sarajevo

panama papers

Δεν είναι απ’ τα θέματα με άμεσες συνέπειες στην καθημερινότητά (μας). Συνεπώς γίνεται εξωτική είδηση - εκτός εάν υπάρχει κανά όνομα πολιτικού (ή συγγενή του) που έχει πέσει σε δυσμένεια. Τα περιβόητα “panama papers” είναι λοιπόν εξωτικά. Βρίσκουμε ωστόσο ενδιαφέρουσα μια κλεφτή ματιά στους φορολογικούς παραδείσους. Είναι κι αυτά καπιταλισμός.

Η ιδέα της δημιουργίας κρατών - χωρίς - φορολογία γεννήθηκε στις ηπα, την δεύτερη ή την τρίτη δεκαετία του 20ου αιώνα, όταν γενικεύτηκε η φορολογία εισοδήματος (και) για τους επιχειρηματίες. Ωστόσο η συστηματική κατασκευή τέτοιων κρατών έγινε μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Κατά κύριο λόγο το Λονδίνο και η Ουάσιγκτον “απελευθέρωσαν” τυπικά διάφορες υπερπόντιες κτήσεις τους, μικρά νησιωτικά συγκροτήματα, και όχι μόνο, προκειμένου να εμφανίζονται σαν “ανεξάρτητα κράτη”. Όμως αυτά τα “ανεξάρτητα κράτη” θα έπρεπε να χρησιμοποιούν το νόμισμα του “μητρικού”, και να έχουν μικρές, ελάχιστες έως καθόλου απαιτήσεις για φορολογικά έσοδα. Στον κατάλογο περιλαμβάνονται τα νησιά κευμάν, οι βρετανικές παρθένοι νήσοι, το γιβλαρτάρ, η κύπρος, η λιβερία... και ο παναμάς.
Η αρχική ιδέα δεν ήταν να ξεπλένεται μέσω των “φορολογικών παραδείσων” μαύρο / εγκληματικό χρήμα, αλλά να αποφεύγεται η φορολόγηση λευκών οικονομικών δραστηριοτήτων. Κυρίως της εξορυκτικής βιομηχανίας (πετρέλαιο και άλλες βιομηχανικές πρώτες ύλες) και των θαλάσσιων μεταφορών. Έτσι, για παράδειγμα, μια αμερικανική ή αγγλική πετρελαϊκή αγόραζε πετρέλαιο από κάποιο εμιράτο της αραβικής χερσονήσου, και αντί να το πουλήσει σε κάποιο διυλιστήριο το πουλούσε σε μια εταιρεία τάνκερ με έδρα τον παναμά ή την λιβερία. Στη συνέχεια αυτή η εταιρεία μεταπωλούσε το πετρέλαιο στα διυλιστήρια, στην τελική του τιμή. Τα κέρδη της η ναυτιλιακή τα δήλωνε στον παναμά ή την λιβερία, οπότε δεν φορολογούνταν. Οδηγώντας το χρήμα ανάποδα μοιραζόταν αυτά τα κέρδη, σε προσυμφωνημένα ποσοστά, με την πετρελαϊκή.
Ήταν ακριβώς τότε, μετά τον β παγκόσμιο πόλεμο, που το αμερικανικό κράτος όχι μόνο χάρισε στους έλληνες εφοπλιστές 100 liberty κάνοντάς τους “επίσημους θαλάσσιους μεταφορείς της νέας υπερδύναμης”, αλλά τους έμαθε και τα κόλπα με τους φορολογικούς παραδείσους: το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο “φτιάχτηκε” έκτοτε (και συνεχίζει σε μεγάλο βαθμό) κάτω απ’ τις σημαίες του παναμά, της λιβερίας και άλλων φορολογικών παραδείσων τέτοιου είδους.

panama papers

Η διαδικασία εμπλουτίστηκε προς τα τέλη της δεκαετίας του ‘60, και πάλι με αμερικανική πρωτοβουλία. Η χρηματοδότηση, όλο και μεγαλύτερη, του πολέμου στο βιετνάμ δημιουργούσε όλο και μεγαλύτερα ελλείμματα στους αμερικανικούς προυπολογισμούς. Το δολάριο, όμως, ήταν δεμένο με τον χρυσό (σε σταθερή ισοτιμία, 35 δολάρια η ουγγιά) βάσει των διεθνών συμφωνιών του Μπρέτον Γουντς, που ήταν το θεμέλιο της παγκόσμιας μεταπολεμικής, υπό αμερικανική ηγεμονία, οικονομικής τάξης. Η Ουάσιγκτον δεν μπορούσε να κόβει δολάρια κατά βούληση (έπρεπε να έχουν αντίκρυσμα στον χρυσό της) αλλά ήθελε επειγόντως επιπλέον χρήμα. Δύο δυνατότητες είχε μπροστά της. Η μία ήταν να κόψει τον δεσμό δολαρίου / χρυσού, κάτι που έκανε τελικά το 1971. Νωρίτερα, προσπαθώντας να αποφύγει αυτή την λύση, τα πολιτικά και οικονομικά επιτελεία σκέφτηκαν κάτι άλλο: να κάνουν ελκυστικές τις ηπα για το διεθνές “μαύρο”, εγκληματικό χρήμα. Πώς, όμως, θα μπορούσε να γίνει αυτό χωρίς να παραβιάζεται ανοικτά η αμερικανική νομοθεσία;
Η λύση ήταν ήδη δουλεμένη, για άλλους λόγους. Οι φορολογικοί παράδεισοι. Οι αμερικανικές τράπεζες άνοιξαν υποκαταστήματα σε διάφορους απ’ αυτούς. Έτσι ώστε ένας μαφιόζος δεν χρειαζόταν να καταθέσει, π.χ., ένα εκατομύριο δολάρια σε αμερικανικό έδαφος, και να χρωστάει πειστικές εξηγήσεις για το που τα βρήκε. Τα κατέθετε στο υποκατάστημα μιας αμερικανικής τράπεζας στα νησιά κεϋμάν, όπου δεν γίνονταν τέτοιες ερωτήσεις. Από εκεί θα μεταφέρονταν σαν υποτιθέμενη πληρωμή μιας εικονικής εταιρείας με έδρα τον παναμά, σε τραπεζικό υποκατάστημα εκεί. Ύστερα ο δρόμος για την αγορά αμερικανικών ομολόγων (ένας καλός τρόπος οριστικού ξεπλύματος) ήταν ανοικτός και καθαρός.

Το οργανωμένο έγκλημα άρχισε να γίνεται, λοιπόν, επίσημος και αξιοσέβαστος πελάτης και εταίρος του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος απ’ την δεκαετία του ‘70. Φυσικά θα έπρεπε να ξεπεραστούν οι ανησυχίες των βαρώνων του εγκλήματος, ως προς την εχεμύθια αυτών των χρηματικών ταξιδιών. Αναπτύχθηκαν σταδιακά εταιρείες τραπεζικών συμβούλων και άλλες, νομικές, εξειδικευμένες στην κατασκευή εικονικών εταιρειών· καθώς πρέπει σύμβουλοι επιχειρήσεων ανέλαβαν να κάνουν το απλό παρκάρισμα του μαύρου χρήματος “παραγωγικές” επενδύσεις / πλυντήρια σε χρηματιστήρια, αλλά και στην πραγματική οικονομία: απ’ τις κατασκευές ως τα ορυχεία και απ’ τις αλυσίδες φαγητού μέχρι τον τζόγο.
Ο θόρυβος με την αποκάλυψη των 11,5 εκατομμυρίων λογαριασμών των πελατών της παναμέζικης δικηγορικής Mossack Fonseca μπορεί να αποδειχθεί γρήγορα πολύ φασαρία για το τίποτα. Ο παναμάς (όπως και οι υπόλοιποι φορολογικοί παράδεισοι) δεν είναι “παράνομο” κράτος. Ούτε είναι “παράνομο” το ότι παριστάνει ότι έχει δική του φορολογική νομοθεσία, ιδιαίτερα φιλική προς τους “επενδυτές”. Το ίδιο, άλλωστε, δεν κάνει και το μεγάλο δουκάτο του λουξεμβούργου  ή το ελληνικό κράτος για τους εφοπλιστές του; Το μεγαλύτερο μέρος του χρήματος που περνάει (και δεν μένει) απ’ τις παναμέζικες off shore είναι είτε “καθαρό” είτε επιμελώς καθαρισμένο: ο παναμάς είναι ο τελευταίος σταθμός πριν τις τελικές “επενδύσεις”.
Και υποθέτουμε βάσιμα ότι κανένα κράτος δεν θα ήθελε το χρήμα του παγκόσμιου οργανωμένου εγκλήματος να ξαναγυρίσει στα χρηματοκιβώρια των μαφιόζων και να μην πηγαίνει, π.χ., σε κρατικά ομόλογα ή σε τραπεζικές μετοχές.

κορυφή