Page 28 - Το βιβλίο των προϋποθέσεων
P. 28

να υπερασπιστεί την επιθυµία (έναντι της ανάγκης) όχι για λογαριασµό του θεάτρου ή
            της γαλλικής επανάστασης, αλλά για λογαριασµό της εποχής του:


               Μαρά - Σαντ

               Τα περισσότερα άρθρα που έχουν γραφτεί ως τώρα για το έργο Μαρά / Σαντ ήταν
              ανόητα, οι πιο κοινότοπες µάλιστα παρατηρήσεις προέρχονται απ’ το συγγραφέα του,
              τον Πέτερ Βάις. Μια καλή ιδέα µπορεί να ξεγλιστρήσει µες απ’ τα χέρια του δηµι-
              ουργού της και ν’ ακολουθήσει τη δική της διαλλεκτική. Αυτό συνέβαινε συνέχεια µε
              τον Μπαλζάκ, κι έτσι δεν υπάρχει κανένας λόγος να µη συµβεί και µε τον Βάις.
               Το έργο βασικά είναι ένας διάλογος µεταξύ της επιθυµίας και της ανάγκης. Ένας διά-
              λογος, στηµένος κάτω από συνθήκες όπου η ιστορία τις κατέστησε διαµετρικά αντί-
              θετες, και τις αντιδιέστειλε βίαια µετά τη Μεγάλη Επανάσταση του 1789. Εκείνη την
              εποχή η Επιθυµία συγκρούστηκε µε την Ανάγκη: η µια αριστοκρατική, η άλλη λαϊκή·
              η µια ως ηδονές του ατόµου, η άλλη ως αγωνία των µαζών· η µία ως ικανοποίηση
              τουµερικού, η άλλη ως στέρηση του γενικού· η µια ως ατοµική αντίδραση, η άλλη ως
              κοινωνική επανάσταση. Στις µέρες µας, Ο Μαρά κι ο ντε Σαντ δεν έχουν επανευρε-
              θεί· έχουν ξαναερµηνευτεί. Ο διάλογος συνεχίζεται, αλλά τώρα πάνω σε διαφορετι-
              κό επίπεδο δυνατότητας και προς µια τελική επίλυση του προβλήµατος. Είναι παλιός
              ο διάλογος αλλά σε καινούργια πλαίσια. 3
               Στο έργο του Βάις το πλαίσιο είναι ένα άσυλο ψυχοπαθών. Ο διάλογος µπορεί να γί-
              νει µόνο από τρελούς, ανάµεσα σε τρελούς. Άνθρωποι ισορροπηµένοι θα ‘χαν επι-
              λύσει τα ζητήµατα που εγείρει ο διάλογος χρόνια τώρα. Θα τα είχαν επιλύσει στην
              πράξη. Αλλά µιλάµε γι’ αυτά δίχως τελειωµό και τα διαθλούµε µες από χίλια δυο µυ-
              στικιστικά πρίσµατα. Γιατί; Γιατί είµαστε τρελοί· µας έχουν καταντήσει παθολογικές
              περιπτώσεις. Ο Βάις, σ’ αυτό το σηµείο, είναι απόλυτα ακριβής. Τοποθετεί το διάλο-
              γο εκεί που ανήκει, σ’ ένα άσυλο που αστυνοµεύεται από φρουρούς, καλόγριες, κι
              ένα διευθυντή. Είµαστε τρελοί όχι µόνο για όσα έχουµε κάνει, µα και για όσα δεν
              έχουµε κάνει. “Ανεχόµαστε” πάρα πολλά. Τρέµουµε και δειλιάζουµε µε “ανοχή”.
               Πώς, τότε, θα δράσουµε; Πώς, ακολουθώντας το αποδιδόµενο στον Μαρά πιστεύω,
              ν’ αντικρύσουµε τον κόσµο µε καθαρά µάτια; “Ο Βάις αρνείται να µας το πει”, λέει ο
              Πήτερ Μπρουκ σε µιαν εισαγωγή του κειµένου, κι ύστερα ο Μπρουκ παρεκκλίνει σε
              συζήτηση για το πως αντιµετωπίζονται οι αντιφάσεις. Αλλ’ αυτό δεν πείθει. Ο διά-
              λογος, εµπνευσµένος απ’ τον λογοτεχνικό του δηµιουργό και το σκηνοθέτη, έχει τη
              δική του εσωτερική κίνηση, τη δική του διαλεκτική. Στην τρίτη επίσκεψη της Κορν-
              τέ, ο ντε Σαντ τη δείχνει παθιασµένα στον Μαρά και ρωτάει: “ποια η αξία µιας επα-
              νάστασης δίχως µια γενική συνουσία;” Τα λόγια του ντε Σαντ τα παίρνουν οι µίµοι κι
              ύστερα όλοι οι “ψυχοπαθείς” του έργου. Ακόµη κι ο Μπρουκ δεν αφήνει το ερώτηµα
              αναπάντητο. Το τέλος του έργου, διφορούµενο στο θεατρικό κείµενο, καταλήγει σε
              µια βακχική διαδήλωση στην κινηµατογραφική έκδοση. Οι “ψυχοπαθείς” εξουδετε-
              ρώνουν τους φρουρούς, τις καλόγριες, τους επισκέπτες και τον διευθυντή· αρπάζουν
              τις γυναίκες πάνω στη σκηνή κι όλοι γαµιούνται σαν τρελοί. Η απάντηση αρχίζει ν’
              αναδύεται σχεδόν ενστικτωδώς: η Επανάσταση που ζητάει να καταργήσει την Ανάγ-
              κη, πρέπει να ενθρονίσει την Επιθυµία για όλους. Η Επιθυµία πρέπει να γίνει Ανάγ-
              κη!
            28
   23   24   25   26   27   28   29   30   31   32   33