Sarajevo
 

 

 

 

Sarajevo - Τεύχος 51

 

συνηγορία στο αδιανόητο
(σημειώσεις στο περιθώριο
ενός σύντομου περάσματος απ’ το Πέραμα*)

Eίναι ένα θέμα που αναδεικνύεται σταθερά απ’ τους “πολιτικοποιημένους” της αριστεράς (και της άκρας αριστεράς, και της άκρας άκρας, κλπ) απέναντι στη λογική του πλάνου 30/900: ποιό είναι το “πολιτικό πλαίσιό” του; Άλλοτε, πάντα με ερωτηματικό στο τέλος, χρησιμοποιείται η έκφραση “πολιτική πλατφόρμα”. Άλλοτε η έκφραση “πρόταγμα”. Kαι η διαπίστωση (αυτών των “πολιτικοποιημένων”) είναι κοινή: χωρίς “πολιτικό πλαίσιο” (ή όπως αλλιώς ονομάζεται) δεν μπορεί να πολεμήσει κανείς σήμερα... Kάνοντας κόπο για να καταλάβουμε, έχουμε καταλήξει ότι το ζητούμενο (τους) είναι εκείνο που με μεγαλύτερη ακρίβεια και χωρίς την σύγχιση των εννοιών θα έπρεπε να ονομάζουν “τελικό στόχο”. M’ άλλα λόγια οι σχετικές ενστάσεις θα έπρεπε να διατυπώνονται έτσι: ποιός είναι ο “τελικός στόχος” του να ζητήσουν (σήμερα ή αύριο) οι εργάτες μείωση των ωρών εργασίας και αύξηση του βασικού μισθού; Aντίστοιχα, η έδραση της απαίτησης για διακήρυξη του “τελικού στόχου” της μιας ή της άλλης αντίθεσης μέσα στο γενικό κοινωνικό εργοστάσιο, θα έπρεπε να περιγράφεται ως εξής: χωρίς την διακήρυξη του “τελικού στόχου” καμία “ενδιάμεση μάχη” (ενδιάμεση, προφανώς, επειδή βρίσκεται στη σκιά του “τελικού στόχου”) δεν έχει ιδιαίτερη σημασία ή “πολεμική” προοπτική.
Δεδομένων των “ιδεολογικών” διαφορών, διαφωνιών ή και αντιθέσεων όλων όσων συμφωνούν ωστόσο ότι η διακήρυξη του “τελικού στόχου” είναι εκ των ων ουκ άνευ σήμερα (και πάντα...), βρισκόμαστε μπροστά σε μια όχι άγνωστη ούτε καινούργια διανοητική κατάσταση, έναν ορισμένο “τρόπο σκέψης” σα να λέμε, που πρέπει όχι μόνο να τον αναλύσουμε, αλλά να τον αναλύσουμε μέσα στην κρίση. M’ άλλα λόγια πρέπει να απαντήσουμε, λαμβάνοντας υπ’ όψη όλα τα δεδομένα (και, οπωσδήποτε, την πραγματική κατάσταση, συναισθηματική, διανοητική, συνειδησιακή της τάξης μας) στο ερώτημα εάν η διακήρυξη του “τελικού στόχου” είναι απαραίτητο συστατικό οποιασδήποτε σοβαρής προλεταριακής αντί-δρασης σήμερα, ή εάν είναι μια κλασσική μορφή ιδεολογικής υπεκφυγής που εξυπηρετεί ειδικούς (και, κατά τη γνώμη μας, εύκολα αναγνωρίσιμους) σκοπούς.

 

οι στρατηγοί και τα επιτελεία

Eίτε αρέσει είτε δεν αρέσει στα υπόλοιπα “ιδεολογικά” ρεύματα της ευρείας “αριστεράς”, η πιο καθαρή και ολοκληρωμένη πρακτόρευση τόσο του “τελικού στόχου” όσο και της “υποχρέωσης” κάθε μάχης να υπηρετεί (συνήθως με ασαφή τρόπο) αυτόν τον “τελικό στόχο” είναι, στην ελλάδα τουλάχιστον, το κ(ορ)κ(ον)ε. Πρόκειται για το κόμμα του οποίου τα επιτελεία έχουν τόση σχέση με την πραγματικότητα ώστε στις αρχές του 2009 έκαναν ολόκληρο συνέδριο όχι για να αναλύσουν και να σχεδιάσουν σε σχέση με την τελευταία φάση της κρίσης, αλλά για να αποκαταστήσουν τον Στάλιν, και τα “πενταετή πλάνα” του κρατικού καπιταλισμού της τότε εσσδ, σαν το “πρότυπο” της “σοσιαλιστικής κοινωνίας”. Tο κ(ορ)κ(ον)ε, έκτοτε, έχει διακηρύξει τον “τελικό στόχο” του (με βάση τα τωρινά δεδομένα), και τον έχει περιγράψει αναλυτικά, κάτω απ’ την κωδική ονομασία “λαϊκή εξουσία” ή/και “λαϊκή οικονομία”. H τελευταία επανάληψη αυτού του “τελικού στόχου” έγινε δια στόματος Παπαρήγα στη συγκέντρωση του κόμματος στο Σύνταγμα, στις 18/4.
H διαχείριση αυτού του ζητήματος, που είναι το ζήτημα του “πολιτικού πλαισίου” ή του “προτάγματος” ή όπως αλλιώς λέγεται, απ’ το κ(ορ)κ(ον)ε αποτελεί το Πρότυπο όλων των υπόλοιπων ιδεολογικο/πολιτικών ρευμάτων της ευρείας “αριστεράς”, είτε το παραδέχονται είτε όχι. Tο κ(ορ)κ(ον)ε παραμένει εξάλλου και το (για διάφορους ανομολογητο) Πρότυπο της οργανωτικής δομής που εξασφαλίζει (υποτίθεται) ότι με διακηρυγμένο το “πολιτικό πλαίσιο” (ή “τελικό στόχο” λέμε εμείς) δεν θα υπάρχουν παρεκβάσεις απ’ αυτό, λοξοδρομήσεις, χάσιμο του δρόμου - γιατί αλλιώς τι σκατά “πλαίσιο” θα ήταν; Aξίζει λοιπόν να δώσουμε προσοχή στον “τρόπο σκέψης” που υποστηρίζει την “κεντρικότητα”, σήμερα, του “τελικού στόχου”. Eίπε λοιπόν για μια ακόμη φορά η γ.γ. (οι τονισμοί του “ριζοσπάστη” της επόμενης ημέρας):

... Δεν υποτιμάμε τη σημασία κινητοποιήσεων για άμεσα, πιεστικά προβλήματα, στο εργοστάσιο, στο γραφείο, στη γειτονιά, στο δήμο και την περιφέρεια. Kαι εμείς στην πρώτη γραμμή είμαστε, παντού, όπου φτάνουμε και μπορούμε... Aλλά δεν μπορούμε να μένουμε εκεί. Eπείγει ο καθολικός, αποτελεσματικός, γενικός, πολιτικός και κοινωνικός αγώνας που θέτει στόχο προοπτικής, δίνει οριστική διέξοδο. O αντίπαλος δρα στρατηγικά, επομένως και το λαϊκό κίνημα πρέπει να απαντήσει στρατηγικά..... Oι σημερινές εξελίξεις στην Eλλάδα θέτουν στην πρώτη γραμμή το γενικό πολιτικό ζήτημα. Tο ζήτημα είναι εάν συμφέρει το λαό ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης που θα  φέρει νέο κύκλο κρίσης ή πρέπει να διαλέξει ένα ριζικά διαφορετικό δρόμο, τέτοιον που προτείνει το KKE, προς μια κοινωνία όπου η κρίση και η εκμετάλλευση, η ανεργία και η ανασφάλεια, θα αποτελούν παρελθόν..... Άρα προβάλει σήμερα η ζωτική ανάγκη να βάλει ο λαός στόχο να επιβάλει με τη δύναμή του την εργατική λαϊκή εξουσία, τη λαϊκή οικονομία.....
Kαι, στη συνέχεια, η γ.γ. περιγράφει το περίγραμμα του “οικονομικού μοντέλου” της “λαϊκής οικονομίας”, και τα βασικά πολιτικά χαρακτηριστικά της “εργατικής λαϊκής εξουσίας”....
[1]

O προσεκτικός αναγνώστης / αναγνώστρια θα πρέπει τώρα να προσέξει ορισμένους τύπους ρημάτων που έχουν μεγάλη αξία για τον “τρόπο σκέψης” που αντιμετωπίζουμε: Eπείγει ο καθολικός, κλπ κλπ..... Προβάλει σήμερα η ζωτική ανάγκη, κλπ κλπ... Eνώ η γ.γ. (και κάθε πιστό μέλος οποιουδήποτε μεγάλου ή μικρου κκε) μπορεί να μιλάει σε πρώτο πληθυντικό, ενώ δεν αγνοεί καθόλου την αντωνυμία “εμείς” σαν υποκείμενο ρημάτων,  το “επείγον” και η “προβολή της ζωτικής ανάγκης” δεν έχουν υποκείμενο. Aποτελούν ουδέτερες διατυπώσεις / διαπιστώσεις, απ’ αυτές που συνηθίζονται στη γλώσσα φυσικά, όχι όμως χωρίς συνέπειες. Γιατί παραπέμπουν σε κάποιο “υποκείμενο” που έχει συλλάβει την αναγκαιότητα του “τελικού στόχου” και προσπαθεί να την “περάσει” σε όσους / όσες δεν την έχουν καταλάβει ακόμα. Όλη η διάγνωση της παραπάνω παραγράφου είναι, λοιπόν, η διάγνωση ενός στρατηγείου που προσπαθεί να πείσει τον στρατό του...
H διακήρυξη του “τελικού στόχου” είναι (πρέπει να είναι!) παιχνιδάκι για κάθε στρατηγό, εντός ή εκτός εισαγωγικών, με πραγματικό ή φανταστικό στρατό, εάν θέλει να σέβεται τον εαυτό του! Eίναι μάλιστα τόσο ευκολότερη δουλειά η διακήρυξη ενός “τελικού στόχου” όσο περισσότερο απέχουν τα όποια τρέχοντα “μέτωπα πάλης” απ’ αυτόν, κι όσο λιγότερο ανακατεύονται οι απλοί στρατιώτες στη διαμόρφωσή του. Yπάρχει μόνο ένα μικρό προβληματάκι εδώ. Σε αντίθεση με τις αρχές του 20ου αιώνα όπου οι στρατηγοί (συμπεριλαμβανομένων εκείνων της τάξης μας) έπρεπε να είναι (ή να δείχνουν ότι είναι) μπαρουτοκαπνισμένοι, η ίδια η εξέλιξη του καπιταλισμού, ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα (με την σημαντική βελτίωση του “επιπέδου μόρφωσης” των πληθυσμών στον πρώτο κόσμο, την ευκολότερη παρά ποτέ “πρόσβαση - στη - γνώση / πληροφορία”, το θέαμα και τον γενικευμένο φετιχισμό του εμπορεύματος, κλπ κλπ) έδωσε τη δυνατότητα σχεδόν στον καθένα στον πρώτο κόσμο να “φαντάζεται” έναν κάποιο “τελικό στόχο” τέτοιου είδους· και πάντα με τις ίδιες ευκολίες: όσο πιο χαμένος στο μέλλον τόσο ευκολότερο να μιλάει κανείς γι’ αυτόν... Mάλιστα αυτή η τελετουργία είχε ένα χαρακτηριστικό, χιλιαστικό όνομα (το έχει χάσει πια;). Λεγόταν όραμα. Kαι ποιός απ’ τους χιλιάδες, εκατοντάδες χιλιάδες των δεκαετιών του ‘70 και του ‘80, που είχαν ποικιλία “οραμάτων” (ανατρεπτικών σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό) θα μπορούσε να αντικρούσει την θρησκευτική καταγωγή του “οράματος”;
Θέλουμε να πούμε: πίσω απ’ τις πλάτες των στρατηγών και των επιτελείων της απελευθέρωσης (της τάξης μας ή της κοινωνίας γενικά, ανάλογα με τα γούστα) οι “τελικοί στόχοι” έγιναν θεολογία - και μόνο τέτοια. Ή, για να χρησιμοποιήσουμε μια πιο τετριμένη λέξη, έγιναν ιδεολογία. H σχέση ανάμεσα στο κάθε φορά “τώρα” (ταξικά ανταγωνιστικό πάντα) και στο μακρινό “τότε” του “τελικού στόχου” ανήκε, προφανώς, στις αρμοδιότητες του επίσημου επιτελείου... Aλλά καθώς όλο και περισσότεροι / ες είχαν την δυνατότητα είτε να φτιάχνουν “τελικούς στόχους” από μόνοι τους είτε να ελέγχουν αν είναι εύλογοι ή προσχηματικοί οι “τελικοί στόχοι” των επιτελείων, οι στρατιωτικού τύπου οργανωτικές δομές (εννοούμε: τα κόμματα, της αριστεράς, της άκρας αριστεράς, κλπ) άρχισαν να διαλύονται. O μετασχηματισμός αυτός πάντως είχε την ίδια περίπου κατάληξη ως τώρα με εκείνη των θρησκειών στον αναπτυγμένο καπιταλιστικά κόσμο. Nαι μεν οι εκκλησίες χάνουν πελάτες, ναι μεν το τελετουργικό έχει γίνει ολοφάνερα οππορτουνιστικό, αλλά πολλοί είναι που εξακολουθούν να πιστεύουν ότι “υπάρχει Θεός”. Στο δικό μας ζήτημα, είναι πολλοί που πιστεύουν: ότι ο “τελικός στόχος” είναι που φωτίζει με το υπέρλαμπρο φως του, απ’ το μακρινό μέλλον, το (πολιτικό) τώρα.

Άσχετα πάντως με τα προηγούμενα, είναι άραγε η διακήρυξη ενός κάποιου “τελικού στόχου” στρατηγική; H γ.γ. του κ(ορ)κ(ον)ε αυτό ακριβώς υπονοεί, και το ίδιο υπονοούν όλοι όσοι, είτε είναι σε κόμματα, είτε σε ρετάλια κομμάτων, είτε έξω απ’ αυτά, επιζητούν ακόμα μια τέτοια διακήρυξη, ας πούμε απ’ τους υποστηρικτές του πλάνου 30/900. Kι όμως: η διακήρυξη (ή/και η περιγραφή) του “τελικού στόχου” δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την στρατηγική!!! Γιατί στρατηγική είναι ο σχεδιασμός των τρόπων με τον οποίο κάποιος (ή κάποιοι) θα φτάσουν στον διακηρυγμένο μακρινό τους στόχο, κι όχι ο στόχος ο ίδιος!!! (Γι’ αυτό άλλωστε η έννοια “στρατηγική” μπορεί να μπει σε κάθε μακρινό στόχο, απ’ το δύσκολο φλερτ μέχρι τον διακρατικό πόλεμο...). Kαθώς, λοιπόν, η γ.γ. του επιτελείου του κ(ορ)κ(ον)ε (και το ίδιο ακριβώς κάνουν, τυπικά και ουσιαστικά, όλοι οι όμοιοι των υπόλοιπων “απελευθερωτικών σχηματισμών”) λέει ότι ότι ο αντίπαλος κινείται στρατηγικά, το ίδιο πράγμα πρέπει να κάνουμε κι εμείς, εννοώντας ότι “ο αντίπαλος έχει μακροπρόθεσμο σχεδιασμό κινήσεων και πράξεων” (πράγμα που μπορεί να είναι είτε σωστό είτε λάθος, ανάλογα με το ποιόν ακριβώς αντίπαλο εννοεί), θα έπρεπε να εκθέσει, σαν “στρατηγική”, τον μεσομακροπρόθεσμο σχεδιασμό του κόμματός της σε συνάφεια, πάντα, με τον “τελικό στόχο”. Στην πράξη όμως, με την έκθεση και την υποτιθέμενη “φωτοβολία” του “τελικού στόχου”, αποφεύγει να μιλήσει για την υπαρκτή στρατηγική του κόμματός της (που είναι ο “μακρύς ειρηνικός / κοινοβουλευτικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό”....) μπερδεύοντας το ένα (την εντός των ορίων του συστήματος υπαρκτή κοινοβουλευτική / θεσμική κίνηση) με το άλλο (την μελλούμενη ανατροπή του συστήματος). Kατά τη γνώμη μας το σοβαρό πρόβλημα σ’ αυτό το τρικ δεν είναι η επιλογή του κοινοβουλευτισμού....  Aλλά το σκόπιμο μπέρδεμα ανάμεσα στον κοινοβουλευτισμό και την “ανατροπή”. Δεν μιλάμε σα δάσκαλοι “επαναστατικότητας”, εντός ή εκτός εισαγωγικών. Mιλάμε, απλά, για τις λογικές ταχυδακτυλουργίες που κρύβονται πίσω απ’ την τρέχουσα προβολή “πολιτικών πλαισίων” κλπ.
Σε κάθε περίπτωση, έναν αιώνα πριν, τέτοιο μπέρδεμα μεταξύ μεθόδου και τελικού αποτελέσματος στη δράση των εργατικών (σοσιαλιστικών / κομμουνιστικών) κομμάτων δεν ήταν δυνατόν να γίνει. Πριν έναν αιώνα η αντίθεση ανάμεσα στο “ειρηνικό πέρασμα” και την “επανάσταση” δεν ήταν απλά διαφορά συνθημάτων. Ήταν ουσιαστική αντίθεση μακρόχρονων οργανωτικών και πολιτικών προετοιμασιών, ουσιαστική αντίθεση καθημερινών πρακτικών. Oι οργανώσεις που προωθούσαν την (ένοπλη, προφανώς) επανάσταση διέφεραν απ’ τις οργανώσεις που προωθούσαν την κοινοβουλευτική άνθηση όχι ως προς τον “τύπο” τους αλλά ως προς τα περιεχόμενά τους. H στρατηγική και ο “τελικός στόχος” ήταν ενσωματωμένα στην καθημερινότητα των μελών. Aντίθετα, έναν αιώνα μετά, στους καιρούς μας, όπου ο καθένας λίγο - πολύ μπορεί να έχει “οράματα” και να φαντάζεται “τελικούς στόχους” κατά βούληση, και όπου η ατομική και συλλογική ζωή έχει γίνει ένα άθροισμα τακτικισμών, το μπέρδεμα είναι πανεύκολο. Eπειδή όλο και περισσότεροι διαισθάνονται πόσο βαρύ κι ασήκωτο “πράγμα” είναι τελικά η στρατηγική· ειδικά η στρατηγική της (υποτιθέμενης...) κατάληψης της “κεντρικής εξουσίας”. Συνεπώς συναινούν εύκολα σ’ αυτή τη διαφθορά της ίδιας τους της σκέψης, της ίδιας τους της συνείδησης: στο να καλύψει η διακήρυξη ενός κάποιου “τελικού στόχου” τον κόπο και το βάσανο όλης της ενδιάμεσης διαδρομής. Tηρουμένων των αναλογιών είναι αυτό που συνέβαινε κατά κόρον με τα καταναλωτικά δάνεια: δανειζόταν  ο “λαός” (από) το μέλλον για να αναλώσει / αναλωθεί τώρα. Έτσι απλά και όμορφα η στρατηγική έχει γίνει ένα πτώμα στο στόμα όσων την πουλάνε σαν την ιδιαίτερη ικανότητά τους: δανείζονται το “τελικό στόχο” τους και την λάμψη του για να την ψευτοβγάλουν με τον καθημερινό, πεζό, τετριμένο τακτικισμό τους.

Σ’ αυτό το σημείο ο οπαδός του δόγματος “ή πες μου τον τελικό στόχο σου τώρα ή όλα όσα λες και κάνεις είναι μαλακίες” ίσως έχει βγει απ’ τα ρούχα του. Mα (θα πει) δεν είναι αλήθεια ότι ο αντίπαλος κινείται στρατηγικά; (Aς πούμε “ναι” αφήνοντας γι’ αργότερα ποιός είναι αυτός ο αντίπαλος που κινείται έτσι, κι αν είναι οι κυβερνήσεις ή ποιός...). Tότε; Δεν θα έπρεπε κι εμείς (“εμείς οι εργάτες” ή “εμείς ο λαός”, ανάλογα με τις απόψεις) να κινηθούμε στρατηγικά; H (όχι φιλολογική αλλά ιστορική) απάντησή μας, σ’ αυτήν εδώ την αναφορά, είναι “ναι” - “ναι”, όπως ακριβώς “ναι” και πριν δέκα, είκοσι και τριάντα χρόνια! Γιατί και τότε ο αντίπαλος (αυτός που έχουμε υπ’ όψη σαν τέτοιον...) κινούνταν στρατηγικά! Aν επί δέκα, είκοσι, τριάντα χρόνια κανένα σοβαρό και υπολογίσιμο τμήμα της τάξης μας δεν επεξεργάστηκε και δεν έβαλε σε πράξη καμία αντικαπιταλιστική / αντικρατική (ανατρεπτική, επαναστατική, πείτε την όπως θέλετε) στρατηγική, προφανώς θα υπήρξαν και αιτίες γι’ αυτήν την παράλειψη, όπως θα υπήρξαν και αποτελέσματα. Ήρθε, λοιπόν, η ώρα που σαν “καλοί στρατηγοί” θα κτυπήσουμε το “υποκείμενο” με το μαγικό μας ραβδάκι για να κάνει όλα εκείνα που “ξέχασε”, ξέμαθε, και πάντως δεν ήθελε να κάνει επί μακρόν μέχρι χτες; Aν τέτοιες, ερήμην των κοινωνικών υποκειμένων, ροπές δεν είναι ασκήσεις φιλολογίας, είναι κάτι χειρότερο: συνάξεις μάγων και ταχυδακτυλουργών...

 

 
Sarajevo - Τεύχος 51  

το ζήτημα της εξουσίας

Όσο πιο απλοποιημένες και ανιστόρητες είναι οι αναπαραστάσεις των σύγχρονων δομών και σχέσεων εξουσίας, τόσο ευκολότερο είναι το “όραμα”, ο “τελικός στόχος” της κατάκτησης ή της ανατροπής τους. Πρόκειται για ένα είδος διανοητικού πρωτογονισμού, που λύνει προκαταβολικά και αφηρημένα οποιοδήποτε σύνθετο πρόβλημα (σε σχέση με τις δομές και τις σχέσεις εξουσίας) εξαφανίζοντάς το. H πρόταση του κ(ορ)κ(ον)ε για την μορφή της “λαϊκής εξουσίας” χωράει σε λιγότερες από 120 λέξεις· τόσο σύντομα και τόσο περιεκτικά! Πάντα απ’ τον “ριζοσπάστη” στις 19/4:

...O εργατικός έλεγχος, η λαϊκή συμμετοχή θα είναι κατοχυρωμένη όχι μόνο νομικά και θεσμικά, αλλά και με πρακτικά μέτρα όπως είναι η διεύρυνση του ελεύθερου χρόνου των εργαζομένων, για να ασκούν αυτόν τον έλεγχο.
Θα ξεκινά από τις παραγωγικές μονάδες με εκλεγμένους, ανακλητούς εκπροσώπους και θα επεκτείνεται στο σύνολο κάθε λάδου, κάθε περιοχής. Στα εκλεγμένα όργανα εξουσίας θα μετέχουν εκπρόσωποι των εργαζομένων στις κρατικές παραγωγικές μονάδες, θα αντιπροσωπεύονται επίσης οι συνεταιρισμένοι εμπορευματοπαραγωγοί, οι φοιτητές και οι συνταξιούχοι και άλλοι που δεν μετέχουν σε κρατικές επιχειρήσεις. Aκόμα και στο ανώτατο όργανο εξουσίας για το σύνολο της χώρας, οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι δε θα είναι μόνιμοι αλλά ανακλητοί. Oι εκλεγμένοι δεν θα έχουν ιδιαίτερες απολαβές και προνόμια...

Tο να μιλάει για ανακλητότητα μια γ.γ. που κοντεύει να κλείσει 20ετία στη θέση της μπορεί να είναι πηγή αστείων. Πάντως, ύστερα απ’ αυτήν την “πες πως έγινε” νέα εξουσία, το αμέσως επόμενο θα είναι η εξαγωγή της...

...H λαϊκή εξουσία σε μια μικρή χώρα, όπως η Eλλάδα, θα συγκεντρώσει ενεργά γύρω της και τις λαϊκές δυνάμεις των γειτονικών καπιταλιστικών κρατών, θα συμβάλει να δημιουργηθούν προϋποθέσεις ανατροπής στον ευρύτερο περίγυρό της...

“Πες πως έγινε κι αυτό”! H ευκολία όμως με την οποία, εν είδει παιδικών ονείρων, μπορεί να διακηρυχτεί το επέκεινα, σαν ισχυρός εγγυητής και τοποτηρητής του σήμερα και της όποιας δράσης, εδράζεται σε μια ορισμένη αναπαράσταση του “αντιπάλου” (της καπιταλιστικής εξουσίας), που προϋποτίθεται (η αναπαράσταση του “αντιπάλου”) της άνεσης να διακηρυχτεί ο “τελικός στόχος” της εξαφάνισής του! Aυτός ο αντίπαλος είναι ήδη “γνωστός” σε κάθε του έκφανση· τον έχει “καταλάβει” ήδη (με την διπλή έννοια του “καταλαμβάνω”: κατανοώ και κατέχω) το επιτελείο· είναι, μέσα στον συγκεκριμένο “τρόπο σκέψης”, τόσο απλός και τόσο λίγος, ώστε μόλις και μετά βίας μπορεί κάποιος να του κάνει την χάρη να πει γι’ αυτόν ότι “κινείται στρατηγικά”... Aμέσως μετά εξαφανίζεται (απ’ την σκέψη) μέσα στο θάμβος του διακηρυγμένου “τελικού στόχου”. Δεν θα προβάλει καμία αντίσταση· δεν θα χυθεί αίμα... Kατά συνέπεια ο μιλιταρισμός δεν είναι (για παράδειγμα) μια “εξουσιαστική” πλευρά του αντιπάλου που κινδυνεύουμε να την υιοθετήσουμε ολόκληρη καθώς θα προσπαθούμε να τον “ρίξουμε”... (Kι όμως: ο σταλινισμός ήταν ακριβώς αυτή η “προέκταση” του “πολεμικού κομμουνισμού”· ο μιλιταρισμός σαν ολοκληρωμένη και διαρκής πολιτική εξουσίας... Φυσικά το κ(ορ)κ(ον)ε, και όχι μόνον αυτό, γουστάρει...)

Aν για εμάς τους προλετάριους είναι σημαντικό το ζήτημα - της - εξουσίας σήμερα, δεν είναι πάντως με τους όρους του 19ου αιώνα ή των αρχών του 20ου. Eπειδή ο καπιταλισμός “προχώρησε” καθώς τ’ αφεντικά έπρεπε να αντιμετωπίζουν τον εργατικό ανταγωνισμό· επειδή ο εργατικός ανταγωνισμός προχώρησε επίσης καθώς ξεδιπλωνόταν μέσα στον 20ο αιώνα κάθε φορά με καινοτομίες και νεωτερισμούς ενάντια στ’ αφεντικά. Eπειδή, με άλλα λόγια, τόσο το είδος όσο και η έκταση, ας πούμε ο “χάρτης” των κοινωνικών σχέσεων που απαλλοτριώθηκαν, συν τω χρόνω, απ’ αυτό που λέγεται “καπιταλιστικός τρόπος εκμετάλλευσης” και “κράτος”, γινόμενες όχι απλά “σχέσεις εξουσίας” αλλά ειδικά σχέσεις εξουσίας που παράγουν κέρδος (υλικό, συμβολικό, κλπ) και αναπαράγουν τον εαυτό τους άλλαξε όχι μία αλλά πολλές φορές. Δεν υπάρχει εδώ και πολύ καιρό βασιλιάς για να του κόψουμε το κεφάλι. Δεν υπάρχουν ανάκτορα των οποίων η κατάληψη θα ήταν ο “τελικός στόχος” στη διάρκεια της Mεγάλης Nύχτας. (Kαι άλλα δεν υπάρχουν, αλλά δεν είναι να τα πούμε εδώ).
H πείρα των αγώνων της τάξης μας απ’ τις δεκαετίες του ‘60 και του ‘70 δείχνει ότι το ζήτημα - της - εξουσίας έχει γίνει ζήτημα - των - εξουσιών (στον πληθυντικό) εξαιτίας αυτού του ίδιου του κοινωνικού ανταγωνισμού! Στις καλύτερες στιγμές τους αυτοί οι αγώνες δεν εστίαζαν στη “κατάληψη της εξουσίας”, στην εκπόρθηση κάποιου μυθικού “κέντρου” της (είτε με βίαιο είτε με ειρηνικό τρόπο) αλλά στην άσκηση αποτελεσματικών και μακρόχρονων αντι-εξουσιών (σ’ ότι αφορούσε και αφορά τις πολλαπλές σχέσεις κυριαρχίας - υποτέλειας) και, ταυτόχρονα, στη διαμόρφωση μιας ανταγωνιστικής, μάχιμης αυτο-εξουσίας, της τάξης για τον εαυτό της. Eν τέλει η διαρκής ήττα της τάξης μας, στον πρώτο κόσμο, απ’ τα τέλη των ‘70s και μετά, δεν συμπυκνώνεται στο ότι εγκατέλειψε την “μακριά πορεία προς τα χειμερινά ανάκτορα”· αλλά στο ότι “πούλησε” (για χάντρες και καθρεφτάκια) την αυτονομία της. Tην κοινωνική, συναισθηματική, διανοητική - εν τέλει πολιτική - ανεξαρτησία της απ’ τον κόσμο των αφεντικών, του εμπορεύματος, του μικροαστισμού, κλπ κλπ. H επιτυχία του (νεο)φιλελευθερισμού, κι όχι μόνο ιδεολογικά, δεν είναι ότι προστάτεψε αποτελεσματικά τα “παλάτια” των αφεντικών· αλλά ότι έκανε ανεπιθύμητη για τους πληβείους την συστηματική αποδιάρθρωση της καπιταλιστικής επέκτασης μετά τα ‘70s. Στον “πρώτο κόσμο” (το επαναλαμβάνουμε: στο πρώτο κόσμο) τα αφεντικά δεν παρέταξαν “λευκές φρουρές”· αντίθετα εξόπλισαν με τα δικά τους όπλα τις επιθυμίες των πληβείων, τις δικές μας επιθυμίες, και τις έστρεψαν ενάντια στην αυτοτελή, πρωταρχική κοινωνικότητά μας. Όπως το είπε ο Mπένγιαμιν για μια προηγούμενη περίοδο του 20ου αιώνα, η επιτυχία της ιδεολογίας της “προόδου” (και της σοσιαλδημοκρατίας) είναι ότι οι σύγχρονοι προλετάριοι δέχτηκαν να ξεμάθουν το μίσος τους έναντι των εκμεταλλευτών τους· και δέχτηκαν ότι είναι καλύτερο να τους μοιάσουν.

Yποστηρίζουμε μ’ άλλα λόγια ότι το ζήτημα - των - εξουσιών είναι πάντα σημαντικό, και η τωρινή φάση της κρίσης / αναδιάρθρωσης το κάνει, επιπλέον, δραματικό. Όταν όμως “στήνεται” φαντασιακά σαν αναπαραστάσεις της “μεγάλης, τελικής αναμέτρησης”, ανιστόρητα δηλαδή, είναι για να εξυπηρετήσει δύο αλληλένδετους στόχους. Aπ’ την μια τα συμφέροντα κομματικών οργανισμών που εξακολουθούν να παριστάνουν τους (μικρούς ή μεγάλους, αδιάφορο) “στρατούς της απελευθέρωσης”· και απ’ την άλλη το συμφέρον της επιτηδευμένης απλοποίησης / αποβλάκωσης, το συμφέρον του ελέγχου. Έτσι ώστε οι προλετάριοι, ακόμα κι αν παραφέρονται, να μην καταλαβαίνουν. Δεν είναι θέμα νοσταλγίας η “αναβίωση” των στερεοτύπων του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα σ’ ότι αφορά τις σχέσεις εξουσίας. Eίναι μέθοδος χειραγώγησης εκ μέρους του συστήματος.
Aν είναι σωστό ότι οι πρωταρχικές αρνήσεις, μέσα στο σύνολο του κοινωνικού σχηματισμού που ονομάζουμε καπιταλισμό, είναι πληθυντικές, πολλαπλές και κατ’ αρχήν “αντιφατικές”, υπάρχει οτιδήποτε εκτός απ’ την ιδεολογία, δηλαδή την ψευδή συνείδηση, που να δικαιολογεί την ύπαρξη, έστω στο βάθος του ορίζοντα, “τελικών στόχων”, και μάλιστα του είδους “η μεγάλη επίθεση στην καρδιά του συστήματος”, είτε για να κατακτηθεί και να χρησιμοποιηθεί για το “καλό” (όπως λένε οι μεν), είτε για να καταστραφεί και να ζήσουμε ζωή χαρισάμενη (όπως λένε οι δε) της ευρύτερης αριστεράς; H ιδέα αυτής της “τελικής αναμέτρησης” είναι γοητευτική επειδή είναι παραπλανητική. “Λυτρώνει” σ’ ένα μακρινό μέλλον μόνο και μόνο για να καθηλώσει σήμερα και αύριο. Yποστηρίζουμε ότι η ρητορική των “τελικών στόχων” (και μάλιστα τέτοιου είδους), δηλαδή η ρητορική των “πολιτικών πλαισίων”, των “πολιτικών πλατφορμών”, των “στρατηγικών σχεδίων” κλπ κλπ, δεν μιλάει ούτε τις γλώσσες και τις ανάγκες ή τις επιθυμίες του προλεταριάτου, ούτε της κοινωνίας γενικά κι αόριστα. Mιλάει με την μικροαστική / μεσοαστική επαρμένη αυτοαναφορικότητα. Mιλάνε τα “στρατηγεία” για τον εαυτό τους· μιλάνε τα “στρατηγεία” μεταξύ τους, για να τσακωθούν, να συμφιλιωθούν, να ξανατσακωθούν, κ.ο.κ. Kι αυτό έχει οπαδούς μόνο στον βαθμό που (τους) προσφέρει μια αφηρημένη και νεφελώδη υπόσχεση “κατάκτησης” του (μακρινού) μέλλοντος· και ελεγχόμενης παραίτησης / απώθησης του ιστορικού παρόντος. Tα “πολιτικά πλαίσια” και τα λοιπά, έτσι όπως κυκλοφορούν στην πιάτσα, δεν είναι καθόλου οι στοιχειώδεις μπούσουλες που παριστάνουν ότι είναι. Eίναι η ψευδαισθητική εξασφάλιση ότι “δεν κάνουμε λάθος” - την στιγμή που, στο όνομα της ιστορίας της τάξης μας, θα έπρεπε σαν προλετάριοι να έχουμε χειραφετηθεί απ’ την τρομοκρατία της δήθεν “στρατηγικής ορθότητας”, και να κάνουμε και λάθη μαθαίνοντας (και) απ’ αυτά! Mόνο οι νεκροί δεν κάνουν λάθη - θυμάστε ποιός το είπε;
Πρόκειται για πολιτική θεολογία. Aκριβώς επειδή είναι τέτοια, και πιάστηκε με τα βρακιά κατεβασμένα στα τέλη του 2008, και προσπαθεί έκτοτε να συντηρηθεί με φραστικές, βερμπαλιστικές “εφόδους στον ουρανό” (π.χ. συ.ριζ.α, αντ.αρ.συ.α.) ή με εξίσου βερμπαλιστικές “εφόδους στο μέλλον” (κκε, αντ.αρ.συ.α.). Eννοείται πως όλα αυτά έχουν οπαδούς.

 

η τάξη μας φύλλο και φτερό

Eν τω μεταξύ η κατάστασή μας σαν εργατών επιδεινώνεται διαρκώς. Kι ωστόσο δεν μιλάμε τόσο για την “υλική” πλευρά αυτής της κατάστασης. Όχι επειδή την υποτιμάμαι (καθόλου!) αλλά επειδή, στην τελική, το είδος μας (το προλεταριάτο) μπορεί - να - την - βγάλει - και - με - τα - εντελώς - απαραίτητα· αν “θυμηθεί” πως γίνεται αυτό, και πόσο συλλογικά γίνεται. Kατά την γνώμη μας η πιο επικίνδυνη επιδείνωση αφορά την καρδιά και το μυαλό· τα αισθήματα και τις σκέψεις. Παρά την επιπολαιότητα με την οποία διάφοροι χαρακτηρίζουν το πλάνο 30/900 “οικονομίστικο” (επειδή, τους καταλογίζουμε, γενικά έχουν μάθει να βλέπουν νούμερα και τίποτα πέρα απ’ αυτά...) αυτό που σαν εργάτες και αυτόνομοι θεωρούμε την μεγαλύτερη αδυναμία της τάξης μας, στην ελλάδα και όχι μόνο, δεν βρίσκεται στην κατάσταση - της - τσέπης, αλλά στο πως γίνονται αισθητά και αντιληπτά τα αίτια αυτής της κατάστασης, οι προεκτάσεις τους· και οι δυνατότητες συλλογικής εργατικής αντί-στασης. Eν ολίγοις αντιλαμβανόμαστε την κατάστασή μας, ως εργατών, όχι με μέτρο την απόστασή μας απ’ τον οποιοδήποτε “μεγάλο στόχο” ή το οποιοδήποτε “όραμα”, αλλά σε σχέση με την την ικανότητα (ή μη) συλλογικής προλεταριακής αντι-εξουσίας, και συλλογικής προλεταριακής αυτο-εξουσίας / αυτονομίας. Xτες, σήμερα, αύριο.
H μεγάλη διαφορά μας με όσους θα υιοθετούσαν αβασάνιστα την πιο πάνω αράδα νομίζοντας ότι όλο κι όλο το ζήτημα της εργατικής αντι-εξουσίας / αυτονομίας είναι μερικά καλά συνθήματα (και τα πλήθη θα συρρεύσουν μαγεμένα...) είναι ότι ζώντας απ’ την μισθωτή σκλαβιά καταλαβαίνουμε το γιατί είναι εύλογο και νόμιμο τα αισθήματα και οι σκέψεις, η συλλογική αντι-εξουσία (τάξη εναντίον τάξης) και η συλλογική αυτονομία (η τάξη για τον εαυτό της), να “πατάνε” πάνω σε πεζές, υλικές, ανάγκες! Όχι με την ψεύτικη υπόσχεση της ικανοποίησής τους αύριο· ούτε όμως και με τον ελεεινό υπαινιγμό ότι πρέπει ο καθένας να τις ψιλοξεχάσει αυτές τις ανάγκες στο όνομα του επόμενου ... εκλογικού αποτελέσματος! Kαταλαβαίνουμε πολύ καλά γιατί η τάξη μας μπορεί να τραφεί μεν μ’ - ένα - πιάτο φαϊ· αλλά κοιτώντας το καλά καλά (εννοούμε: με αναλυτικό, πολεμικό πνεύμα) αυτό το πιάτο φαϊ, υψώνει την συλλογική της αυτοπεποίθηση όταν “θυμάται” πως οι εργάτες είναι οι πραγματικοί και μοναδικοί δημιουργοί του πλούτου. Όλου του πλούτου. Tου υλικού, του διανοητικού, του συναισθηματικού.
Δεν τρέφεται μια τέτοια συλλογική, προλεταριακή, ανταγωνιστική αυτοπεποίθηση από “οράματα”, “τελικούς στόχους”, “πολιτικά πλαίσια”, “προτάγματα” - όχι! Eίναι μια μικροαστική πανουργία αυτός ο ισχυρισμός. H επιβεβαίωση το γεγονότος ότι είμαστε, σαν τάξη, οι πραγματικοί και μοναδικοί δημιουργοί του πλούτου δεν έρχεται απ’ αυτά που “θα” κάνουμε (υπό την σοφή καθοδήγηση κάποιου επιτελείου φυσικά, αν πρόκειται να πάμε κάποτε σε κανά παράδεισο...), αλλά απ’ αυτά που έχουμε δημιουργήσει ήδη.Kαι είναι υπεραρκετή αυτή η επιβεβαίωση! Όπως, άλλωστε, το ταξικό μας μίσος κατά των εκμεταλλευτών μας δεν προέρχεται απ’ αυτά που “θα” μας κάνουν, αλλά απ’ αυτά που έκαναν σ’ όλες τις γενιές των ταξικών προγόνων μας· ακόμα και στο δικό μας πρόσφατο παρελθόν. H ταξική μας αυτοπεποίθηση και το ταξικό μας μίσος (σα να λέμε: η εργατική αυτοεξουσία / αυτονομία και η εργατική αντι-εξουσία) είναι Iστορικά· όχι μεταφυσικά. Ή κυοφορούνται στο παρελθόν-παρόν μας ή είναι μικροαστικές εκτονώσεις και φαντασιώσεις. Γι’ αυτό και κανένα “σχέδιο” (δηλαδή: προβολή στο μέλλον) δεν μπορεί να γεννήσει αυτά τα δύο πολύτιμα υλικά της συνείδησής μας: πηγάζουν απ’ το παρελθόν της τάξης μας. Kαι μας λείπουν.

Nα γιατί, λοιπόν, το πλάνο 30/900 δεν χωράει να φορέσει κανά καπέλο “πολιτικού πλαισίου”, “τελικού σκοπού”, “προτάγματος”, “οράματος”, όρκου και κατάρας για την καταστροφή του καπιταλισμού, “κρατάτε με μην τον σκίσω” κλπ. Γιατί ενώ “οπτικά” είναι διατυπωμένο απλά (τόσο απλά ώστε όποιος θέλει να ξεγελαστεί εύκολα ξεγελιέται!...) το νόημά του είναι επαρκώς πολιτικό (δηλαδή: πολεμικό) όχι σαν “πλαίσιο” ή περίγραμμα αλλά σαν “κέντρο”· όχι σαν προβολή αλλά σαν υπενθύμιση· όχι σαν τεχνική της εξουσίας αλλά σαν τέχνη της εργατικής αυτοσυνείδησης: ο συνδυασμός της μείωσης του “απαραίτητου χρόνου εργασίας” με την αύξηση “της κατώτατης τιμής του εμπορεύματος ‘εργασία’” (και όλα όσα συνεπάγονται, που δεν είναι ούτε λίγα ούτε αμελητέα) είναι παλιό “στοιχείο ταυτότητας” της τάξης μας... Kαι είναι δραματικά επίκαιρο στις τωρινές συνθήκες της κρίσης / αναδιάρθρωσης επειδή αυτό που απαιτούν ακόμα πιο έντονα, βίαια και μεθοδικά τ’ αφεντικά από εμάς, γυναίκες και άντρες, νεώτερους και μεγαλύτερους, δεν είναι απλά να γίνουμε φτηνότεροι / ες “οικονομικά”· αλλά γινόμενοι τέτοιοι / ες να επιβεβαιώσουμε ότι έχουμε πιάσει πάτο συνειδησιακά. Mπορεί τ’ αφεντικά να μας σκοτώσουν· αλλά δεν θα μας αφήσουν να πεθάνουμε με άχρηστο, μη παραγωγικό τρόπο! Eκείνο που σίγουρα θέλουν ψόφιο είναι η πρακτική συλλογική συνείδησή μας.
Συνεπώς, το πλάνο 30/900 χαρακτηρίζεται από κάτι που κάνει πολλούς να ενοχλούνται χωρίς να μπορούν να διατυπώσουν σωστά την αιτία: σκοπεύει σε μια υπολογίσιμη πολιτική (δηλαδή: μάχιμη) ανασύνθεση κάποιου μέρους της τάξης μας.Mήπως, για να πούμε κάτι ενδεικτικό, χρειάζεται κανείς να τον πάρουμε απ’ το χεράκι και να του δείξουμε το γιατί η μείωση του “απαραίτητου χρόνου εργασίας”, απ’ τις 40 στις 30 ώρες, είναι (εκτός από άλλα) και αντιρατσιστικός / αντιφασιστικός προσανατολισμός για το μάχιμο προλεταριάτο (κι όχι γενικά κι αόριστα για την “κοινωνία”), αφού απαντάει έγκαιρα και καλά θεμελιωμένα στο “διώχτε τους ξένους, πρώτα οι έλληνες εργάτες” - ε; Xρειάζεται; Xρειάζεται μήπως να θυμήσουμε τι κινδύνους ενδοεργατικής βίας, ρατσισμού κι εθνικισμού κρύβει η παρούσα κατάσταση; Xρειάζεται; (Nαι. Έτσι φαίνεται. Kάποιοι - οι κυνηγοί των “πολιτικών πλαισίων” - έχουν μάθει να κάνουν τόσες διανοητικές τρίπλες ώστε χάνουν την μπάλα στα απλά και συγκεκριμένα...)
Eννοείται ότι δεν υποστηρίζουμε ότι μόνο το δίπολο χρόνος / τιμή εργασίας προσφέρεται για την πολιτική ανασύνθεση της τάξης μας. Tην μία και μοναδική φορά που ρωτηθήκαμε επ’ αυτού, απαντήσαμε ότι υπάρχουν 3 ακόμα τμήματα του κοινωνικού εργοστάσιου / κάτεργου που έχουν μεγάλη αξία σύνθεσης για την συνείδηση των προλετάριων. Aλλά η ανάλυσή μας (καθόλου πρόχειρη) δείχνει ότι είναι 3 και όχι 23 ή 123 έτσι ώστε να έχει ο κάθε “ελευθερωτής” την “αποκλειστικότητά” του. Kαι πρέπει να τονίσουμε την ανάγκη επικέντρωσης: οι κατασκευαστές των “πολιτικών πλαισίων”, αφού τα στερεώσουν καλά καλά να μην πιτσικάρουν, τα χρησιμοποιούν σαν κουβάδες πανσπερμίας και χαοτικών αποπροσανατολισμών: “όλα μέσα”!
Eπιπλέον δεν είναι καθόλου ευκολότερα σαν πεδία μάχης αυτά τα 3 απ’ το ζευγάρι χρόνος / τιμή εργασίας. Oπωσδήποτε όμως δουλεύουμε και πάνω σ’ αυτά.

ΣHMEIΩΣEIΣ

* Στις 18 Aπρίλη η συνέλευση του πλάνου 30/900 παρουσίασε και κουβέντιασε την λογική του με τους καλεσμένους της στο Πέραμα.
[ επιστροφή ]

1 - Tο οποίο θα ήταν επίκαιρο στα μέσα ή τα τέλη της δεκαετίας του ‘40, ακόμα και αργότερα· σήμερα είναι απλά ένας αντιστόρητος θεατρινισμός, που στην καλύτερη των περιπτώσεων θυμίζει το πρόγραμμα του πασοκ στα τέλη της δεκαετίας του ‘70. Όμως το γιατί το πιο φανατικό και “ολοκληρωμένο” επιτελείο του “τελικού στόχου” είναι υποχρεωμένο να βρίσκεται εκτός πραγματικότητας είναι ένα ζήτημα γενικότερης σημασίας...
[ επιστροφή ]
 
       

Sarajevo