Ζητήματα ανάλυσης και πρακτικής 3

Πέμπτη 24 Μάη. Η συγκρότηση της αστικής τάξης σαν συλλογικό υποκείμενο (κρατικής) διεύθυνσης, μετά την όποια επαναστατική φάση της (κατά της φεουδαρχίας) έχει συμβεί ΜΟΝΟ όταν είχε να αντιμετωπίσει ένα επίσης συλλογικά οργανωμένο και αποφασισμένο ταξικό υποκείμενο / αντίπαλο: την εργατική τάξη, την τάξη μας. Χωρίς σοβαρή εργατική απειλή γιατί θα έπρεπε να περιμένει κανείς είτε απ’ την αστική τάξη (όταν υπήρχε) είτε απ’ τους διαχειριστές των επιχειρήσεων σαν τέτοιους να συμπεριφερθούν με ενιαίο τρόπο, σαν «εκ των πραγμάτων» τάξη; Μια τέτοια «ελπίδα» θα ήταν μεταφυσική. Θα αγνοούσε ότι ο καπιταλισμός είναι σκληρά ανταγωνιστικός όχι μόνο με όρους «τάξης εναντίον τάξης» όταν, και μόνο τότε, η δική μας τάξη επιβάλει μια τέτοια αναμέτρηση, αλλά και με όρους «κλάδος εναντίον κλάδου», «εθνικοί επιχειρηματίες εναντίον εθνικών επιχειρηματιών», «αφεντικό εναντίον αφεντικού» ή και “γιάπης εναντίον γιάπη”.

Αυτών δοθέντων, και με δεδομένο ότι ήδη απ’ τα ‘80s o νεοφιλελευθερισμός σαν σχέδιο των αφεντικών είχε διπλή ατζέντα, απ’ την μια την διάλυση της όποιας εργατικής απειλής και αφετέρου την αναδιαμόρφωση της «αντιπροσώπευσης» στο πολιτικό τμήμα του κράτους, ούτε παράξενη ούτε εκτός πραγματικότητας θεωρούμε την εξέλιξη και την κεντρικότητα του λομπισμού. Την διαμόρφωση, δηλαδή, ενός πλέγματος εξουσίας όπου τα συμφέροντα δεν μεταφέρονται στην κορυφή με όρους «γενικού ταξικού συμφέροντος» αλλά κυρίως (ή, συχνά, μόνο) με όρους επιμέρους συντεχνιακής οργάνωσης και διείσδυσης. (Προφανώς είναι μάταιο, αλλά έτσι, «για την ιστορία», μπορείτε να  διαβάσετε σχετικά: Sarajevo νο 78, Νοέμβρης 2013 κοινοβουλευτισμός, εξουσία, κράτοςνο 80 Γενάρης 2014, κοινοβουλευτισμός, εξουσία κράτος 2και νο 90, Δεκέμβρης 2014, κοινοβουλευτισμός, εξουσία, κράτος 3).

Δεν είναι, λοιπόν, καθόλου παράδοξο αυτό που εμφανίζεται σαν «δημοσιογραφικές αποκαλύψεις» για την ως πρόσφατα αιχμή της παγκόσμιας καπιταλιστικής ανάπτυξης – και του νεοφιλελευθερισμού –, τις ηπα, που (δεν θα γινόταν διαφορετικά, αυτό το ξέρει η γενική αντικαπιταλιστική ανάλυση!) εμφανίζει πιο καθαρά την διαμόρφωση του λομπίστικου κράτους· του κράτους, δηλαδή, όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται από κυκλώματα «υψηλής συνάφειας» με τις πολιτικές βιτρίνες. Ένα είδος πολιτικού προσοδισμού ανώτερης τάξης (απ’ αυτόν που μελετάμε στο ελλαδιστάν).

Ενώ, λοιπόν, η ανάλυση με κριτήρια «γενικών καπιταλιστικών συμφερόντων» εξακολουθεί να είναι ισχυρή και αποτελεσματική, η σημασία των «ειδικών» (λομπίστικων) συμφερόντων στη διαμόρφωση της κατεύθυνσης και της επιθετικότητας των «γενικών….» δεν πρέπει να υποτιμηθεί απ’ την εργατική ανάλυση. Γιατί μπορεί να εξηγήσει τις οφθαλμοφανείς αστοχίες / αποτυχίες στην ιμπεριαλιστική διάπραξη των «γενικών…». Καθώς και την διαφορά ανάμεσα στις καπιταλιστικές περιπτώσεις όπου το «γενικό» εμφανίζεται ισχυρά προσωποποιημένο και στιβαρό (π.χ. ρωσία ή κίνα) και τις άλλες όπου εμφανίζεται σαν αναιμικό, ακριβώς επειδή δεν έχει γίνει δυνατόν να σχηματιστεί και άρα να εκπροσωπηθεί κεντρικά (π.χ. αγγλία ή ηπα).

Θέλουμε να πούμε, και το αφήνουμε έτσι για το μέλλον: εκεί που κάποιος περιμένει την ακρίβεια και την επεξεργασία του «στρατηγικού» καπιταλιστικού συμφέροντος (εννοημένου σαν έκφραση κάποιας διαμορφωμένης γενικότητας στα καπιταλιστικά συμφέροντα) μπορεί να βρίσκεται αμήχανος μπροστά στις «τακτικές» διαφορετικών «εθνικών» (ή «εθνικά γαλβανισμένων») συμφερόντων, οππορτουνιστικές απ’ την αρχή ως το τέλος. Που παράγουν υποχρεωτικά ασυνέχειες, αντιφάσεις, καραμπινάτες αστοχίες και αποτυχίες… Έτσι ώστε στο τέλος ο παρατηρητής που αναζητεί την συμπαγή έκφραση του γενικού να αναρωτιέται: ξέρουν τί κάνουν;

Δεν ξέρουν και δεν ενδιαφέρονται για τίποτα παραπάνω από μια γρήγορη αρπαχτή – είναι, όμως, ενεργούμενα της γενικής καπιταλιστικής ιστορίας που τους ξεπερνάει. Για καλό και για κακό όμως η τάξη μας (αν βρισκόταν στη θέση που πρέπει) θα έπρεπε να αποφύγει το να να ξεπεραστεί / αλεστεί απ’ την εξέλιξη του καπιταλισμού. Που σημαίνει ότι θα έπρεπε να τα έχει 400…

(Ώφου!!!!! Μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει, η ασταμάτητη μηχανή κάτι θυμάται!! Προτιμότερο, πιο καταπραϋντικό, το αντίθετο: μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει, λήθη…)

Comments are closed.