Sarajevo - Περισκόπιο
 

   

Φλεβάρης 2010

MANOLADA EVERYWHERE

Είναι γνωστό ότι όταν οι έλληνες έχτιζαν Μανωλάδες, οι ευρωπαίοι έσκαβαν τα χωράφια με τα χέρια· ελλείψει επιστημονικών μεθόδων αγροτικής καλλιέργειας σαν αυτές που αναπτύχθηκαν στην Ηλεία. Αλλά το φως του πολιτισμού δεν αργεί να σκίσει τα σκοτάδια και μια καλή ιδέα αρκεί να είναι εφαρμόσιμη και γρήγορα διαδίδεται παντού. Έτσι το «παράδειγμα φράουλα» συμπληρώθηκε από το «παράδειγμα σπαράγγι» (και ποιος ξέρει πόσα ακόμη παραδείγματα μας μένουν άγνωστα εξαιτίας της μετριοφροσύνης που χαρακτηρίζει από παλιά - απ’ την εποχή της δουλοπαροικίας - τους αγροτοαφέντες της γης!). Κι εν τέλει ανέτειλε ξανά στη γη της Ευρώπης μια νέα και λαμπρή εποχή σκλαβιάς. Δουλειά; Μισθός; Φαΐ; Τελείωσαν αυτά! Είναι ξεπερασμένα... ο κόσμος τώρα γράφει στην ούγια του «σκλαβιά» με το λουρί στο σβέρκο και μια χούφτα σταφίδες για συντήρηση. A BRAVE NEW WORLD βγαλμένος κατευθείαν από τον απόπατο της ιστορίας.
Εννοείται πως τα credits πάνε όλα στους ανώνυμους μαφιόζους του πάλαι ποτέ ανατολικού μπλοκ. Αυτοί και μόνο αυτοί χρεώνονται την οικονομική επιτυχία. Οι άλλοι δεν ξέρουν, δεν είδαν, δεν ρώτησαν. Οι άλλοι κρατούσαν τα μητρώα τους πάλλευκα. «Σε πληρώνω να πληρώσεις τον μεσολαβητή που θα πληρώσει τον μεσάζοντα που θα πληρώσει τον εργολάβο που θα πληρώσει τον πληρωμένο δολοφόνο» εν προκειμένω την ουκρανική μαφία. Έτσι πάει το κόλπο... Ο μεγαλογεωκτήμονας, ο μεγαλοαγρότης, ο μεγαλομεσάζοντας, ο μεγαλομανάβης, ο μεγαλοταβερνιάρης, ο μεγαλοκαταβόθρας πελάτης αγνοούσαν το θαύμα της φύσης που συντελούνταν πίσω από τις πλάτες τους: παραχώνεις εργάτες και φυτρώνουν σπαράγγια! Ω ναι... εν τη αγνοία τους τα πρωτοκοσμικά σαγόνια καταβροχθίζουν τα πάντα κι ο πρωτοκοσμικός παχύς σωλήνας αφοδεύει εν πλήρει μακαριότητα. Σκλαβιά; Δεν το αναφέρει το συμβόλαιο - ο εργολάβος φταίει!

[Κι αν έχεις καρδιά αδελφέ Chiriac και ψάχνεις δικαιοσύνη, μην στρέφεσαι προς το μεγάλο αφεντικό των ουρανών. Ξέχνα το! Αν αναρωτιέσαι ποιος θα κρίνει, θα δικάσει και θα καταδικάσει τους ενόχους, χαμήλωσε το βλέμμα και κοίτα την κόρη σου στα μάτια. Ίσως εκεί βρεις απάντηση...]

~*~

 

27/12/2009
Balkan Insight

ΧΩΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ
το νέο εμπόριο σκλάβων
στην καρδιά της Ευρώπης

Με απατηλές υποσχέσεις φτωχοί από την ανατολική Ευρώπη μεταφέρονται στην Τσεχία όπου υποχρεώνονται σε καταναγκαστική εργασία. Μερικοί από τους χειρότερους γκάνγκστερς δικάζονται τώρα, αλλά δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι θα μπει σύντομα τέλος σε αυτό το τρομακτικό εμπόριο.

Ενώ τα ακριβά εστιατόρια στο Βερολίνο ή το Άμστερνταμ σερβίρουν σπαράγγια καλλιεργημένα στα τσέχικα χωράφια, κανείς από τους διακεκριμένους θαμώνες δεν έχει την παραμικρή ιδέα ότι αυτό το πολυ-αγαπημένο έδεσμα βρίσκεται στο πιάτο τους χάρη στην εξουθενωτική εργασία σύγχρονων σκλάβων· άντρες και γυναίκες που εξαπατημένοι εγκατέλειψαν τις φτωχικές χώρες τους και τώρα κρατούνται φυλακισμένοι. Ένοπλοι φρουροί τους βασανίζουν και τους απειλούν αν ζητήσουν τροφή, τους μισθούς τους ή αν επιχειρήσουν να αποδράσουν.

Η τρίμηνη έρευνά μας στην Ρουμανία, την Τσεχία, την Μολδαβία, την Υπερδνειστερία (μια αποσχισμένη περιοχή της Μολδαβίας), την Ουκρανία και την Ολλανδία, αποκάλυψε τον τρόπο με τον οποίο ένα βάρβαρο εγκληματικό δίκτυο από ουκρανικές συμμορίες μάζευε για χρόνια πριν διαλυθεί την περασμένη άνοιξη τα εκατοντάδες θύματά του για να δουλέψουν ως σκλάβοι στην Βοημία.

Και τα 40 θύματα που εξετάσαμε - όλα από την Ρουμανία, είχαν οδηγηθεί σε ένα αγρόκτημα σπαραγγιών στο Hostín u Vojkovic το 2007 και 2008, για να δουλέψουν στην συγκομιδή, για λογαριασμό της Bohaemer Spargel Kultur, BSK, μιας τσέχικης φίρμας που ανήκει στην ολλανδική εταιρεία Procint B.V. Κανένα από τα θύματα δεν πληρώθηκε, ούτε έτρωγε κανονικά και είπαν ότι αισθάνονται τυχεροί που δραπέτευσαν.

Μια εξελισσόμενη έρευνα της τσέχικης και της ρουμάνικης αστυνομίας στα χωράφια της BSK αποκάλυψε ότι τουλάχιστον 300 ρουμάνοι υποχρεώθηκαν εκεί σε καταναγκαστική εργασία το 2007, το 2008 και το 2009. Μια πιο πρόσφατη έρευνα αποκάλυψε ότι βούλγαροι ρομά, ουκρανοί και μολδαβοί επίσης δούλεψαν εκεί χωρίς μισθό.

Χρειάστηκε να περάσουν δύο χρόνια μέχρι να κάνει έφοδο η τσέχικη αστυνομία στα κτήματα της BSK, τον Φεβρουάριο 2009, ενώ είχε ήδη ενημερωθεί για το τι συνέβαινε από το 2007. Η έφοδος οδήγησε στην απελευθέρωση των τελευταίων εργατών που είχαν απομείνει και στο σπάσιμο του εγκληματικού δικτύου που τους είχε παγιδεύσει.

Οι εργάτες-σκλάβοι είχαν στρατολογηθεί από ρουμάνους πράκτορες της συμμορίας που τους υποσχέθηκαν καλούς μισθούς, καταλύματα και διατροφή.

Τα περισσότερα θύματα που έδωσαν συνέντευξη κατονόμασαν τον Vasyl Bentsa, ουκρανό ιδιοκτήτη μιας τσέχικης εταιρείας εύρεσης προσωπικού, της Bear Loging, ως αρχηγό της συμμορίας που τους παγίδευσε. Η τσέχικη αστυνομία συνέλαβε τον Bentsa τον Φεβρουάριο [2009] και η δίκη του είναι σε εξέλιξη. Προσπαθήσαμε να έρθουμε σε επικοινωνία με το δικηγορικό γραφείο που έχει αναλάβει την υπεράσπισή του, αλλά αρνήθηκαν να κάνουν οποιοδήποτε σχόλιο.

Η εταιρεία του Bentsa, η Bear Loging, είχε συμβόλαιο με την BSK να την προμηθεύει με εργάτες. Ο διευθυντής της BSK Will Teeuwen ισχυρίζεται ότι έμαθε για τις συνθήκες των εργατών μόνο μετά την σύλληψη του Bentsa.

«Δεν υπήρχαν απευθείας συμβάσεις εργασίας μεταξύ της BSK και των ρουμάνων, βούλγαρων και μολδαβών εργατών» είπε. «Οι συμβάσεις ήταν μεταξύ του εργολάβου, της Bear Loging, και των εργατών».

Η εταιρεία του Teeuwen εξάγει σπαράγγια κι άλλα λαχανικά από την Ισπανία και την Ιταλία στην Βρετανία, την Ιαπωνία και αλλού. Τα προϊόντα της BSK πωλούνται στην Γερμανία, την Ολλανδία και σε μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, μεταξύ αυτών και στα υποκαταστήματα της Tesco στην Τσεχία.

 

Όχι μισθοί, μόνο ξύλο

Η Corina Rahoveanu στέκεται μπροστά στο σπίτι των πεθερικών της, σ’ ένα χωριό της επαρχίας Prahova της Ρουμανίας. Πλησιάζει τα 30 και νταντεύει ένα μωρό στην αγκαλιά της ενώ δύο ακόμη παιδιά τρέχουν τριγύρω. Αυτή και τα παιδιά της ζουν σε ένα μοναδικό δωμάτιο φτιαγμένο από λάσπη και άχυρα, κολλητά στο σπίτι των πεθερικών της.

Ψάχνοντας απεγνωσμένα πέρυσι να κερδίσει λίγα χρήματα, η Corina έφυγε την άνοιξη του 2008 για τα χωράφια σπαραγγιών στην Τσεχία, όπου ήξερε ότι δούλευαν ήδη ο άντρας της κι οι γαμπροί της.

Κάποιος από ένα παν-ρουμανικό δίκτυο εντοπισμού ανθρώπων που θέλουν να δουλέψουν στο εξωτερικό την στρατολόγησε. Αργότερα αποκαλύφθηκε ότι ο πράκτορας ήταν μέλος του τοπικού βραχίονα του εκτεταμένου δικτύου του Bentsa.

Η Corina μαζί με άλλους στρατολογημένους εργάτες μεταφέρθηκαν με λεωφορεία στην Πράγα όπου άνθρωποι ουκρανικής καταγωγής τους περίμεναν και τους μετέφεραν στα χωράφια.

«Όταν έφτασα εκεί βρήκα τον άντρα μου και τους γαμπρούς μου σε άθλια κατάσταση. Ήταν χτυπημένοι και σχεδόν λιμοκτονούσαν» θυμάται. «Έπρεπε να δουλεύω μέχρι και τις Κυριακές κι αν έλεγα όχι, με απειλούσαν με ξύλο.»

Η Corina λέει ότι δούλευε στα χωράφια υπό την επίβλεψη οπλισμένων ουκρανών που χτυπούσαν όποιον τολμούσε να ρωτήσει για τους μισθούς ή διαμαρτυρόταν για τα ωράρια και τις συνθήκες.

Περίπου 400 άντρες και γυναίκες εξαναγκάζονταν να δουλεύουν όλη μέρα, να κοιμούνται σε κοιτώνες και τους απαγορεύονταν να φύγουν από τα χωράφια εκτός κι αν τα ουκρανικά αφεντικά τους μετέφεραν σε οικοδομές ή σφαγεία για να δουλέψουν.

Ένας από τους γαμπρούς της Corina πίστευε ότι είχε υπογράψει μια σωστή σύμβαση εργασίας, αν και ήταν γραμμένη στα τσέχικα. Εκ των υστέρων ανακάλυψε ότι το χαρτί του δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα άχρηστο ενοικιαστήριο ενός γκαράζ.

Ύστερα από δύο μήνες απλήρωτης εργασίας υπό των ένοπλων φρουρών, η Corina ήξερε ότι δεν θα έπαιρνε φράγκο. Όταν διαμαρτυρήθηκε μαζί με τον άντρα της, την απείλησαν ότι θα την πουλήσουν σε κάποιο νταβατζή για να δουλέψει ως πόρνη στην Πράγα. Τελικά, κατάφερε μαζί με τον άντρα της κι έναν γαμπρό της να δραπετεύσουν μια νύχτα από τον καταυλισμό, το καλοκαίρι του 2008.

Ο πενηντάχρονος Costica Chiriac, από το χωριό Gorbanesti της βόρειας Ρουμανίας, διηγείται μια παρόμοια ιστορία. Έγινε κι αυτός ένας σύγχρονος σκλάβος και δραπέτευσε από τα χωράφια της BSK μόνο αφού είχε δουλέψει για το τίποτε επί πολλούς εξαντλητικούς μήνες.

Μαζί με την κόρη του, δούλεψε στα χωράφια της BSK και κάποια άλλα μέρη, από τον Μάη ως τον Ιούλη του 2008. Όταν τελικά κατάφεραν να δραπετεύσουν από τα χωράφια, έτρεχαν επί έξι ώρες για 45 χιλιόμετρα. «Ο φόβος μας έκανε να τρέχουμε» μας είπε.

 «Η κόρη μου κι εγώ δουλεύαμε απλήρωτοι τρεις μήνες - τρεφόμασταν μόνο με ψωμί και σταφίδες» είπε. «Μας χτυπούσαν για να δουλεύουμε γρηγορότερα. Με το ζόρι μπορούσαμε να κοιμηθούμε στον κοιτώνα εξαιτίας των χτυπημάτων και των μελανιών.»

Ο μεγάλος του φόβος ήταν η 16χρονη κόρη του, που ο ουκρανός επιστάτης την υποχρέωνε να κοιμάται στο ίδιο κρεβάτι με έναν κινέζο εργάτη. Ο φρουρός έλεγε ότι πρέπει να παντρευτεί τον κινέζο, ώστε να πάρει ο τελευταίος την ρουμανική υπηκοότητα και διαβατήριο αναγνωρισμένο από την ΕΕ, για το οποίο προφανώς ήταν έτοιμος να πληρώσει τον φρουρό.

Τον Chiriac και την κόρη του τους εξαπάτησαν να πάνε στην Τσεχία ένας συγγενής τους, που τους έφερε σε επαφή με ένα άτομο που αργότερα κατηγορήθηκε ως μέλος του εγκληματικού δικτύου του Bentsa.

Μερικοί από τους εργάτες που είχαν παγιδευτεί στα χωράφια της BSK κατάφεραν να διαφύγουν μόνο όταν οι ρουμάνοι διπλωμάτες στην Πράγα ανακάλυψαν ότι κάτι συνέβαινε.

Ο πρόξενος Iulian Gheorghiu μας είπε ότι η πρεσβεία έλαβε ένα τηλεφώνημα τον Μάρτη του 2007 από έναν άντρα φυλακισμένο στα χωράφια που τους είπε ότι δούλευε σε άθλιες συνθήκες, αλλά δεν μπορούσε να εξηγήσει πού ήταν τα χωράφια ή ποιος ήταν ο ιδιοκτήτης. Το μόνο που ήξερε ήταν ότι το μέρος ήταν κοντά στην Πράγα, κοντά σε έναν βαμμένο τοίχο.

Η πρεσβεία ήρθε σε επαφή με την τσέχικη αστυνομία που εξήγησε πώς να δώσουν στους ανθρώπους οδηγίες διαφυγής. Μ’ αυτόν τον τρόπο, 67 εργάτες δραπέτευσαν από τους ουκρανούς φύλακες, που όμως κρατούσαν τα χαρτιά τους και τα πράγματά τους.

Σχεδόν κάθε εβδομάδα στην συνέχεια, ομάδες εργατών δραπέτευαν και εμφανίζονταν στην ρουμανική πρεσβεία. Αλλά ενώ η τσέχικη αστυνομία είχε πρωτο-πληροφορηθεί από το 2007 για το τι συνέβαινε, ήταν μόλις τον Φεβρουάριο του 2008 που έκανε τελικά έφοδο στα χωράφια και τον κοιτώνα και απελευθέρωσε 36 ανθρώπους που βρήκε εκεί.

Ένα πρόβλημα ήταν ότι οι αλλοδαποί εργάτες απέφευγαν να έρθουν σε επαφή με την αστυνομία από τον φόβο των αρχών. Κάποιοι, όπως οι ουκρανοί και οι μολδαβοί, ήταν έτσι κι αλλιώς παράνομοι στην ΕΕ. Άλλοι, όπως οι ρουμάνοι, δούλευαν χωρίς να έχουν δηλωθεί.

Ο David Rodr, ο τσέχος αστυνομικός σύνδεσμος με την Ρουμανία, Μολδαβία, Βουλγαρία και την Ουκρανία, υπερασπίστηκε τους αργούς ρυθμούς της αστυνομικής έρευνας, λέγοντας ότι τα θύματα «δεν έδωσαν στους αστυνομικούς επαρκείς πληροφορίες και δεδομένα, έτσι η αστυνομία δεν μπορούσε να ταυτοποιήσει τους κατηγορούμενους... Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τα θύματα όταν δεν μιλούν καν τσέχικα;» αναρωτήθηκε ο Rodr.

Σύμφωνα με έρευνα του 2007 της ρουμανικής εθνικής υπηρεσίας κατά του trafficking, η Τσεχία είχε γίνει ο νούμερο ένα προορισμός για ρουμάνους που έπεφταν θύματα trafficking με σκοπό την καταναγκαστική εργασία. Η Τσεχία ήταν στην 10η θέση της μαύρης λίστας του 2006 με χώρες στις οποίες οι ρουμάνοι πέφτουν θύματα trafficking. Το 2007, σύμφωνα με την υπηρεσία, ανέβηκε στην 3η θέση - εν μέρει εξαιτίας της εισόδου της Ρουμανίας στην ΕΕ, οπότε ίσχυσε η ελευθερία μετακίνησης εντός της ΕΕ.



Τα αφεντικά από την Ουκρανία

Οι εισαγγελικές και αστυνομικές αρχές της υπηρεσίας κατά του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας, η οποία είναι τμήμα της ρουμανικής γενικής εισαγγελίας, ξεκίνησαν να ερευνούν τα δίκτυα στρατολόγησης τον Μάρτη του 2007, παρακολουθώντας δύο διαφορετικά δίκτυα, στην βόρεια και νότια Ρουμανία.

Ο Bentsa αποδείχτηκε αναμεμειγμένος και στα δύο δίκτυα ως γενικός αρχηγός. Ο 31χρονος ουκρανός πολίτης, το δεξί του χέρι Volodymyr Dublenych, 37 ετών, κι ένας ακόμη συνεργός, ο Mykhaylo Zavatskyy, 25 ετών επίσης ουκρανός, συνελήφθησαν τον Φεβρουάριο [2009] σε μία μικρή πόλη 50 χιλιόμετρα από την Πράγα και τους απαγγέλθηκαν οι κατηγορίες της εμπορίας  ανθρώπων και σύστασης οργανωμένου εγκληματικού δικτύου.

Ο Bentsa ίδρυσε την Bear Loging, την εταιρεία βιτρίνα που προμήθευε εργάτες για τα τσέχικα χωράφια σπαραγγιών μεταξύ άλλων επιχειρήσεων, το 2003, σύμφωνα με το τσέχικο μητρώο επιχειρήσεων. Ο Bentsa και οι συνεργοί του έστησαν επίσης ένα αριθμό συνδεόμενων επιχειρήσεων στην Τσεχία.

Τα γραφεία της Bear Loging βρίσκονται στον ένατο όροφο της οδού Sportovni, στον αριθμό 2723, στην πόλη Melnik. Η εταιρεία είχε πέντε υπαλλήλους. Τα γραφεία τώρα είναι άδεια και μόνο η χειρόγραφη σημείωση με το όνομα Bear Loging στο γραμματοκιβώτιο θυμίζει την ύπαρξή της.

Ο Bentsa κατάγεται από το χωριό Krychovo, στην δυτική Ουκρανία, όχι μακριά από την Lviv. Ούτε ο Bentsa, ούτε ο Dublenych έχουν ποινικό μητρώο στην Ουκρανία και δεν υπάρχει καμία εταιρεία καταχωρημένη στα ονόματά τους, σύμφωνα με τις ουκρανικές αρχές. Στο Krychovo και σ’ ένα διπλανό μικρό χωριό αυτοκίνητα με τσέχικες πινακίδες είναι πολύ συχνά, όπως και διαφημίσεις για δουλειά στην Τσεχία.

Οι συγγενείς και οι γείτονες του Bentsa επιβεβαιώνουν ότι αυτός και οι συνεργοί του έπαιρναν ανθρώπους στο εξωτερικό για να δουλέψουν στην Τσεχία. Στο καθαρό, λευκό σπίτι όπου εμφανιστήκαμε ως επιχειρηματίες που προσφέρουν άφθονη φτηνή εργασία στο εξωτερικό, ο πατέρας του Bentsa επέμενε ότι ο γιος του είναι αθώος. Δούλευε για λογαριασμό άλλων στην ανατολική Ουκρανία, είπε. Ο γιος του δεν πρόκειται να δουλέψει ξανά με ρουμάνους, πρόσθεσε. «Αν σε δαγκώσει μια φορά το φίδι...» κατέληξε.

 

Το νότιο και το βόρειο δίκτυο

Στο νότο της Ρουμανίας, στην επαρχία της Prahova, περίπου 20 θύματα μας είπαν ότι το 2008 είχαν εμφανιστεί διάφοροι που έψαχναν ανέργους πρόθυμους να πάνε στο Βουκουρέστι κι αργότερα στην Πράγα να δουλέψουν.

Ο Gabriel Nita, 38 ετών, ιδιοκτήτης δύο εταιρειών στην Ρουμανία, συνελήφθη τον Σεπτέμβριο του 2008 ως αρχηγός του παραρτήματος του δικτύου στον νότο. Η δίκη του είναι σε εξέλιξη αλλά στα μέσα Δεκεμβρίου έληξε η προφυλάκισή του και τώρα κυκλοφορεί ελεύθερος.

Ο δικηγόρος του Ionut Mateescu λέει ότι ο πελάτης του ήταν απλά υπάλληλος της τσέχικης εταιρείας και οδηγούσε ένα λεωφορείο από την Ρουμανία στην Πράγα μεταφέροντας εργάτες, επειδή ήξερε τσέχικα. «Ο εισαγγελέας δεν έχει αρκετά στοιχεία - μόνο τις μαρτυρίες 36 θυμάτων που δεν αρκούν για να καταδικαστεί» μας είπε.

Ο ρουμάνος εισαγγελέας έχει ταυτοποιήσει 50 θύματα του νότιου παραρτήματος, μεταξύ αυτών δύο παιδιά 16 και 17 ετών, που κατέληξαν στα χωράφια σπαραγγιών της BSK στην Hostín u Vojkovic.

Στην βόρεια και πιο φτωχική Ρουμανία, στην επαρχία Botosani, δέκα θύματα που μας έδωσαν συνέντευξη κατονόμασαν τον Laurentiu Drangă ως τον άνθρωπο που τους στρατολόγησε. Ο 46χρονος από την πόλη Botosani συνελήφθη τον Μάρτιο 2009 ως αρχηγός του βόρειου παραρτήματος και κατηγορείται ότι παρέδωσε 120 εργάτες στον Bentsa.

Κανείς από τους δικηγόρους που ανέλαβαν αρχικά την υπόθεσή του δεν συνεχίζουν την υπεράσπισή του. Ο αρμόδιος εισαγγελέας είπε ότι έχει αποφυλακιστεί, όπως ο Nita. Παρά τις πολλές προσπάθειες, δεν μπορέσαμε να βρούμε ούτε τον ίδιο, ούτε τον τωρινό δικηγόρο του.

Η λίστα του εισαγγελέα με τα μέλη του εγκληματικού δικτύου αναφέρει επίσης τον ουκρανό Nurdy Antaev, ως μέλος του βόρειου παραρτήματος. Το ίδιο όνομα προέκυψε και στη συζήτηση που είχαμε σ’ ένα μπαρ στην Tiraspol, πρωτεύουσα της Υπερδνειστερίας, όπου πήραμε συνέντευξη από τέσσερις άλλους καταναγκασμένους εργάτες που είχαν μεταφερθεί στην Τσεχία.

Μας είπαν ότι τους πήγαν σε κάτι χωράφια σπαραγγιών αλλά δεν ήξεραν το όνομα του μέρους ή της εταιρείας. Είχαν υποστεί τις ίδιες κακοποιήσεις με τους υπόλοιπους. Ο 52χρονος Sasa Toridkă μας είπε ότι ο Antaev και η Oksana Golubeva, μια γυναίκα σχεδόν 50 ετών, είχαν στήσει το δικό τους σύγχρονο σκλαβοπάζαρο. Οι υπόλοιποι το επιβεβαίωσαν. Αρχικά τους είχαν πάει στον αδελφό της Golubeva στην Οδησσό κι από κει στην Τσεχία.

Κανένα από τα δύο ονόματα δεν είναι πάντως γνωστό στις αρχές της Υπερδνειστερίας ή της Μολδαβίας. Όταν προσπαθήσαμε να βρούμε τον Antaev και την Golubeva στην ουκρανική πόλη της Οδησσού, εντοπίσαμε τον μεγαλύτερο αδελφό της Golubeva. Όταν τον ρωτήσαμε για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της αδελφής του μας έκλεισε την πόρτα κι απείλησε να επιστρέψει με καραμπίνα.

 

Δεν είχαμε ιδέα τι γινόταν

Τα χωράφια σπαραγγιών της BSK στο Hostín u Vojkovic έμοιαζαν εγκατελειμένα όταν τα επισκεφτήκαμε τον Μάιο. Η BSK ιδρύθηκε το 1995 και καλλιεργεί σπαράγγια σε μια έκταση 1.300 στρεμμάτων. Στο κτήμα υπήρχαν αρκετά άδεια σιλό και μερικά τρακτέρ προετοιμασμένα για όργωμα.

Μόνο ένας άντρας, φύλακας, είναι εκεί περιμένοντας ν’ αρχίσει η βάρδια του. Μολονότι προσπαθήσαμε, δεν μπορέσαμε να βρούμε τον Michal Cervenka, τον αγρονόμο της BSK, ο οποίος έχει δώσει πολλές συνεντεύξεις για τις εξαγωγές της BSK στις αγορές της Γερμανίας, της Ολλανδίας και τα καταστήματα της Tesco στην Τσεχία.

Το 2006 είχε δηλώσει σε τσεχική αγροτική ιστοσελίδα ότι όλη η εργατική δύναμη της BSK, σχεδόν 200 άνθρωποι, ήρθε από το εξωτερικό, βασικά από την ανατολική Ευρώπη, ενώ η συγκομιδή συντονιζόταν από έναν ολλανδό ειδικό. 

Ζητήσαμε από τον φύλακα να μας φέρει σε επαφή με τον Cervenka, αλλά αφού έκανε μερικά τηλεφωνήματα μας είπε ότι δεν ήταν διαθέσιμος. Επίσης δεν μας έδινε το τηλέφωνο του.

Η επόμενη στάση ήταν στην έδρα της Procint, της μητρική εταιρεία της BSK, στην οδό Zandberg στο Helden της νότιας Ολλανδίας. Πάντως, στο νούμερο 15 δεν υπήρχε κανένα ίχνος της Procint. Αντίθετα, υπήρχε η φίρμα μιας εταιρείας με το όνομα Teboza Holding. Ο σύνδεσμος ανάμεσα στην Procint και την Teboza είναι ο Will Teeuwen, ιδιοκτήτης και συνδιοικητής των Procint και Teboza. Και οι δύο εταιρείες είναι μεγάλοι προμηθευτές σπαραγγιών.

Ο άλλος διοικητής της Procint είναι ο Fernando Mora Figueroa Domecq, 70 ετών ισπανός, που διευθύνει μια αγροτική αυτοκρατορία μέσω εταιρειών όπως οι Grupo Carrizuelo Investment, Complejo Agricola SA, Inversora y Comercial SA, Agricola Conagralsa S.L. και η οποία εκτείνεται από την Ισπανία και την Ολλανδία ως την Βρετανία.

Το site της Teboza αναφέρει ότι η εταιρεία κέρδισε το Βραβείο των Σπαραγγιών το 2006 κι ότι στο πελατολόγιό της περιλαμβάνονται πολυτελή εστιατόρια στο Μάαστριχτ, το Ρότερνταμ και την Waalre και επίσης ένα πεντάστερο ξενοδοχείο στο Άμστερνταμ. Η Teboza επίσης σπονσονάρει δύο τοπικές ποδοσφαιρικές ομάδες που παίζουν στις χαμηλές ολλανδικές κατηγορίες. Τον Φεβρουάριο του 2009 η εταιρεία μπήκε στην ιαπωνική αγορά.

Σύμφωνα με το ολλανδικό εταιρικό μητρώο, η Procint ιδρύθηκε το 1987 και ειδικεύεται στην εισαγωγή και εμπορία σπαραγγιών. Είναι μία μεσαίου μεγέθους επιχείρηση και το 2005 είχε πωλήσεις σπαραγγιών ύψους 800.000 ευρώ.

Ο Teeuwen δεν ήταν διαθέσιμος όταν πήγαμε στο Helden, αλλά απάντησε αργότερα μέσω mail σε ερωτήσεις σχετικά με την κατάσταση στην Τσεχία. «Η επιδίωξη της εταιρείας είναι οι εργάτες να μένουν ευχαριστημένοι από την δουλειά τους στα κτήματα, ώστε να επιστρέψουν τα επόμενα χρόνια» μας είπε σχετικά με τους εργάτες από την ανατολική Ευρώπη.

Όταν ρωτήθηκε σχετικά με τον Bentsa και τον Dublenych, τους δύο ουκρανούς που συνελήφθησαν στην Τσεχία, ο Teeuwen είπε ότι είχαν επισκεφτεί την BSK και είχαν προσφέρει τις υπηρεσίες της Bear Loging, σαν μία καθ’ όλα νόμιμη εταιρεία. «Εγώ δεν συνάντησα ποτέ αυτούς τους κυρίους» πρόσθεσε.

Η εταιρεία του δεν είχε ποτέ απευθείας επαφές με τους εργάτες, οι οποίοι ήταν στην ευθύνη της Bear Loging. «Η πολιτική μας είναι να μην αναμειγνυόμαστε στις εσωτερικές υποθέσεις των εταιρειών με τις οποίες συνεργαζόμαστε, καθώς οι διαχειριστές τους έχουν πλήρη ευθύνη των ενεργειών τους» είπε. Η Bear Loging είχε οργανώσει τα καταλύματα και τις υποδομές για τους εργάτες και ο τσέχος διευθυντής της BSK ήταν απλά ο ενδιάμεσος σε σχέση με τον Bentsa.

Μετά την σύλληψη των δύο ουκρανών, η BSK έκοψε τους δεσμούς της με την Bear Loging. «Μάθαμε σχετικά με την κακομεταχείριση μόνο όταν η αστυνομία άρχισε τις έρευνες και δώσαμε όλα τα  διαθέσιμα στοιχεία στους αρμόδιους» είπε ο Teeuwen.

Ο Ian Hutchins, εκπρόσωπος της Tesco στο Λονδίνο, δήλωσε ότι η αλυσίδα των σούπερ μάρκετ δεν προμηθεύτηκε ποτέ προϊόντα απευθείας από την BSK.

Πάντως πρόσθεσε ότι «η αρχική μας έρευνα έδειξε ότι δύο προμηθευτές μας στην Τσεχία είχαν στο παρελθόν δοσοληψίες με την BSK και δουλεύουμε μαζί τους για να ξεκαθαρίσουμε τα γεγονότα».

Πρώην σκλάβοι εργάτες όπως ο Chiriac δεν έχουν πάρει καμία αποζημίωση για όσα έχουν υποστεί. Τώρα προσπαθεί να ξαναφτιάξει την ζωή του. Αλλά είχε πουλήσει όλα του τα ζωντανά για να μαζέψει λεφτά και να φτάσει στην Τσεχία. «Δεν πρόκειται ποτέ ξανά να αφήσω το σπίτι μου. Δεν θα ξαναπάω να δουλέψω στο εξωτερικό» είπε.

«Ό,τι συνέβη εκεί ήταν παραπάνω απ’ όσο μπορούσα να αντέξω. Ελπίζω μόνο η κόρη μου να ξεπεράσει αυτόν τον εφιάλτη. Ίσως υπάρχει κάποιος εκεί πάνω» λέει δείχνοντας προς τον ουρανό «που θα τους κρίνει».

 
       

Sarajevo