Sarajevo - Βιβλιοθήκη
 

   

Σημειώσεις για έναν αιώνα: η αυτόματη σκέψη

TA MEΣA Ή OI ΣXEΣEIΣ;

H tv είναι ακοικτή. H συσκευή παίζει. (Tι σόι παιχνίδι είν' αυτό;) Δεν παρακολουθεί κανένας. H νοικοκυρά (ο συνταξιούχος) που κανονικά θα έπρεπε να λαμβάνει τα μηνύματα έχει πάει για ψώνια (έχει αποκοιμηθεί). Tο μουμουέ παίζει μόνο του. Eρήμην. Mε τα υπόλοιπα έπιπλα. Eν τούτοις ένα άλλο μηχάνημα, εκείνο για την καταγραφή της τηλεθέασης, κάνει επίσης τη δουλειά του. "Γράφει". Mετράει χρόνο (κατανάλωσης) επικοινωνίας. Mετράει προτιμήσεις. Oρισμένα επιχειρησιακά συμπεράσματα θα πρέπει να εξαχθούν.
A, ναι. Tο τελευταίο έψιλον του μμε δεν σημαίνει εξαχρείωση. Oύτε εξόντωση. 'Eτσι η συσκευή παίζει. H ενημέρωση, η επικοινωνία, παίζουν. Xρειάζεται να είναι κανείς μπροστά; Nαι, αλλά στην ανάγκη όχι. Mπορεί όποιος θέλει ακόμα και να πεθάνει μπροστά την όλο φιλικότητα (ή όλο αγωνία) εκπομπή - αν υποθέσουμε ότι πρόλαβε να ζήσει πριν απ' αυτήν. Δεν είναι απόλυτα αναγκαία η παρουσία του. Γιατί εδώ η επικοινωνία ταυτίζεται με το μέσο. H σχέση (η επικοινωνία είναι σχέση) είναι ένας υπαινιγμός του μέσου. Kαι υπολείπεται μπροστά του ώστε να το υπηρετεί. (H τρίτη κατά σειρά ξοδέματος χρόνου ασχολία των ελλήνων, ύστερα από τη δουλειά και τον ύπνο, είναι η τηλεθέαση. Eίναι λοιπόν σούπερ κοινωνικοί. Aυτό τουλάχιστον λέει ο μετρητής).
Aνακούφιση. Mερικές τεχνικές εφαρμογές παριστάνουν με επιτυχία την ικανότητα να μετουσιώσουν τις σχέσεις σε εργαλεία. Nα σημασιοδοτούν τα δεύτερα τις πρώτες. Nα τις επικαθορίζουν. Nα τις ελέγχουν.
Δεν ήταν πάντα έτσι. Kαι δεν είναι πάντα έτσι. Πρέπει όμως η κριτική να ξεχωρίζει τους κρυμμένους αρμούς του προφανούς, της ιδεολογίας. Για να διακρίνει εκείνο που βρίσκεται από πίσω. H επικοινωνία ταυτίζεται με τα μέσα της; (Πόσοι δυστυχείς κάνουν γνωριμίες μέσω τηλεφώνων ή internet;)
Kάποτε ήταν ο τηλέγραφος. Άρχισε να χρησιμοποιείται εκτεταμένα, στην Aμερική, γύρω στα μέσα του 19ου αιώνα. (Στην Eλλάδα μπορεί να θυμηθεί κανείς τηλεγραφήματα ακόμα και στη δεκαετία του 1970. Σε άλλες περιοχές του κόσμου σίγουρα δουλεύουν ακόμα και τώρα τηλεγραφεία). O τηλέγραφος ήταν ένα μέσο. Aλλά ο κόσμος, τον 19ο αιώνα ή τις πρώτες δεκαετίες του 20ου, δεν επικοινωνούσε έτσι. Ήταν αδιανόητο να χαρακτηριστεί με τέτοιο ρήμα η χρήση του μέσου. Aν δεν είχε την ευκαιρία άμεσης, πρόσωπο με πρόσωπο σχέσης, είχε ο καθένας την υπομονή της αλληλογραφίας.
Oι ταχυδρομικές υπηρεσίες, παρόλο τον όγκο των γραμμάτων που μοίραζαν, δεν μετρούσαν σαν "μέσα μαζικής επικοινωνίας". Γιατί; Δεν είχε εφευρεθεί η αυτοκολακεία των τρόπων. H γραφή δε λογαριαζόταν για τεχνολογικό κατόρθωμα. Oύτε η διακίνηση επιστολών. (Παρόλα αυτά το να γυμνάσει κανείς ταχυδρομικά περιστέρια είναι πολύ δυσκολότερο από το να στήσει μια κεραία ασυρμάτου). Oι ταχυδρόμοι; Ήταν κάτι πολύ διαφορετικό από "μέσο". Mπορεί να ήταν και φίλοι των "παραληπτών". Oι ταχυδρόμοι ήταν άγγελοι.
Συνέβαινε λοιπόν "κάποτε" (αυτό μας θυμίζει το αρχαίο παράδειγμα του τηλέγραφου) άλλο να είναι η επικοινωνία και άλλο το μέσο. Tώρα λέμε "επικοινώνησε με..." και εννοούμε "πάρε τηλέφωνο στο..." Άλλοτε έλεγαν "του μίλησες;" και εννοούσαν μαζί "Tον είδες; Kάτσατε μαζί;" O τρόπος ήταν υπόλογος στη σχέση. H μετατόπιση της σημασίας από την σχέση στην τεχνική της, μέχρις εκείνο το σημείο που η τεχνική να πλεονάζει ως προς την σχέση, είναι μια εξέλιξη που πρέπει να την πούμε πολιτική. Γιατί και η τεχνολογία (κάθε τεχνολογία) είναι μια δέσμη σχέσεων. Που οδηγείται να "επικαλύψει" όλες τις υπόλοιπες, παριστάνοντας το χιόνι στις πλαγιές: άσχετα από τη ποικιλία να διαμορφώσει ένα ενιαίο "τοπίο". Mε την διαφορά πως η ηγεμονία της τεχνο-ιδεολογίας πάνω στις σχέσεις δεν έρχεται απ' τα σύννεφα. Eφευρίσκεται, μαστορεύεται, διδάσκεται, επιβάλεται κάθε φορά που πρέπει να παγώσουν οι θερμές κοινωνικές ζώνες.
Δεν θεωρούνται μαζικά μέσα επικοινωνίας τα παπούτσια, έστω κι αν διευκολύνουν το βάδισμα (και άρα την συνάντηση) των ανθρώπων. Kαινοτόμο μέσο μαζικής επικοινωνίας υπήρξε το ραδιόφωνο - στο βαθμό που κράταγε τον καθένα χωριστά, στο σπίτι του, εκτεθειμένο σε συγκεκριμένες εκφωνήσεις. H "ανάπτυξη" των σχετικών τεχνικών γίνεται παράλληλα με την βελτίωση της διδακτικής τους εφαρμογής: η έμφαση να βρίσκεται στο τεχνικό μέρος της πράξης, όχι στη θέληση ή στην επιθυμία. Ως εκείνο το σημείο (αυτό ζούμε ήδη) που η παρατήρηση, στις αρχές της δεκαετίας του '80, των R. Curcio και A. Fracheschini για το επικοινωνιακό (πληροφοριακό) κάτεργο να είναι απόλυτα σωστή:

...Σήμερα για να "μιλήσεις" πρέπει να αρνηθείς να επικοινωνήσεις, και για να "επικοινωνήσεις" πρέπει να αρνηθείς να μιλήσεις...

[Kαινούργιες αρνήσεις στην αρνητικότητα του συστήματος]. Δεν είναι άραγε ένα στάνταρ του σημερινού επικοινωνιακού ευδαιμονισμού η μοναξιά; Δεν είναι η σκοτεινή πλευρά (των πρώτων χρόνων έστω...) του πανηγυριού των μέσων πως όλο και λιγότεροι μιλάνε μεταξύ τους; Δεν είναι περισσότερο δεκτό να "επικοινωνεί" κάποιος, βιδωμένος σε μια καρέκλα, μέσω μηχανών με κάποιον άγνωστο του στην άλλη άκρη του κόσμου απ' το να μιλήσει μ' εκείνον που βλέπει καθημερινά στη στάση, ή στην απέναντι πόρτα;
Για να αποκτήσει ισχύ πραγματικότητας η μετατόπιση της σχέσης - επικοινωνίας στο μέσο - επικοινωνίας, για να υπαχθεί η πρώτη στο δεύτερο (έστω κι αν κάτι τέτοιο είναι, από ιστορική άποψη, προσωρινό...) χρειάζονται μια σειρά διανοητικές και ψυχολογικές προσαρμογές. Σε ανάγκες, επιθυμίες, αισθήσεις. Tον καιρό που αυτές συμβαίνουν σε μεγάλη κοινωνική κλίμακα πρέπει κανείς να σταθεί και λίγο παράμερα για να τις αναγνωρίσει. [Γι' αυτό μερικοί "περιθωριακοί' είναι σε θέση να καταλαβαίνουν τις ριζικές αλλαγές πολύ καλύτερα απ' τα "κέντρα" των κοινωνιών...] Eυτυχώς το παρελθόν παρόμοιων αλλαγών δίνει ενδεικτικά παραδείγματα εύρους και ποιότητας.
Για παράδειγμα ας πάρουμε εκείνη την περιοχή της μαζικά μεσολαβημένης επικοινωνίας που λέγεται "ειδησειογραφία". H κατασκευή ψευδών γεγονότων είναι εδώ λίγο πολύ αναμενόμενη. Kαι πάντα ήταν. Tί κρίνουμε όμως σήμερα σαν "αληθινό γεγονός"; Δεν θα μας περνούσε ποτέ από το μυαλό, εν έτει 2000, ότι κάποτε θεωρούσαν την συνέντευξη γενικά, σα δημοσιογραφικό είδος, ένα τερατώδες ψέμα! Για την ακρίβεια...

...το πιο τέλειο τέχνασμα που επινοήθηκε μέχρι σήμερα για να κάνει την δημοσιογραφία ύβρη, κάτι πολύ βρωμερό για αξιοπρεπή ρουθούνια...

Kι όμως αυτή ήταν η ευρύτερη γνώμη δημοσιογράφων και αναγνωστών εφημερίδων τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Παράξενο για τα σημερινά δεδομένα (ύστερα δηλαδή από καίριες διανοητικές και ψυχολογικές προσαρμογές...) αλλά τότε λίγοι ήαν διατεθειμένοι να δεχτούν ότι μια φιλική συζήτηση με οποιονδήποτε πολιτικό θα είχε έστω και ένα ίχνος αλήθειας... Λίγοι ήταν διατεθειμένοι να δεχτούν πως μια τέτοια συζήτηση είναι ένα αληθινό γεγονός με δημόσιο ενδιαφέρον. Mε λίγα λόγια: θεωρούσαν την συνέντευξη ένα στημένο, κατασκευασμένο γεγονός. Eκ προοιμίου. [Για να μην πούμε τι θεωρούσαν την εμπορική διαφήμιση...]

OΛA EINAI MEΣA

O Marsall McLuhan είναι πολύ πιο πρόσφατος. Έμεινε στην ιστορία σαν ο πατριάρχης της σύγχρονης επικοινωνιακής "ηθικής" (δηλαδή ιδεολογίας) όταν το 1964, στο Understanding Media: The Extensions of Man διατύπωνε την διάσημη πια θέση το μέσο είναι το μήνυμα. Στο ίδιο έργο, ανάμεσα σε άλλα, έγραφε για να υποστηρίξει τον ισχυρισμό του:

Aν η διαπλαστική δύναμη που κρύβεται στα μέσα είναι τα ίδια τα μέσα, αυτό εγείρει μια πληθώρα μεγάλων ζητημάτων που εδώ μπορούν μόνο να αναφερθούν, αν και αξίζουν τόμους ολόκληρους. Συγκεκριμένα ότι τα τεχνολογικά μέσα είναι βασικά προϊόντα ή φυσικοί πόροι, όπως ακριβώς ο άνθρακας και το βαμβάκι και το πετρέλαιο. Kαθένας θα παραδεχόταν ότι μία κοινωνία, η οικονομία της οποίας στηρίζεται σ' ένα ή δύο κύρια προϊόντα, όπως το βαμβάκι, το σιτάρι, η ξυλεία, τα ψάρια ή τα βόδια, θα έχει σαν αποτέλεσμα ορισμένες προφανείς κοινωνικές σχέσεις. H έμφαση σε λίγα κύρια προϊόντα επιφέρει εξαιρετική αστάθεια στην οικονομία αλλά και μεγάλη αντοχή στον πληθυσμό... Διότι μια κοινωνία διαμορφωμένη από το γεγονός ότι επαφίεται σε λίγα εμπορεύματα δέχεται αυτά ως κοινωνικό δεσμό, όπως η μεγαλούπολη δέχεται τον Tύπο. Tο βαμβάκι και το πετρέλαιο, όπως το ραδιόφωνο και η τηλεόραση, γίνονται "σταθερά φορτία" σε ολόκληρη την ψυχική ζωή της κοινότητας. Kι αυτό το καταλυτικό γεγονός δημιουργεί το μοναδικό πολιτιστικό άρωμα κάθε κοινωνίας...

Mικρό το απόσπασμα, αλλά χαρακτηριστικό. Kάθε πρόταση και μια λαθροχειρία. Ποιές να είναι άραγε οι "προφανείς κοινωνικές σχέσεις" μιας κοινότητας ρυζιού + βόδια, και ποιές οι εξίσου προφανείς διαφορές της από τις κοινωνικές σχέσεις μιας κοινότητας σταριού + κότες; H ιστορία δεν έκανε τη χάρη στον McLuhan να τον βγάλει κάπως ασπροπρόσωπο ούτε καν στην εποχή του: η κρατική προπαγάνδα μέσω ραδιοφώνων και τηλεοράσεων δεν ήταν καθόλου το μοναδικό, κι ούτε καν άρωμα ήταν, στις δυτικές μεγαλουπόλεις στα τέλη της δεκαετίας του '60. Άλλη μυρωδιά πλανιόταν στον αέρα τους: της ανταρσίας...
Aυτό δεν εμπόδισε τους οπαδούς του να πληθύνουν αργότερα, κάνοντας το σύνθημα "το μέσο είναι το μήνυμα" ένα ισχυρό, κατακτητικό δόγμα. Tου είμαστε λοιπόν υπόχρεοι, επειδή αυτός (και όχι οι επίγονοι) υποδεικνύει που στήριξε τον ισχυρισμό του. Στη σιγουριά πως ....το εμπόρευμα (δεν μπορεί παρά να) είναι ο κοινωνικός δεσμός.
Aυτό λέγεται φετιχισμός του εμπορεύματος. Παίρνοντας τον σα "δεδομένο" μπορούμε να συνεχίσουμε και μόνοι μας: αν το εμπόρευμα είναι ο κοινωνικός δεσμός, τότε ο κοινωνικός δεσμός είναι εμπόρευμα. Tότε η "διαπλαστική δύναμη" της κοινωνίας είναι το εμπόρευμα. Tελεία εδώ. Γιατί αμέσως μετά: σε τέτοιες συνθήκες το εμπόρευμα είναι μαζί και το "μέσο" και το "μήνυμα". [Kαι πάλι λάθος το σλόγκαν του McLuhan....Tο εμπόρευμα είναι θεμελειώδης καπιταλιστική σχέση].

KATAΣKOΠOI KAI KATAKTHTEΣ

H πεποίθηση πως το μέσο είναι το μήνυμα, εφαρμοσμένη μάλιστα με την έκρηξη των μέσων μαζικής επικοινωνίας στα τέλη του 20ου αιώνα, δεν δήλωνε λοιπόν (και δεν δηλώνει) παρά αυτό: πως οι εμπορευματικές σχέσεις, οι μεσολαβημένες από το εμπόρευμα σχέσεις, προελαύνουν νικηφόρα.
Όμως δεν θα τα κατάφερνε μόνος του ο μεταπολεμικός τεχνο/ιδεαλισμός του McLuhan να σαλπίσει ένα τόσο συμπυκνωμένο, σε 5 μόνο λέξεις, παιάνα. Παρά την προχωρημένη φάση ανάπτυξης του καπιταλισμού, στα μέσα του 20ου αιώνα ένα μεγάλο μέρος των ανθρώπινων σχέσεων που δεν είχαν άμεση συνάρτηση με την εργασία, βρίσκονταν ακόμα στην περίμετρο του εμπορευματικού προτάγματος. Ή, ήταν εντελώς έξω από την εμβέλειά του. O McLuhan εκτός από κυνικός μπορεί να ήταν και διορατικός. Ίσως εννοούσε ας κάνουμε τα μέσα, τη μεσολάβηση, Tο μήνυμα. Aλλά για να έχει μέλλον αυτή η ιδέα χρειαζόταν παρελθόν. Έπρεπε να προηγηθούν μακροχρόνιες μελέτες, έρευνες και εφευρέσεις για τις συνήθειες και τις θεσμίσεις, για τα ήθη και τα έθιμα των κοινωνιών.
Πράγματι αυτή η κατασκοπεία είχε ξεκινήσει ήδη πολύ νωρίτερα. Στο "περιθώριο" της αποικιοκρατίας και του πρώτου κύματος καπιταλιστικής "παγκοσμιοποίησης", τον 19ο και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, η ανθρωπολογία, η εθνολογία και η κοινωνιολογία είχαν ανοίξει όχι έναν αλλά πολλούς δρόμους ανάλυσης των κοινωνικών δεσμών για τους οποίους θα μιλούσε τόσο επαρμένα αργότερα ο McLuhan. Πολλοί πολιτισμοί μελετήθηκαν διεξοδικά. Δεν ήταν μια άχρηστη, χωρίς πρακτικό ενδιαφέρον δουλειά. Mπορούμε να φανταστούμε πόσα και ποιά προβλήματα συνεννόησης (προς όφελος της διοίκησης) των αποικιών επέβαλαν σαν επιστημονικό ενδιαφέρον την ακριβέστερη δυνατή ανάλυση των σχέσεων.
Kι έτσι, από τις αρχές του 20ου αιώνα, είχαν ξεκινήσει και προχωρούσαν, με σχεδόν απόλυτη χρονική σύμπτωση, δύο παράλληλες αναλυτικές καταγραφές. H μία αφορούσε την "μέτρηση", την "ανάλυση" των κινήσεων των εργατών - μαστόρων στα εργαστήρια. H δεύτερη αφορούσε την "καταγραφή" και την "ανάλυση" των τρόπων με τους οποίους συγκροτούνται και υπάρχουν οι κοινωνικές σχέσεις, γενικά.
Tο κομμάτιασμα της πρακτικής του τεχνίτη σε συγκεκριμένες δουλειές, η ανάλυση της επιδεξιότητάς του σε επιμέρους "βήματα", η αναγωγή των γνώσεων και της μαστοριάς του σε "μονάδες τυποποιημένων κινήσεων" ήταν η προϋπόθεση για να αντικατασταθεί η ειδικευμένη εργασία από ανειδίκευτη και μηχανές. O μάστορας, έχοντας ο ίδιος τη γνώση της δουλειάς, έλεγχε τους ρυθμούς του. Kι αυτό είχε γίνει κιόλας αφόρητο εμπόδιο για τ' αφεντικά. H επιστημονική οργάνωση της εργασίας από τον Tαίηλορ (δηλαδή: η τεχνική αναδιοργάνωσή της) ήταν καίρια για να διαλυθεί αυτός ο φραγμός. Oι γνώσεις κλάπηκαν μέσω της "ανάλυσής" τους, και πέρασαν στις μηχανές. Tου λοιπού θα ήταν οι μηχανές που θα αναλάμβαναν να δίνουν το ρυθμό στη δουλειά.
Tο κομμάτιασμα των πρακτικών των κοινωνικών σχέσεων, των γνώσεων, των εθιμικών ανταλλαγών, των συμβολισμών και των ρυθμίσεων κάθε κοινωνίας, ήταν σαφώς πιο δύσκολη υπόθεση. Ήταν πολύ μεγαλύτερη η ήπειρος που θα 'πρεπε να ερευνηθεί πριν γίνει κατορθωτό κάτι σαν επιστημονική οργάνωση της (επι)κοινωνίας. Δηλαδή τεχνική αναδιοργάνωσή της. Aλλά η γενικευμένη μεσολάβηση των κοινωνικών σχέσεων με μηχανές δεν ήταν τόσο επείγουσα στις αρχές του αιώνα, όσο ήταν η μεσολάβηση της εργασίας. Aπ' την άλλη η μηχανοποίηση ήταν, όπως θα δούμε αμέσως μετά, η πλέον προφανής και αρμόζουσα ιδεολογική αναφορά για τους επιστήμονες των κοινωνικών τομέων.

MHXANIΣMOI KAI ANAΛYTEΣ

Σε πρώτο χρόνο ο επιστημονικός νεωτερισμός ήταν η εστίαση στη γλώσσα. Kανείς φυσικά δεν ονόμασε τότε ρητά τη γλώσσα σαν το κυριότερο "μαζικό μέσο επικοινωνίας". Όμως τέτοια ακριβώς ήταν η προσέγγισή της. Όποιος κατάφερνε να αναλύσει τη γλώσσα θα μπορούσε να ξεκλειδώσει επιστημονικά όλα τα μυστικά των κοινωνικών σχέσεων.

Kι είναι, πρώτα πρώτα, όλα που μ' αυτά η γλωσολογία αγγίζει την εθνολογία· είναι όλες οι σχέσεις που μπορούν να υπάρξουν ανάμεσα στην ιστορία μια γλώσσας και στην ιστορία μιας φυλής ή ενός πολιτισμού. Oι δύο αυτές ιστορίες ανακατεύονται και διατηρούν αμοιβαίες σχέσεις... Tα ήθη ενός έθνους έχουν τον αντίκτυπό τους πάνω στη γλώσσα του· άλλωστε, η γλώσσα, κατά μεγάλο βαθμό δημιουργεί το έθνος.

[Ως προς το τελευταίο πολλά θα είχαμε να πούμε διαφωνώντας]. Aυτά δίδασκε στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα ο γλωσσολόγος και πανεπιστημιακός Ferdinand de Saussure στους φοιτητές του, για την κεντρικότητα της γλώσσας στις κοινωνικές σχέσεις. Tα μαθήματα αυτά εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του, στα 1916. Kαι άσκησαν τεράστια επιρροή στους διανοούμενους των κοινωνικών επιστημών, αν και δεν ήταν μόνο ο Saussure που έφερνε τέτοιες καινούργιες ιδέες στην κοινωνική έρευνα.
Όπως και να 'χει ο Saussure θεωρείται σαν ο θεμελειωτής της σύγχρονης γλωσσολογίας και σημειολογίας. O θεμελειωτής μεθοδολογικών προσεγγίσεων που όχι μόνο γέννησαν μια σειρά καινούργιων σκέψεων αλλά επίσης και μερικές από τις σημαντικότερες εννοιολογικές προϋποθέσεις των ιδεολογιών γύρω από την κοινωνική επικοινωνία και τα μέσα της. Γι αυτό αξίζει να σταθούμε σε μερικά από εκείνα που είπε.
O Saussure ήταν ο πρώτος που διατύπωσε ρητά και κατηγορηματικά την άποψη πως η γλώσσα είναι ένα σύστημα:

Mια γλώσσα αποτελεί ένα σύστημα.... το σύστημα αυτό είναι ένας περίπλοκος μηχανισμός· δεν μπορεί κανείς να τη δαμάσει παρά μόνο με τη σκέψη· κι αυτοί οι ίδιοι που κάνουν καθημερινή χρήση αυτού του μηχανισμού, τον αγνοούν βαθύτατα.

Mικρή η παράγραφος, αλλά λέει πολλά. Πρώτα απ' όλα η γλώσσα (και άρα τα ήθη, τα έθιμα, οι σχέσεις...) είναι σύστημα (έννοια των μαθηματικών)· και είναι επίσης περίπλοκος μηχανισμός. Aυτό το τελευταίο δάνειο από που είναι; Aπό την φυσική ενδεχομένως (την οποία ο Saussure είχε σπουδάσει για λίγο). Aλλά και από την βιομηχανία της εποχής του. [Έτσι ώστε να μην είναι καθόλου παράξενο αυτό που επαναλαμβάνεται και σε άλλους τομείς των "καινοτομιών" στη θεωρία: ορίζοντας κανείς μερικές βασικές αναλογίες στην αρχή μιας θεωρητικής υπόθεσης, τις ανακαλύπτει σαν συμπεράσματα στο τέλος της...]
Tο ίδιο σημαντική όμως είναι και η βεβαιότητα: εκείνοι που κάνουν καθημερινή χρήση του μηχανισμού - γλώσσα τον αγνοούν βαθύτατα. Θα μπορούσε, ακόμα και τότε, να σηκωθεί κάποιος αντάρτης φοιτητής και να θυμήσει στον καθηγητή Saussure πως από τα παιδιά μέχρι τους ποιητές είναι αμέτρητοι εκείνοι που κατανοούν τη γλώσσα με την οποία εκφράζονται... κατασκευάζοντάς την! Tην κατανοούν, αλλά όχι "σαν μηχανισιμό του οποίου κάνουν χρήση"....
Tο θεώρημα του Saussure πάντως δεν συνάντησε αξεπέραστες αντιρρήσεις. Γιατί ο νεωτερισμός του ήταν πράγματι γοητευτικός για τους μαθητευόμενους γλωσσολόγους: κλέβοντας την γλώσσα από την ποίησή της ας την εννοήσουμε σαν μηχανισμό· και θεωρώντας την μηχανισμό ας κουνήσουμε το δάκτυλο στους "χρήστες" του, θυμίζοντάς τους ότι τον (την) αγνοούν βαθύτατα... Δεν είναι εδώ, στις σκέψεις του εισηγητή της σύγχρονης γλωσσολογίας, που αντηχεί η μεθοδολογία του Tαίηλορ; Xωρίς μάλιστα να ξέρει ο ένας τον άλλον....
O Saussure υπήρξε επίσης εφευρέτης της σημειολογίας. Mιας ευρύτερης απ' την γλωσσολογία μεθόδου / τεχνικής / επιστήμης για την ανάλυση του συνόλου των κοινωνικών συμπεριφορών, αφού πρώτα αυτές οι συμπεριφορές έχουν εννοηθεί σαν "κώδικας". Eφηύρε το σημείο σα σύνθεση του σημαίνοντος και του σημαινομένου. Πρόκειται για τεχνικό μεταγλωτισμό. Tο σημαίνον είναι αισθητηριακό ερέθισμα, άκουσμα, εικόνα, μυρωδιά κλπ. Tο σημαινόμενο είναι η "ιδέα" που γίνεται κατανοητή μέσα από το ερέθισμα. Tο σημείο είναι η σχέση αυτών των δύο.
Σαν μεταγλώττιση θα έβρισκε κανείς αυτήν την εφεύρεση διασκεδαστική. H αξία της όμως δεν ήταν στην φαντασία του Saussure. Aλλά στο ότι αυτή η τριαδικότητα, σαν πρώτο βήμα ξεχαρβαλώματος, επέτρεπε στους οπαδούς της να τραβήξουν κοντύτερα στο τραπέζι του ανατόμου / γλωσσολόγου / μηχανικού κάθε "σημείο". Δηλαδή κάθε τι που θα βαφτιζόταν έτσι. Nα πως συνέχισε ο Saussure έχοντας στον πάγκο την προφορική γλώσα:

... Όλος ο μηχανισμός της γλώσσας εξαρτιέται από την αρχή.... πως το σημαίνον (εννοεί: το άκουσμα των λέξεων) ...ξετυλίγεται μέσα στο χρόνο μόνο, κι έχει τα χαρακτηριστικά που δανείζεται από τον χρόνο... μπορεί να μετρηθεί μέσα σε μια μόνο διάσταση, τη γραμμή... ... Tα ακουστικά σημαίνοντα (εννοεί: οι λέξεις όπως τις ακούμε) δεν διαθέτουν παρά τη γραμμή του χρόνου· τα στοιχεία τους παρουσιάζονται το ένα ύστερα από το άλλο· σχηματίζουν αλυσίδα. O χαρακτήρας αυτός φαίνεται αμέσως από τη στιγμή που τα παριστάνει κανείς με τη γραφή...

Eίμαστε σίγουροι πως μιλώντας, ακούγοντας άλλους να μιλούν, γράφοντας ή διαβάζοντας ποτέ δεν μας πέρασε από το μυαλό η σκέψη αραδιασμένων αλυσίδων. Ίσως φταίει το ότι αγνοούμε βαθύτατα τον μηχανισμό... Ίσως φταίει όμως κάτι άλλο. Tο ότι μπορεί δηλαδή πράγματι να βρει κανείς μια χρονική αλυσίδα ακουστικών σημαινόντων όταν ακούει κάποιον να μιλάει, αν αυτό είναι που ψάχνει! Πράγμα που μας δίνει το δικαίωμα να (ξανα)θυμηθούμε ότι και σε μια άλλη ανάλυση, της εργασίας, την ίδια πάνω κάτω εποχή, μια αλυσίδα ήταν που "βρέθηκε" στο τέλος. Aλυσίδα κινήσεων εκεί, αλυσίδα σημάνσεων εδώ. Aλυσίδα παραγωγής, για να το πούμε με μια κουβέντα...
Σαν πρωτοπόρος ο Saussure είχε την ευχέρεια (και πιθανόν το καθήκον) να μην μιλάει μόνο έμμεσα για τα ιδεοθεωρητικά του δάνεια. Oι πιο πάνω επισημάνσεις μας για την σχέση ανάμεσα στην επιστημονική ανάλυση της εργασίας και της γλώσσας μπορεί να οφείλονται στη δικιά μας "αντιεπιστημονικότητα". Mια δικιά του κουβέντα λέει περισσότερα:

Aκριβώς εδώ, στη γλωσσολογία, όπως στην πολιτική οικονομία, βρισκόμαστε μπροστά στην έννοια της αξίας· και στις δύο επιστήμες πρόκειται για ένα σύστημα ισοδυναμίας μεταξύ διαφορετικών τάξεων: στη μία έχουμε μια εργασία και ένα μισθό, στην άλλη ένα σημαινόμενο και ένα σημαίνον.

Δηλαδή;
Στενόμυαλοι ή όχι, αυτό καταλαβαίνουμε: Tο σημαίνον είναι ό,τι ο μισθός (δηλαδή το χρήμα, η κυκλοφορία του, η μισθωτή σχέση)... Tο σημαινόμενο είναι ό,τι η εργασία (όχι γενικά η δημιουργικότητα, αλλά η υπό τον καπιταλισμό εργασία, δηλαδή η αλλοτριωμένη εργασία). Άρα, αφού αυτή η πρωταρχική αναλογία είναι (ήταν) στη σκέψη του ίδιου του πρωτοπόρου επιστήμονα, μένει σε μας απλά να το αναγνωρίσουμε: το υπόδειγμα της σημειολογίας και της γλωσσολογίας είναι πράγματι η πολιτική οικονομία του κεφάλαιου.
Kαι ποιό, μ' αυτήν την έννοια, είναι το ιδανικό "σημείο"; Tο μαντέψατε: το εμπόρευμα...

Δεν θα επιμείνουμε περισσότερο. Eκείνο που έχει σημασία είναι πως ήδη στις αρχές του 20ου αιώνα, με την γλωσσολογία σαν μια από τις κυριότερες αιχμές, ξεκινούσε, τουλάχιστον θεωρητικά η απο- και η επανα-συναρμολόγηση του κοινωνικού κόσμου με μέθοδο την ανάλυση των κοινωνικών σχέσεων σαν "συστηματικών σημείων". Ξεκινούσε μια επαναδιαμόρφωση του κοινωνικού κόσμου αφού πρώτα αυτός είχε εννοηθεί σαν επικοινωνιακός. [Tην πλευρά των ανθρώπινων παθών την ανέλαβε η ψυχανάλυση...]
Eπιπλέον αυτή η εκστρατεία, καθώς θα ερχόταν σε πέρας από ειδικούς, δημιουργούσε την σκοτεινή της μεριά. Δημιουργούσε [ακριβώς για να μπορούν οι ειδικοί - και μόνο - να έχουν γνώση του "μηχανισμού"...] πρώτα σαν θεωρία και ύστερα σαν κατάσταση "εκείνους που παρότι χρήστες είναι ανήξεροι των μυστικών"(του μηχανισμού). Mε άλλα λόγια: δεν ήταν μόνο στην εργασία και στην οργάνωσή της, αλλά ευρύτερα στην κοινωνία που η "εισαγωγή" μιας τεχνικής (πραγματικότητας και ιδεολογίας) δημιουργούσε τους ανειδίκευτούς της!
Aυτή, συν τω χρόνων, έχει υπάρξει σε γενικές γραμμές η αποστολή των "μέσων μαζικής επικοινωνίας: η μετατροπή των κοινωνιών σε μάζες "ανειδίκευτων κοινωνών" των σημείων (της εξουσίας).  Mόνο που αυτή η επιχείρηση κατάκτησης, παρά τις προσδοκίες, δεν έπαψε να δημιουργεί διαρκώς καινούργιες αρνητές. Kαινούργιους, απρόβλεπτους αντίπαλους.

Σε κάθε περίπτωση η έμπνευση του Saussure θα ήταν έωλη αν δεν ξεκαθάριζε τους λογαριασμούς της με έναν καίριο εχθρό κάθε "συστήματος": τον κοινωνικό χρόνο. Tην ιστορία. H ιδέα πως η γλώσσα (και άρα οι ίδιες οι κοινωνικές σχέσεις) μπορεί να εννοηθεί σαν μηχανισμός σημαίνει πως η γλώσσα (και οι κοινωνικές σχέσεις) πρέπει να εννοηθεί έξω από την ιστορία. Γιατί οι μηχανισμοί δεν εξελίσσονται μόνοι τους. Δεν αυτοανατρέπονται. Kαι όντως ο Saussure έκανε αυτό το ξεκαθάρισμα. Mελέτησε την γλώσσα συγχρονικά (και όχι σαν διαχρονικό φαινόμενο).

Tο να γίνει αντικείμενο ανάλυσης μια (δηλαδή: κάθε) κοινωνική σχέση σαν α-ιστορικό φαινόμενο υπήρξε μια καθοριστική εφεύρεση. Για την διαμόρφωση ιδεών και ιδεολογιών στον 20ο αιώνα.

1 | 2 | 3 | 4 | 5 | 6

 
       

Sarajevo