Sarajevo
 
   

μια εποχή στην κόλαση

...
Ο χριστιανισμός, παρά την εσωτερική αναζήτηση του θεού, δεν απαιτούσε ούτε κατά διάνοια από τους λαϊκούς να χαλιναγωγήσουν την άγρια φύση τους. Οι λαϊκοί ήταν βίαιοι και αγράμματοι, πολεμιστές που ξεχύνονταν σε σφαγές, λεηλασίες, απαγωγές, γεμάτοι υπεροψία, εργαζόμενοι - κυρίως αγρότες - ελάχιστα διαφορετικοί από τα ζώα που κατατρύχονται από την επιθυμία, ενώ είχαν υποδειχθεί από τον θεό για να υπηρετούν τις δύο πρώτες τάξεις της κοινωνίας, όπως ο Χαμ όφειλε να υπηρετεί τον Ιάφεθ και τον Σεθ.
Λαϊκοί, ο κόσμος της άγριας βίας. Απέναντι στη βία αυτή, η εκκλησία, συνεπικουρούμενη από τους βασιλείς και τους αυτοκρατόρες, αναζήτησε τρόπους να επιβάλλει την τάξη, την εξωτερική τάξη. Εφαρμοζόταν για τις αμαρτίες ένας κώδικας προκαθορισμένων μετανοιών, εμπνευσμένων από τις ποινές που προέβλεπαν οι βαρβαρικοί νόμοι.
..
Φερμένος απ’ τα βάθη της μακρινής Ανατολής, ο διάβολος εκλογικεύτηκε και θεσμοθετήθηκε από την Εκκλησία και άρχισε να λειτουργεί καλά γύρω στο έτος 1000. Ο διάβολος, μάστιγα του θεού, στρατηγός μιας καλά οργανωμένης στρατιάς δαιμόνων, άρχοντας στις περιοχές του, στην Κόλαση, υπήρξε ο διευθυντής ορχήστρας του φεουδαλικού φαντασιακού.
...
Ο χριστιανισμός είχε κληρονομήσει απ’ τις περισσότερες των αρχαίων θρησκειών ένα διπλό επέκεινα, ανταμοιβής και τιμωρίας: τον Παράδεισο και την Κόλαση. Κληρονόμησε, επίσης, έναν θεό όχι μόνο καλό αλλά και δίκαιο, δικαστή γεμάτο ευσπλαχνία και αυστηρότητα, ο οποίος έχοντας αφήσει τον άνθρωπο μια κάποια ελεύθερη βούληση, τον τιμωρούσε, όταν έκανε κακή χρήση της, εγκαταλείποντας τον τότε στο πνεύμα του κακού, στον Σατανά. Η επιλογή της πορείας προς τον Παράδεισο ή την Κόλαση γινόταν με βάση τις αμαρτίες στις οποίες υπέπιπτε κάποιος στη Γη, τόπο μετάνοιας και δοκιμασιών για τον σημαδεμένο από το προπατορικό αμάρτημα άνθρωπο.
...
Όταν, στην ανάπτυξη της Δύσης, από το έτος 1000 μέχρι τον 13ο αιώνα, οι άνθρωποι και η Εκκλησία έκρινα αφόρητη την απλοϊκή αντιπαράθεση μεταξύ Παραδείσου και Κόλασης, και δημιουργήθηκαν οι συνθήκες για τον ορισμό ενός τρίτου τόπου στο επέκεινα, όπου οι νεκροί θα αποκαθάρονταν από τα απομεινάρια των αμαρτιών τους, εμφανίστηκε μια λέξη, purgatorium, για να περιγράψει αυτόν τον ταυτισμένο πια χώρο: το Καθαρτήριο. Εγγράφεται ... στην εσωτερίκευση του θρησκευτικού αισθήματος, το οποίο  από την πρόθεση στη μεταμέλεια, απαιτεί από τον αμαρτωλό περισσότερο εσωτερική μεταστροφή παρά εξωτερικές ενέργειες.
...
‘Οσοι μεταμεληθούν ειλικρινά πριν πεθάνουν, εφόσον δεν βαρύνονται πλέον παρά με συγγνωστά αμαρτήματα και με υπόλοιπα θανάσιμων αμαρτημάτων για τα οποία έχουν μετανιώσει, αν όχι πλήρως διαγράψει, δεν καταδικάζονται για πάντα, αλλά για ένα χρονικό διάστημα. Θα παραμείνουν για μια ορισμένη περίοδο σ’ αυτόν τον τόπο που ονομάζεται Καθαρτήριο, όπου θα υποφέρουν πόνους αντίστοιχους με αυτούς της Κόλασης, οι οποίοι επίσης επιβάλλονται, επίσης, από δαίμονες.
Η διάρκεια αυτής της οδυνηρής παραμονής στο Καθαρτήριο δεν εξαρτάται μόνο από την ποσότητα των αμαρτημάτων που φέρουν ακόμη την στιγμή του θανάτου, αλλά και από την αφοσίωση των οικείων τους. Αυτοί ... μπορούσαν να μειώσουν την παραμονή τους στο Καθαρτήριο με τις προσευχές τους, τις προσφορές τους, τη μεσολάβησή τους...

Ζακ Λε Γκοφ
Το πουγκί και η ζωή
(οικονομία και θρησκεία στον Μεσαίωνα)

 
       

Sarajevo