sarajevo

κρίση; ποια κρίση; αναδιάρθρωση; ποια αναδιάρθρωση;

Sarajevo 89 - 11/2014

Υπάρχει ένα απόσπασμα ενός κειμένου παλιού, πολύ παλιού, που λέει περισσότερες αλήθειες για το σήμερα, το καπιταλιστικό σήμερα, απ’ ότι οι τόνοι σαβούρας και βλακείας, δεξιάς και αριστερής, που είναι της μόδας. Εδώ και όχι μόνο εδώ.
Θα αναρωτιόταν κανείς “και πως είναι δυνατόν;” Πως είναι δυνατόν μια γνώμη, μια διαπίστωση, ηλικίας 166 ετών να είναι χρήσιμη σήμερα; Μήπως έχουμε να κάνουμε με κάποια προφητεία; Με κάποιο μάγο, κάποιο εκπρόσωπο του θεού; Μήπως ο χρόνος σταμάτησε; Πως γίνεται στην post-industrial εποχή να έχουν δίκιο κάποιοι που δεν πρόλαβαν καν και καν την ακμή, την πλήρη ανάπτυξη του βιομηχανισμού;
Όντως, τέτοιες απορίες είναι εύλογες για τα μυαλά εκείνα που δεν ξέρουν, παριστάνουν ότι δεν ξέρουν ή ξεχνούν ότι μ’ όλες τις αξιοσημείωτες και πολύ σημαντικές αλλαγές στο κυρίαρχο Παράδειγμα, ζούμε πάντα στον καπιταλιστικό κόσμο. Δεν είναι λίγοι (ούτε είναι λίγοι εκείνοι που απόκτησαν φήμη) όσοι πούλησαν για νεωτερισμό και σπουδαία ανακάλυψη πως “τίποτα δεν είναι όπως πριν”. Είναι αλήθεια ότι πολλά και σημαντικά δεν είναι όπως πριν. Όχι όμως τα βασικά. Διαφορετικά πως θα μπορούσε αυτό το απόσπασμα να μοιάζει τόσο τωρινό; Κάντε παρακαλούμε τον κόπο και διαβάστε το έντιμα (αποφύγαμε τον πειρασμό του τονισμού συγκεκριμένων σημείων):

...
Μπροστά στα μάτια μας οι αστικές συνθήκες παραγωγής και ανταλλαγής, οι αστικές σχέσεις ιδιοκτησίας, η νεώτερη αστική κοινωνία, που παρουσίασε με τα μάγια της τόσο τεράστια μέσα παραγωγής και ανταλλαγής, μοιάζει με το μάγο που δεν μπορεί να υποτάξει τις καταχθόνιες δυνάμεις που κάλεσε ο ίδιος να τον βοηθήσουν.
Εδώ και κάμποσες δεκαετίες η ιστορία της βιομηχανίας και του εμπορίου δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ιστορία της ανταρσίας των νεώτερων παραγωγικών δυνάμεων ενάντια στις σχέσεις ιδιοκτησίας...

Φτάνει να αναφέρουμε τις εμπορικές κρίσεις, που καθώς παρουσιάζονται κάθε τόσο καθιστούν πάντα προβληματικότερη την ύπαρξη ολόκληρης της αστικής τάξης. Τον καιρό που ξεσπούν οι εμπορικές κρίσεις καταστρέφεται κανονικά ένα σημαντικό μέρος όχι μόνο από τα έτοιμα προϊόντα μα κι απ’ τις δημιουργημένες παραγωγικές δυνάμεις. Μια κοινωνική επιδημία ξεσπά, που σε άλλες εποχές θα φαινόταν παραλογισμός: η επιδημία της υπεραπαραγωγής. Η κοινωνία, έξαφνα, βρίσκεται οπισθοδρομημένη σε μια κατάσταση στιγμιαίας βαρβαρότητας. Νομίζει κανείς πως της κόπηκαν όλα τα μέσα της διατροφής, από καμιά πείνα ή από κανένα εξολοθρευτικό πόλεμο. Και γιατί; Γιατί η κοινωνία έχει πάρα πολύ πολιτισμό, πάρα πολλά μέσα διατροφής, πάρα πολλή βιομηχανία, πάρα πολύ εμπόριο.

Με ποιόν τρόπο ξεπερνά η μπουρζουαζία τις κρίσεις; Απ’ τη μια μεριά καταστρέφοντας αναγκαστικά ένα σωρό παραγωγικές δυνάμεις. Και απ’ την άλλη με το να κατακτά νέες αγορές και να εκμεταλλεύεται πιο εντατικά και πιο πλατιά όλες τις παλιές αγορές.
...

Αυτά, ανάμεσα σε άλλα, γράφτηκαν το 1848. Απλή αφαίρεση: 160 ολόκληρα χρόνια πριν το 2008, και 166 χρόνια πριν απ’ το 2014. Too old for rock ‘n’ roll, too young to die!!! Πρόκειται για απόσπασμα απ’ το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, γραμμένο απ’ τους Μαρξ και Ένγκελς (έχουμε την υποψία: κυρίως απ’ τον πρώτο). Πρόκειται γι’ αυτό το μανιφέστο που αρχίζει με τις φράσεις:

Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω απ’ την Ευρώπη: το φάντασμα του κομμουνισμού. Όλες οι δυνάμεις της γερασμένης Ευρώπης ενώθηκαν σε μια ιερή συμμαχία για να κυνηγήσουν αυτό το φάντασμα: ο πάπας και ο τσάρος, ο Μέτερνιχ κι ο Γκιζό, γάλλοι ριζοσπάστες και γερμανοί αστυνομικοί.

Να λοιπόν, τουλάχιστον, ένας λόγος για να θεωρηθεί αυτό το μανιφέστο (και το απόσπασμά του) ξεπερασμένο! Πολλά φαντάσματα σέρνονται όχι μόνο πάνω αλλά και μέσα, όχι μόνο στην ευρώπη αλλά σ’ όλον τον αυτοχαρακτηριζόμενο “αναπτυγμένο καπιταλιστικά κόσμο”, αλλά κανένα τους δεν είναι “το φάντασμα του κομμουνισμού”! Εάν, βέβαια, στη θέση της λέξης “κομμουνισμός” τοποθετούσε κανείς την προϋπόθεσή του, δηλαδή την υψηλή παραγωγικότητα και την πυκνή κοινωνική συνθετότητα της εργασίας σ’ όλες τις μορφές της, τότε ίσως, ίσως, το συγκεκριμένο φάντασμα να ξαναπαποκτούσε σάρκα, οστά, μυαλό και δυνατότητες... Όμως, πάλι, γιατί να ασχολούμαστε με τόσο - πολύ - φαντάσματα;
Κι όμως: too young to die! Εάν επρόκειτο να αποκλείσουμε τη δυνατότητα της διορατικότητας στην κριτική θα ήταν σα να αυτο-καταδικαζόμασταν στην αιώνια φυλακή των εξαίσιων κοινοτυπιών· των κοινοτοπιών του 1848 και των κοινοτοπιών του 2008 ή του 2014. Έχει πάντα μια κάποια ζεστασιά η κοινοτυπία· η “κοινή γνώμη”· το “πλήθος”· η ροπή προς τον διανοητικό και ηθικό λουμπενισμό, ακόμα κι όταν αυτός επιχρυσώνεται. Υπάρχει πάντως και μια σαφώς πιο επικίνδυνη (και αβέβαιη;) δυνατότητα: να “περπατήσουμε” πάνω σ’ αυτό το τόσο παλιό απόσπασμα απ’ το κομμουνιστικό μανιφέστο, σαν ιθαγενείς της τωρινής καπιταλιστικής πραγματικότητας, και ταυτόχρονα σα νεοφώτιστοι που την ανακαλύπτουν, όχι χωρίς τρόμο.
(Εκτός εάν δεν υπάρχει ούτε καπιταλισμός ούτε η πραγματικότητά του· κάτι στο οποίο, ώ μα τις χίλιες χήρες φάλαινες, πολλοί ορκίζονται!)
Ας δούμε λοιπόν αν αυτό το “παλιό” αντέχει ακόμα.

στάση νο 1

Αστικές συνθήκες”... “μάγος”... Εδώ μπορεί κανείς να βάλει ερωτηματικά. Υπάρχει ακόμα “αστική τάξη” με την ιστορική έννοια; Ο Π. Κονδύλης υποστηρίζει πως όχι, αυτή έχει πεθάνει - και έχει αξιοσημείωτα επιχειρήματα. Ωστόσο, η ιστορία του 20ου αιώνα έδειξε και απέδειξε κάτι που ο κυρ Κάρολος και ο κυρ Φρίντριχ δεν θα μπορούσαν να ξέρουν. Ό,τι, δηλαδή, οι “αστικές σχέσεις ιδιοκτησίας”, η ατομική ιδιοκτησία σα να λέμε (στηριγμένη στο νόμο ή στη βία) δεν χρειάζεται απαραίτητα μια αστική τάξη του είδους 18ος ή 19ος αιώνας. Στο κάτω κάτω εκείνοι που μελέτησαν την εξέλιξη της βιομηχανικής ή/και της εμπορικής επιχείρησης μετά την εφεύρεση των μετοχών και των μετόχων, και μαζί της την εξέλιξη της μετατόπισης της ιδιοκτησίας απ’ την φυσική πραγματικότητα του αφεντικού και της οικογένειάς του στη θεσμική πραγματικότητα των μετόχων, κι από εκεί στη λειτουργική πραγματικότητα των μάνατζερς και των στελεχών της διοίκησης, αυτοί λοιπόν οι μελετητές είναι παλιοί. Είναι εξίσου παλιοί αλλά σαφώς λιγότεροι εκείνοι που μελέτησαν τις σχέσεις ιδοκτησίας όχι της αστικής τάξης αλλά μιας γραφειοκρατείας συνυφασμένης με το κράτος ή την όποια άλλη πηγή εξουσίας και βίας: η εκκλησία είναι ένα αλλά όχι το μοναδικό παράδειγμα.
Συνεπώς, το απόσπασμα μπορεί να συνεχίσει να είναι λειτουργικό σ’ αυτό το σημείο αν οι “αστικές σχέσεις ιδιοκτησίας” επεκταθούν αφ’ ενός στις “σχέσεις ατομικής ιδιοκτησίας” και αφετέρου στις “σχέσεις ατομικής νομής της γραφειοκρατικής ιδιοκτησίας”. Τίποτα δεν αλλάζει εφόσον αυτές οι σχέσεις ιδιοκτησίας συγκλίνουν στις ίδιες, γνωστές, παλιές, σχέσεις εκμετάλλευσης.
Όσο για τον “μάγο που δεν μπορεί να υποτάξει τις καταχθόνιες δυνάμεις που κάλεσε ο ίδιος να τον βοηθήσουν”, ας θεωρήσουμε τόσο την “μαγεία” όσο και τις “καταχθόνιες δυνάμεις” σα λογοτεχνική έκφραση. Ο κυρ Κάρολος και ο κυρ Φρίντιχ αναφέρονται ουσιαστικά σε κάτι πολύ γνωστό, απτό - αν και εκτός οποιασδήποτε εργατικής κριτικής πια: τις δυνατότητες της ενοποιημένης επιστήμης / τεχνολογίας, τις εφευρέσεις και τις εφαρμογές στη δημιουργία νέων μηχανών, που αυξάνουν εκρηκτικά την παραγωγικότητα της εργασίας. Πατάμε γερά: οι τωρινές “καταχθόνιες δυνάμεις” είναι εκείνες που διαμορφώνουν το νέο καπιταλιστικό Παράδειγμα, αυτό που σαν αυτόνομοι εργάτες ονομάζουμε βιο-πληροφορικό.

στάση νο 2

Αλλά τι συμβαίνει εδώ; Ανταρσία (δηλαδή σύγκρουση και άρνηση) απ’ την μεριά των “νεώτερων παραγωγικών δυνάμεων” ενάντια στις σχέσεις ιδιοκτησίας; Εδώ οι παλιοί διορατικοί εννοούν ότι το κάθε φορά καινούργιο κύμα “παραγωγικών δυνάμεων”, αυτό δηλαδή που περιλαμβάνει τις νεωτερικές μηχανικές εφαρμογές των “καταχθόνιων δυνάμεων” (της τεχνοεπιστήμης) ΚΑΙ τη νεωτερική εργασία που τους αντιστοιχεί, είναι όλο και περισσότερο συλλογικές, κοινωνικές! Σα να λένε: κάθε κύμα τεχνολογικής αναδιάρθρωσης κάνει την παραγωγή του πλούτου όλο και περισσότερο σύνθετη, διασυνδεμένη, πολυπρόσωπη, εν τέλει πραγματικά κοινωνική· ενόσω οι σχέσεις ιδιοκτησίας, δηλαδή το μοτίβο ιδιοποίησης αυτού του πλούτου, παραμένει ατομικό, ιδιωτικό. Πράγμα που σημαίνει μια υπόγεια σύγκρουση (λένε οι παλιοί διορατικοί) που εμφανίζεται, επιφανειακά, σαν η αληθινή ιστορία της βιομηχανίας και του εμπορίου. Χμμμ...
Μπορούμε στ’ αλήθεια να το διαπιστώσουμε αυτό; Εάν μελετήσει κανείς στοιχειωδώς σοβαρά τον καταμερισμό εργασίας και τα “αντικείμενα” εργασίας τόσο στο προηγούμενο, το φορντικό / ταιηλορικό μαζικό βιομηχανικό μοντέλο, όσο και στο τωρινό και σε εξέλιξη βιο-πληροφορικό, δεν μπορεί παρά να επιβεβαιώσει την υψηλή αλληλοεξάρτηση και, άρα, κοινωνικότητα, της παραγωγής του πραγματικού πλούτου. Πίσω ακόμα και απ’ πιο απλά και απαραίτητα της σύγχρονης καθημερινής ζωής (φαγητό, νερό, υγεία) χιλιάδες, εκατοντάδες χιλιάδες “παραγωγικές δυνάμεις”, αόρατες υπό τις προσταγές των καπιταλιστικών φετιχισμών, διάσπαρτες σ’ όλο τον κόσμο, συνεργάζονται για να...
Εκείνο που είναι πολύ πιο αόρατο, είναι η σύγκρουση, η ανταρσία αυτής της αυξανόμενης κοινωνικότητας στην παραγωγή του πλούτου με την ατομική ιδιοποίησή του. Συμβαίνει στ’ αλήθεια; Σε ορισμένες περιοχές του βιο-πληροφορικού μοντέλου αυτή η σύγκρουση είναι όντως τέτοια· αν και πολιτικοποιείται με σεμνό, μεταρρυθμιστικό τρόπο. Παράδειγμα η μέσω της διασποράς των αντιγράφων και του downloading ακύρωση της πνευματικής ιδιοκτησίας.
Αυτές οι “ορισμένες περιοχές” απέχουν βέβαια πολύ απ’ τον να είναι μια απ’ άκρου σε άκρο ανταρσία. Παρότι η ατομική (ή/και επιχειρηματική) ιδιοκτησία έχει ορισμένα σοβαρά προβλήματα εδώ ή εκεί (π.χ. η απόρριψη της “μεταλλαγμένης” αναπαραγωγής διάφορων εκμεταλλεύσιμων μορφών ζωής), έχει πολύ λιγότερα προβλήματα απ’ όσα θα μπορούσε και θα έπρεπε να έχει. Ωστόσο αυτή η αλήθεια δεν αναιρεί την θεωρητική προς το παρόν σημασία μιας τέτοιας ανταρσίας, μιας τέτοιας σύγκρουσης μεταξύ κοινωνικής παραγωγής του πλούτου και ατομικής / ιδιωτικής ιδιοποιήσής του. Μάλλον φωτίζει με πολύ δυνατό τρόπο τις προληπτικές μεθόδους που έχουν και εφαρμόζουν πια οι σφετεριστές ώστε να ακυρώσουν, να χαλιναγωγήσουν, να στρογγυλέψουν έγκαιρα αυτήν την ανταρσία, αυτήν την σύγκρουση. Από μόνο του το θέμα έχει ιδιαίτερη σημασία· δεν θα επεκταθούμε, λοιπόν, εδώ.

Sarajevo 89 - 11/2014

στάση νο 3

Κατά τη γνώμη των συγγραφέων του μανιφέστου, αυτή η αντίθεση μεταξύ κοινωνικής παραγωγής του πλούτου και ατομικής / ιδιωτικής ιδιοποίησής του, η σύγκρουση μεταξύ “παραγωγικών δυνάμεων” και “σχέσεων ιδιοκτησίας” στη διάρκεια μιας “φάσης ανάπτυξης” τροφοδοτημένης απ’ τις “καταχθόνιες δυνάμεις” της τεχνοεπιστήμης, ευθύνεται για τις εμπορικές κρίσεις· σήμερα θα τις λέγαμε οικονομικές. Η ύπαρξη ολόκληρης της αστικής τάξης (γράφουν) γίνεται όλο και προβληματικότερη. Ωστόσο αυτή η απειλή δεν εμφανίζεται υποχρεωτικά (λέμε) επειδή οι πραγματικοί παραγωγοί του πλούτου έχουν ήδη επιτεθεί στους σφετεριστές του. Αλλά επειδή οι σφετεριστές είναι υποχρεωμένοι να καταστρέψουν, να καταστρέψουν, να καταστρέψουν: όχι μόνο “έτοιμα προϊόντα” αλλά και “παραγωγικές δυνάμεις”· και μάλιστα “παραγωγικές δυνάμεις” απ’ αυτές που μόλις νωρίτερα είχαν δημιουργηθεί. Και τι σημαίνει “παραγωγικές δυνάμεις”; Μηχανές, υποδομές και εργασία, δηλαδή εργάτες και εργάτριες... Η καπιταλιστικά αναπτυγμένη κοινωνία (ας το τονίσουμε: η αναπτυγμένη, όχι η “υπανάπτυκτη”!) οπισθοχωρεί έτσι σε κατάσταση βαρβαρότητας (τι άλλο εκτός από βαρβαρότητα είναι η βίαιη καταστροφή, καταστροφή, καταστροφή ανθρώπων και του αποτελέσματος της εργασίας τους;) “κτυπημένη από μια παράλογη επιδημία: την επιδημία της υπερπαραγωγής”. Φτωχαίνει αυτή η αναπτυγμένη κοινωνία (και μάλιστα, θα προσθέταμε, όχι “σχετικά” αλλά “απόλυτα”) όχι επειδή μπορεί να παράξει λίγα αλλά επειδή μπορεί να παράξει πολλά!!!

Όποιος απομακρυνθεί έστω και μισό μέτρο απ’ την αντίθεση μεταξύ “παραγωγικών δυνάμεων” και “σχέσεων ιδιοκτησίας” είναι αδύνατο να εξηγήσει πως είναι δυνατόν οι αναπτυγμένες καπιταλιστικά κοινωνίες, αναπτυγμένες στο επίπεδο του 1848 ή σ’ εκείνο του 2008, να γίνονται ταυτόχρονα “πλούσιες” και “φτωχές”, “πολιτισμένες” και “βάρβαρες”· είναι αδύνατο να το εξηγήσει αυτό χωρίς να καταφύγει σε παράλογες, μεταφυσικές “εξηγήσεις”! Εδώ ακριβώς βρισκόμαστε: φταίει η Μέρκελ, φταίει το μνημόνιο, φταίει το ψέκασμα, φταίνει οι κακοί που ζηλεύουν το εθνικό μεγαλείο... (αυτά εάν πρόκειται για έλληνες....). Ευτυχώς ούτε ο Μαρξ ούτε ο Έγκελς ήταν αφελείς. Η καπιταλιστική υπερ-παραγωγή, τουτέστιν η οργάνωση της παραγωγής και της εκμετάλλευσης της εργασίας με τρόπο ώστε να υπηρετείται “μόνο” η εξασφάλιση του ποσοστού κέρδους, οδηγεί υποχρεωτικά (λένε), αργά ή γρήγορα, στην υπερ-καταστροφή· και γι’ αυτό δεν “φταίει” καμία μεμονωμένη πολιτική βιτρίνα των αφεντικών!!! Και μάλιστα ο βασικός σκοπός της υπερ-καταστροφής, που οργανώνεται και μεθοδεύεται ακριβώς απ’ τα αφεντικά της υπερ-παραγωγής, δεν έχει άλλο βασικό στόχο απ’ το να διασωθούν οι σχέσεις ιδιοκτησίας!! Σα να λέμε (αν μας επιτρέπεται) με το αναπόφευκτο ξέσπασμα οποιασδήποτε οικονομικής κρίσης, τα αφεντικά γίνονται περισσότερο πολιτικά από ποτέ: η οργάνωση, η μεθόδευση και η πραγματοποίηση της καταστροφής - καταστροφής - καταστροφής γίνεται η “κολυμβήθρα” στην οποία αναβαπτίζουν την εξουσία τους.

στάση νο 4

Έτσι διασώζεται εκείνο που είναι όλο και προβληματικότερο, έτσι “ξεπερνιούνται οι κρίσεις”. Πώς δηλαδή; Απ’ την μια μέσω της καταστροφής. Απ’ την άλλη μέσω της εντατικοποίησης (της εκμετάλλευσης) και της επέκτασής της σε νέες, “παρθένες” εκτάσεις (“αγορές”). Σ’ αυτή τη διαδικασία η αστική τάξη (η τάξη των σφετεριστών ξαναλέμε για να μην πλέξουμε με την εξαφάνιση ή όχι του αστισμού) δεν συμπεριφέρεται παγκόσμια σαν ένα ενιαίο πολιτικό υποκείμενο· το αντίθετο. Αυτές οι ηγεμονικές τάξεις, εθνικοποιημένες απ’ την μια και σε διάφορες συμμαχίες απ’ την άλλη, συγκρούονται μεταξύ τους! Αυτή η σύγκρουση είναι υποχρεωτική στις διαδικασίες επέκτασης της εκμετάλλευσης· και είναι ακόμα υποχρεωτικότερη για να εμφανιστεί η καταστροφή σαν αναπόφευκτη. Πόλεμος. Πόλεμος “οικονομικός”, πόλεμος “επικοινωνιακός”, πόλεμος “ηθικός / συναισθηματικός”, πόλεμος “στρατιωτικός”.

όλες οι στάσεις μαζί

Ακόμα κι αν τα μεγαλοκομματικά ή/και τα μικροκομματικά ιερατεία της απελευθέρωσής μας είχαν κάπου γραμμένες παρόμοιες παρατηρήσεις, τις έθαψαν βαθιά, πολύ βαθιά, προκειμένου να “κάνουν πολιτική”. Τι σημαίνει να “κάνουν πολιτική”; Σημαίνει να χαϊδέψουν (και να ενισχύσουν) τον ηθικό, διανοητικό και πολιτικό λουμπενισμό της μικροαστικής μάζας / πελατείας τους. Όχι μόνο η καπιταλιστική αναδιάρθρωση (δηλαδή το ξεδίπλωμα των”καταχθόνιων δυνάμεων” των τεχνοεπιστημών, άρα η εκρηκτική αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας απ’ την μια και οι αλυσίδες των σχέσεων ιδιοκτησίας απ’ την άλλη) βγήκε έξω από οποιαδήποτε δημοφιλή εξήγηση περί κρίσης. Αλλά αυτή η καπιταλιστική αναδιάρθρωση μπορεί και να σερβίρεται πια σαν γιατρικό στην κρίση, αρκεί φυσικά α) στο τιμόνι της να είναι οι σωστές πολιτικές βιτρίνες, και β) να επιστρατευτεί σε “εθνικούς” σκοπούς; Πως μπορεί κανείς άραγε να δαμάσει “εθνικά” το θηρίο των καπιταλιστικών αντινομιών χωρίς, το λιγότερο, έναν αιματηρότατο εμφύλιο πόλεμο; Δεν μπορεί κι ούτε θα το κάνει...
Το ειδεχθέστερο είναι (έχουμε βαρεθεί να το ακούμε, πάντα χαμηλόφωνα και ψευτοενοχικά) ότι η συνηγορία των ψεμμάτων για την αντιμετώπιση αυτής της δομικής κρίσης / αναδιάρθρωσης του καπιταλισμού, είναι ότι “ως εκεί καταλαβαίνει ο λαός”! Ατιμία: λες και το κομμουνιστικό μανιφέστο, δηλαδή η κατανόηση (και) των καπιταλιστικών κρίσεων, γράφτηκε και απευθυνόταν σε ... πανεπιστημιακούς, βασιλιάδες και υπουργούς των μέσων του 19ου αιώνα κι όχι στους (εν πολλοίς και αγράμματους) εργάτες και εργάτριες εκείνων των καιρών. Αλλά όχι. Υπάρχει αβυσσαλέο χάσμα ανάμεσα στον σκοπό προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε, και στον σκοπό προλετάριοι κάθε χώρας βγάλτε τον σκασμό, ψηφίστε και δουλέψτε. Το δεύτερο εξυπηρετείται μια χαρά απ’ τις μεταφυσικές, το θέαμα και τα παραμύθια.

Ωστόσο οι καπιταλιστικές αντινομίες όχι μόνο υπάρχουν αλλά δουλεύουν φουλ. Το γράψαμε πριν λίγο καιρό, το ξαναλέμε: η “διαχείριση της κρίσης”, παγκόσμια, έχει περάσει στην επόμενη φάση της: αυτήν της “γεωπολιτικής αναμέτρησης”. Έχει περάσει στην επόμενη φάση της πατώντας στέρεα στις επιτυχίες της προηγούμενης φάσης, πάνω απ’ όλα στον πλήρη πολιτικό και οργανωτικό αφοπλισμό της σύγχρονης εργατικής τάξης. Και έρχεται πιο κοντά στο “ξεπέρασμα”, που δεν θα μοιάζει με κανένα άλλο “ξεπέρασμα” του παρελθόντος, αλλά θα υπακούει οπωσδήποτε και υποχρεωτικά σ’ αυτόν τον όχι “μαρξιστικό” αλλά καπιταλιστικό, καπιταλιστικότατο κανόνα: απ’ την μια μεριά...
κορυφή