sarajevo

ριζοσπαστικός ρεφορμισμός: τι θα μπορούσε να είναι (και γιατί δεν είναι)

Τι επέτειος!! Τι εξαιρετική συγκάλυψη!!! Στα έκτα γενέθλια των ελληνικών “μνημονίων” οι συνήθως λαλίστατοι ντόπιοι αναλυτές του παγκόσμιου καπιταλισμού και του αίσχους του, παρέκαμψαν σα να μην έγινε το γεγονός ότι τα 3 απ’ τα 4 ευρωπαϊκά κράτη που εφάρμοσαν “μνημόνια” έχουν ξεμπερδέψει. Αφήνοντας την ελληνική περίπτωση μόνη της, στην ερημιά μιας μυστηριώδους (και οπωσδήποτε “ανεξήγητης”) ανικανότητας.
Κάποιοι θα σχολιάσουν πως η “έξοδος απ’ το μνημόνιο” της ιρλανδίας, της πορτογαλίας και της νότιας κύπρου δεν έλυσε κανένα απ’ τα βασικά “προβλήματα” της κρίσης. Αυτό είναι σχεδόν σωστό. Η διαδικασία του πολιτικού δανεισμού υπό όρους δεν είχε στόχο να λύσει όλα αυτά τα προβλήματα! Μόνον ένα: να αποκαταστήσει την δυνατότητα των “στριμωγμένων” κρατών να δανείζονται απ’ τις “αγορές” με λογικά επιτόκια. Κι αυτό επιτεύχθηκε στις 3 απ’ τις 4 περιπτώσεις. Γιατί, λοιπόν, το ελλαδιστάν παραμένει μόνο του στον πάγκο - του - χασάπη (ή στη μέγγενη, διαλέξτε); Οι θεωρίες περί διαστραμμένης κακίας των τρισκατάρατων δεν μπορούν να αντικρύσουν την πραγματικότητα. Βουλιάζουν στην επαρχιώτικη εσωστρέφειά τους, κάνοντας τα πράγματα ακόμα χειρότερα.

Κατ’ αρχήν: τι ήταν (και στην ελλάδα παραμένουν) αυτά τα “μνημόνια”; Δεν θα χρειαζόταν, δα, και σπουδαίο μυαλό για να αναγνωριστούν σαν αυτό που όντως ήταν (είναι) - θα χρειαζόταν όμως σίγουρα απόδραση απ’ τις ιδεολογίες του ντόπιου προσοδισμού! Τόσο για την ευρωπαϊκή ένωση όσο και για την ευρωζώνη η δυνατότητα δανεισμού ενός κράτους / μέλους κατευθείαν από άλλα κράτη / μέλη (αυτό που ονομάζουμε πολιτικό δανεισμό) ήταν απαγορευμένη δια ροπάλου, απ’ την συνθήκη του Μάαστριχτ. Για να φτάσουν στο σημείο τα κράτη / μέλη της ευρωζώνης να ανατρέψουν μια τόσο θεμελειώδη απαγόρευση, ο κίνδυνος ήταν πολύ σοβαρός. Ποιός κίνδυνος όμως; Της χρεωκοπίας ενός κράτους / μέλους; Όχι· αυτό έχει συμβεί ήδη, με το ελλαδιστάν.
Έχουμε ξαναμιλήσει γι’ αυτό το θέμα, τότε. Το 2010. Να υπενθυμίσουμε. Μετά τις σημαντικές ζημιές που άρχισαν να “γράφουν” οι μεγάλοι παγκόσμιοι διανειστές χρήματος (τράπεζες, funds, κλπ) εξαιτίας των παγκόσμιων παρενεργειών της κατάρρευσης της Lehman brothers, ζημιές που αφορούσαν όλο το φάσμα των δανείων προς ιδιώτες (επιχειρήσεις, άτομα, κλπ) και τα φανταστικά χρηματοπιστωτικά προϊόντα που κτίστηκαν πάνω στο εμπόριο αυτών των δανείων, στράφηκαν, για να ρεφάρουν, στη σπέκουλα και στο τζογάρισμα των κρατικών δανείων (ομολόγων). Μέχρι τότε (τέλη του 2008, αρχές του 2009) τα κρατικά δάνεια (ομόλογα) θεωρούνταν μια ασφαλής και συντηρητική “επένδυση” - δεν βρίσκονταν στην αρένα της διεθνούς χρηματοπιστωτικής σπέκουλας. Όμως απ’ το 2009 έγινε σαφές ότι θα μπουν. Όχι όλα τα ομόλογα όλων των κρατών. Κάποια επιλεγμένα: εκείνων των κρατών που είχαν (ή θα μπορούσαν να εμφανίσουν) “προβλήματα αποπληρωμής”, λόγω εσωτερικών, ενδημικών “λειτουργικών” προβλημάτων, τόσο του κράτους όσο και των επιχειρήσεων.
Η ελλάδα ήταν ακριβώς μια τέτοια περίπτωση, διεθνώς γνωστή απ’ το 2007 τουλάχιστον. Αυτό που έχει ονομαστεί “χρηματοπιστωτικές ύαινες” άρχισε να ακονίζει τα νύχια του σε βάρος των δανειοδοτικών αναγκών του ελληνικού κράτους (και όχι μόνο...)· κι αυτό ήταν σαφές ήδη απ’ το 2009. Τι επεδίωκαν να κάνουν οι αγοραίοι δανειστές; Σπεκουλάρωντας πάνω στα υπαρκτά και διεθνώς γνωστά προβλήματα “καπιταλιστικής λειτουργικότητας” του ελλαδιστάν θα ανέβαζαν τα επιτόκια δανεισμού  του ελληνικού κράτους! Υψηλά επιτόκια σημαίνει υψηλή κερδοφορία στο εμπόριο χρήματος - κι αυτό είναι όλο!

Το πρόβλημα των αφεντικών της ευρωζώνης δεν ήταν, απλά και μόνο, το αν θα μπορεί να δανείζεται το ελληνικό κράτος απ’ τις “αγορές” και με τι επιτόκια. Το πρόβλημα των αφεντικών της ευρωζώνης ήταν πολύ μεγαλύτερο. Ήταν το γεγονός η Αθήνα ήταν απλά η αρχή της επίθεσης των “διεθνών χρηματαγορών” στα κράτη / μέλη της ευρωζώνης. Αφού προβλήματα τέτοια ώστε να πατήσει πάνω τους η σπέκουλα είχαν και άλλα κράτη, και μάλιστα πρώτης γραμμής: το ιταλικό, το γαλλικό, το ισπανικό. Εάν ένα κράτος δεν μπορεί να δανειστεί απ’ τις “διεθνείς αγορές” (επειδή τα επιτόκια έχουν εκτοξευτεί) μια μόνο λύση έχει: να τυπώσει το δικό του χρήμα, πληθωριστικό μεν, αλλά... Εάν, λοιπόν, τα αφεντικά της ευρωζώνης δεν έβρισκαν τρόπους να “φρενάρουν” τους σπεκουλαδόρους των “διεθνών αγορών” στην πρώτη τους στόχευση, θα έβλεπαν τη νομισματική ένωση να διαλύεται. [1Σ’ αυτούς τους σπεκουλαδόρους συγκαταλέγονται, κατ’ αρχήν, και οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες. Όμως ο κύριος όγκος “επιθετικού” χρήματος ερχόταν έξω απ’ την ευρωζώνη. Στη συνέχεια της ευρωπαϊκής διαχείρισης της κρίσης, οι ευρωπαϊκές τράπεζες (γερμανικές και γαλλικές κατά κύριο) αναγκάστηκαν να πειθαρχήσουν στο πολιτικό “δίκτυ προστασίας”, δηλαδή πολιτικού δανεισμού, που δημιουργήθηκε με αφορμή την ελληνική περίπτωση - για να επεκταθεί και στις άλλες τρεις. Όχι άμεσα αλλά μεσομακροπρόθεσμα ήταν προς το συμφέρον τους, άλλωστε...
Όποιος δεν είναι ηλίθιος εθνικιστής (οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος) “δεξιός” ή “αριστερός” κι όποιος δεν έχει μνήμη χρυσόψαρου οφείλει να θυμάται ότι απ’ την αρχή της ευρωδιαχείρισης της “ελληνικής κρίσης χρέους”, το 2010, η θέση του γερμανικού καθεστώτος ήταν ότι οι δανειστές πρέπει να “πληρώσουν”, να γράψουν ζημιές δηλαδή, γιατί έχουν κι αυτοί ευθύνη για τον υπερδανεισμό αναξιόπιστων πελατών - όπως, π.χ., η Αθήνα. Η άποψη ότι “την κρίση να πληρώσουν και τα αφεντικά του χρηματοπιστωτισμού” δεν έκανε, φυσικά, το γερμανικό καθεστώς πιο συμπαθές στους έλληνες “επαναστάτες” και “ανατροπείς”. Απλά ξεχάστηκε, όπως και οτιδήποτε δεν τους βολεύει.
Η γερμανική θέση έγινε πράξη με το περιβόητο psi, στις αρχές του 2012. Σε εκείνη την χρονική στιγμή όσα χρηματοπιστωτικά μαγαζιά (όχι λίγα) υπολόγιζαν το ενεργητικό τους to the spot έγραψαν όντως σοβαρές ζημιές. Με αντάλλαγμα την αντικατάσταση της μισής περίπου αξίας των “πέτσινων” ελληνικών ομολόγων από εγγυημένα ομόλογα του “μηχανισμού στήριξης”. Χαμένες απ’ αυτήν την άποψη ήταν και οι γερμανικές, και οι αγγλικές τράπεζες• όχι μόνον οι ελληνικές. Χαμένα ήταν και τα σκανδιναβικά ασφαλιστικά ταμεία (που είχαν αγοράσει ελληνικά ομόλογα)• όχι μόνον τα ελληνικά.
Στη γραμμή της συστηματικής διαστρέβλωσης της πραγματικότητας η εξέλιξη του psi δεν αναλύθηκε σαν αυτό που ήταν, αλλά σαν το αντίθετο ακριβώς. Σημαία αυτού του αναποδογυρίσματος ήταν οι ζημιές των ελληνικών ασφαλιστικών ταμείων. Οι ζημιές ήταν υπαρκτές. Αλλά σαν ποσό ήταν πολύ μικρότερες απ’ τις ζημιές που είχαν συσσωρεύσει ήδη απ’ τα διάφορα χρηματοπιστωτικά κόλπα (“δομημένα ομόλογα”), απ’ την κακοδιαχείριση και τις προσοδικά διαμορφωμένες μεγάλες συντάξεις, τις προνομιακές “πρόωρες συνταξιοδοτήσεις”, απ’ την μαζική και χρόνια εισφοροδιαφυγή και εισφοροκλοπή, την μαζική μαύρη εργασία (εκβιαστική επιδότηση των αφεντικών απ’ τους εργάτες, πρώτα τους μετανάστες και ύστερα τους ντόπιους), την συστηματική υπεξαίρεση (σε βάρος των ταμείων) απ’ τις υπερκοστολογήσεις, υπερτιμολογήσεις και υπερσυνταγογραφήσεις του δημόσιου και του ιδιωτικού συστήματος υγείας, και απ’ την επι δεκαετίες κλοπή (ουσιαστικά) των αποθεματικών τους απ’ το ελληνικό κράτος. Σήμερα πια διάφοροι στρέφονται στα ‘90s, για να παραδεχτούν με μισόλογα ότι τα ασφαλιστικά ταμεία έδειχναν τα σοβαρά προβλήματά τους από τότε. Μία, μιάμισυ, δύο δεκαετίες πριν το psi.
Από ταξική, εργατική σκοπιά οι ζημιές του psi ήταν σημαντικές λόγω timing. Ήταν το “καπάκι” μιας επί πολλές δεκαετίες αλυσιδωτής λεηλασίας των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων. Αλλά επίσης, από ταξική, εργατική σκοπιά είναι εθελοδουλεία να κοιτάει κανείς τον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας, επειδή απλά είναι ο πιο πρόσφατος.
Με την εξαίρεση ορισμένων μελετών του “ινστιτούτου εργασίας” της γσεε (που έμειναν στα ράφια) ποτέ η συνδικαλιστική μαφία δεν θεώρησε ότι η αναδιάρθρωση του ασφαλιστικού συστήματος είναι συμφέρον και καθήκον της σύγχρονης εργατικής τάξης. Το αντίθετο! Γιατί η συνδικαλιστική γραφειοκρατία και οι λακέδες της έχουν τα δικά τους συμφέροντα... Στο τέλος (δηλαδή απ’ το 2010 και μετά) ήρθε η τεχνοκρατία του ευρωπαϊκού και του διεθνούς κεφάλαιου να αναλάβει και αυτό το ζήτημα. Δεν είναι παράξενο: στην Ιστορία δεν υπάρχουν κενά...
]
Ήταν μπροστά σ’ αυτόν τον κίνδυνο που τα κράτη / μέλη της ευρωζώνης ανέτρεψαν έναν απ’ τους θεμελειώδεις κανόνες της συνθήκης του Μάαστριχτ, κατάργησαν δηλαδή την απαγόρευση διακρατικού δανεισμού μέσα στην ευρωζώνη.[2Ο πρώην πρωθ. Παπαντρέου ο Γ έχει δηλώσει πολλές φορές “υπερήφανος” που τα κράτη της ευρωζώνης έφτιαξαν, εξαιτίας του ελληνικού προβλήματος, έναν πολιτικό μηχανισμό “διάσωσης”, ο οποίος όχι απλά δεν υπήρχε νωρίτερα αλλά απαγορευόταν ρητά να υπάρξει. Έχει δίκιο... Είναι, όμως, το δίκιο εκείνου που θα περηφανευόταν ότι έγινε η αιτία να εξελιχθεί η ιατρική και η χειρουργική επειδή αυτός κοπανούσε επί χρόνια το κεφάλι του στον τοίχο...]
Όμως η έξοδος ενός κράτους (ή και περισσότερων) απ’ τον δανεισμό - με - όρους - αγορών, και η δημιουργία μηχανισμών πολιτικού (δηλαδή: διακρατικού) δανεισμού του(ς) ήταν (και παραμένει) μια ενέργεια αντι-νεοφιλελεύθερη! Και είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι όλοι οι (ντόπιοι) ορκισμένοι εχθροί του νεοφιλελευθερισμού δεν το “πρόσεξαν”... Είναι σίγουρο: για τη νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία “όποιος δεν μπορεί στην αγορά πεθαίνει”! Δεν επιτρέπεται κάτι άλλο. [3Εννοείται πως αν υπάρχει έκτακτη ανάγκη γίνονται εξαιρέσεις. Έτσι σώθηκαν οι μεγάλες αμερικανικές τράπεζες απ’ το αμερικανικό κράτος. Κανονικά, το νεοφιλελεύθερο manual, λέει ότι έπρεπε να καταστραφούν...] Φυσικά, η λύση του πολιτικού (διακρατικού) δανεισμού καθόλου δεν σήμαινε “στροφή” στις οικονομικές πολιτικές των ευρωπαϊκών καπιταλιστικών κρατών, ειδικά σε ότι αφορά την υποτίμηση της εργασίας! Ωστόσο είναι καθήκον όποιου είναι εχθρός του κράτους και του κεφάλαιου να παρατηρεί σωστά και να ερμηνεύει ανάλογα τις επιλογές των αφεντικών· αντί να προσπαθεί να βγάλει την όποια πολιτικο-ιδεολογική “υπεραξία” σπεκουλάρωντας, με την σειρά του, και διαχέοντας την σύγχυση.

Σε κάθε περίπτωση ο πολιτικός δανεισμός δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς παρά μόνο με όρους. Τι όρους; Όρους σχετικούς με την “επιδιόρθωση” εκείνων των “ατελειών” στις κρατικές και καπιταλιστικές λειτουργίες (των υποψήφιων για διάσωση) που θα μπορούσαν να γίνουν πατήματα για σπέκουλα εκ μέρους των τζογαδόρων του διεθνούς χρηματοπιστωτισμού. Αυτό ήταν (και είναι) τα περιβόητα “μνημόνια”: η χρονικά προσδιορισμένη δέσμευση των αφεντικών που θα επωφελούνταν απ’ τον πολιτικό δανεισμό, ότι θα διορθώσουν εκείνα τα “κουσούρια” τους που μπορούν να αξιοποιηθούν “κερδοσκοπικά”. Έτσι ώστε να επιστρέψουν “ισχυρότερα” στις διεθνείς χρηματαγορές· να μπορούν, ξανά, να δανείζονται απο εκεί, με λογικά επιτόκια.
Προφανώς τα “κουσούρια” δεν ήταν παντού τα ίδια. Άλλα του Δουβλίνου, άλλα της Λισσαβώνας, άλλα της Λευκωσίας, άλλα της Αθήνας. Υπήρχε σχεδόν παντού το “κοινό” ζητούμενο (“προσαρμογή”...) της “εσωτερικής υποτίμησης” - δηλαδή της υποτίμησης της εργασίας. Υπήρχαν και πολλές “ιδιαιτερότητες”. Οι ευρωτεχνοκράτες, μαζί με τους πολύ πιο έμπειρους σε τέτοια ζητήματα τεχνοκράτες του δντ, θα έβρισκαν τα ιδιαίτερα “κουσούρια” του κάθε κράτους, φτιάχνοντας την λίστα, την ακολουθία και τα χρονοδιαγράμματα των “αλλαγών”.

Εκ του αποτελέσματος προκύπτει ότι απ’ τα 4 κράτη / μέλη της ευρωζώνης που μπήκαν στον “μηχανισμό στήριξης”, τα 3 “έκαναν το μάθημά τους” (για να το πούμε χυδαία) και επέστρεψαν στις “αγορές”. Το ένα, το γνωστό, που ήταν και το πρώτο στη σειρά, όχι. Οι πολιτικές του βιτρίνες (δηλαδή το κόμμα των αφεντικών του με διαφορετικούς κάθε φορά εκπροσώπους) υπογράφουν διαρκώς καινούργιες συμφωνίες για τους όρους του πολιτικού δανεισμού, ο οποίος συνεχίζεται - καινούργια “μνημόνια” δηλαδή. Καινούργιες συμφωνίες που πρακτικά μεταφέρουν η μία στην άλλη τις ίδιες και τις ίδιες “εκκρεμότητες”, σε ένα χειρότερο κάθε φορά οικονομικό περιβάλλον. Πρόκειται, μήπως, για ένα κράτος του οποίου τα αφεντικά είναι σκληρά “αντικαπιταλιστικά” και απο εκεί προκύπτει αυτή η διαρκής “απειθαρχία στις επιταγές των μνημονίων” (που ουσιαστικά είναι ένα - το νο 2 - απ’ τις αρχές του 2012 και μετά); Ή συμβαίνει το ανάποδο;

Έχουμε γράψει πολλές φορές για τα δομικά χαρακτηριστικά του ελληνικού κράτους / κεφάλαιου, και για την κεντρική θέση που έχει στις λειτουργίες και των δύο ο πολιτικός προσοδισμός. Δεν θα επαναλάβουμε παρά μόνο τα αναγκαία.  Έχει σημασία ωστόσο να τονίσουμε πως οι όροι του πολιτικού δανεισμού (σίγουρα στην ελληνική περίπτωση και, το πιθανότερο σε όλες) είχαν δύο σκέλη. Ένα καθαρά νεοφιλελεύθερο, και ένα δεύτερο “διαρθρωτικό”, του οποίου τα χαρακτηριστικά σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να ήταν νεοφιλελεύθερα, σε άλλες όμως ήταν ορθολογικά - πάντα απ’ την άποψη της ομαλής και ισορροπημένης καπιταλιστικής λειτουργίας. Τι σημαίνει “ορθολογικά”; Σημαίνει ότι για ιστορικούς λόγους και εξαιτίας της ιδιαίτερης ταξικής συγκρότησης των “εθνικών” κοινωνιών, πολλά κράτη έχουν διατηρήσει καθόλου δευτερεύουσες “οάσεις” της μοντέρνας φάσης της συσσώρευσης· που έχει ξεπεραστεί.
Πρέπει να τονίσουμε κι αυτό: το είδος του νεοφιλελευθερισμού που γενικά κυριαρχεί στην ευρώπη δεν είναι ο “αναρχοφιλελευθερισμός” των ηπα (που κι αυτός έχει μετριαστεί εξαιτίας της κρίσης και της διαχείρισής της) αλλά ο ορντοφιλελευθερισμός. Ο οποίος προβλέπει συγκεκριμένες (κεντρικές) λειτουργίες για το κράτος, την “κοινωνική πρόνοια”, την φορολογία, τη νομοθεσία, κλπ. [4Για περισσότερα στο εξαιρετικά χρήσιμο Η γέννηση της βιοπολιτικής, Michel Foucault.]

Απ’ όλες τις οδηγίες του “μνημονίου” οι μόνες που εφαρμόστηκαν (και με το παραπάνω) στην ελλάδα ήταν αυτές που είχαν σχέση με την υποτίμηση, άμεση και έμμεση, του μεγαλύτερου μέρους της εργασίας. Δεν εφαρμόστηκαν, όμως, άλλα ορντοφιλελεύθερα μέτρα που έχουν σχέση με το “κόστος αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης”: για παράδειγμα τα καρτέλ σε διάφορα εμπορεύματα και υπηρεσίες καθημερινής χρήσης δεν διαλύθηκαν, όπως προέβλεπαν αυτές οι οδηγίες / όροι. [5Ενδεικτικά να αναφέρουμε τις τιμές των ταξί, των κτελ, των θαλάσσιων και αεροπορικών συγκοινωνιών. Οι πάντες ξέρουν ότι είναι φτηνότερο να “πετάξει” κανείς απ’ την Αθήνα στο Λονδίνο παρά στα Γιάννενα ή στη Μυτιλήνη. Οι ελληνικές αεροπορικές και ακτοπλοϊκές εταιρείες είναι κανονικό καρτέλ, που ορίζουν τις τιμές των εισιτηρίων κατ’ ουσία μονοπωλιακά. Το ίδιο συμβαίνει με τις υπεραστικές χερσαίες συγκοινωνίες (κτελ).] Με αποτέλεσμα οι μεν μισθοί και τα μεροκάματα σε πολύ μεγάλο μέρος της “αγοράς εργασίας” να έχουν κυριολεκτικά τσακιστεί, αλλά οι τιμές βασικών ειδών να ανεβαίνουν· (κάτι που για τους συνεπείς φιλελεύθερους είναι ανάθεμα). Όσο για τις περιβόητες “διαρθωτικές μεταρρυθμίσεις”; Αυτές παραμένουν “εκκρεμότητες” και σέρνονται, σαν ανεκπλήρωτες ελληνικές “δεσμεύσεις”, από “μνημόνιο” σε “μνημόνιο”.
Υποθέτουμε πως έχει γίνει κατ’ αρχήν κατανόητο ότι η ιδιαιτερότητα της “μικρής ασθενούς” δεν είναι ο ... αντικαπιταλισμός της! Αλλά το γεγονός ότι υπάρχουν πολύ ισχυρά συμφέροντα, σε διάφορες θέσεις στην ιεραρχία / διαστρωμάτωση του ελληνικού κράτους / κεφάλαιου / προσοδισμού, που αρνούνται (με επιτυχία πρέπει να πούμε...) να “παραδοθούν” στον (καπιταλιστικό) εξορθολογισμό - κάτι που θα έπρεπε να έχει γίνει εδώ και δεκαετίες. Δεν είναι μόνο η εκκλησία σαν οικονομικός και ιδεολογικός παράγοντας και η ασυλία / σύνδεσή της με το κράτος - είναι και αυτή. Δεν είναι μόνο οι εφοπλιστές - είναι και αυτοί. Είναι και οι ιδιοκτήτες των ταξί, οι ιδιοκτήτες των κτελ, οι ιδιοκτήτες μεγάλης ακίνητης περιουσίας, συγκεκριμένες κατηγορίες δημόσιων υπαλλήλων, οι εργολάβοι (“εθνικοί” και μη)... η “ανώτερη” και η “μεσαία τάξη” αλλά και οι μικροαστοί σύμμαχοί τους....
Αυτό το βιολί συνεχίζεται εδώ και 6 χρόνια. Συνεχίζεται επειδή δεν έχει αξιόλογο εσωτερικό αντίπαλο. Και επειδή οι καταραμένοι δανειστές έχουν καταλάβει πλέον (και το λένε καθαρά) ότι το ελληνικό κράτος / κεφάλαιο ΔΕΝ πρόκειται να μεταρρυθμιστεί. Ενδιαφέρονται, πια, μόνο για να εξασφαλίσουν την αποπληρωμή των δανείων. Κι ας είναι με την πλέον παράλογη (ακόμα και για νεοφιλελεύθερους) μέθοδο: την διαρκή αύξηση της φορολογίας... Εν τω μεταξύ, αφού δεν εκπληρώνει τις προϋποθέσεις να βγει απ’ το στόχαστρο του διεθνούς χρηματοπιστωτικού τζογαρίσματος, το ελληνικό κράτος πρέπει να διατηρείται στη φορμόλη (του πολιτικού δανεισμού).

EZLN

Η γαλλική επανάσταση (όχι ακριβώς!..)

ρεφορμισμός

Ρεφορμισμός ιστορικά σημαίνει αριστερές (“φιλολαϊκές”) μεταρρυθμίσεις ΜΕΣΑ στο καπιταλιστικό σύστημα. Ο ρεφορμισμός αναπτύχθηκε στην ευρώπη ήδη απ’ την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα, σαν “συμβιβασμός” του κεφάλαιου και των αφεντικών απέναντι στην προοπτική εργατικής επανάστασης και κατάληψης της εξουσίας. Τα ιστορικά δεδομένα είναι γνωστά, και δεν χρειάζεται να τα αναφέρουμε εδώ.
Χωρίς χειροπιαστή, μαζική και οργανωμένη απειλή εργατικής επανάστασης ο ρεφορισμός έγινε μια άχρηστη πολυτέλεια για τα αφεντικά. Ο Νέγκρι (σε μια ενδιάμεση φάση της εξέλιξής του από διανοούμενο του κινήματος σε νερόβραστο σοφό) σ’ ένα βιβλίο που δεν έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά, διατύπωσε την θέση ότι προς τα τέλη της δεκαετίας του 1980 ο ρεφορμισμός τελείωσε. Σίγουρα στον “πρώτο κόσμο”. Σωστή θέση, εφόσον είχε γίνει ήδη ξεκάθαρο ότι οι επαναστατικές απειλές των αρχών των ‘70s είχαν τελειώσει νωρίτερα.
Πρακτικά οι μεταρρυθμίσεις (σαν λέξη και σαν πρακτική) μπήκαν στο μενού του νεοφιλελευθερισμού, του σοσιαλφιλελευθερισμού, κι όλων εκείνων των menu των αφεντικών που ονομάστηκαν “τρίτος δρόμος”: το βασικό τους περιεχόμενο ήταν η υποτίμηση μεγάλων περιοχών της εργασίας, μέσα απ’ την συστηματική αποκαθήλωση των “δεδομένων” του “κράτους πρόνοιας”. Ωστόσο αυτή η αποκαθήλωση αφορούσε δεξιές μεταρρυθμίσεις σε κράτη / κεφάλαια οργανωμένα ορθολογικά (όσο μπορεί να το πει αυτό κανείς) και λειτουργικά.

Δεν ίσχυε το ίδιο περί τέλους του ρεφορμισμού για άλλες περιοχές του πλανήτη όπου τα κράτη / κεφάλαια είχαν αναπτυχθεί ιστορικά με μορφές ισχυρού πολιτικού προσοδισμού - και μαφιόζικης συσσώρευσης. Τέτοιες περιπτώσεις είναι πολλά κράτη της λατινικής αμερικής. Ξεκινώντας απ’ τους Ζαπατίστας και τον δικό τους ριζοσπαστικό ρεφορμισμό (δηλαδή: αγώνας για μεταρρυθμίσεις με χρήση “εκτός νόμου” μέσων) και κατεβαίνοντας νοτιότερα, οι πληβειακές τάξεις (εργάτες, αγροτοεργάτες, άκληροι, φτωχοί μικροαστοί, αποκλεισμένες φυλετικές ή κοινωνικές μειονότητες) έφεραν στην ημερήσια διάταξη τον αριστερό ρεφορμισμό (δηλαδή: αγώνες για μεταρρυθμίσεις με χρήση νόμιμων μέσων) εναντίον των παραδοσιακών προσοδικών ελίτ και των συμμάχων τους. Το ίδιο συνέβη αργότερα σε μεγάλο μέρος του “αραβικού κόσμου”, με τις εξεγέρσεις που ονομάστηκαν “αραβική άνοιξη” - αν και εδώ, για λόγους που μπορούν να εξηγηθούν (αλλά όχι εδώ), το κοινωνικό περιεχόμενο του ρεφορμισμού δεν ήταν καθαρόαιμα “αριστερό” αλλά ένα μίγμα αντιαποικιοκρατίας, πολιτικού φιλελευθερισμού, και ισλαμοδημοκρατίας.
Είτε έτσι είτε αλλιώς αυτός ο ρεφορμισμός ήταν μορφή (και) της ταξικής πάλης ΧΩΡΙΣ την απειλή εργατικής (κομμουνιστικής) επανάστασης. Πως μπορεί να εξηγηθεί αυτή η “ιδιαιτερότητα”, το γεγονός δηλαδή ότι οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις έγιναν απ’ τα ‘90s και μετά το τελικό ζητούμενο και όχι ένα ενδιάμεσο στάδιο; Κατά την γνώμη μας απ’ την πολιτική χρεωκοπία και τον ταξικό σεχταρισμό των προσοδικών καπιταλισμών / κρατών που αναδείχθηκαν στον 20ο αιώνα, κυρίως μέσα από την αξιοποίηση γεωπολιτικών προσόδων. Πρόκειται για κράτη των οποίων οι οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές ελίτ δεν σκόπευαν “να μοιραστούν” τίποτα περισσότερο απ’ τα ψίχουλα που έδιναν επί δεκαετίες· βασισμένες στις καλές συνήθειες των διεθνών συμμαχιών τους. Αυτό, ενόσω τμήματα των μεσαίων τάξεων και μεγάλο μέρος των πληβείων διάβασαν σωστά (έστω: ενστικτώδικα) το τέλος των δεσμών του ψυχροπολεμικού διπολισμού, έτσι ώστε να νοιώσουν τα περιθώρια να απαιτήσουν, τουλάχιστον, κάποιο είδος κοινωνικής δικαιοσύνης· και πάντως όχι την οριστική καταστροφή του καπιταλισμού και του κράτους.
Εκτός απ’ την περίπτωση των Ζαπατίστας [6Οι Ζαπατίστας είναι ιδιαίτερη και εξαιρετικά σημαντική περίπτωση• αλλά επίσης εξαίρεση. Προσπάθησαν και κατάφεραν να μετατρέψουν την πολιτιστική αυτονομία των ιθαγενών της Τσιάπας σε βασικο στοιχείο της πολιτικής αυτονομίας τους.] και, ως ένα βαθμό, της Χεζμπ’ αλλάχ [7Μάλλον θα σοκάρει η εγγύτητα με την οποία παραθέτουμε ένα κίνημα / οργάνωση “ισλαμιστικό” στους Ζαπατίστας. Έχουμε γράψει όμως για ορισμένες, βασικές, πολιτικές ομοιότητες μεταξύ των δύο (όπως, για παράδειγμα, η απόσταση απ’ την “κατάληψη της κεντρικής εξουσίας”), στο παρελθόν• και δεν είναι εδώ το μέρος να τα επαναλάβουμε.] στο λίβανο, ο ρεφορμισμός για τον οποίο μιλάμε επιδίωκε την κατάληψη της κυβέρνησης μέσω εκλογών· πράγμα που έγινε σε μια σειρά κρατών. Άμεσα, σαν κυβερνήσεις, λειτούργησε αποτελεσματικά, κυρίως στη σφαίρα της διανομής και, ως ένα βαθμό, και στη σφαίρα της παραγωγής (των σχέσεων εργασίας δηλαδή). Λειτούργησε, επιπλέον, στην εν μέρει (τουλάχιστον) αποδόμηση των παλιών κρατικο/κυβερνητικών (προσοδικών) δικτύων. Αλλά μεσομακροπρόθεσμα δεν φαίνεται ανθεκτικός. Όχι λόγω έλλειψης ταξικής έδρασης. Αλλά επειδή το “παλιό” δεν πέθανε, εδώ κι εκεί κατάφερε να ανασυνταχτεί· ακόμα και να επιβεβαιώσει την “ηθική” των πολιτικών προσόδων μέσα στα καινούργια καθεστώτα (π.χ. βραζιλία). Επιπλέον, η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση / αναδιάρθρωση προχωράει γρηγορότερα απ’ τους ρεφορμιστικούς κοινωνικούς μετασχηματισμούς. Η βενεζουέλα είναι μια τέτοια περίπτωση.

Δεν θα κάνουμε μια πλήρη αποτίμηση. Θα ήταν επιπόλαιο απ’ την μεριά μας, και δεν είναι καν στους στόχους αυτής εδώ της αναφοράς. Ωστόσο αυτό το τονίζουμε: η εναντίωση στις δομές και στις λειτουργίες της μορφής προσοδικό κράτος / κεφάλαιο μπήκε στην ημερήσια διάταξη, διεθνώς, απ’ την δεκαετία του ‘90 και μετά· κι αυτό έγινε με έναν (διευρυμένα) ταξικό τρόπο. Σχεδόν σ’ όλες τις περιπτώσεις η κινητήρια δύναμη του ρεφορμισμού ήταν οι πληβείοι (προλετάριοι λέμε εμείς)· και πάνω στις δικές τους μαχητικές, ανταγωνιστικές δράσεις και πρωτοβουλίες διαμορφώθηκαν, όπως και όσο διαμορφώθηκαν, οι όποιες διαταξικές συμμαχίες. Η πολιτική ηγεμονία των πληβείων, των εργατών και εργατριών, πάνω στους συμμάχους τους ήταν ευθέως ανάλογη της ιδεολογικής και οργανωτικής τους αυτονομίας.

Το ελληνικό κράτος / κεφάλαιο δεν είναι ούτε “λατινοαμερικάνικο” ούτε “αραβικό”. Ανήκει (ανήκε πιο σωστά...) στην ισχυρότερη πολιτικά και οικονομικά διακρατική συμμαχία του πλανήτη: την ε.ε. και την ευρωζώνη. Οι προσοδικές δομές του ωστόσο, η “κοινωνική εμβέλειά” τους, ακόμα και η (ιστορική) γενεαλογία τους δεν είναι πρωτότυπες. Το σημαντικότερο απ’ όλα: αυτές οι προσοδικές δομές / λειτουργίες έχουν βαριές συνέπειες πάνω στην πολυεθνική εργατική τάξη, στην ελλάδα. Πράγμα που είναι εντελώς ξεκάθαρο απ’ τις αρχές της δεκατίας του ‘90 - αν όχι νωρίτερα.
Τα “φακελάκια” και τα “λαδώματα” κοστίζουν... Η υπόγεια (επί δεκαετίες) πραγματική ιδιωτικοποίηση του συστήματος υγείας και του συστήματος εκπαίδευσης κοστίζουν... Η διοικητική γραφειοκρατία κοστίζει... Η υψηλή έμμεση φορολογία (η πιο αντι-εργατική μορφή φορολόγησης) κοστίζει... Τα μόνιμα απλήρωτα πρόστιμα σε βάρος των αφεντικών για την μαύρη δουλειά κοστίζουν... Το οργανωμένο έγκλημα (ακόμα περισσότερα στην σύμφυσή του με το κράτος) κοστίζει... Κι αυτοί / αυτές που τα πληρώνουν όλα αυτά είναι ταξικά προσδιορισμένοι: οι περισσότεροι / περισσότερες βρίσκονται στη βάση της κοινωνικής ιεραρχίας. Στον πάτο.
Όλα αυτά πληρώνονται (από εμάς, σαν τάξη) με ένα πρόστυχο αντάλλαγμα: ότι μπορεί ο καθένας μας να βρει κάποια “άκρη”, να πετύχει μια κάποια (συνήθως ασήμαντη) πολιτική πρόσοδο... Μια σβησμένη κλήση... Μια παράκμαψη της σειράς... Μια ασήμαντη εκδούλευση απ’ την διοίκηση... Ένα βόλεμα για κάποιο μέλος της οικογένειας... Ένα πολλά υποσχόμενο διδακτορικό... Πέρα και πάνω απ’ το στενά οικονομικό, χρηματικό κόστος που έχει για την τάξη μας το ελληνικό κρατικό / καπιταλιστικό μοντέλο, υπάρχει ένα ακόμα, ηθικό, διανοητικό, συναισθηματικό, που είναι ίσως το χειρότερο απ’ όλα: η συνειδησιακή διαφθορά μας απ’ τον προσοδισμό. Η πεποίθηση ότι “έτσι είναι” και έτσι πρέπει να είναι τα πράγματα. Η τάξη μας έφτασε να “ανέχεται τα ψίχουλα” που τις πετούν οι κυρίαρχες τάξεις και οι λακέδες της. Έμαθε να λέει “πάλι καλά που...”

Σαν αυτόνομοι εργάτες έχουμε αναλύσει τα βασικά χαρακτηριστικά της (παγκόσμιας) καπιταλιστικής κρίσης / αναδιάρθρωσης πολύ πριν ξεσπάσει η πιο πρόσφατη πύκνωσή της... Έχουμε αναλύσει επίσης τα βασικά χαρακτηριστικά του ελληνικού συμπλέγματος κράτους / παρακράτους / οργανωμένου εγκλήματος, όταν κάτι τέτοιο ήταν εντελώς “ντεμοντέ”... Και έχουμε καταθέσει δημόσια τα συμπεράσματα αυτής της κριτικής, κάνοντας το καθήκον μας μέσα και απέναντι στην τάξη μας, με κάθε διαθέσιμο μέσο.
Απ’ τα τέλη του 2009 / αρχές του 2010 θέσαμε στους εαυτούς μας το ερώτημα των καθηκόντων μας σε συνθήκες “κρίσης”. Χρειάστηκαν επίμονες εσωτερικές συζητήσεις για να αποσαφηνίσουμε αυτό: θα ήταν σωστό (πριν απ’ όλα από ηθική) άποψη εμείς, σαν αυτόνομοι εργάτες, κληρονόμοι της σπουδαίας πείρας και αναλυτικής ικανότητας της εργατικής αυτονομίας διεθνώς, να εμπλακούμε σε ρεφορμιστικούς προσανατολισμούς που, ιστορικά, ανήκαν σε άλλες, αντίπαλες μας πολιτικές τάσεις; Θα ήταν σωστό, σαν αυτόνομοι εργάτες, να γίνουμε συνειδητά και με επιλογή ρεφορμιστές;
Η απάντηση που δώσαμε (κι έτσι ξεκινήσαμε το σχέδιο 30/900) ήταν αυτή: θα ήταν δειλία εκ μέρους μας, σαν εργάτες, στην ιστορική στιγμή που (προ)βλέπαμε την ακόμα πιο βίαιη υλική, ηθική, συναισθηματική και διανοητική υποτίμηση της τάξης μας, στην ιστορική στιγμή που (προ)βλέπαμε την ακόμα μεγαλύτερη σκλήρυνση του προσοδισμού, να διαλέξουμε την (όποια) “επαναστατική καθαρότητα” - έτσι, για την μόστρα και την καύλα της. Οπωσδήποτε αυτό είναι εύκολο για όσους κάνουν εμπόριο ιδεολογίας. Όχι για εμάς. Κρίναμε ότι το εργατικό, ταξικό καθήκον μας, μέσα στο εύρος των γενικών εργατικών συμφερόντων, διαμορφωνόταν πια έτσι: ανταγωνιστικό - ρεφορμιστικό. Ριζοσπαστικα μεταρρυθμιστικό δηλαδή, προς όφελος της τάξης μας, “μέσα στον καπιταλισμό”. Κρίναμε, επιπλέον, ότι θα έπρεπε να κάνουμε το καλύτερο δυνατό υπέρ των γενικών, καθολικών συμφερόντων της τάξης μας· και να μην εμπλακούμε στην υπεράσπιση ειδικών “κλαδικών” προνομίων ή, ακόμα, στη διάσωση ατομικών περιπτώσεων - ακόμα και των δικών μας. Όχι μόνο επειδή, σαν αισχρή μειοψηφία, είχαμε και έχουμε όρια στις δυνατότητές μας. Αλλά, κυρίως, επειδή μέσα στην κρίση και μέσα στην α λα ελληνικά διαχείρισή της, θα έπρεπε να συμβάλουμε στη διαμόρφωση ενός γενικού, εργατικού, “αντιπαραδείγματος”. Τα όσα έχετε διαβάσει (ίσως...) για το πλάνο 30/900 υπηρετούσαν, ακριβώς, αυτήν την επιλογή: τα γενικά εργατικά συμφέροντα εναντίον των γενικών συμφερόντων των ντόπιων αφεντικών. [8Κάποιοι, επιπόλαια, είχαν σχολιάσει τότε, το 2011 και το 2012, ότι η αύξηση του βασικού μισθού και η μείωση των ωρών εργασίας “βολεύει” επίσης τα αφεντικά... Δεν έκαναν, φυσικά, τον κόπο να απαντήσουν στο γιατί, αν είναι έτσι, δεν το έκαναν “μόνα τους”, τουλάχιστον απ’ την δεκαετία του ‘90 και μετά. Σε τελευταία ανάλυση, όταν κανείς ζει και δουλεύει σε καπιταλισμό έντασης και υποτίμησης της εργασίας (τέτοιος είναι σίγουρα ο ελληνικός) μαζί με την απαίτηση της αύξησης του βασικού μισθού και της μείωσης του χρόνου εργασίας έχει σημασία και το ποιος, πως και γιατί έχει τέτοια απαίτηση...]

χορτάσατε “ανατροπή”;

Η ρεφορμιστική μετριοφροσύνη μας δεν πέρασε, αυτό είναι γνωστό. Υπήρξαν (όπως, άλλωστε, το περιμέναμε) κάμποσοι πονηροί που μας κούνησαν το δάκτυλο: αφού δεν είχαμε σαν “πλαίσιο” (;;;;;) την “έξοδο απ’ το ευρώ” και σαν τελικό στόχο την “σοσιαλιστική επανάσταση” είμασταν ... για τα μπάζα.
Ευτυχώς που δεν εμποδίσαμε το “ανατρεπτικό προτσές”! Ευτυχώς που ο παράδεισος είναι στην επόμενη γωνία!
Η ανάλυσή μας έδειχνε και δείχνει ωστόσο εντελώς διαφορετικά δεδομένα. Για παράδειγμα όταν μια τάξη σαν την δική μας, την εργατική, αρνείται την αυτοτελή ύπαρξη των συμφερόντων της κόντρα σε κάθε “μεγέθους” αφεντικό, όχι “επανάσταση” δεν μπορεί να κάνει, αλλά ούτε ένα ίσιο ράφι στον τοίχο δεν μπορεί να βάλει. Πόσο εύκολο είναι το να αγορεύεις το βράδυ περί “επανάστασης” και το άλλο πρωΐ να πηγαίνεις σε μια κωλοδουλειά απ’ όπου θα πληρωθείς, αν πληρωθείς, 600 ευρώ, 500 ευρώ, 300 ευρώ, 250 ευρώ, για full time ωράριο και κάθε απαίτηση του αφεντικού; Προφανώς η επίμονη ρητορική της “επανάστασης” και της “ανατροπής” προέρχεται από συνομαδώσεις ανθρώπων που είτε βρίσκονται σε άλλη κοινωνική θέση, είτε πάσχουν από κάποια μορφή σχιζοφρένειας.

Τα εξίσου σημαντικά πονάνε, όμως, ακόμα περισσότερο. Κατά την δική μας ταπεινή έως “προδοτική” άποψη από το 2010 εκείνα τα μέλη της τάξης μας που είχαν αυθεντικά ριζοσπαστική διάθεση, είχαν μπροστά τους ένα κολοσσιαίο έργο: να ξεπεράσουν μια μεγάλη ήττα / αφομοίωση 30ετίας. Αυτό δεν γίνεται ούτε μπορεί να γίνει “φιλοσοφικά”. Η ίδια η κρίση και η διαχείρισή της, όχι μόνο α λα ελληνικά αλλά παγκόσμια, άνοιγε μπροστά στα μάτια μας τα “σωθικά” της καπιταλιστικής και της κρατικής λειτουργίας.
Είχαμε το θράσος να προτείνουμε, τότε, στις πολύ αρχές του 2011, πως αντί να κυνηγάμε και να μαζεύουμε τα κομμάτια μας απ’ τα ερείπια των βομβαρδισμών της “διαχείρισης της κρίσης” θα έπρεπε να ασχοληθούμε συστηματικά με 4 τουλάχιστον “κεντρικά” ζητήματα των εργατικών συμφερόντων.
- Πρώτον, την μείωση του εργάσιμου χρόνου με παράλληλη σημαντική αύξηση του βασικού μισθού - αυτό που ξεκινήσαμε σαν “πλάνο 30/900”.
- Δεύτερον, την ριζική μεταρρύθμιση του δημόσιου συστήματος υγείας - κόντρα... κόντρα σχεδόν στα πάντα και στους πάντες. Μεταξύ άλλων και εναντίον της μικροαστικής “αρρωστοφιλίας”...
- Τρίτον, την ριζική μεταρρύθμιση του δημόσιου συστήματος εκπαίδευσης - κόντρα... κόντρα σχεδόν στα πάντα και στους πάντες. Μεταξύ άλλων και εναντίον της μικροαστικής / μεσοαστικής (πραγματικής) ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης: των φροντιστηρίων.
- Και τέταρτον, την ριζική μεταρρύθμιση του περιβόητου “ασφαλιστικού συστήματος” - μέσα απ’ τον προσανατολισμό της μείωσης του γενικού χρόνου εργασίας. Όλα αυτά ύστερα από σκληρή αλλά και ρεαλιστική ανάλυση, πάντα και αποκλειστικά απ’ την δική μας, την εργατική σκοπιά.
Είναι προφανές (είναι;) ότι αυτά τα 4 επιμέρους ζητήματα των γενικών εργατικών συμφερόντων ούτε “προεκλογικό πρόγραμμα” οποιουδήποτε “ελευθερωτή” θα μπορούσαν να είναι, ούτε κατάφαση προς οποιαδήποτε κυβέρνηση, “διαπραγμάτευση με την τρόικα”, “έξοδο απ’ το ευρώ” κλπ. Μόνο σε εργατικά αυτόνομη και ανταγωνιστική βάση θα είχαν νόημα και προοπτική. Αλλά είναι εξίσου προφανές ότι αυτά τα 4 στρατηγικά ζητήματα δεν συνεπάγονται .... “επανάσταση”· όχι με την ιστορική έννοια της πλήρους ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος.
Μ’ άλλα λόγια είχαμε το θράσος να φανταστούμε ότι κάποιο μειοψηφικό τμήμα της τάξης θα ήταν σε θέση, με κόπο, επιμονή και δικά του μέσα, να δημιουργήσει ένα ριζοσπαστικό, ανταγωνιστικό, μεταρρυθμιστικό αντι-σχέδιο μέσα στην κρίση. Μια στέρεη ριζοσπαστική βάση ανασύνθεσης και ανασυγκρότησης της τάξης μας. Για να βγει στο πεζοδρόμιο για έναν πόλεμο μακράς διάρκειας.

Καλών προθέσεων - αλλά αφελείς θα πει κάποιος. Εκ τους αποτελέσματος φαίνεται να προκύπτει το δεύτερο. Ποιοί, όμως, είναι πραγματικά αφελείς; Αυτοί που ελπίζουν ότι με την ψήφο τους “θα γίνει κάτι” υπέρ τους; Ή, μήπως, αυτοί που ονειρεύονται να κάτσουν στα βουλευτικά έδρανα (με τους ανάλογους μισθούς) και επενδύουν αυτόν τον στόχο τους με λόγια παχιά και θεωρίες; Όχι, αυτοί δεν είναι αφελείς. Είναι πονηροί.  
Όχι, λοιπόν, συλλογικά επεξεργασμένο εργατικό αντισχέδιο· αλλά το αντίθετο: μοιρολατρεία και εθνικισμός. Διαπιστώσαμε “εν κινήσει” τις αιτίες. Δεν είναι η “ωρίμανση της επανάστασης” που ξεπερνάει τον ριζοσπαστικό ρεφορμισμό σε πρωτοκοσμικές κοινωνίες σαν την ελληνική (και όχι μόνο) κάνοντάς μας “για τα μπάζα”. Συμβαίνει το αντίθετο. Είναι ο γενικευμένος μικροαστισμός που αποκλείει οποιαδήποτε σύγκρουση (με τα αφεντικά) με βάθος, διάρκεια, και (αβέβαιη) κατάληξη... και οι σοβαρές, μαχητικές μεταρρυθμιστικές απαιτήσεις, απ’ την τάξη μας και για τα συμφέροντά της, θα είχαν πολύ απ’ αυτό. Σύγκρουση! Επιπλέον: τα βασικά μέτωπα της σύγκρουσης θα ήταν εδώ. Ούτε στο Βερολίνο, ούτε στις Βρυξέλες, ούτε στη Ν. Υόρκη. ΕΔΩ!
Οι ιδεολογικές επενδύσεις είναι συχνά ισχυρότερες απ’ την υλικότητα των περιστάσεων. Αυτό το ξέραμε και το ξέρουμε. Το ξέρουν και τ’ αφεντικά. Μπορεί κάποιος εργάτης (πολλές χιλιάδες “κάποιοι”) να είναι σε πολύ κακή οικονομική κατάσταση, και να μην βλέπει καν από που μπορεί να πιαστεί... Εάν, όμως, καταφέρει το σύστημα πλύσης εγκεφάλου να του φυτέψει στο μυαλό την ιδέα ότι “γι’ αυτό φταίει η Μέρκελ” ή ότι “γι’ αυτό φταίει το ευρώ” ή ότι “δεν γίνεται τίποτα - ας ψηφίσουμε λοιπόν μπας και γίνει κάτι”απαλλάσοντάς τον απ’ το καθήκον και την ευθύνη να συγκρουστεί, μαζί με τους όμοιούς του, το γρηγορότερο δυνατόν, εδώ και τώρα, τον έχει δέσει χειροπόδαρα.
Ναι. Αλλά τίποτα δεν είναι δωρεάν. Το σκοινί με το οποίο η τάξη μας δέθηκε και καθηλώθηκε το πλήρωσε και το πληρώνει! Με συνεχόμενα “μνημόνια” και απεριόριστη διανοητική και ηθική καθίζηση.

ζήτω λοιπόν! ζήτω κάθε πιθανός και απίθανος σωτήρας!!!

Σ’ αυτά τα 6 χρόνια διαχείρισης της κρίσης α λα ελληνικά δεν έχασαν όλοι! Κάποιοι, αρκετοί, κέρδισαν και κερδίζουν. Η αντίθεση δεν είναι της βολικής μορφής “1% vs 99%”. Η αντίθεση είναι η ίδια όπως πάντα: κεφάλαιο εναντίον εργασίας.
Εφόσον αυτή, και μόνον αυτή, σε όλες τις πλευρές της, δεν έγινε συνειδητή, απτή, πρακτικά πολεμική και απ’ την δική μας μεριά (αφού απ’ την μεριά των αφεντικών δεν είναι απλά “πολεμική”· είναι ανελέητη) τα υπόλοιπα είναι φτηνή και αποπροσανατολιστική φλυαρία. Όχι 6 κεράκια αλλά 106 μπορούν να σβήσουν, έτσι, οι κερδισμένοι και οι νικητές.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 - Σ’ αυτούς τους σπεκουλαδόρους συγκαταλέγονται, κατ’ αρχήν, και οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες. Όμως ο κύριος όγκος “επιθετικού” χρήματος ερχόταν έξω απ’ την ευρωζώνη. Στη συνέχεια της ευρωπαϊκής διαχείρισης της κρίσης, οι ευρωπαϊκές τράπεζες (γερμανικές και γαλλικές κατά κύριο) αναγκάστηκαν να πειθαρχήσουν στο πολιτικό “δίκτυ προστασίας”, δηλαδή πολιτικού δανεισμού, που δημιουργήθηκε με αφορμή την ελληνική περίπτωση - για να επεκταθεί και στις άλλες τρεις.  Όχι άμεσα αλλά μεσομακροπρόθεσμα ήταν προς το συμφέρον τους, άλλωστε...
Όποιος δεν είναι ηλίθιος εθνικιστής (οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος) “δεξιός” ή “αριστερός” κι όποιος δεν έχει μνήμη χρυσόψαρου οφείλει να θυμάται ότι απ’ την αρχή της ευρωδιαχείρισης της “ελληνικής κρίσης χρέους”, το 2010, η θέση του γερμανικού καθεστώτος ήταν ότι οι δανειστές πρέπει να “πληρώσουν”, να γράψουν ζημιές δηλαδή, γιατί έχουν κι αυτοί ευθύνη για τον υπερδανεισμό αναξιόπιστων πελατών - όπως, π.χ., η Αθήνα. Η άποψη ότι “την κρίση να πληρώσουν και τα αφεντικά του χρηματοπιστωτισμού” δεν έκανε, φυσικά, το γερμανικό καθεστώς πιο συμπαθές στους έλληνες “επαναστάτες” και “ανατροπείς”. Απλά ξεχάστηκε, όπως και οτιδήποτε δεν τους βολεύει.
Η γερμανική θέση έγινε πράξη με το περιβόητο psi, στις αρχές του 2012. Σε εκείνη την χρονική στιγμή όσα χρηματοπιστωτικά μαγαζιά (όχι λίγα) υπολόγιζαν το ενεργητικό τους to the spot έγραψαν όντως σοβαρές ζημιές. Με αντάλλαγμα την αντικατάσταση της μισής περίπου αξίας των “πέτσινων” ελληνικών ομολόγων από εγγυημένα ομόλογα του “μηχανισμού στήριξης”. Χαμένες απ’ αυτήν την άποψη ήταν και οι γερμανικές, και οι αγγλικές τράπεζες· όχι μόνον οι ελληνικές. Χαμένα ήταν και τα σκανδιναβικά ασφαλιστικά ταμεία (που είχαν αγοράσει ελληνικά ομόλογα)· όχι μόνον τα ελληνικά.
Στη γραμμή της συστηματικής διαστρέβλωσης της πραγματικότητας η εξέλιξη του psi δεν αναλύθηκε σαν αυτό που ήταν, αλλά σαν το αντίθετο ακριβώς. Σημαία αυτού του αναποδογυρίσματος ήταν οι ζημιές των ελληνικών ασφαλιστικών ταμείων. Οι ζημιές ήταν υπαρκτές. Αλλά σαν ποσό ήταν πολύ μικρότερες απ’ τις ζημιές που είχαν συσσωρεύσει ήδη απ’ τα διάφορα χρηματοπιστωτικά κόλπα (“δομημένα ομόλογα”), απ’ την κακοδιαχείριση και τις προσοδικά διαμορφωμένες μεγάλες συντάξεις, τις προνομιακές “πρόωρες συνταξιοδοτήσεις”, απ’ την μαζική και χρόνια εισφοροδιαφυγή και εισφοροκλοπή, την μαζική μαύρη εργασία (εκβιαστική επιδότηση των αφεντικών απ’ τους εργάτες, πρώτα τους μετανάστες και ύστερα τους ντόπιους), την συστηματική υπεξαίρεση (σε βάρος των ταμείων) απ’ τις υπερκοστολογήσεις, υπερτιμολογήσεις και υπερσυνταγογραφήσεις του δημόσιου και του ιδιωτικού συστήματος υγείας, και απ’ την επι δεκαετίες κλοπή (ουσιαστικά) των αποθεματικών τους απ’ το ελληνικό κράτος. Σήμερα πια διάφοροι στρέφονται στα ‘90s, για να παραδεχτούν με μισόλογα ότι τα ασφαλιστικά ταμεία έδειχναν τα σοβαρά προβλήματά τους από τότε. Μία, μιάμισυ, δύο δεκαετίες πριν το psi.
Από ταξική, εργατική σκοπιά οι ζημιές του psi ήταν σημαντικές λόγω timing. Ήταν το “καπάκι” μιας επί πολλές δεκαετίες αλυσιδωτής λεηλασίας των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων. Αλλά επίσης, από ταξική, εργατική σκοπιά είναι εθελοδουλεία να κοιτάει κανείς τον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας, επειδή απλά είναι ο πιο πρόσφατος.
Με την εξαίρεση ορισμένων μελετών του “ινστιτούτου εργασίας” της γσεε (που έμειναν στα ράφια) ποτέ η συνδικαλιστική μαφία δεν θεώρησε ότι η αναδιάρθρωση του ασφαλιστικού συστήματος είναι συμφέρον και καθήκον της σύγχρονης εργατικής τάξης. Το αντίθετο! Γιατί η συνδικαλιστική γραφειοκρατία και οι λακέδες της έχουν τα δικά τους συμφέροντα... Στο τέλος (δηλαδή απ’ το 2010 και μετά) ήρθε η τεχνοκρατία του ευρωπαϊκού και του διεθνούς κεφάλαιου να αναλάβει και αυτό το ζήτημα. Δεν είναι παράξενο: στην Ιστορία δεν υπάρχουν κενά...
[ επιστροφή ]

2 - Ο πρώην πρωθ. Παπαντρέου ο Γ έχει δηλώσει πολλές φορές “υπερήφανος” που τα κράτη της ευρωζώνης έφτιαξαν, εξαιτίας του ελληνικού προβλήματος, έναν πολιτικό μηχανισμό “διάσωσης”, ο οποίος όχι απλά δεν υπήρχε νωρίτερα αλλά απαγορευόταν ρητά να υπάρξει. Έχει δίκιο... Είναι, όμως, το δίκιο εκείνου που θα περηφανευόταν ότι έγινε η αιτία να εξελιχθεί η ιατρική και η χειρουργική επειδή αυτός κοπανούσε επί χρόνια το κεφάλι του στον τοίχο...
[ επιστροφή ]

3 - Εννοείται πως αν υπάρχει έκτακτη ανάγκη γίνονται εξαιρέσεις. Έτσι σώθηκαν οι μεγάλες αμερικανικές τράπεζες απ’ το αμερικανικό κράτος. Κανονικά, το νεοφιλελεύθερο manual, λέει ότι έπρεπε να καταστραφούν...
[ επιστροφή ]

4 - Για περισσότερα στο εξαιρετικά χρήσιμο Η γέννηση της βιοπολιτικής, Michel Foucault.
[ επιστροφή ]

5 - Ενδεικτικά να αναφέρουμε τις τιμές των ταξί, των κτελ, των θαλάσσιων και αεροπορικών συγκοινωνιών. Οι πάντες ξέρουν ότι είναι φτηνότερο να “πετάξει” κανείς απ’ την Αθήνα στο Λονδίνο παρά στα Γιάννενα ή στη Μυτιλήνη. Οι ελληνικές αεροπορικές και ακτοπλοϊκές εταιρείες είναι κανονικό καρτέλ, που ορίζουν τις τιμές των εισιτηρίων κατ’ ουσία μονοπωλιακά. Το ίδιο συμβαίνει με τις υπεραστικές χερσαίες συγκοινωνίες (κτελ).
[ επιστροφή ]

6 - Οι Ζαπατίστας είναι ιδιαίτερη και εξαιρετικά σημαντική περίπτωση· αλλά επίσης εξαίρεση. Προσπάθησαν και κατάφεραν να μετατρέψουν την πολιτιστική αυτονομία των ιθαγενών της Τσιάπας σε βασικο στοιχείο της πολιτικής αυτονομίας τους.
[ επιστροφή ]

7 - Μάλλον θα σοκάρει η εγγύτητα με την οποία παραθέτουμε ένα κίνημα / οργάνωση “ισλαμιστικό” στους Ζαπατίστας. Έχουμε γράψει όμως για ορισμένες, βασικές, πολιτικές ομοιότητες μεταξύ των δύο (όπως, για παράδειγμα, η απόσταση απ’ την “κατάληψη της κεντρικής εξουσίας”), στο παρελθόν· και δεν είναι εδώ το μέρος να τα επαναλάβουμε.
[ επιστροφή ]

8 - Κάποιοι, επιπόλαια, είχαν σχολιάσει τότε, το 2011 και το 2012, ότι η αύξηση του βασικού μισθού και η μείωση των ωρών εργασίας “βολεύει” επίσης τα αφεντικά... Δεν έκαναν, φυσικά, τον κόπο να απαντήσουν στο γιατί, αν είναι έτσι, δεν το έκαναν “μόνα τους”, τουλάχιστον απ’ την δεκαετία του ‘90 και μετά. Σε τελευταία ανάλυση, όταν κανείς ζει και δουλεύει σε καπιταλισμό έντασης και υποτίμησης της εργασίας (τέτοιος είναι σίγουρα ο ελληνικός) μαζί με την απαίτηση της αύξησης του βασικού μισθού και της μείωσης του χρόνου εργασίας έχει σημασία και το ποιος, πως και γιατί έχει τέτοια απαίτηση...
[ επιστροφή ]

κορυφή