλούν ήδη ανοικτά για «εναλλακτικές πραγματικότητες» ή/και για «fake news». Κοινώς: ψέμματα. Αυτό που ενοχλεί τους ειδικούς της πληροφοριακής χειραγώγησης και της ενεργητικής λογοκρισίας δεν είναι τα «ψέμματα» σαν τέτοια· αλλά το γεγονός ότι παράγονται πια τόσα πολλά, απ’ όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ιεραρχίας, και διασπείρονται τόσο γρήγορα ώστε τα δικά τους, τα τακτικής ή/και στρατηγικής σημασίας ψέμματα πολλές φορές χάνουν την ισχύ τους. Ή πνίγονται σε τεράστιους βούρκους «θεωριών συνωμοσίας» που είναι, απλά, «θόρυβος».

Ωστόσο, ακόμα κι έτσι, έχουν ένα κατ’ αρχήν όφελος οι σφετεριστές του κόσμου: την γενίκευση ενός καινούργιου είδους βλακείας, που θα την αποκαλέσουμε «πληροφοριοποιημένη βλακεία». Δηλαδή βλακεία που έχει «πηγές», εύκολα προσβάσιμες!! Άρα βλακεία πολύ πιο πεισματάρικη, πολύ πιο επιθετική…

Πολεμο-πληροφορικές συνθήκες 2

Σάββατο 11 Αυγούστου. Σ’ αυτό το «επίπεδο» δουλεύει η «ασταμάτητη μηχανή». Παρατηρεί, ερμηνεύει και κάνει κριτική σε γεγονότα (και ερμηνείες γεγονότων) – χωρίς να ψάχνει κάπου την «αλήθεια» για να την αντιγράψει. Η βασική μέθοδος δουλειάς της ασταμάτητης μηχανής είναι να χρησιμοποιεί καθεστωτικές, εντελώς καθεστωτικές πηγές· θεωρώντας προκαταβολικά ότι εδώ κι εκεί λένε ψέμματα!!! Το καινοτόμο στοιχείο της δουλειάς μας εδώ είναι ότι εκμαιεύουμε μια σωστή αντίληψη για την καπιταλιστική και κρατική πραγματικότητα, όχι μέσω ιδεολογικών βεβαιοτήτων και «πιστεύω», αλλά συγκρίνοντας μεταξύ τους αντίπαλα καθεστωτικά ψέμματα!

Είναι μια κάπως «Θουκυδίδεια» μέθοδος, απ’ την άποψη ότι θεωρούμε προκαταβολικά δεδομένο πως η «παραγωγή γνώσης» της ενεργητικής λογοκρισίας (η παραγωγή συσκότισης, ιδεολογίας και παραπλάνησης δηλαδή), σ’ έναν κόσμο δομικά ανταγωνιστικό (τον καπιταλιστικό), δεν έχει μία αλλά δύο, τρεις ή πολλές (καθεστωτικές) πηγές. Και πως είναι προτιμότερο να ξέρει κανείς αυτές τις πηγές συσκότισης (και να τις αντιπαραθέτει μεταξύ τους) παρά να παριστάνει τον «αθώο» και να τρώει το Β ψέμα επειδή δεν του αρέσει το Α…

Αυτή η σύγκριση καθεστωτικών ψεμμάτων αντίπαλων μεταξύ τους είναι χρονοβόρα και δύσκολη δουλειά. (Και δεν είναι καθόλου το μόνο που κάνουμε…). Σε συνδυασμό με τις βασικές θεωρητικές και πολιτικές θέσεις / εργαλεία μας, προκύπτουν τα συμπεράσματα.

Αν, λοιπόν, υπάρχει ένας λόγος για να έχει κάποιος εμπιστοσύνη στην ασταμάτητη μηχανή δεν είναι η «ιδεολογία» της!!! Είναι η κατάλληλα οργανωμένη μεθοδική και κοπιαστική εργασία της κριτικής.

Ακούγεται «εργατίστικο», αλλά ισχύει!

Ασταμάτητες αμαρτίες 1

Πέμπτη 19 Απρίλη. Η ασταμάτητη μηχανή γιόρτασε τα δύο χρόνια της πριν σχεδόν δυο μήνες σιωπηλά και «ιδιωτικά». Θα ήταν λάθος αν για μια σύντομη μονάδα χρόνου έλεγε δυο τρία πράγματα γι’ αυτήν που, ίσως, δεν αφορούν μόνον αυτήν; Αν η απάντηση είναι «ναι», θα το κάνουμε (αυτό το λάθος).

Η ασταμάτητη μηχανή αντι-πληροφορεί. Αυτό δεν είναι μια κουβέντα· είναι τουλάχιστον έξι ώρες σύνθετης δουλειάς κάθε μέρα. Δεν περιμένει επαίνους γι’ αυτό – τους συχαίνεται! Ας πούμε: διακατέχεται από μια συγκεκριμένη αντίληψη για το εργατικό καθήκον που της αναλογεί. Σε πρώτο ενικό, και πρώτο πληθυντικό – ό,τι είναι εφικτό ανά πάσα στιγμή, χωρίς διαπραγματεύσεις και χωρίς συμβιβασμούς ως προς τι είναι «ιστορικό εργατικό καθήκον», και τι (ακόμα και απροσδόκητες) απαιτήσεις μπορεί να έχει. Όπου το «εργατικό» δεν είναι ούτε ιδεολογία ούτε «παράσημο». Είναι δουλειά. Σκέτη δουλειά. Έργο. Αυτό μπορεί να το καταλάβει, αν θέλει, οποιοσδήποτε σύγχρονος εργάτης / εργάτρια. Είναι έργο, δουλειά αντι-ηρωϊκή· και η ασταμάτητη μηχανή το ξέρει αυτό, πριν καν υπάρξει σαν τέτοια. Το βλέπει (και) απ’ την απέναντι μεριά, εκείνη των αφεντικών και του δικού τους κόσμου.

Το ζήτημα της αντι-πληροφόρησης είναι εντελώς διαφορετικό απ’ τα «εύγε». Η επιδίωξη των «μπράβο» είναι public relations. Για παράδειγμα, η ασταμάτητη μηχανή δεν κατάλαβε ποτέ γιατί (όσοι / όσες των “υψηλών διακηρύξεων”) δεχόμαστε μεν (υποχρεωτικά) να παραχωρούμε χρόνο και ποιότητα εργασίας στα αφεντικά, προς εκμετάλλευση εναντίον μας, αλλά αρνούμαστε να διαθέσουμε (“εθελοντικά”) πολλαπλάσιο χρόνο και, επιπλέον, πολλαπλάσια ποιότητα για την εργασία της απελευθέρωσής μας. Δεν κατάλαβε ποτέ γιατί επιτρέπεται να είμαστε κουρασμένοι και κουρασμένες μετά τις γαμωδουλειές, και όχι το αντίθετο: λυσσασμένοι! Το καθήκον της εργατικής λύσσας είναι στον αντίποδα του να μας απορροφούν την ζωτικότητα τα αφεντικά· και, κυρίως, να παραδεχόμαστε, στην πράξη, ότι τα καταφέρνουν! Στις καλύτερες στιγμές της ιστορίας της η τάξη μας, αυτό ακριβώς έκανε: ανακτούσε την ζωτικότητα, την ευφυία και το γούστο της έξω και μετά τις γαμωδουλειές, ακόμα κι αν ήταν 10 επίπονες ώρες την ημέρα, στρεφόμενη εναντίον! Ανασυγκροτούνταν, σα να λέμε, σαν “άνθρωποι” (και όχι “δούλοι”) ακόμα και στους αρμούς της εκμετάλλευσής της· σαν τα αγριολούλουδα που τολμάνε και καταφέρνουν να φυτρώνουν και να ανθίζουν στα τσιμέντα.

Το καθήκον, πιο συγκεκριμένα, αφορά (μιλώντας για το project της ασταμάτητης μηχανής) την κοινωνική κατάσταση της γνώσης (και άρα της συνειδητοποίησης) με την αρχική έννοια της λέξης: συν–ειδέναι. Σε συνθήκες μεταμοντερνισμού (όπου, μας το είπαν εκατό φορές, δεν υπάρχει πραγματικότητα, υπάρχουν μόνο «πραγματικότητες», δηλαδή αυτο-νομιμοποιούμενες αντιλήψεις για τον κόσμο, «κατά βούληση») η αντι-πληροφόρηση έχασε την μοντέρνα ανταγωνιστικότητά της. Σε συνθήκες παγκόσμιου post modern πολέμου (του 4ου…) κινδυνεύει να χάσει και τα εχέγγυα της αυθεντικότητας των κινήτρων της – ας πούμε των κινήτρων της ασταμάτητης μηχανής. Όπως το έθεσε κάποτε (όχι για καλό…) ένας σύντροφος: και πως αποδεικνύεται πως όλα αυτά (η αντι-πληροφόρηση και η εργατική κριτική) δεν είναι μια ακόμα συνωμοσιολογία;

Πράγματι, όχι μόνο αυτό αλλά και τίποτα άλλο δεν μπορεί να αποδειχθεί σ’ ένα κόσμο χωρίς λογική συνοχή, στον οποίο – και μόνον σ’ αυτόν – οι αποδείξεις θα είχαν αυστηρές προδιαγραφές και, έτσι, ισχύ. Έχοντας επίγνωση η ασταμάτητη μηχανή ότι έτσι έχουν τα πράγματα (θλιβερό αλλά τέτοια είναι η μία και μοναδική πραγματικότητα!) ανέβασε ψηλά τις προδιαγραφές της· μεταξύ άλλων αυξάνοντας, εντατικοποιώντας και κάνοντας πιο σύνθετη την εργασία της κριτικής που της αναλογεί.

Και μπορεί πια να αποδείξει, μετά από δυο plus χρόνια λειτουργίας, ότι η εντατικοποίηση της κριτικής εργασίας και ο διαρκής έλεγχος και η εξέλιξη της μεθοδολογίας της (γιατί, ναι, η ασταμάτητη μηχανή έχει μια πολύ συγκεκριμένη μέθοδο στην αναζήτηση των στοιχείων της μίας και μοναδικής πραγματικότητας που μελετάει, όπως και στην επεξεργασία τους) έχει αποτελέσματα. Όχι πολιτικά – δυστυχώς! Μόνο (τόσο λίγο – τόσο πολύ) απ’ την άποψη της συνοχής: μπορεί να κάνει έγκαιρες προβλέψεις με υψηλό βαθμό αξιοπιστίας, και μπορεί να έχει λογική συνέχεια και συνέπεια.

Δεν το λέμε με καμάρι. Το λέμε με θλίψη. Η πρόγονος Rosa μας έμαθε ότι η επιτυχημένη ανάλυση των τάσεων του καπιταλιστικού κόσμου (άρα το διεισδυτικό βλέμμα που αναλύει το μέλλον και όχι το παρελθόν) είναι βασική προϋπόθεση του ταξικού ανταγωνισμού! Δεν είμαστε ούτε τρίχα απ’ τα μαλλιά της. Όμως τι κρίμα; Ακόμα κι αν μπορούμε να αποδείξουμε – η ασταμάτητη μηχανή, ας πούμε – ότι μια τέτοια ανάλυση είναι πάντα εφικτή, με την κατάλληλη ανανέωση «παλιών» εργαλείων κριτικής και την εφεύρεση και διαρκή φροντίδα για την βελτίωση καινούργιων, χωρίς προκαταλήψεις, στερεότυπα και συμβιβασμούς, η τάξη μας έχει ξεχάσει τον ανταγωνισμό.

Έχει μάθει όμως, και ασκεί στη θέση του, τον μικροαστικό εγωϊσμό! Τι κρίμα για την ασταμάτητη μηχανή, τι κρίμα για τον «μηχανικό» πίσω της… Τι κρίμα που αυτό το ανακαλύπτει διαρκώς ένα γύρω…

Ασταμάτητες αμαρτίες 2

Πέμπτη 19 Απρίλη. Μπορεί να υπάρξει οποιοσδήποτε σύγχρονος εργατικός ανταγωνισμός με «συμβιβασμούς», «συνδικαλισμούς» και συναισθηματικούς εκβιασμούς; Η ασταμάτητη μηχανή υποστηρίζει – πρακτικά, με την δουλειά της – ότι αυτά και άλλα παρόμοια είναι απόλυτος εχθρός της τάξης μας και των δυνατοτήτων της. Αυτά είναι που «προσφέρουν» χουχούλιασμα σε δύσκολους καιρούς· τις παντόφλες στα «κουρασμένα πόδια» της εργατικής κριτικής! Τα αστάλινα (και «καλωδιωμένα») σκουφιά / κράνη για τα κεφάλια της….

Όμως η ασταμάτητη μηχανή δεν θέλει να πείσει κανέναν! Αδιαφορεί απόλυτα για τις τεχνικές της «πειθούς», δηλαδή για εκείνα τα κόλπα γλυψίματος και κολακείας που λέγονται «δημόσιες σχέσεις», και είναι η νόρμα παντού πια. Αδιαφορεί από εργατική κακοήθεια. Η ασταμάτητη μηχανή υποστηρίζει ότι εκείνα τα τμήματα της τάξης μας, εκείνα τα άτομα / πρόσωπα, που θα αποτελέσουν ατομικά και συλλογικά το πραγματικό μέλλον του ταξικού ανταγωνισμού, θα είναι αφενός υψηλής νοημοσύνης, «διανοητικής» και «συναισθηματικής», αφετέρου θα αναγνωρίζουν έγκαιρα όλες τις παγίδες του σύγχρονου κομφορμισμού, ατομικού και συλλογικού. Θα έχουν πλήρη διαύγεια που θα αποδεικνύεται στην πράξη του ταξικού πολέμου (και όχι στις απρέες τους…), αλλά και αυτοσαρκαστικό χιούμορ. Με άλλα λόγια: αυτά τα υποκείμενα θα ξεπεράσουν την τωρινή ασταμάτητη μηχανή.

Πράγμα που σημαίνει ότι η ασταμάτητη μηχανή έχει σαν προϋπόθεση το να μην υποτιμάει την νοημοσύνη κανενός, αλλά, αντίθετα, να εργάζεται για το ξεπέρασμά της. Ακόμα κι αν ξέρει, από πρώτο χέρι, πως στην παρούσα ιστορική φάση είναι πολλοί και πολλές εκείνοι κι εκείνες που βολεύονται να αυτο-υποτιμούν τη νοημοσύνη τους (κρατώντας, πάντα, σε υψηλή εκτίμηση τα Εγώ τους…) και την συνείδησή τους, ώστε να προφυλάσσονται απ’ τις συνέπειες της σκέψης: την αυστηρή δέσμευση, και την δράση που αυτο-ελέγχεται διαρκώς.

Αυτό λέγεται: μικροαστικός καιροσκοπισμός.

Ασταμάτητες αμαρτίες 3

Πέμπτη 19 Απρίλη. Μ’ αυτά τα δεδομένα η ασταμάτητη μηχανή δεν δουλεύει «για να δουλεύει»! Δεν είναι «πληρωμένη απασχόληση», δεν είναι «βίτσιο», δεν είναι «εισιτήριο κοινωνικότητας», δεν είναι «ταυτότητα», δεν είναι «κόλπο εξασφάλισης κοινωνικότητας», ψηφιακής ή «φυσικής»!! Όσο κι αν φαίνεται παράξενο (και έτσι φαίνεται, πράγμα κακό – αν και όχι για την ασταμάτητη μηχανή…) είναι ένας μέρος της εργατικής έριδας που θεωρούμε όρο ζωής. Κοπιαστικό μέρος, χωρίς ανταπόδοση, τι άλλο; Αλλά μόνο ένα μέρος. Που «βγάζει νόημα» όταν τροφοδοτεί τα υπόλοιπα μέρη της ίδιας έριδας.

Αν αυτά τα «υπόλοιπα μέρη» αρνούνται να αναλάβουν τις ευθύνες που τους αναλογούν· αν τα «υπόλοιπα μέρη» καταναλώνουν την αντιπληροφόρηση και την κριτική από εργατικές θέσεις (για οποιονδήποτε λόγο κι αν τον κάνουν· δυσκολευόμαστε να βρούμε έστω έναν στοιχειωδώς ανεκτό…)· αν, δηλαδή, ακυρώνουν την αιτία ύπαρξης της ασταμάτητης μηχανής, τότε κι αυτή η μεριά της, αργά ή γρήγορα, θα πρέπει να λάβει υπόψη της αυτόν τον βούρκο.

Γιατί, προφανώς, δεν σκοπεύει να εργάζεται για να τον ανακατεύει, και μάλιστα παρά και ενάντια στη σκοπιμότητά της. Δεν είναι “εξωλέμβια”!

Εν τω μεταξύ (κι ως τότε): το καθήκον καθήκον! Που σημαίνει: όταν οι απαιτήσεις των καιρών μας ξεπερνάνε, ορμάμε ακριβώς εκεί: στο ξεπέρασμα των εαυτών μας, ξανά και ξανά. Ώσπου να γίνουμε άξιοι / άξιες των καιρών μας, χωρίς να είμαστε σίγουροι ποτέ ότι αξιοθήκαμε.

Οτιδήποτε άλλο…. (τελίτσες!)